Κατιάνα Μπαλανίκα: ”Αν γεννιόμαστε για “μαμ, κακά και νάνι”, τότε καλύτερα να μην υπάρχουμε και να τελειώσει ο πλανήτης”
Υπήρξε το εντυπωσιακό μελαχρινό κορίτσι δίπλα στον εκρηκτικό Γιώργο Μαρίνο. Έπαιξε σε θέατρο, κινηματογράφο και τηλεόραση. Έγινε ευρύτερα γνωστή από την τηλεόραση με ρόλους όπως της Σάσας Παπαδήμα στην σειρά ”Ντόλτσε Βίτα” και της καθηγήτριας Καίτης Τόγκα στην σειρά ”Οι Σαββατογεννημένες”.
Γεννημένη στις 20 Αυγούστου του 1949, η μητέρα της επιθυμούσε διακαώς να την δει στον καλλιτεχνικό χώρο, όνειρο το οποίο η ίδια δεν κατάφερε να ζήσει.
Εκείνη ήταν ντροπαλή και μελαγχολική από παιδί. Παρά το εντυπωσιακό, σέξι παρουσιαστικό της, η ίδια δεν κατάλαβε ποτέ πως ήταν όμορφη. H εσωτερική της ανασφάλεια περνούσε μέσα στις προσωπικές της σχέσεις και την έκανε πλαστελίνη στα χέρια των συντρόφων της, όπως η ίδια έχει δηλώσει σε συνέντευξη της.
Αποφοίτησε από το Εθνικό Θέατρο το 1969 και έπαιξε στο θεατρικό έργο ”Η Τρισεύγενη”. Συνέχισε τον επόμενο χρόνο στο κινηματογράφο με την ταινία ”Ο Σταύρος είναι πονηρός”. Το 1972 συμμετέχει στην κινηματογραφική μεταφορά της ”Λυσιστράτης”.
Οι ρόλοι που της προτείνονται είναι αδιάφοροι, ωστόσο καταφέρνει για μια δεκαετία μέχρι τις αρχές του ’80 να συμμετέχει σαν τραγουδίστρια-ηθοποιός σε νυχτερινά κέντρα.
Οι μαγαζάτορες στην αρχή της έκλειναν δουλειές χάρη στην εξωτερική της εμφάνιση. ”Ας το βλέπουμε το κορίτσι, δεν χρειάζεται να το ακούμε”, έλεγαν. Οι φωνητικές της ικανότητες ήταν σχεδόν ανύπαρκτες, μέχρι που στο δρόμο της βρέθηκε ο Γιώργος Μαρίνος. Εκείνος ”την πειθάρχησε” και μαζί κατάφεραν για πολλά χρόνια να οργώσουν τα νυχτερινά κέντρα της εποχής ανεβάζοντας μουσικές παραστάσεις και shows.
Η σχέση μεταξύ τους ήταν στενή. Η φιλία τους σπάει, όταν εκείνη τον εγκαταλείπει για να φύγει στην Αμερική με τον σύζυγό της Στηβ Κακέτση. Το 1979, γυρίζει στην σκηνή του Εθνικού Θεάτρου και παίζει στην παράσταση ”Νεκρικοί Διάλογοι” σε μουσική Μίμη Πλέσσα και στίχους Κώστα Βίρβου.
Εμφανίζεται για πρώτη φορά στην κρατική τηλεόραση το 1983, σε ένα επεισόδιο της σειράς ”Ιστορία με νότες”. Την ίδια χρονιά εμφανίζεται στο πλευρό της Αλίκης Βουγιουκλάκη στην παράσταση ”Βίκτωρ -Βικτώρια” και στον κινηματογράφο στην αμφιλεγόμενη ταινία ”Οι Χούλιγκανς” όπου παίζει μια τραγουδίστρια-παράγοντα σε αθλητικό σύλλογο-ναζίστρια που στέλνει Ολυμπιακούς να δείρουν ΑΕΚτζήδες.
Συμπαρουσιάζει με την Σόφη Ζαννίνου και την Πωλίνα την εκπομπή ”Πράγματα και Θάματα”, ένα σόου που θυμίζει έντονα εκείνα της Αμερικής της δεκαετίας του ’60 και ’70 (προσαρμοσμένα στα ελληνικά δεδομένα της εποχής).
Στο θέατρο παίζει σε διάφορες επιθεωρήσεις, με πιο γνωστή της επιθεώρηση ”Άλλος Χαβάη και άλλος πληρώνει” το 1987, παράσταση που κυκλοφόρησε και σε βιντεοκασέτα.
Κάνει γκεστ εμφανίσεις σε γνωστά σήριαλ της ελληνικής τηλεόρασης στα πρώτα βήματα των ιδιωτικών καναλιών, όπως στις σειρές ”Τρεις Χάριτες” και στο ”Τμήμα Ηθών”. Παράλληλα με τον Δημήτρη Πιατά παρουσιάζουν στην κρατική τηλεόραση το τηλεπαιχνίδι ”Τόμπολα των γνώσεων”.
Το 1991 έρχεται η θρυλική παράσταση το ”Έκτο Πάτωμα” του θεατρικού Γάλλου συγγραφέα Άλφρεντ Ζερί σε διασκευή κειμένου από την Άννα Παναγιωτοπούλου και επενδυμένο με την εξαιρετική μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη. Αυτή η παράσταση άφησε εποχή με την πληθώρα των γνωστών ηθοποιών που έπαιζαν και την άρτια παραγωγή της.
Την ίδια περίπου εποχή γυρίζει και μια ταινία μικρού μήκους με τον Σπύρο Παπαδόπουλο ως σύζυγό της να φεύγουν στην εξοχή και ένας σκύλος να φέρνει τα πάνω κάτω στις καλοκαιρινές τους διακοπές.
Τα περάσματα της ως πρωταγωνίστρια σε τηλεοπτικές σειρές όπως το ”Γίγας Μοτέλ” και ”Οι δύο ορφανές” πέρασαν αδιάφορα μπροστά από τα μάτια του τηλεοπτικού κοινού, μέχρι το 1994 με την σειρά ”Ντόλτσε Βίτα” που της άλλαξε την ζωή. Οι σεναριογράφοι Αλέξανδρος Ρήγας και Λευτέρης Παπαπέτρου της προτείνουν το ρόλο της Σάσας Παπαδήμα, μιας ελευθεριάζουσας ζωντοχήρας 40 plus, η οποία συγκαλύπτει την καλύτερη της φίλη που τα ‘χει με τον παραλίγο γαμπρό της.
Το κοινό λάτρεψε την κοκκινομάλλα Σάσα, της οποίας το μυαλό ήταν μόνο στο κουτσομπολιό και στα τεκνά. Οι ατάκες της έχουν αφήσει εποχή, ενώ η απαράμιλλη αφοσίωση στην φίλη της Χριστίνα Μαρκάτου μας έδωσε μια από τις πιο ευχάριστες και κωμικές γυναικείες φιλίες που έχουν περάσει από τους τηλεοπτικούς μας δέκτες.
Η ίδια η Κατιάνα δεν αγάπησε ποτέ αυτόν τον ρόλο πραγματικά. Στις συνεντεύξεις έχει αναφέρει πως ο χαρακτήρας της διαφέρει πολύ από εκείνον της Σάσας. Έπαιξε τον ρόλο σαν να ήταν άνδρας γιατί δεν πιστεύει πως υπάρχει γυναίκα εκεί έξω που να ασχολείται τόσο πολύ με το ανδρικό φύλο και να συνάπτει έτσι εύκολα και χωρίς συναίσθημα σεξουαλικές σχέσεις όπως η Σάσα.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 2004, ο Γιώργος Καπουτζίδης της προτείνει το ρόλο της οξύθυμης κυρίας Καίτης Τόγκα. Ο πρωτοεμφανιζόμενος ως σεναριογράφος Καπουτζίδης της έδωσε φιλί ζωής με το συγκεκριμένο ρόλο στην σειρά ”Σαββατογεννημένες”, αφού μετά το δυνατό ρόλο της Σάσας ακολούθησε μια δεκαετία μέτριων ρόλων σε σειρές όπως ”Δανεικός πατέρας ” στον Αντέννα και ”Το μικρό σπίτι στο Παγκράτι” στην ΕΡΤ.
Προτεραιότητα της πάντα ήταν η οικογένεια και ο γιος της. Πότε δεν επιθυμούσε την μεγάλη καριέρα και γι’ αυτό οι επιλογές των ρόλων της, αν και διαφέρουν μεταξύ τους, δεν ήταν ποτέ ρεπερτορίου. Δεν κυνήγησε τους θεατρικούς ή μη ρόλους όπως πολλές συναδέλφισσες την ίδια εποχή.
Τα χρόνια της οικονομικής κρίσης συμμετέχει περισσότερο σε θεατρικές παραστάσεις όπως το ”Ζείτε παίδες Ελλήνων” των Ρήγα-Αποστόλου και το ”Παρακαλώ ας μείνει μεταξύ μας” με συμπρωταγωνίστρια την Κάτια Δανδουλάκη.
Εξαιτίας οικονομικών εκκρεμοτήτων και ενός ατυχήματος στο ισχίο της απέχει από τον χώρο για 8 χρόνια, διαμένοντας στην Αμερική με την οικογένεια του γιου της.
Φέτος ήταν στην θεατρική παράσταση του Γιώργου Καπουτζίδη ”Όποιος θέλει να χωρίσει ας σηκώσει το χέρι” η οποία κατέβηκε λόγω κορωνοϊού.