Τι απομένει στην πορεία / Lo Que Queda en el Camino (24ο Φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης)
Έχει σημασία το πού θα πάει τελικά η Λίλιαν;
Όχι. Γιατί ό,τι έχει απομείνει από αυτό το ταξίδι είναι ίσως και ο τελικός της προορισμός.
Ο συνεχής και διαρκής αγώνας της για την κατάκτηση της ελευθερίας της.
Έγκυος στο πέμπτο παιδί της, η Λίλιαν παίρνει την απόφαση μαζί με τα τέσσερα παιδιά της να εγκαταλείψει τον βίαιο σύζυγό της στη Γουατεμάλα και να ακολουθήσει ένα καραβάνι προσφύγων αναζητώντας μια καλύτερη τύχη στις ΗΠΑ. Τη χωρίζουν 5.000 χιλιόμετρα σχεδόν από τη “γη της Επαγγελίας”, τη χώρα όπου πιστεύει ότι τα παιδιά της θα ζήσουν σε καλύτερες συνθήκες, θα έχουν μία καλύτερη ζωή από τη δική της.
Ακολουθώντας εκατοντάδες πρόσφυγες που αναζητούν και αυτοί καλύτερες συνθήκες ζωής, η Λίλιαν, μη μπορώντας να αντέξει τη βιαιότητα του συζύγου της, την καθημερινή απαξίωση προς το πρόσωπό της, μη έχοντας άλλη επιλογή, αφού στη χώρα της δεν υπάρχουν οι υποστηρικτικές εκείνες δομές στις οποίες θα μπορούσε να καταφύγει προκειμένου να μπορέσει να σταθεί στα πόδια της και να μεγαλώσει σωστά τα παιδιά της, εγκλωβισμένη σε έναν γάμο που έγινε εξαναγκαστικά (τον πρώτο λόγο είχε η μητέρα της), η Λίλιαν παίρνει τη μεγάλη απόφαση, μόνη της με τα τέσσερα παιδιά της να φύγει.
Δεν την αφορά ο εαυτός της, αλλά όλη η σκέψη της είναι στραμμένη στα τέσσερα παιδιά της. Το πέμπτο παιδί που κυοφορεί δεν είναι του συζύγου της αλλά είναι καρπός μιας εφήμερης σχέσης με έναν συμπατριώτη της που βρέθηκε στα μέρη της, που όμως ζει νόμιμα πλέον στις ΗΠΑ. Στην πραγματικότητα μέσα από αυτή την εφήμερη σχέση η Λίλιαν αναζητούσε σανίδα σωτηρίας προκειμένου να φύγει από το βίαιο και καταπιεστικό περιβάλλον του συζύγου της, αλλά και της χώρας που ζούσε και που κάθε μέρα τη συνέθλιβαν.
Ξεκινώντας η Λίλιαν το οδοιπορικό προς τα βόρεια, στο μυαλό της έχει τον άνθρωπο αυτόν με τον οποίο δεν είναι ερωτευμένη, η ίδια δεν θέλει επί της ουσίας να ζήσει μαζί του γιατί οι εμπειρίες της από τον γάμο είναι πέρα για πέρα τραυματικές. Πιέζει όμως τον εαυτό της να αποδεχτεί ότι πρέπει να ζήσει μαζί του γιατί είναι ίσως ο μοναδικός τρόπος να της επιτραπεί η είσοδος της στις ΗΠΑ καθώς και ο μοναδικός τρόπος να καταφέρει να επιβιώσει στη χώρα αυτή μαζί με τα τέσσερα παιδιά της.
Μέσα όμως από το οδοιπορικό των 5.000 χιλιομέτρων που γίνεται σε πολύ δύσκολες συνθήκες και με κάθε τρόπο (πεζοπορία, οτοστόπ, φορτηγά, τρένα), η Λίλιαν ανακαλύπτει ότι διαθέτει πολλή δύναμη. Γιατί δεν είναι φυσικά καθόλου εύκολη μια πορεία με τέσσερα μικρά παιδιά και με μοναδική περιουσία τα λιγοστά τους υπάρχοντα και ένα κινητό για να μπορεί να επικοινωνεί. Ανακαλύπτει λοιπόν ότι διαθέτει πολλές αντοχές και πολλή δύναμη αφού καταφέρνει να φτάσει στα σύνορα που χωρίζουν το Μεξικό από τη χώρα προορισμού.
Και μέσα από αυτή τη διαπίστωση ανακαλύπτει ταυτόχρονα ότι διαθέτει και μία άλλη εσωτερική δύναμη που έχει να κάνει με την αποδοχή της πραγματικής της ταυτότητας. Γιατί στην πορεία η Λίλιαν αμφισβητεί την πατριαρχία, τις προκαταλήψεις σχετικά με το φύλο, τους στερεοτυπικούς ρόλους σε σχέση με αυτό, τις νόρμες και κάθε τι που της στερεί το “οξυγόνο” της. Και έτσι φτάνοντας στα σύνορα και απέχοντας λίγα μόνο χιλιόμετρα από τη χώρα της “ελευθερίας” καταλαβαίνει, νιώθει βαθιά μέσα της ότι η ελευθερία δεν χαρίζεται από κανέναν, η ελευθερία κατακτιέται μέσα από την προσωπική μας και ουσιαστική απελευθέρωση από τα δεσμά που μας κρατούν εγκλωβισμένους. Δεν είναι μόνο τα εξωτερικά εμπόδια που προβάλλει ο κοινωνικός της περίγυρος και που της την στερούν, αλλά και τα εσωτερικά εμπόδια που η ίδια προβάλλει εντός της. Είναι ο φόβος της να αποκαλύψει τις πραγματικές της ανάγκες γιατί γνωρίζει ότι στην κοινωνία που ζει αυτή η αποκάλυψη φαίνεται τρομερή και ανείπωτα επονείδιστη.
Η Λίλιαν δεν είναι μόνη σε όλη αυτή την πορεία της. Το υποστηρικτικό της πλαίσιο είναι τα ίδια της τα παιδιά που με έναν μαγικό τρόπο μετατρέπουν το δρόμο της προσφυγιάς σε ένα συναρπαστικό ταξίδι που έχει μεν τις δυσκολίες του, αλλά τους προσφέρει και πλούσιες εμπειρίες που τις απολαμβάνουν όπως ένα παιδί μπορεί να απολαύσει με το μοναδικό του τρόπο τις στιγμές εκείνες που περνούν απαρατήρητες από τους ενήλικες. Και βέβαια η βαθιά σχέση στοργής και αγάπης της μάνας προς τα παιδιά δρα ουσιαστικά και καταλυτικά στο να βοηθούν όλοι ο ένας τον άλλον, στο να φέρουν εις πέρας αυτό το ταξίδι. Και μέσα σε όλο αυτό το οδοιπορικό να κατανοήσει ο καθένας τον ρόλο του, έναν ρόλο που δεν του δίνεται από τους άλλους αλλά από τους ίδιους αφού είναι αυτός που ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες του καθενός.
Αφήνουμε τη Λίλιαν και τα παιδιά της σε έναν καταυλισμό για πρόσφυγες που έχει στηθεί στην Τιχουάνα στα σύνορα Μεξικού-ΗΠΑ. Δεν γνωρίζουμε αν το ταξίδι τους θα συνεχιστεί. Αυτό όμως που γνωρίζουμε είναι πως η Λίλιαν έχει μάθει τι θέλει, έχει μάθει ποια είναι, δεν έχει κανένα πρόβλημα για το αν αυτά είναι ή όχι αποδεκτά από την κοινωνία και δεν είναι διατεθειμένη να κάνει τον οποιοδήποτε συμβιβασμό που θα θέσει σε κίνδυνο αυτές τις κατακτήσεις της.
Μία άλλη πτυχή του αγώνα του ανθρώπου προς την κατάκτηση της ελευθερίας του, τοποθετημένη μέσα σε ένα εχθρικό προς το άτομο κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον, μας δίνει αυτό το ντοκιμαντέρ. Μέσα από αυτόν τον πολύ δύσκολο αγώνα αναδεικνύεται η αντίσταση του ατόμου, της γυναίκας στην προκειμένη, μια αντίσταση που ορμάται μεν από την ανάγκη της φυγής, αλλά φιλτράρεται και ενδυναμώνεται, και μέσα από αυτό το φιλτράρισμα αναδεικνύεται και ο προορισμός που καθορίζεται από τις αξίες, τα πιστεύω και τα πραγματικά “θέλω” του ατόμου.
Έχει σημασία το πού θα πάει τελικά η Λίλιαν;
Όχι. Γιατί ό,τι έχει απομείνει από αυτό το ταξίδι είναι ίσως και ο τελικός της προορισμός.
Ο συνεχής και διαρκής αγώνας της για την κατάκτηση της ελευθερίας της.