Αλέκος Αλεξανδράκης: Κάτι παραπάνω από ζεν πρεμιέ

Πέραν από την εμφάνιση, το ταλέντο και τη φήμη του ακαταμάχητου γυναικοκατακτητή που τον συνόδευε, ο Αλεξανδράκης άφησε το αποτύπωμά του και χάρη στην προοδευτική πολιτική του δράση.

Το πρώτο όνομα που έρχεται συνήθως στο μυαλό στο άκουσμα της φράσης «ζεν πρεμιέ στον ελληνικό κινηματογράφο» είναι σίγουρα εκείνο του Αλέκου Αλεξανδράκη. Πέραν από την εμφάνιση, το ταλέντο και τη φήμη του ακαταμάχητου γυναικοκατακτητή που τον συνόδευε, ο Αλεξανδράκης άφησε το αποτύπωμά του και χάρη στην προοδευτική πολιτική του δράση.

Γεννήθηκε στις 27 Νοέμβρη 1928 στην Αθήνα, σε οικογένεια αστών, καθώς ο πατέρας του ήταν δικηγόρος με καταγωγή από τη Μάνη. Είχε από μικρός πολλά ερεθίσματα, ενώ ασχολήθηκε και με το «αριστοκρατικό» άθλημα της ξιφασκίας, συμμετέχοντας ως έφηβος στην εθνική ομάδα.

Προοριζόταν για στρατιωτική καριέρα στο Ναυτικό, όμως μια παράσταση του Καρόλου Κουν με την Έλλη Λαμπέτη, με την οποία συνδέθηκε για κάποιο διάστημα, ήταν αυτή που του άλλαξε  τα σχέδιά του, ωθώντας τον στην υποκριτική. Πέρασε τις εξετάσεις του Εθνικού (τότε Βασιλικού) Θεάτρου.

Το Ντεμπούτο του στο σανίδι έγινε με τη «Φθινοπωρινή παλίρροια» της Κατερίνας Ανδρεάδη, την οποία «κέρδισε» προσφέροντάς της λουλούδια σε επίσκεψή του μαζί με την Άννα Συνοδινού. Ο ρόλος ήταν εκείνος του ζεν πρεμιέ (του «εραστή στο ελληνικό θέατρο», όπως τον είχε χαρακτηρίσει ο γνωστός κριτικός της Καθημερινής, Αιμίλιος Χουρμούζιος μετά την ίδια παράσταση), που τον καθιέρωσε και στη συνέχεια, παρότι σε αρκετές περιπτώσεις, κυρίως στο θέατρο προσπάθησε να ερμηνεύσει και ρόλους έξω από τα στερεότυπα.

Ως ηθοποιός, αλλά και ως θιασάρχης για μεγάλα διαστήματα μετά το 1956, ο Αλεξανδράκης συνεργάστηκε με ιερά τέρατα της ελληνικής σκηνής και έπαιξε σε μια σειρά κλασικών έργων του αρχαιοελληνικού και διεθνούς ρεπερτορίου, χωρίς να αγνοεί και τους Έλληνες δημιουργούς της εποχής του, που έγραφαν εξάλλου συχνά και σενάρια στις πολυάριθμες κινηματογραφικές του συμμετοχές.

Στη μεγάλη οθόνη βρέθηκε σχεδόν ταυτόχρονα με τη θεατρική του πρεμιέρα, καθώς γοήτευσε τον Φιλοποίμην Φίνο. Η πρώτη του ταινία ήταν οι «Δυο κόσμοι» του Γρηγόρη Γρηγορίου, και ακολούθησαν πάνω από 70 ακόμα, συνήθως στο πλευρό των σπουδαιότερων ηθοποιών της γενιάς του και με παρτεναίρ της διασημότερες σταρ όπως την Αλίκη Βουγιουκλάκη, Τζένη Καρέζη, Μάρω Κοντού, Ρένα Βλαχοπούλου κ.ά.

Ολιγάριθμη, αλλά σημαντική υπήρξε και η συμβολή του ως σκηνοθέτη, με τις δυο ταινίες του «Θρίαμβος» (1960), αλλά κυρίως τη «Συνοικία το Όνειρο» (1961), προκάλεσε τις γνωστές παρεμβάσεις της λογοκρισίας. Ο Αλεξανδράκης είχε ήδη ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων με συνέντευξή του το 1960, όταν δήλωσε πως ήθελε να περάσει Χριστούγεννα με το Μανώλη Γλέζο, φυλακισμένο τότε για «κατασκοπία», θεωρώντας τον «σύμβολο». Με τη «Συνοικία το Όνειρο» επιδόθηκε στο πιο φιλόδοξο και περιπετειώδες κινηματογραφικό του εγχείρημα, σε σενάριο των Κώστα Κοτζιά – Τάσου Λειβαδίτη, καθώς  και μουσική του Μίκη Θεοδωράκη.

Η ταινία είναι επηρεασμένη από τον ιταλικό νεοραλισμό κι απεικονίζει χωρίς φτιασίδια τις φτωχογειτονιές της Αθήνας, και συγκεκριμένα την τότε παραγκούπολη του Ασύρματου, μέσα από τις περιπέτειες μιας ομάδας φτωχοδιαβόλων που προσπαθούν με διάφορους τρόπους να επιβιώσουν. Η ταινία στην οποία εκτός από τον Αλεξανδράκη, πρωταγωνιστούν ο Μάνος Κατράκης, η τότε σύζυγός του Αλίκη Γεωργούλη και η Αλέκα Παΐζη, «ψαλιδίστηκε» από τη λογοκρισία, ενώ ο τότε υφυπουργός τύπος του Καραμανλή δήλωσε πως η ταινία δυσφημεί την Ελλάδα.

Επεισοδιακή ήταν και η πρεμιέρα της ταινίας με την αστυνομία να προσπαθεί να παρεμποδίσει το κοινό, ενώ όπως έλεγε σε συνέντευξή του αργότερα ο Αλεξανδράκης, ένας αστυνομικός διευθυντής σταμάτησε την προβολή, κατηγορώντας τον πως κάνει κομμουνιστική προπαγάνδα, αφού στην Ελλάδα δεν κυκλοφορούν έξω ούτε πεινασμένοι, ούτε τρελοί. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι σε βόρειες συνοριακές περιοχές της επαρχίας η ταινία απαγορεύθηκε τελείως.

Η ταινία βέβαια βρήκε συμμάχους και στο αστικό στρατόπεδο, όπως στην Καθημερινή, που απέκρουσε τις κατηγορίες περί κομμουνιστικής ταινίας, ενώ τελικά βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Η «Συνοικία το Όνειρο» είχε απήχηση και στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο, ιδίως στην ΕΣΣΔ. Μάλιστα το 1962 το ζεύγος Αλεξανδράκη – Γεωργούλη επισκέφτηκε τη Μόσχα με πρόσκληση του υπουργείου πολιτισμού της χώρας, μένοντας με τις καλύτερες εντυπώσεις.

Ο Αλεξανδράκης δεν πτοήθηκε από τις παρεμβάσεις συνεχίζοντας την πολιτική του δραστηριότητα, συνυπογράφοντας τη διακήρυξη της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη και συμμετέχοντας μαζί με τη Γεωργούλη στην Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης, με αποτέλεσμα τη σύλληψή τους. Στη διάρκεια της δικτατορίας του αφαιρέθηκε το διαμαρτύριο, ενώ προσπάθησε χωρίς επιτυχία να πείσει το Φίνο να γυρίσει μια κωμωδία με πολιτικά μηνύματα, με εκείνον να αναφωνεί «Δεν έβαλες μυαλό;».

Από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 πραγματοποιεί επιτυχημένες εμφανίσεις στην τηλεόραση, με γνωστότερες εκείνες στον «Παράξενο ταξιδιώτη» και το «Γιούγκερμαν». Στη μεταπολίτευση η σημαντικότερη κινηματογραφική του συμμετοχή ήταν εκείνη στον «Άνθρωπο με το Γαρύφαλλο», ενώ συνέχισε και το σπουδαίο θεατρικό του έργο. Για την προσφορά του τιμήθηκε το 2001 από τον τότε πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο. Έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα το 2005, με την τότε γγ του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα να σημειώνει στο συλλυπητήριο τηλεγράφημά της:

«Θα θυμόμαστε τον Αλέκο Αλεξανδράκη για τις υπηρεσίες του στο θέατρο και στον κινηματογράφο, όπου έδειξε συνέπεια, ευγένεια και ήθος, αλλά και για τη συμμετοχή του σε σημαντικές στιγμές του λαϊκού μας κινήματος. Δεχθείτε τα ειλικρινή συλλυπητήριά μου».

 

 

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: