200 μέτρα / 200 Meters, του Αμίν Ναϊφέ – Μια ταινία για την καθημερινή οδύσσεια των αποκλεισμένων Παλαιστινίων
Τα διακόσια μέτρα είναι αυτά που χωρίζουν τον Παλαιστίνιο Μουσταφά από την γυναίκα του και τα παιδιά του. Ανάμεσά τους παρεμβάλλεται το Τείχος της Δυτικής Όχθης.
200 MΕΤΡΑ / 200 METERS του Αμίν Ναϊφέ, Παλαιστίνη (2020)
(Η ταινία απέσπασε το βραβείο Χρυσός Αλέξανδρος Meet the Neighbors στο φετινό 61ο, Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης)
Τα διακόσια μέτρα είναι αυτά που χωρίζουν τον Παλαιστίνιο Μουσταφά από την γυναίκα του και τα παιδιά του. Ανάμεσά τους παρεμβάλλεται το Τείχος της Δυτικής Όχθης. Ο Μουσταφά αρνείται πεισματικά να ζητήσει άδεια παραμονής από τις ισραηλινές αρχές. Δεν θέλει να εγκαταλείψει το σπίτι του, δεν θέλει να εγκαταλείψει τον χώρο που γεννήθηκε και μεγάλωσε και που δικαιούται να κατέχει. Εξαιτίας της μεγάλης ανεργίας που μαστίζει τη Δυτική όχθη, όπου ζουν αποκλεισμένοι οι Παλαιστίνιοι, η γυναίκα του Μουσταφά αναγκάζεται να ζει στην άλλη πλευρά, όπου κάνει δύο δουλειές προκειμένου να αποφύγουν την οικονομική εξαθλίωση. Στα διακόσια μέτρα που βρίσκεται, ο Μουσταφά έχει τη δυνατότητα να βλέπει από μακριά τη γυναίκα του και τα παιδιά του, αφού τα σπίτια τους είναι αντικριστά, υπάρχει μάλιστα οπτική επαφή μεταξύ τους, όμως αυτή η απόσταση που σε έναν λογικό κόσμο θα διανύονταν μέσα σε λίγα λεπτά, στην περίπτωσή τους είναι αδιαπέραστη και το πλησιάσμά τους περνάει καθημερινά από έναν μικρό Γολγοθά. Γιατί, για να επιτραπεί η είσοδος στον Μουσταφά, πρέπει καθημερινά να περιμένει στην ουρά και να επιδεικνύει την άδεια εργασίας του, που του επιτρέπει να μπει στα ισραηλινά εδάφη και να εργαστεί και έτσι ταυτόχρονα να δει και την οικογένεια του. Να αγκαλιάσει τα παιδιά του, να παίξει μαζί τους να συζητήσει με τη γυναίκα του για τα πρακτικά θέματα της καθημερινότητάς τους, να νιώσει για λίγες ώρες την οικογενειακή θαλπωρή που για αυτόν αποτελεί είδος πολυτέλειας. Όταν όμως, στη διάρκεια ενός σαββατοκύριακου, ο γιος του θα αναγκαστεί να μπει στο νοσοκομείο και για κακή του τύχη η άδεια εργασίας του θα έχει λήξει, ο Μουσταφά θα πρέπει να βρει τρόπο να περάσει πάση θυσία τα σύνορα. Και τότε τα 200 μέτρα θα μετατραπούν σε 200 χιλιόμετρα, αφού ο κεντρικός μας ήρωας αποφασίζει να εμπιστευτεί την μετάβασή του στο δίκτυο των παράνομων λαθρεμπόρων που γνωρίζουν τα τρωτά σημεία του τείχους για να περνούν μέσα από αυτά ανθρώπους και εμπορεύματα.
Και η οδύσσεια του πατέρα ξεκινά μεταφέροντας μας την καθημερινή οδύσσεια αυτού του λαού, που σφαγιάζεται αυτή τη στιγμή, που το Τείχος της ντροπής, το Τείχος της Δυτικής Όχθης έχει διχοτομήσει, έχει αποκόψει σε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του την πρόσβαση σε νοσοκομεία, σχολεία, έχει περιορίσει την καλλιεργήσιμη γη του, και έχει οδηγήσει το μεγαλύτερο μέρος αυτού του λαού σε οικονομικό μαρασμό. Ένα Τείχος που αποκλείει τη Δυτική Όχθη χωρίς καμία εδαφική συνέχεια μεταξύ των αποκομμένων από το Τείχος οικισμών, κατακερματίζοντας τα παλαιστινιακά εδάφη και υποστηρίζοντας τη συνέχιση της ισραηλινής επέκτασης. Ένα Τείχος που έχει μετατρέψει την Παλαιστίνη σε φυλακή.
Μόνο που σε αντίθεση με τις φυλακές του σύγχρονου δυτικού κόσμου, η Δυτική Όχθη δεν διέπεται από νομοθεσίες και κανονισμούς, αλλά εξαρτάται από την αυθαιρεσία του Ισραηλινού κράτους και των Ισραηλινών στρατιωτών καθώς και των ιμπεριαλιστών συμμάχων τους.
Η ταινία του Αμίν Ναϊφέ είναι μια βαθιά ανθρώπινη ταινία ιδωμένη από την οπτική που θα έπρεπε να κυριαρχεί σε όλους τους έξωθεν παρατηρητές αυτής της κατάστασης και μιλώ για τις ηγεσίες του δυτικού κόσμου που στέκουν αδιάφοροι παρατηρητές. Απεικονίζεται με εξαιρετικό τρόπο αυτό που όλοι γνωρίζουμε. Στη Δυτική όχθη οι αποκλεισμένοι Παλαιστίνιοι δεν υπολογίζονται ως άνθρωποι από τους Ισραηλινούς αλλά ως σκλάβοι. Και η απόλυτη γκετοποίησή τους, τους αφαιρεί κάθε δικαίωμα αρμονικής και δίκαιης συνύπαρξης.
Ο Αμίν Ναϊφέ καταφέρνει να μας μεταδώσει αυτή την τεράστια δύναμη που πηγάζει από την ανάγκη του ανθρώπου να διεκδικήσει τον ζωτικό του χώρο, τους ανθρώπους που αγαπά, να ζήσει στοιχειωδώς ανθρώπινα. Αυτή τη δύναμη την ανακαλύπτουμε στον Μουσταφά. Μια δύναμη που τροφοδοτείται από την πατρική αγάπη. Αυτή η δύναμη είναι που κάνει τον Παλαιστίνιο Ομάρ («Ομάρ» 2013) να απαξιώνει το Τείχος του αίσχους και να σκαρφαλώνει καθημερινά με δεξιοτεχνία προκειμένου να συναντήσει την αγαπημένη του. Αρνούμενος να το δεχτεί στην καθημερινότητα του, αρνούμενος να δεχτεί τα όρια που του επιβάλλει η επεκτατική πολιτική των Ισραηλινών. Είναι αυτή η δύναμη που κάνει την Σάλμα («Η λεμονιά»2008) να αντιστέκεται με νύχια και με δόντια στον ξεριζωμό των δέντρων από λεμονιές που βρίσκονται στο κτήμα της υποδηλώνοντας με αυτό τον τρόπο την σθεναρή αντίδρασή της στον ολοένα και αυξανόμενο περιορισμό του χώρου της αλλά και τη διάθεση της για αρμονική συνύπαρξη.
Ο Μουσταφά, ο Ομάρ, η Σάλμα οι απλοί ανώνυμοι άνθρωποι, που εκπροσωπούν τον παλαιστινιακό λαό, χρόνια τώρα προσπαθούν να επιβιώσουν μέσα στη συλλογική τρέλα που τους κυκλώνει από παντού. Και χρόνια τώρα, με αποκορύφωμα τα τραγικά που συμβαίνουν αυτές τις μέρες, διαπιστώνουν το ακόμα πιο τραγικό…ότι όσο πιο πολύ αυξάνεται η παράνοια, τόσο πιο πολύ εδραιώνεται και μονιμοποιείται μια συνθήκη ισορροπίας που δεν αφορά όμως τον λαό αυτόν αλλά τα μεγάλα συμφέροντα του ιμπεριαλισμού.