“Ευλογία” (Benediction) – «Το μόνο πράγμα που είναι χειρότερο από ένα κακό παρελθόν είναι ένα απογοητευτικό μέλλον…»
Με μια πολύ διακριτική αφηγηματική ματιά χωρίς μεγαλοστομίες, με τον ποιητικό λόγο να ρέει και να εναρμονίζεται με τη σκηνοθετική γραφή, ο Τέρενς Ντέιβις μας παραδίδει την αυτοβιογραφία του Άγγλου ποιητή και πεζογράφου Ζίγκφριντ Σασούν.
Ευλογία/ Benediction, του Τέρενς Ντέιβις
Αγγλία (2021)
Πίσω από τη λέξη καθήκον έχουν διαπραχθεί τα μεγαλύτερα εγκλήματα της ιστορίας, απαντά στην επιτροπή των στρατιωτικών ο ποιητής Ζίγκφριντ Σασούν που τον ανακρίνουν για τη δήλωση που απέστειλε στον συνταγματάρχη του, τον Ιούλιο του 1917, γνωστή ως «Δήλωση του Στρατιώτη» (Soldiers Declaration) σύμφωνα με την οποία αρνείται να συμμετάσχει άλλο στον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο στον οποίο συμμετείχε η πατρίδα του. Ο Σασούν έχοντας βιώσει από κοντά τη φρίκη του πολέμου, τολμά να εκφράσει δημόσια την άποψή του λέγοντας ότι η συμμετοχή της πατρίδας του στον πόλεμο αυτό δεν εξυπηρετεί κανέναν αμυντικό σκοπό ούτε γίνεται για πατριωτικούς λόγους, αλλά εξυπηρετεί μία ιμπεριαλιστική πολιτική με θύματα αμέτρητες αθώες ζωές. Και όταν ο ίδιος αναφέρεται στην ηθική και την ανθρωπιά που θα πρέπει να διέπουν τις αποφάσεις των αρχών και των κέντρων εξουσίας, που ανερυθρίαστα έστελναν στον τάφο χιλιάδες ανθρώπους, οι λέξεις αυτές πέφτουν στο κενό και ο ίδιος οδηγείται στο ψυχιατρείο, εκεί που οδηγούνταν οι αντιρρησίες συνείδησης.
Οι λέξεις ηθική και ανθρωπιά είναι αυτές που βασανίζουν σε όλη τη διάρκεια της ζωής του τον ποιητή, αναζητώντας διαρκώς το αντίκρισμά τους σε μία κοινωνία όπου το πεδίο μάχης του πολέμου μεταφέρεται και στα χρόνια της ειρήνης. Ένας «πόλεμος» που έχει να κάνει με τη λήθη, τον συμβιβασμό, το περιχαράκωμα της τέχνης στα σαλόνια της αστικής τάξης, την παθητική στάση των ανθρώπων που τροφοδοτείται από την αυταρέσκειά τους, τον ναρκισσισμό τους, τη ματαιοδοξία τους, τους ρηχούς συναισθηματισμούς που λειτουργούν ως μια μορφή ψευτοκάθαρσης εμποδίζοντας το άτομο να διεισδύσει στην ουσία των αληθινών σχέσεων, στην κατανόηση του άλλου και στην αληθινή κάθαρση που μπορεί να του προσφέρει μια τέτοιου είδους επικοινωνία.
Τα όσα αντίκρισε ο Σασούν και τα όσα βίωσε ο ίδιος κατά τη διάρκεια του Α’ παγκόσμιου πολέμου, τον συνοδεύουν σε όλη του τη ζωή. Αναζητά τη λύτρωση μέσα από την ποίηση, μέσα από τον έρωτα και, προς το τέλος της ζωής του, μέσα από τη θρησκεία, σε μια κοινωνία όμως που κάθε άλλο παρά έτοιμη είναι να αναθεωρήσει να αντιταχθεί, να διορθώσει τα λάθη του παρελθόντος, να προχωρήσει μπροστά. Και μπορεί οι συνθήκες να αλλάζουν, όμως οι άνθρωποι, διαπιστώνει ο ποιητής, δύσκολα αλλάζουν. Άγονται και φέρονται κάθε φορά από τους εκάστοτε συστημικούς μύθους παραμένοντας πάντα δυνάμει θύματα.
Ο Σασούν είναι ένας πραγματικός διανοούμενος που ασκεί μία αρνητική κριτική και μία πολεμική στις κυρίαρχες παραδοσιακές και πατριωτικές αξίες που νομιμοποιούν τα εγκλήματα που διαπράττονται είτε σε καιρό πολέμου είτε σε καιρό ειρήνης, απόρροια μιας πολιτικής που στερεί από τους ανθρώπους τη δυνατότητα της ελεύθερης επιλογής σε όλα τα επίπεδα της ζωής τους. Μία στέρηση στην οποία όμως συνδράμουν και οι ίδιοι οι άνθρωποι μέσω της παθητικής τους στάσης που καταφεύγουν με ευκολία στο προεπιλεγμένο συστημικό πεδίο δράσης που τους παρέχεται και ικανοποιεί τις ανάγκες εκείνες που τους δημιουργεί η εγωπάθειά τους, στην οποία παραμένουν εμμονικά προσκολλημένοι.
Ο Ζίγκφριντ Σασούν διακατέχεται από μία αναστοχαστική και λιγότερο εκκοσμικευμένη ματιά που δεν μπορεί να συμπλεύσει με τα συντηρητικά ήθη της εποχής, την ομοφοβία και τους συμβιβασμούς των ανθρώπων του περιβάλλοντός του. Συμβιβασμούς, στους οποίους υποκύπτει και ο ίδιος χωρίς όμως ποτέ να καταφέρνει να εναρμονιστεί με αυτούς, διατηρώντας μέσα του διαρκώς την ανάγκη απόδρασης από αυτούς και αναζητώντας μία προσωπική απελευθέρωση που γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν θα έρθει. Κι αν η προσωπική του απελευθέρωση δεν επέρχεται, κι αν οι μεγαλύτεροί του φόβοι επιβεβαιώνονται, κι αν τελικά αυτό που κάποτε είχε πει στη μητέρα του «Το μόνο πράγμα που είναι χειρότερο από ένα κακό παρελθόν είναι ένα απογοητευτικό μέλλον» το βιώνει και το συνειδητοποιεί ξεκάθαρα και ο ίδιος οδεύοντας προς το τέλος της ζωής του, ωστόσο η αίσθηση που αποκομίζουμε από την ποίηση και το έργο που άφησε πίσω του, που διαποτίζει ολόκληρη την ταινία, μας καλεί να ασχοληθούμε και να στοχαστούμε με εμβρίθεια πάνω σε αυτό. Και είναι, νομίζω, αυτό το λιθαράκι που αφήνει πίσω του ο κάθε διανοούμενος και στοχαστής που προσπάθησε μέσω της τέχνης του να εγείρει συνειδήσεις να προσεγγίσει τη βαθύτερη ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης να λύσει το αίνιγμα του ανθρώπου, να μείνει πιστός στους κώδικες ηθικής εκείνους που θέτουν τον άνθρωπο ως υπέρτατη αξία των πάντων.
Με μια πολύ διακριτική αφηγηματική ματιά χωρίς μεγαλοστομίες, με τον ποιητικό λόγο να ρέει και να εναρμονίζεται με τη σκηνοθετική γραφή, ο Τέρενς Ντέιβις μας παραδίδει την αυτοβιογραφία ενός ποιητή που υπήρξε ο διανοητής μιας εποχής, που το κατεστημένο της όταν αντιλήφθηκε ότι κινδυνεύει από αυτόν θέλησε να εξοβελίσει, όπως άλλωστε συμβαίνει με όλα τα κατεστημένα όταν αντιλαμβάνονται ότι στους κόλπους της κοινωνίας υπάρχουν οι διανοητές εκείνοι που απειλούν τα θεμέλιά τους.
Η ταινία πέρασε στα «γρήγορα» από τις χειμερινές αίθουσες. Ευελπιστώ ωστόσο ότι δεν θα έχει την ίδια τύχη στα θερινά σινεμά.