Λεονάρντο ντι Κάπριο – Μια βραδυφλεγής βόμβα στη μεγάλη οθόνη
Παρά τα πρώιμα δείγματα της υποκριτικής του ικανότητας, χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια και αρκετά πισωγυρίσματα για να καθιερωθεί ο Ντι Κάπριο ως ένας από τους σημαντικότερους ηθοποιούς της γενιάς του, με ρόλους που αψήφησαν την τυποποίηση.
O Λεονάρντο ντι Κάπριο θα μπορούσε να έχει μια εύκολη καριέρα ως ζεν πρεμιέ, βασισμένος στο baby face που του χάρισε τη λατρεία εκατομμυρίων κοριτσιών – κι όχι μόνο – σε όλο τον κόσμο. Εκείνος ωστόσο δε βολεύονταν με λιγότερο ουρανό, αποδεικνύοντας χρόνο με το χρόνο ότι το ταλέντο δεν αρκεί να υπάρχει, πρέπει και να καλλιεργείται με σκληρή δουλειά. Παρά τα πρώιμα δείγματα της υποκριτικής του ικανότητας, χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια και αρκετά πισωγυρίσματα για να καθιερωθεί ο Ντι Κάπριο ως ένας από τους σημαντικότερους ηθοποιούς της γενιάς του, με ρόλους που αψήφησαν την τυποποίηση.
Γεννήθηκε στις 11 Νοέμβρη 1974 στο Χόλιγουντ, από πατέρα ιταλογερμανικής καταγωγής και μητέρα Γερμανίδα πρώτης γενιάς μετανάστρια. Ο ίδιος ο ντι Κάπριο σε συνέντευξή του στη Ρωσία αυτοχαρακτηρίστηκε «μισός Ρώσος», λόγω της καταγωγής δύο παππούδων του από τη χώρα, ενώ διαθέτει βασικές γνώσεις γερμανικής γλώσσας κυρίως από τη γιαγιά του. Το όνομα Λεονάρντο προέρχεται από το γεγονός ότι η μητέρα του αποφάσισε να τον βαφτίσει έτσι όταν την κλώτσησε μέσα από την κοιλιά μπροστά σε πορτραίτο του ντα Βίντσι στην Ιταλία, ενώ ο ηθοποιός φέρει και το γερμανικότατο όνομα Γουιλιέλμος. Μετά το χωρισμό των γονιών του όταν ήταν μόλις ενός έτους, ο Λεονάρντο μεγάλωσε κυρίως με τη μητέρα του.
Άρχισε να εμφανίζεται σε διαφημιστικά σποτ από την ηλικία των 14, αλλά και ως κομπάρσος σε ταινίες. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 άρχισε να παίζει ρόλους σε τηλεοπτικές σειρές, κάνοντας το κινηματογραφικό του ντεμπούτο στο B-movie Critters 3. Ευρύτερα γνωστός γίνεται με το οικογενειακό δράμα «Τι βασανίζει τον Γκίλμπερτ Γκρέιπ» (1993), όπου κερδίζει υποψηφιότητα για βραβείο δεύτερου ανδρικού ρόλου. Αξιοπρόσεκτη ήταν και η παρουσία του σε ταινίες όπως «Το τέλος της αθωότητας», βασισμένο στην αυτοβιογραφία του μουσικού και συγγραφέα Τζιμ Κάρολ και σκιαγραφεί την κατάπτωση ενός έφηβου μπασκετμπολίστα στο σκοτεινό κόσμο των ναρκωτικών, η «Ολική Έκλειψη», όπου υποδύεται το διάσημο Γάλλο ποιητή Αρθούρο Ρεμπώ καθώς το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», με αυθεντικούς διαλόγους του σαιξπηρικού έργου.
Η απόλυτη καθιέρωση του μόλις 22 ετών τότε Λεονάρντο έρχεται με τον «Τιτανικό» του Τζέιμς Κάμερον το 1997. Μέσα σε μια νύχτα ο ντι Κάπριο θα γίνει το απόλυτο teen idol, κάνοντας αμέτρητα μάτια να δακρύσουν για το χαμό του φτωχού επιβάτη Τζακ μπροστά στα μάτια της κοινωνικά ανώτερης αγαπημένης του Ρόουζ. Η επιτυχία αυτή λειτούργησε ως δίκοπο μαχαίρι, καθώς ο ηθοποιός δυσκολεύτηκε τα αμέσως επόμενα χρόνια να βρει τα πατήματά του, προχωρώντας σε μια σειρά κακές επιλογές, με γνωστότερη την ταινία «Η παραλία» που τον έφερε υποψήφια στα «Χρυσά Βατόμουρα» για τη χειρότερη αντρική ερμηνεία. Ως «από μηχανής θεός» τον έβγαλε από το υποκριτικό τέλμα ο Μάρτιν Σκορσέζε, ο σπουδαιότερος κατά τη γνώμη του ηθοποιού εν ζωή σκηνοθέτης, οδηγώντας σε μια εξαιρετικά παραγωγική συνεργασία που μετρά ήδη πέντε ταινίες όπως «Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης», «Ιπτάμενος Κροίσος», «Ο Πληροφοριοδότης», «Το νησί των καταραμένων» και φυσικά ο «Λύκος της Γουόλ Στριτ», βασισμένο στην αυτοβιογραφία του Τζόρνταν Μπέλφορντ.
Το 2010 σπάει τα ταμεία στη δεύτερη πιο πετυχημένη εμπορικά ταινία του μετά τον Τιτανικό, με το έξυπνο και καλογυρισμένο «Inception» του Κρίστοφερ Νόλαν, ενώ ένα χρόνο μετά συνεργάζεται με τον Κλιντ Ίστγουντ στο βιογραφικό δράμα με θέμα τη ζωή του ιδρυτή του FBI Έντγκαρ Χούβερ.
Απολαυστικά κακός εμφανίζεται ο Ντι Κάπριο στην πρώτη του συνεργασία με τον Κουέντιν Ταραντίνο στον «Τζάνγκο» το 2012, ταινία μετά την οποία αρχίζει να αραιώνει τις κινηματογραφικές του εμφανίσεις. Η ως τότε ιστορικά αδικαίωτη πάλη του για το χρυσό αγαλματίδιο, το οποίο «άγγιξε» πάμπολλες φορές χωρίς να αποκτήσει, τελικά πέτυχε το σκοπό της το 2015 με την «Επιστροφή» του Αλεχάντο Ινιαρίτου. Ο Λεονάρντο εντυπωσίασε παλεύοντας με αρκούδες στα χιόνια, αν και ομολογουμένως μεγαλύτερη αρκούδα αποδείχτηκε ο συμπρωταγωνιστής του Τομ Χάρντι, που κλέβει αβίαστα την παράσταση με έναν αντικειμενικά πιο αβανταδόρικο ρόλο.
Μετά από ένα ακόμα εκτενές διάλειμμα, ο Ντι Κάπριο απέδειξε και πάλι τη στόφα του στη νέα του σύμπραξη με τον Ταραντίνο στο «Κάποτε στο Χόλιγουντ». Ο ρόλος του ως ξοφλημένου τηλεστάρ που προσπαθεί να αναστήσει την παραπαίουσα καριέρα του θα μπορούσε ίσως και να θεωρηθεί σιγουράκι για νέο αγαλματίδιο, αν δε σάρωνε τα πάντα στο μεταξύ ο τυφώνας Χοακίν Φοίνιξ με το «Τζόκερ», παρότι μηδένα προ του τέλους οσκάριζε (sic).
Όπως κάθε ηθοποιός της κατηγορίας του που σέβεται τον εαυτό του, ο Ντι Κάπριο είναι με τους Δημοκρατικούς και ασχολείται με φιλανθρωπίες, εν προκειμένω κυρίως με ζητήματα προστασίας του περιβάλλοντος. Επί της ουσίας την προώθηση της χρυσοφόρου “πράσινης ενέργειας”, σκοπός για τον οποίο πριν δυο χρόνια είχε συναντηθεί και με τον πρόεδρο Τραμπ, μην κρύβοντας στη συνέχεια την απαγοήτευσή του για τα μη ευήκοα ώτα που συνάντησε.
Τέλος ειδική μνεία αξίζει να γίνει σε ένα χόακα που επανέρχεται κατά διαστήματα σαν τον ειδικό φρουρό που αναβοσβήνει και αφορά την ενσάρκωση του κορυφαίου επαναστάτη Βλαδίμηρου Ίλιτς Λένιν από τον ηθοποιό. H φημολογία ξεκίνησε από τότε που ο ηθοποιός δήλωσε σε συνέντευξη πως θα ενδιαφερόταν να υποδυθεί πρόσωπα της ρωσικής ιστορίας, όπως ο Ρασπούτιν, ο Πούτιν και ο Λένιν, ενώ παλιότερα φέρεται να είχε δηλώσει πρόθεση να υποδυθεί το Στάλιν, καθώς η γιαγιά του του έλεγε ιστορίες για τα γκούλαγκ(!). Η είδηση μάλιστα προκάλεσε αντιδράσεις σε ένα μικρό Κομμουνιστικό Κόμμα στο Λένινγκραντ, που απείλησε ότι θα μπλόκαρε τις εισόδους του στούντιο, αν δεν υποδυόταν το ρόλο Ρώσος ηθοποιός. H όλη υπόθεση δεν κατέληξε κάπου ως σήμερα, έμεινε ωστόσο μια όντως καταπληκτική αφίσα της υποτιθέμενης ταινίας, σε σκηνοθεσία Στίβεν Σπίλμπεργκ μάλιστα: