«Δεν ντρέπεσαι που ψηφίζεις ΚΚΕ; Φτου σου, σιχαμένε, ξεφτίλα…» – Σαν σήμερα γεννήθηκε ο Κώστας Βουτσάς
Σαν σήμερα γεννήθηκε ο σπουδαίος, αξέχαστος ηθοποιός Κώστας Βουτσάς, από τους πιο αγαπημένους του ελληνικού κινηματογράφου. Για σχεδόν εφτά δεκαετίες μέσα από τον κινηματογράφο και το θέατρο η ζωή του όλη ήταν «αφιερωμένη στο να μας κάνει όλους να γελάμε και να βλέπουμε τη ζωή με χαρά».
Σαν σήμερα, στις 31 του Δεκέμβρη 1931, γεννήθηκε ο σπουδαίος, αξέχαστος ηθοποιός Κώστας Βουτσάς, από τους πιο αγαπημένους του ελληνικού κινηματογράφου, που για σχεδόν εφτά δεκαετίες μέσα από τον κινηματογράφο και το θέατρο χάριζε απλόχερα γέλιο και καλή διάθεση.
Γεννήθηκε στον Βύρωνα από προσφυγική οικογένεια με καταγωγή από τους Επιβάτες Ανατολικής Θράκης, αλλά μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, Το αρχικό όνομα της οικογένειας ήταν Σαββόπουλος, άλλαξε όμως από τα βουτσιά (=βαρέλια) που έφτιαχνε ο παππούς του. Ο ίδιος έλεγε ότι η οικογένειά του ήταν τόσο φτωχή, που τα πρώτα χρόνια δεν έμενε σε σπίτι, αλλά μες σε μαγαζί, όπου οι γονείς του κάλυπταν τη βιτρίνα για να μη φαίνεται στους περαστικούς. Το όνομά του το πήρε από έναν μεγαλύτερο αδελφό, τον οποίο δε γνώρισε ποτέ, κι είχε πεθάνει σε μικρή ηλικία από δάγγειο πυρετό.
Ο πατέρας του, εργάτης οδοποιίας, ήταν κομμουνιστής, μέλος του ΚΚΕ από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής του. Συνελήφθη, φυλακίστηκε κι υπέστη βασανιστήρια μπροστά στα παιδιά του, για να κάνει δήλωση μετανοίας, αλλά παρέμεινε αλύγιστος. Ο Κώστας Βουτσάς έζησε από πρώτο χέρι όλες αυτές τις στιγμές, για να μπει κι αυτός από νωρίς στον αγώνα, στα χρόνια της Κατοχής. Έτσι έγινε κι η πρώτη του επαφή με τον κινηματογράφο, όπου πετούσε κρυφά προκηρύξεις ως Αετόπουλο. Μέχρι το τέλος της ζωής του παρέμεινε πιστός στις πολιτικές ιδέες της νιότης του, στηρίζοντας σταθερά και δημόσια το ΚΚΕ.
Δουλεύοντας από μικρός με κασελάκι όπου πουλούσε τσιγάρα, στη διάρκεια του πολέμου αντάλλασσε φτηνά ελληνικά τσιγάρα με εκείνα που του έδιναν Άγγλοι αιχμάλωτοι πολέμου, λιγότερα σε ποσότητα αλλά καλύτερα ποιοτικά, τα οποίο ο ίδιος μεταπουλούσε ακριβότερα σε εύπορους κατοίκους της πόλης. Επίσης, εργαζόταν ως αβανταδόρος σε παπατζήδες, πάντα με κίνητρο να κερδίζει λίγα χρήματα για την πάμφτωχη οικογένεια.
Ο Κώστας Βουτσάς είχε αθλητική κλίση, κι ασχολούνταν με το δρόμο και το άλμα εις μήκος στο σύλλογο ΒΑΟ. Κάποιο καλοκαίρι ο προπονητής του τον έστειλε για προετοιμασία σε κατασκήνωση στη Νέα Μηχανιώνα, όπου είδε τις πρόβες ενός θεατρικού και αποδοκίμασε έναν από τους ηθοποιούς. Τότε ο υπεύθυνος του έργου τον προκάλεσε να ανέβει στη σκηνή για να αποδείξει πως το κάνει καλύτερα, όπως και έγινε.
Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Μακεδονικού Ωδείου, όπου γράφτηκε κρυφά από τον πατέρα του. Ξεκίνησε την επαφή με το θέατρο στα περιφερόμενα μπουλούκια της εποχής και αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στην Αθήνα. Μάλιστα, τη μέρα που έφευγε με το τραίνο, πέταξε κυριολεκτικά «μαύρη πέτρα» πίσω του, αφού έριξε μια πέτρα μαυρισμένη από τα λάδια της ατμομηχανής. Αρχικά κόπηκε δυο φορές στην επιτροπή για την απαραίτητη τότε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος των ηθοποιών, μάλιστα ένα από τα μέλη τον είχε προτρέψει να γίνει τραπεζικός υπάλληλος. Ο Κώστας Βουτσάς πείσμωσε και απέδειξε πόσο άδικο είχε εκείνος ο κριτής.
Ακολούθησε μια σταδιοδρομία που ξεκίνησε το 1953 με την ταινία «Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται» και περιλάμβανε δεκάδες ταινίες, σειρές και θεατρικές παραστάσεις. Έγινε ένας από τους πιο αγαπημένους κωμικούς ηθοποιούς του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, χωρίς να χάσει τη δημοφιλία του και αργότερα, όπως αποδεικνύει η συνεχής παρουσία τους στο χώρο της μικρής και μεγάλης οθόνης.
Συνεργάστηκε αρχικά με τον Γιάννη Δαλιανίδη, με τον οποίο τον συνέδεε και στενή προσωπική φιλία, με όλους τους σπουδαίους σεναριογράφους και σκηνοθέτες της εποχής, αλλά και με τα ιερά τέρατα της μεγάλης οθόνης. Καθιερώθηκε σε κωμικούς ρόλους, αφήνοντας εποχή με χαρακτηριστικές ατάκες: Από το «Φσσσστ Μπόινγκ», το οποίο προέκυψε μετά από δικό του αυτοσχεδιασμό, μέχρι το κωμικά τονισμένο «Κατ-ίνα! Σαλαμάκι…» και το κλασικό «Έχω και κότερο, πάμε μια βόλτα;»…
Μεγαλύτερο ιστορικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν κάποιες δουλειές του όπως «Εγώ ρεζίλεψα το Χίτλερ» (1973), όπου εκθειάζεται η αντίσταση κατά των ναζί, πάντα με τους περιορισμούς της χουντικής λογοκρισίας και των μετεμφυλιακών στερεοτύπων και το «Ένα τανκς στο κρεβάτι μου», που εικονίζει τον «παροιμιώδη μέσο ανθρωπάκο» πρωταγωνιστή να προσπαθεί να προσαρμοστεί στην εκάστοτε εξουσία, την ώρα που ο φοιτητής αδελφός του βγαίνει στην αντίσταση κατά της χούντας. Την πολιτική ατμόσφαιρα τις παραμονές και τα πρώτα χρόνια της «Αλλαγής» αποτυπώνουν ταινίες όπως «Ο Κώτσος στην ΕΟΚ» και «Ο Κώτσος έξω από το ΝΑΤΟ».
Ο Κώστας Βουτσάς είχε πολλές φορές πάρει θέση για τα πολιτικά τεκταινόμενα στη χώρα μας, δηλώνοντας σταθερά φίλος του ΚΚΕ. Επηρεασμένος από τα βιώματα του πατέρα του, ο ίδιος έχει αρνηθεί πολλές φορές το χαρακτηρισμό του κομμουνιστή, λέγοντας μάλιστα σε κάποια συνέντευξή του πως είναι «του κώλου» και πως δεν διώχτηκε όπως άλλοι από τη χούντα. Πάντως οι πολιτικές του πεποιθήσεις είχαν ως αποτέλεσμα να υποστεί … bullying από μια κυρία στη μεγαλοαστική Βουλιαγμένη, όπου έχει τα εκλογικά του δικαιώματα: «Εγώ ψηφίζω στη Βουλιαγμένη και ξέρεις τι έπαθα μια φορά σε εκλογές; Με πιάνει μια κυρία: «Δεν ντρέπεσαι που ψηφίζεις ΚΚΕ; Φτου σου, σιχαμένε, ξεφτίλα, ντροπή σου, αντί να ψηφίσεις Νέα Δημοκρατία!». Της λέω: «Κυρία μου, συγγνώμη, τι μπορώ να σου πω τώρα…». Τίποτα δεν της είπα, με έφτυσε κι έφυγε.» Και το 2019 με μια λιτή και περιεκτική δήλωση εξέφρασε την εκλογική του στήριξη στο ΚΚΕ: «Ψηφίζω ΚΚΕ γιατί είναι το μόνο κόμμα που λέει αλήθειες, αλλά και γιατί ο λαός μας θα ησυχάσει μόνο με την εξουσία που προτείνει το ΚΚΕ».
Ο αγαπημένος ηθοποιός έφυγε από τη ζωή στις 26 του Φλεβάρη 2020. Όπως έχει πει η κόρη του, Θεοδώρα Βουτσά, η ζωή του όλη ήταν «αφιερωμένη στο να μας κάνει όλους να γελάμε και να βλέπουμε τη ζωή με χαρά».
Πατώντας εδώ μπορείτε να περιηγηθείτε σε όλες τις πολύ ενδιαφέρουσες αναρτήσεις του περιοδικού για τον Κώστα Βουτσά.