“Το Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι” – Η αλήθεια κατάματα
Το αριστούργημα του Μπερτολούτσι, επαναπροβάλλεται αυτή την εβδομάδα στο Studio και η θέαση καθώς και η επαναθέασή της αξίζουν πραγματικά τον κόπο μας.
“Το Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι”/Last Tango in Paris
του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, με τους Μάρλον Μπράντο και Μαρία Σνάιντερ.
Ένας μεσήλικας «συλλαμβάνεται», με μία πανοραμική λήψη σε μία γέφυρα στο κέντρο του Παρισιού, να ουρλιάζει κλείνοντας ταυτόχρονα τα αυτιά του και κοιτώντας ψηλά στον ουρανό αναζητώντας μία απάντηση, κάτι που να μπορεί να τον σώσει από την βαθύτατη θλίψη του, κάτι που να μπορεί να σταματήσει τον θόρυβο του τρένου που περνά από πάνω του και που ξυπνά μέσα του τα ουρλιαχτά του φόβου, μα πιο πολύ τα ουρλιαχτά μιας μάταιης, πολυτάραχης, κενής ζωής. Και όταν ο θόρυβος κοπάσει, στο κάδρο απομένει ο άδειος σπαρακτικά μόνος άντρας και η κάμερα σαν να θέλει όλο και πιο πολύ πλησιάζοντάς τον να μας αποκαλύψει τη γύμνια του ενώ στο ίδιο κάδρο εμφανίζεται μια νέα γυναίκα που και εκεί ο φακός κάνει τα δικά του παιχνίδια, άλλοτε νετάροντας πάνω της και θολώνοντας τη φιγούρα του άντρα, άλλοτε εστιάζοντας στον άνδρα, αφήνοντας στο background τη νεαρή γυναίκα. Παρελθόν και παρόν εγκλωβίζονται σε ένα πλάνο με το τρένο του χρόνου να περνά αδιάφορα, αφήνοντας τις φιγούρες στη βαθιά υπαρξιακή μοναξιά τους να συναντιούνται τυχαία και τυχαία να στρέφουν τελικά το βλέμμα τους στο ίδιο σημείο, στο διαμέρισμα του τέταρτου ορόφου που προβάλλει και αυτό στην επόμενη σεκάνς και που θα αποτελέσει τον χώρο όπου θα ξεγυμνωθούν και οι δύο σβήνοντας κάθε μνήμη και ξαναπιάνοντας το νήμα της ζωής τους από την αρχή. Από το σημείο που ένας άντρας και μία γυναίκα έλκονται ερωτικά και μέσα από αυτή την ανεξερεύνητη έλξη θα προσπαθήσουν να ξαναγεννηθούν. Να νιώσουν, να εκφραστούν όπως θέλουν χωρίς κανέναν φόβο, χωρίς κανένα διακύβευμα, αγγίζοντας την πραγματική ελευθερία.
Ο μεσήλικας άντρας, ο αντιήρωας της ταινίας δεν θα μπορούσε να ενσαρκωθεί καλύτερα από τον Μάρλον Μπράντο που δεν υποκρίνεται, αλλά εκφράζει την αξιακή κρίση μιας εποχής που ζει στο ψέμα, που έχει δομηθεί με τέτοιον τρόπο που το ψέμα να αποτελεί το κυρίαρχο στοιχείο της. Που ίσως και ο ίδιος προσπαθεί να ξορκίσει τους δικούς του δαίμονες αποποιούμενος το σταρ σύστεμ στο οποίο έχει εγκλωβιστεί, αναζητώντας τη δική του προσωπική απελευθέρωση.
Μέσα στο άδειο και εγκαταλελειμμένο διαμέρισμα του τέταρτου ορόφου, εκεί που τα σημάδια άλλων ζωών που πέρασαν από εκεί έχουν χαραχτεί ανεξίτηλα στα λιγοστά κατεστραμμένα αντικείμενα που έχουν απομείνει, ο χρόνος για τους δύο ήρωές μας θα παγώσει. Το έξω θα μείνει έξω και μέσα θα δοθεί η μεγαλύτερη μάχη του ανθρώπου. Η μάχη της αποδόμησης και της ανασύστασης. Όλοι οι φόβοι στο προσκήνιο, όλα τα απωθημένα στη φόρα, όλες οι ανασφάλειες στην επιφάνεια, όλα τα καταπιεσμένα πάθη θα βρουν το δρόμο προς την έξοδό τους. Οδηγός όλων η γλώσσα του σώματος που δεν ντρέπεται, δεν φοβάται, δεν σιωπά, δεν κρύβεται. Αυτή η ανελέητη γλώσσα που εμπεριέχει την ομορφιά του πάθους και της ηδονής, αλλά και τη βία και τον θυμό και την εκδίκηση και την έκφραση όλων αυτών των συναισθημάτων που έχουν εγγραφεί μέσα σου, παρακαταθήκες μιας κοινωνίας όπου από καιρό έχουν χαθεί οι συνεκτικοί δεσμοί που νοηματοδοτούν τις ζωές των ανθρώπων.
Μιας κοινωνίας που έχει υποκαταστήσει τους δεσμούς αυτούς με επιβεβλημένους θεσμούς που ακούν στο όνομα αγία οικογένεια, θρησκεία, γάμος, εξουσία, παιδιά συνεχιστές των θεσμών αυτών, αξιώματα, χρήμα. Μίας κοινωνίας όπου η αναγκαιότητα της συντήρησής της κατατρώει σιγά σιγά και αθόρυβα την αλήθεια των σχέσεων, την αλήθεια των ανθρώπων σε αυτές. Μιας κοινωνίας όπου λείπει ο έρωτας και η βαθιά αγάπη. Αυτή που δεν πηγάζει από τη φυσική ανάγκη του να μην είμαι μόνος ή μόνη, αλλά από κάτι πιο βαθύ που αποκαλύπτεται όταν αφαιρεθούν όλα τα στοιχεία που έχεις αποδεχτεί. Όταν τελικά βρεθείς μόνος με όλους τους εσωτερικούς σου δαίμονες και δεν διστάσεις αυτούς τους δαίμονες να τους αποκαλύψεις, να τους εκφράσεις αφήνοντας την αλήθεια του μέσα σου να σε καθοδηγήσει.
«Το τελευταίο ταγκό στο Παρίσι» είναι η ταινία που μας μεταφέρει από το μακρινό παρελθόν του 1972 τη φήμη μιας ριζοσπαστικότητας όπου ο θεατής αναγνωρίζει την ελλειμματικότητα των ηρώων, βασικό χαρακτηριστικό της δραματουργίας που μας κάνει να κατανοήσουμε όλο αυτό το «παράλογο» και εξωσυστημικό για τα δεδομένα της εποχής, αλλά και της σύγχρονης εποχής, πλαίσιο. Ένα πλαίσιο όπου η αποκάλυψη της αλήθειας και της πραγματικής απελευθέρωσης που την συνοδεύει δεν μπορεί να έχει το αντίκρυσμά της σε μία κοινωνία που αρνείται τις όποιες ριζοσπαστικότητες, τις όποιες τάσεις αποδέσμευσης από στεγανά και στερεότυπα που θέλουν τον άνθρωπο προσκολλημένο σε αυτά και την οποιαδήποτε απόπειρα απόδρασης να φέρει τον χαρακτηρισμό του παρανοϊκού.
Η κολλημένη τσίχλα στο κάγκελο του μπαλκονιού είναι εκεί να μας τα υπενθυμίζει όλα αυτά, σε μία τελευταία σκηνή που νομίζω ότι η δύναμη της αλήθειας της είναι τόσο αφοπλιστική αναδεικνύοντας τελικά αυτό που μόνο στην τέχνη μπορεί να συμβεί. Να δεις την αλήθεια κατάματα. Αυτή που στη ζωή σου δεν θέλεις ή δεν μπορείς.
Το αριστούργημα του Μπερτολούτσι, επαναπροβάλλεται αυτή την εβδομάδα στο Studio και η θέαση καθώς και η επαναθέασή της αξίζουν πραγματικά τον κόπο μας.