Σον Πεν – Ταλέντο και πεπερασμένος ριζοσπαστισμός
Σπουδαίος καλλιτέχνης και δραστήριος ακτιβιστής, παρέμεινε σε τελική ανάλυση στην πεπατημένη των “αριστερών” Δημοκρατικών του Χόλιγουντ, αποτελώντας ίσως τον χαρακτηριστικότερο εκπρόσωπό τους.
Ο Σον Πεν είναι γνωστός όχι μόνο για το πολυσχιδές έργο του ως ηθοποιού και ως σκηνοθέτη, αλλά και για την πλούσια κοινωνικοπολιτική του δράση, μολονότι σε εκλογικό επίπεδο δεν υπερέβη ποτέ τα στεγανά της στήριξης στους Δημοκρατικούς, περιλαμβανομένης της Χίλαρι Κλίντον στην πρόσφατη προεδρική αναμέτρηση στις ΗΠΑ. Ήρθε σαν σήμερα στον κόσμο στη Σάντα Μόνικα της Καλιφόρνια και καταγόταν από καλλιτεχνική οικογένεια, καθώς ο πατέρας του ήταν σκηνοθέτης και η μητέρα του ηθοποιός. Μετά το σχολείο κι έχοντας ήδη γυρίσει μερικές ταινίες μικρού μήκους με φίλους του, μπήκε στο θίασο του Los Angeles Repertory Theater. Έκανε αρκετές τηλεοπτικές και θεατρικές εμφανίσεις τα επόμενα χρόνια ενώ στον κινηματογράφο έκανε το ντεμπούτο του ως ηθοποιού με την ταινία Taps (1981). Ένα μετά καθιερώθηκε ως σέρφερ Τζεφ Σπίκολι στην επιτυχία “Πλακατζήδες και Μπουμπούκια” (1982), συνεχίζοντας με διαφορετικούς ρόλους, ανάμεσά τους κι εκείνον ενός σοβιετικού κατασκόπου, στο The Falcon and the Snowman (1985) βασισμένου σε πραγματική ιστορία, αποσπώντας πολύ θετικές κριτικές. Το 1985 γνωρίστηκε και σύντομα παντρεύτηκε τη Μαντόνα, περίοδος κατά την οποία ερχόταν συχνά σε αντιπαράθεση με τους παπαράτσι, περνώντας κι ένα μήνα στη φυλακή για επίθεση σε έναν από αυτούς. Ο γάμος κατέληξε σε διαζύγιο το 1989, με την τραγουδίστρια να διαψεύδει το 2015 όσους ήθελαν τον Πεν να την έχει κακοποιήσει. Μαζί το διάσημο ζεύγος είχε πρωταγωνιστήσει στην ταινία “Οι τυχοδιώκτες της Σανγκάη”, που έγινε στόχος αμείλικτης κριτικής και παρωδιών.
Στη συνέχεια ωστόσο ανέκτησε κι επέκτεινε τη φήμη του καλλιτεχνικά, ξεκινώντας παράλληλα και την καριέρα του στη σκηνοθεσία. Ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσε η ερμηνεία του στο πλευρό του Αλ Πατσίνο στην ταινία “Ο νόμος του Καρλίτο” (1993) για την οποία υπήρξε υποψήφιος για Χρυσή Σφαίρα Β’ ανδρικού ρόλου. Σημείο καμπής ήταν η ερμηνεία του ως θανατοποινίτη στο κοινωνικό δράμα “Θα ζήσω” (1995), με την Σούζαν Σάραντον ως συμπρωταγωνίστρια, όταν και κέρδισε την πρώτη από μια σειρά υποψηφιοτήτων για το χρυσό αγαλματίδιο. Το 2003 ήταν πραγματικά η χρονιά, αποσπώντας το βραβείου καλύτερου ηθοποιού στο Φεστιβάλ της Βενετίας για τα “21 Γραμμάρια” και λίγο καιρό αργότερα το Όσκαρ α’ ανδρικού ρόλου για τη συγκλονιστική ερμηνεία στο δράμα του Κλιντ Ίστγουντ “Σκοτεινό ποτάμι”, όπου υποδύεται τον διψασμένο για εκδίκηση πατέρα μιας δολοφονημένης κοπέλας.
Το επόμενο αγαλματίδιο ήρθε για τον ρόλο του στο βιογραφικό δράμα “Milk” υποδυόμενος τον Χάρβεϊ Μιλκ, γκέι ακτιβιστή της δεκαετίας του ΄70 που δολοφονήθηκε για τη δράση του. Από τις μετέπειτα εμφανίσεις του ξεχωρίζει εκείνη στην υπαρξιακή ταινία του Τέρενς Μάλικ “Το δένδρο της ζωής” που απέσπασε το χρυσό φοίνικα του φεστιβάλ των Καννών το 2011. Η τελευταία του τιανία ήταν το φιλμ νουάρ “Σε θέση βολής” (2015) όπου υποδύεται έναν μετανοημένο δολοφόνο που προσπαθεί να ξεφύγει από το παρελθόν του. Ο Πεν έχει δανείσει τη φωνή του και σε ταινίες κινουμένων σχεδίων, με πιο πρόσφατη τα “Angry Birds” το 2016.
Ως ακτιβιστής ήλθε δυναμικά στο διεθνές προσκήνιο κυρίως χάρη στην αντίθεσή του στον πόλεμο του Ιράκ και την αμείλικτη κριτική του στην κυβέρνηση Μπους. Δε δίστασε να επισκεφτεί τον Ραούλ Κάστρο το 2008 στην Κούβα και τον Ούγκο Τσάβες στη Βενεζουέλα το 2012. Ήταν επίσης παρών στη στήριξη θυμάτων φυσικών καταστροφών, συμμετέχοντας προσωπικά στη διάσωση θυμάτων του τυφώνα Κατρίνα το 2005, ενισχύοντας οικονομικά μέσω σχετικού ιδρύματος την σεισμόπληκτη Αϊτή το 2010 και μοιράζοντας ανθρωπιστική βοήθεια στο Πακιστάν μετά από καταστροφικές πλημμύρες το 2012. Στις αρχές του 2016 βρέθηκε στο στόχαστρο κριτικής της αμερικανικής και μεξικανικής κυβέρνησης για μια συνέντευξη που είχε πάρει μαζί με τη συνάδελφο του Κέιτ ντε Καστίγιο από το διαβόητο βαρώνο των ναρκωτικών “Ελ Τσάπο” λίγο καιρό πριν τη σύλληψή, με τον ίδιο κατά τα φαινόμενα να μην είχε αναγνωρίσει την ταυτότητα του Πεν.