«Καλάβρυτα 1943» – Αντιστροφή της πραγματικότητας και ξέπλυμα των ναζί για το έγκλημα
Οι κατακτητές παρουσιάζονται στην ταινία υπερβολικά καλοσυνάτοι και φιλήσυχοι. Η πιο αποτρόπαια ίσως πράξη τους είναι ότι σε έναν έλεγχο «χαρτιών» κατοίκων του χωριού πετούν μια ταυτότητα στις λάσπες. Κατά τ’ άλλα είναι ιδιαίτερα ευγενικοί με τους κατοίκους των σπιτιών που επιτάσσουν – μέχρι σοκολάτες και παιχνίδια μοιράζονται με τα παιδιά, ενώ παίρνουν και όλοι μαζί το πρωινό…
«Η μνήμη όπου και να την αγγίξεις πονεί», γράφει ο Γιώργος Σεφέρης. Κι αυτό θα έπρεπε το γνωρίζουν πολύ καλά αυτοί που αποφάσισαν να γυρίσουν ταινία γύρω από τη σφαγή των Καλαβρύτων. Γιατί ναι, η ταινία μπορεί να είναι μυθοπλασία, βασίζεται όμως σε αληθινά γεγονότα. Και μάλιστα υπάρχουν αυτόπτες μάρτυρες που ζουν και καταμαρτυρούν τα αντίθετα…
Πριν ακόμα προβληθεί στους κινηματογράφους η ταινία έχει ήδη προκαλέσει πλήθος αντιδράσεων από φορείς και κατοίκους των Καλαβρύτων για παραχάραξη της Ιστορίας, καθώς σε μια σκηνή του τρέιλερ ένας ναζί στρατιώτης ανοίγει τις πόρτες του φλεγόμενου σχολείου, σώζοντας ουσιαστικά τα γυναικόπαιδα του χωριού. Πρόκειται για έναν μύθο που κατά καιρούς αναβιώνει, παρότι έχει διαψευστεί από τους αυτόπτες μάρτυρες του Ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων. Αλλωστε το συγκεκριμένο γεγονός είχε επισημανθεί και στους υπεύθυνους της ταινίας πριν από δυόμισι χρόνια, όταν είχαν επισκεφτεί τα Καλάβρυτα, και είχαν υποσχεθεί να μην το συμπεριλάβουν στην ταινία… Φαίνεται ότι οι 14 μαρτυρίες που υπάρχουν στο Μουσείο Ολοκαυτώματος των ΗΠΑ, για έναν Αυστριακό στρατιώτη που βρισκόταν έξω από το σχολείο, τους έπεισαν περισσότερο…
«Στα Καλάβρυτα ξετυλίχτηκε μια φρικαλέα πράξη απ’ τη φοβερή τραγωδία που έζησε η Ελλάδα και ολόκληρη η Ευρώπη. Ορδές των Ούννων έκαναν επιδρομή και μπήκαν στα Καλάβρυτα που ο πληθυσμός είχε αδειάσει και αποσύρθηκε ολόκληρος στα βουνά. Οι άνανδροι Ούννοι, βαρβαρότεροι και απ’ τις άγριες φυλές της ζούγκλας, κάλεσαν τον πληθυσμό να ξαναγυρίσει στα Καλάβρυτα με την υπόσχεση ότι δεν είχε να πειραχτεί κανένας. Ο πληθυσμός ξαναγύρισε και τότε οι Ούννοι, οι προστάτες των Ράλληδων Ντερτιλήδων, ρίχτηκαν στην εξόντωση των αθώων και ανυπεράσπιστων ανθρώπων. Εκλεισαν όλα τα γυναικόπαιδα σε ένα σχολείο και έβαλαν φωτιά. Τυλιγμένες απ’ τις φλόγες οι γυναίκες πάλεβαν να σπάσουν τις πόρτες, ενώ έριχναν τα παιδιά όξω απ’ τα παράθυρα για να σωθούν. Εσπασαν τις πόρτες και μισοκαμένος και ξετρελαμένος αυτός ο κόσμος ρίχτηκε στους δρόμους οπότε αντιμετώπισε άλλο φρικτό θέαμα. Οι Ούννοι είχαν συγκεντρώσει σε μια διπλανή πλαγιά τον άρρενα πληθυσμό από δεκάξι χρονών και πάνου και τον θέριζαν με πολυβόλα. Σκότωσαν πάνου από οχτακόσιους ανθρώπους και κάμποσες γυναίκες που με θρήνους και οδυρμούς έτρεξαν να περιμαζέψουν τα πτώματα που είταν βουτηγμένα σε βούρκο αίματος. Οι ούννοι απόκλεισαν τα Καλάβρυτα και απαγόρεψαν και στον Ερυθρό Σταυρό να επικοινωνήσει και να στείλει οποιαδήποτε βοήθεια στα τραγικά θύματα», έγραφε ο «Ριζοσπάστης» στις 24 Δεκέμβρη 1943, μια μέρα μετά τη σφαγή των Καλαβρύτων.
Δυστυχώς, ενώ μια ταινία γύρω από το θέμα θα μπορούσε να καταπιαστεί σε βάθος με αυτό το συγκλονιστικό γεγονός, να αναδείξει την τραγικότητά του, να καλλιεργήσει τη δίψα για να «συναντηθεί» και ένας νέος θεατής με πλευρές της σύγχρονης Ιστορίας μας, να συμβάλει στη βαθιά πεποίθηση και γνώση τού «ποτέ πια φασισμός» σε μια περίοδο που επιχειρείται το ξαναγράψιμο της Ιστορίας, εντούτοις το αποτέλεσμα είναι ακριβώς το αντίθετο. Γινόμαστε μάρτυρες μιας προσπάθειας αντιστροφής της πραγματικότητας και ξεπλύματος των ναζί για το έγκλημα.
Στο πρώτο μέρος της ταινίας η 117η Μεραρχία, φημισμένη για την αγριότητά της, εμφανίζεται με την είσοδό της στα Καλάβρυτα να επιδεικνύει σεβασμό στους στρατιωτικούς κανόνες και στους αμάχους. Αξίζει μόνο να αναφέρουμε την απουσία του χαρακτηριστικού εκφοβιστικού βηματισμού των ναζί, όπως επίσης του γνωστού ναζιστικού χαιρετισμού τους. Οι κατακτητές παρουσιάζονται υπερβολικά καλοσυνάτοι και φιλήσυχοι. Η πιο αποτρόπαια ίσως πράξη τους είναι ότι σε έναν έλεγχο «χαρτιών» κατοίκων του χωριού πετούν μια ταυτότητα στις λάσπες. Κατά τ’ άλλα είναι ιδιαίτερα ευγενικοί με τους κατοίκους των σπιτιών που επιτάσσουν – μέχρι σοκολάτες και παιχνίδια μοιράζονται με τα παιδιά, ενώ παίρνουν και όλοι μαζί το πρωινό… Και ούτε λίγο ούτε πολύ η θηριωδία τους εμφανίζεται να προκλήθηκε από την αντιστασιακή δράση του ΕΛΑΣ, ενώ πλάι σε όλα αυτά ξεδιπλώνεται και ο μύθος του «καλού ναζί» στρατιώτη, πάνω στον οποίο στήνεται ουσιαστικά ένα μεγάλο μέρος της ταινίας.
Ο σκηνοθέτης της ταινίας, προσπαθώντας να απαντήσει στις αντιδράσεις για τη σκηνή με τον ναζί που σπάει τις πόρτες του σχολείου, απάντησε ότι κράτησαν τη σκηνή «για λόγους που δείχνουν ότι ακόμα και στις πιο σκοτεινές στιγμές μπορεί να υπάρξει ανθρωπιά». Για μας, πάλι, η ουσία της ανθρωπιάς βρίσκεται στον αγώνα για τον εξανθρωπισμό αυτής της κοινωνίας…