Ρίτσαρντ Γκιρ: Μεταξύ Χόλιγουντ και Δαλάι Λάμα
Ο Γκιρ, πέρα από την εμπλοκή του στο ζήτημα το Θιβέτ, έχει πάρει κι άλλες φορές δημόσια θέση για μια σειρά θέματα, μεταξύ ενός θολού προοδευτισμού κι της λίγο – πολύ ανοιχτής στήριξης ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων.
«Ό,τι κι αν κάνω, νιώθω πάντα αρχάριος», είχε πει πριν λίγα χρόνια για την καριέρα του ο Ρίτσαρντ Γκιρ, σε μια επίδειξη μετριοφροσύνης που ίσως δύσκολα γίνεται πιστευτή για έναν ηθοποιό που εμφανίζεται σχεδόν ανελλιπώς στο πανί από τη δεκαετία του ’70 μέχρι σήμερα. Απόλυτο ίνδαλμα του σεξ στις δεκαετίες του ’80 και του ’90, ο Γκρι μεγαλώνοντας στράφηκε από τα blockbuster που τον καθιέρωσαν, σε πιο μικρές ανεξάρτητες παραγωγές, ευελπιστώντας ίσως να λάβει αναγνώριση για το υποκριτικό του ταλέντο αντίστοιχη με εκείνη της γοητείας του.
Γεννήθηκε στις 31 Αυγούστου 1949 ως γιος ασφαλιστή και νοικοκυράς στη Φιλαδέλφεια, αλλά μεγάλωσε σε φάρμα κοντά στη Νέα Υόρκη. Η οικογένεια ήταν πολύτεκνη, με δυο γιους και τρεις κόρες. Μικρός έδειξε κλίση στη μουσική και τον αθλητισμό, μαθαίνοντας μια σειρά μουσικά όργανα, συνθέτοντας μουσική σε θεατρικά του σχολείου του και λαμβάνοντας αθλητική υποτροφία στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης, χωρίς τελικά να ολοκληρώσει τις σπουδές του.
Ξεκίνησε την καριέρα του ως θεατρικός ηθοποιός, μεταξύ άλλων στην πρωτότυπη, θεατρική εκδοχή του διάσημου μιούζικαλ Grease το 1973. Άρχισε την κινηματογραφική του καριέρα στα μέσα της δεκαετίας του ’70, με πρώτο αξιομνημόνευτο ρόλο του εκείνον του Τόνι στο Looking for Mr. Goodbar (1977), στο πλευρό της ήδη καταξιωμένης Νταϊάν Κίτον. Η καθιέρωσή του ως ζεν πρεμιέ έρχεται λίγα χρόνια μετά, το «Επάγγελμα Ζιγκολό» και εμπεδώνεται με το «Ιπτάμενος και τζέντλμαν» το 1982. Η παγκόσμια φήμη του αποκτά νέα φτερά το 1990, χάρη στο κλασικό πια «Pretty Woman», την πιο επιτυχημένη ρομαντική εποχή όλων των εποχών, στο πλευρό της Τζούλια Ρόμπερτς. Αρχικά, η ταινία είχε μεγαλύτερο κοινωνικό προβληματισμό σχετικά με τη σύνδεση ταξικών διαφορών και σεξουαλικής εκμετάλλευσης, για εμπορικούς λόγους ωστόσο το τελικό αποτέλεσμα ήταν τελικά μια ακόμα ανάλαφρη εκδοχή του «Πυγμαλίωνα», όπου ο «σκληρός μπίζνεζμαν» αναθεωρεί την ως τότε ζωή του χάρη στον έρωτα της «πόρνης με τη χρυσή καρδιά», την οποία και διασώζει από τους δρόμους. Γκιρ και Ρόμπερτς ξαναένωσαν τις δυνάμεις τους στο ίδιο κινηματογραφικό είδος το 1999 με το “Η νύφη το ‘σκασε”, κερδίζοντας την επιβράβευση του κοινού, αλλά όχι της κριτικής.
Την ίδια δεκαετία, ο Γκιρ είχε σπάσει πολλές φορές τα ταμεία, με ταινίες όπως “Λάνσελοτ, ο πρώτος ιππότης” (1995), στο πλευρό του Σον Κόνερι και “Φόβος Ενστίκτου” (1996), όπου βέβαια την παράσταση έκλεψε θεαματικά ο πρωτοεμφανιζόμενος τότε Έντ Νόρτον. Ένα χρόνο μετά, το 1997, πρωταγωνιστεί στην “Κόκκινη Γωνία”, την πιο πολιτική του ταινία, όπου βάλλει κατά της Κίνας και του δικαϊκού της συστήματος, με έναν τρόπο τόσο χοντροκομμένο, που ακόμα και Αμερικανοί κριτικοί χαρακτήρισαν το έργο “ξενοφοβικό”, ενώ αυτή τη φορά ούτε το κοινό επιβράβευσε το κήρυγμα κατά του “κόκκινου εχθρού”. Ο Γκιρ είχε ήδη προκαλέσει αρνητική εντύπωση το 1993, όταν τη στιγμή που ανακοίνωνε τις υποψηφιότητες για τα Όσκαρ εκείνης της χρονιάς, χρησιμοποίησε αυτό το βήμα για να καταγγείλλει την πολιτική της Κίνας στο Θιβέτ. Για το λόγο αυτό του απαγορεύτηκε να παρουσιάσει την τελετή απονομής του χρυσού αγαλματιδίου, ενώ η κινεζική κυβέρνηση τον κήρυξε ανεπιθύμητο. Ο Γκιρ είναι ο διασημότερος υποστηρικτής της απόσχισης του Θιβέτ από την Κίνα, έχοντας ασπαστεί το βουδισμό μετά από ταξίδι του στο Νεπάλ το 1978, συνδεόμενος στενά αργότερα με το Δαλάι Λάμα.
Το 2002 κατακτά τη Χρυσή Σφαίρα για την ερμηνεία του στο πολυβραβευμένο μιούζικαλ “Σικάγο”, ενώ τα επόμενα χρόνια, αν και αδιάλειπτα παρών στη μεγάλη οθόνη, δεν ξαναγγίζει την παλιά του δημοφιλία, εν μέρει λόγω μέτριων επιλογών κι εν μέρει συνειδητά, στρεφόμενος σε μικρότερες παραγωγές, κυρίως μετά τη δεκαετία του 2010.
Ο Γκιρ, πέρα από την εμπλοκή του στο ζήτημα το Θιβέτ, έχει πάρει κι άλλες φορές δημόσια θέση για μια σειρά θέματα, μεταξύ ενός θολού προοδευτισμού κι της λίγο – πολύ ανοιχτής στήριξης ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων. Στη διάρκεια των βομβαρδισμών της Γιουγκοσλαβίας επισκέφτηκε καταυλισμό Κοσοβάρων προσφύγων στη σημερινή Βόρεια Μακεδονία, όπου απλώς παρότρυνε ΗΠΑ και Μ. Βρετανία, ως βασικές δυνάμεις του βομβαρδισμού να «αναλάβουν πολύ μεγαλύτερες ευθύνες για τους πρόσφυγες», αθωώνοντας ουσιαστικά το νατοϊκό έγκλημα, λέγοντας πως «είναι σαφές από ποια πλευρά προέρχεται η τρομοκρατία», εννοώντας τη Σερβία.
Διαχρονικός υποστηρικτής των Δημοκρατικών, έχει καταφερθεί δημόσια κατά του Ντόναλντ Τραμπ, κατηγορώντας τον για την άνοδο των εγκλημάτων μίσους στις ΗΠΑ, λέγοντας πως «το πιο τρομαχτικό πράγμα που έκανε ο Τραμπ ήταν να συνδέσει τις έννοιες του πρόσφυγα και του τρομοκράτη».
Η πιο πρόσφατη πολιτική του παρέμβαση έγινε με αφορμή επίσκεψή του στο Ισραήλ για την προώθηση της νέας του ταινίας. Ο ίδιος ομολόγησε πως με δυσκολία πήρε την απόφαση να έρθει στη χώρα, την οποία παλιότερα έχει επισκεφτεί πολλές φορές, λόγω της πολιτικής κατάστασης. Καταφέρθηκε κατά της κατοχής και των παράνομων εποικισμών, λέγοντας «Δεν υπάρχει υπεράσπιση αυτής της κατοχής. Οι εποικισμοί είναι μια τόσο παράλογη πρόκληση και σίγουρα, με τη διεθνή έννοια, εντελώς παράνομοι και σίγουρα δεν είναι μέρος του προγράμματος κάποιου που θέλει μια πραγματική ειρηνευτική διαδικασία». Παράλληλα ωστόσο προχώρησε σε καταγγελία της βίας «και από τις δύο πλευρές, προσθέτοντας πως «Οι Ισραηλινοί πρέπει να νιώθουν ασφαλείς. Αλλά κι οι Παλαιστίνιοι δε θα έπρεπε να νιώθουν απελπισμένοι».
O Γκιρ έχει απασχολήσει κατά καιρούς τα φώτα της δημοσιότητας και με την προσωπική του ζωή, ιδιαίτερα την περίοδο που ήταν παντρεμένος με το σούπερ μόντελ Σίντι Κρόνφορντ. Αργότερα παντρεύτηκε και χώρισε την ηθοποιό Κάρεϊ Λόυελ, με την οποία απέκτησε ένα 18χρονο σήμερα γιο, ενώ ο τρίτος του γάμος με την Ισπανίδα Αλεχάντρα Σίλβα έγινε πέρσι, με το γιο τους να γεννιέται το Φλεβάρη.