Cher: Ο χαμαιλέοντας του Χόλιγουντ
Η Cher κατάφερε να προσαρμόζεται σε κάθε δεκαετία, επαναπροσδιορίζοντας την πορεία της καριέρα της ξανά και ξανά. Μαχήτρια και survivor μαζί, δεν ακολουθούσε μόνο την μόδα της κάθε εποχής, αντίθετα την έφερνε στα μέτρα της δημιουργώντας κάθε φορά το δικό της προσωπικό στυλ με αυτήν.
Η Cher κατάφερε να προσαρμόζεται σε κάθε δεκαετία, επαναπροσδιορίζοντας την πορεία της καριέρας της ξανά και ξανά. Μαχήτρια και survivor μαζί, δεν ακολουθούσε μόνο την μόδα της κάθε εποχής, αντίθετα την έφερνε στα μέτρα της δημιουργώντας κάθε φορά το δικό της προσωπικό στυλ με αυτήν.
Γεννήθηκε σε μια πόλη της Καλιφόρνιας σαν σήμερα το 1946. Η μητέρα της ήταν περιστασιακά μοντέλο και ηθοποιός, ενώ ο πατέρας της αρμένικης καταγωγής, φορτηγατζής στο επάγγελμα, συχνά δημιουργούσε προβλήματα στην οικογένεια με τον εθισμό του στον τζόγο και στα ναρκωτικά. Οι γονείς της χωρίζουν όταν είναι μόλις 10 μηνών. Η μητέρα της ξαναπαντρεύεται έναν συνάδελφο της ηθοποιό, αλλά και αυτός ο γάμος καταρρέει όταν η Cher είναι μόλις 8 ετών.
Η οικογένεια ζει μέσα στην ανέχεια και η μικρή Cher ονειρεύεται συχνά πως ξεφεύγει από αυτήν γινόμενη μεγάλη σταρ του κινηματογράφου. Λατρεύει την Audrey Hepburn και την μιμείται μπροστά στον καθρέφτη της. Η αρμένικη ομορφιά της δεν συμβαδίζει με τα μέτρα και τα σταθμά της αμερικανικής ομορφιάς, όπου οι περισσότερες είναι ξανθιές, λευκές και με καμπύλες, όπως οι περισσότερες σταρ του Χόλιγουντ τότε, αλλά δεν το βάζει κάτω.
Όταν είναι 15 ετών, η μητέρα της παντρεύεται για πολλοστή φορά έναν τραπεζικό, ο οποίος βάζει την Cher σε ιδιωτικό σχολείο ώστε να την συνετίσει και να μην ακολουθήσει το επάγγελμα του ηθοποιού. Εκείνη αντιδρά, παρατά το σχολείο και φεύγει από το σπίτι της για το Λος Άντζελες. Δουλεύει σε διάφορα μπαρ ως χορεύτρια και με τα χρήματα που κερδίζει κάνει μαθήματα υποκριτικής.
Λίγο αργότερα σε μια καφετέρια γνωρίζεται μέσω κοινών γνωστών με τον Sonny Bono ο οποίο εργαζόταν σαν βοηθός δισκογραφικού παραγωγού. Ο καθένας τους βρίσκονταν σε σχέση με διαφορετικά άτομα εκείνο το διάστημα, ωστόσο κατέληξαν να χορεύουν μαζί επειδή σε κανένα από τα ταίρια τους δεν άρεσε ο χορός. Ο Sonny ήταν 12 χρόνια μεγαλύτερός της και αρκετά φιλόδοξος. Επιθυμεί από βοηθός να γίνει ο ίδιος παραγωγός δίσκων, η Cher δεν σκέφτεται ακόμα κάτι τέτοιο, ωστόσο δεν θα έλεγε όχι αν της τύχαινε μια ευκαιρία.
Σε περίπου ένα μήνα η σχέση της λήγει και εκείνη βρίσκεται άστεγη. Ο Sonny προσφέρεται να συγκατοικήσουν, χωρίς χρήματα, με μοναδικό αντάλλαγμα να καθαρίζει και να μαγειρεύει για το σπίτι τους, μια που όπως της δήλωσε εξαρχής δεν την έβρισκε καθόλου ελκυστική και θα παρέμεναν μόνο φίλοι. Ένα χρόνο αργότερα ήταν επίσημα ζευγάρι.
Το 1964, παντρεύονται σε μια μη επίσημη τελετή διοργανωμένη από φίλους και αμέσως ξεκινούν στα σχέδια για την σόλο καριέρα της Σερ ως τραγουδίστριας της φολκ ροκ μουσικής. Στην αρχή οι κριτικές ήταν μέτριες, αλλά το 1965 αρχίζει να ανταγωνίζεται σε ίσια στα τσαρτς ονόματα όπως ο Μπομπ Ντύλαν.
Στις εμφανίσεις της επί σκηνής είναι αρκετά νευρική και ζητά συχνά τον σύζυγό της να ανεβαίνει και να τραγουδά μαζί της. Έτσι, μετά από 2 χρόνια μόλις σόλο καριέρα, τελικά το ζευγάρι αποφασίζει να γίνει ντουέτο και να λανσάρει την πρώτη του μεγάλη επιτυχία ”I got you babe”. Το ζευγάρι γνωρίζει επιτυχία τόσο εντός όσο και εκτός Αμερικής. Στα τέλη όμως της δεκαετίας του ’60, πιο σκληροί ήχοι από ροκ συγκροτήματα φαίνεται να παίρνουν κεφάλι απέναντι στους πιο μελωδικούς τόνους που τραγουδά το ζευγάρι.
Στο γύρισμα της δεκαετίας, έπρεπε να προσαρμοστούν σε ροκ ήχους και μαζί να αφήσουν πίσω τους και το προφίλ εκείνου του ήσυχου, ερωτευμένου, ευαίσθητου ζευγαριού ώστε να τους αποδεχτεί μια έξαλλη νέα γενιά που αμφισβητούσε τους πάντες και τα πάντα, κατανάλωνε αλκοόλ και ναρκωτικά, ζούσε την ζωή της στα όρια. Έπρεπε να βγάλουν ένα άλλο προφίλ προς τα έξω, ενός πιο ”άγριου” ζευγαριού. Τα πράγματα ήταν ήδη ”άγρια” ανάμεσα στο ζευγάρι μιας και ο Σόννι αποδείχτηκε δεινός γυναικάς σε σημείο που, για να τον συγχωρέσει η Σερ, τελικά να της περάσει την κουλούρα το 1969, μετά την γέννηση της κόρης τους Τσάστι ώστε να μην τον παρατήσει.
Την ίδια εποχή, η Σερ γυρίζει την πρώτη της ταινία με την βοήθεια του Σόννι. Μια ταινία γυρισμένη και σκηνοθετημένη από τον ίδιο, όπου μια γυναίκα ψάχνει το νόημα στην ζωή. Η ταινία πήγε άπατη και το ζευγάρι βούλιαξε στα χρέη. Μέσα σε αυτή την οικονομική κατάσταση αποφάσισαν να δουλεύουν σαν κωμικό-τραγουδιστικό ζευγάρι σε διάφορα νάιτ-κλαμπ.
Από εκεί τους ”τσίμπησε” ένας παραγωγός της τηλεόρασης και τους πρότεινε να μεταφέρουν τα σκετσάκια τους επί της οθόνης. Την 1η Αυγούστου του 1971 ξεκινά η εκπομπή Sonny and Cher Comedy Hour, παράλληλα συνεχίζουν να εκδίδουν νέους δίσκους αξιοποιώντας την δημοσιότητα που τους δίνει η εκπομπή. Δυστυχώς, τα νέα τους άλμπουμ ποτέ δεν φτάνουν σε επιτυχία τα προηγούμενα. Η υπερέκθεσή τους στο κοινό τους γυρίζει γρήγορα μπούμερανγκ. Οι τηλεθεατές τους προτιμούν ως διασκεδαστές τους και όχι σαν τραγουδιστές.
Η Σερ κερδίζει χρυσή σφαίρα για τις υποκριτικές της ικανότητες στο σόου το 1974 και τον επόμενο χρόνο το ζευγάρι χωρίζει. Το σόου σταματά και η Σερ μαθαίνει προς έκπληξή της πως για τον Σόννι όλα αυτά τα χρόνια ήταν η χήνα με τα χρυσά αυγά. Η εταιρία που έχουν φτιάξει μαζί του ανήκει κατά 95% και μόλις ένα 5% σε εκείνη. Αντιδρά έντονα και ξεκινά μια μεγάλη δικαστική διαμάχη μεταξύ τους. Εκείνη αναγκάζεται ώστε να λάβει αποζημίωση να συνεχίζει να κλείνει δουλειές μαζί του μέχρι να του ”ξεπληρώσει” το μερίδιο που θα λάβει πίσω.
Εκείνος παίρνει μαζί όλη την ομάδα που έγραψε το σόου και γυρίζει ένα δικό του, εκείνη πρέπει να φτιάξει από την αρχή μια νέα ομάδα για το δικό της. Την βοηθούν ο Έλτον Τζον και η Μπέτι Μίντλερ οι οποίοι εμφανίζονται όσο πιο συχνά μπορούν στην εκπομπή της. Του Σόννι μετά από 13 επεισόδια ακυρώνεται ενώ το δικό της μένει στον αέρα για ένα ολόκληρο χρόνο. Εκείνη γρήγορα ξαναπαντρεύεται τον λάθος άνθρωπο πάλι, τον ροκ μουσικό Γκρεγκ Άλλμαν, με τον οποίο αποκτά ένα γιο. Ο Γκρεγκ είναι εθισμένος στα ναρκωτικά και στο αλκοόλ και οι συνεχείς καυγάδες τους γίνονται αφορμή για αρνητική δημοσιότητα.
Ο Σόννι και η Σερ συναντιούνται και πάλι τηλεοπτικά σε ένα νέο σόου το 1976 The Sonny and Cher Show. Είναι πρώτη φορά που ένα χωρισμένο ζευγάρι βρίσκεται μαζί στην τηλεοπτική οθόνη. Κυκλοφορούν τους εαυτούς τους σε κούκλες και ξεπερνούν σε πωλήσεις την Μπάρμπι. Μετά από ένα χρόνο προβολής η εκπομπή διακόπτεται εξαιτίας της ανάρμοστης συμπεριφοράς του Άλλμαν.
Τέλη της δεκαετίας του ’70, η Σερ πρέπει πάλι να προσαρμοστεί σε μια νέα πραγματικότητα και δεδομένα: Μητέρα 2 παιδιών τα οποία μεγαλώνει μόνη της, χωρίς τηλεοπτικό μέλλον, πρέπει να κάνει στροφή στην μουσική της καριέρα ξανά από ροκ ήχους σε ντίσκο. Τα καταφέρνει. Για πρώτη φορά απελευθερωμένη από έναν σύζυγο, πορεύεται μόνη της στην καριέρα της. Μπαίνει για πρώτη φορά στην ζωή της μετά από μια 20ετία καθυστέρησης, ο κινηματογράφος.
Το 1981, συμπρωταγωνιστεί με την Μέριλ Στριπ στο Slikwood κερδίζοντας Όσκαρ και Χρυσή Σφαίρα για τον β’ πρωταγωνιστικό ρόλο. Ακολουθεί η δεύτερη μεγάλη κινηματογραφική επιτυχία με την ταινία ”Mask” το 1985. Η Σερ έχει προσαρμοστεί πλήρως στην εποχή και γνωρίζει την δόξα σε κάθε της βήμα.
Τότε αποφασίζει στην δεκαετία των 40 να μεταμορφωθεί σε ”άγριο νιάτο” η ίδια. Φορά εκκεντρικά ρούχα, χτυπά τατουάζ, κόβει τα μαλλιά της σε περίεργες κομμώσεις, δημιουργεί σχέσεις με πολύ νεότερους άνδρες και δοκιμάζει τα πρώτα χειρουργικά νυστέρια για τις διάσημες πλαστικές επεμβάσεις που θα την ακολουθούν σαν πραγματικότητα, αλλά και σαν φήμη από εδώ και πέρα. Πρώτη η Σερ άνοιξε το δρόμο για τις εκκεντρικές εμφανίσεις στην συνέχεια πολλών διάσημων από την Μαντόνα έως την Lady Gaga.
Γίνεται μια μοντέρνα γυναίκα, δυναμική και τολμηρή όπως οι γυναίκες του ’80. Οι προκλητικές και εκκεντρικές εμφανίσεις της αφήνουν εποχή. Βγαίνει με τα πιο hot νέους άνδρες της εποχής όπως τον Τομ Κρουζ και τον Βαλ Κίλμερ.
Το 1987, κερδίζει Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου για την ταινία ”Κάτω από την λάμψη του φεγγαριού” ενώ συνεχίζει την καριέρα της έχοντας επιστρέψει δυναμικά στο ροκ-ποπ τραγούδι. Στην αυγή της δεκαετίας του ’90 γυρίζει την ταινία ”Γοργόνες” με την Γουινόνα Ράιντερ και την Κριστίνα Ρίτσι ως κόρες της. Εκείνη κρατά τον ρόλο της μητέρας κάπου στην Οκλαχόμα των ΗΠΑ το 1963, όπου προσπαθεί να βρει το ταίρι της. Η ταινία θυμίζει κάτι από τη δική της παιδική ζωή με την μητέρα της. Τα τραγούδια της ταινίας γίνονται επιτυχία και νούμερο ένα στα charts του Ηνωμένου Βασιλείου για 5 βδομάδες.
Ένα χρόνο αργότερα, προσβάλλεται από τον ιό Επστάιν – Μπαρ και αναγκάζεται να ρίξει ταχύτητες στην καριέρα και στην ζωή της. Εμφανίζεται σε μικρούς ρόλους σε ταινίες ή σειρές καθώς και σε τηλεοπτικά σόου. Όσο προχωρά την δεκαετία του ’90, γίνεται η εθνική ”τηλεμάρκετινγκ” της Αμερικής. Χιλιάδες προϊόντα περνούν από τα χέρια της και από τις οθόνες των τηλεθεατών. Δε σταματά να ηχογραφεί δίσκους και η μουσική της να χρησιμοποιείται από σειρές όπως τα X-Files ή να τραγουδά σε ροκ ρυθμούς την πρώτη της μεγάλη επιτυχία ”Ι got you babe” στο στην σειρά ”Beavis and Butthead”.
Ο θάνατος του πρώτου της συζύγου Σόννυ σε ατύχημα με σκι, την προσγειώνει απότομα από το μεθύσι της επιτυχίας. Αποχαιρετά τον άνδρα που της χάρισε ένα παιδί και που γνώρισε όντας παιδί και η ίδια στα εφηβικά της χρόνια. Ο Σόννυ χάνει την ζωή του το 1998, ενώ από την δεκαετία του ’80 είχε εμπλακεί με την πολιτική και είχε εκλεγεί πολλές φορές στο Κογκρέσο με το Ρεπουμπλικανικό κόμμα.
Την δεκαετία του 2000 κάνει μεγάλες περιοδείες σε όλη την Αμερική και στην Ευρώπη μέχρι το 2005. Αποσύρεται για λίγο και εμφανίζεται μετά από μια τριετία, σε μιούζικαλς στο Λας Βέγκας. Μετά από σχεδόν 20 χρόνιας απουσίας από το κινηματογραφικό πανί το 2010, επιστρέφει με το φιλμ ”Burlesque”.
Το 2018 κατεβαίνει προς τα μέρη μας και συγκεκριμένα στην Σκιάθο για τις ανάγκες των γυρισμάτων της ταινίας ”Mama mia! Here we go again” αναλαμβάνοντας τον ρόλο της μητέρας της Μέριλ Στριπ και ας είναι σχεδόν συνομήλικες στην πραγματική ζωή. Λίγο πριν πέσει η καραντίνα, είχε ανακοινώσει συνεργασία με γνωστό οίκο μόδας και φυσικά παραστάσεις που λόγω κορωνοϊού δε θα γίνουν ή θα μετακινηθούν σε έτερο χρόνο.
Η Σερ έχει καταφέρει να ειδωλοποιηθεί τόσο από την φεμινιστική κοινότητα, όσο και από την ομοφυλοφιλική. Αν και με την πρώτη, ήρθε σε σύγκρουση κάποιες φορές, όπως τότε στα τέλη της δεκαετίας του ’70, όταν με το δίσκο της ”Prisoner” (1979) ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων από τις φεμινίστριες γιατί στο εξώφυλλό του εμφανιζόταν αλυσοδεμένη. Θεωρήθηκε προσβολή για το γυναικείο φύλο. Παρόλα αυτά μέσα στις επόμενες δεκαετίες αναγνωρίστηκε ως μια από τις γυναίκες που αγωνίστηκε πολύ στην ζωή της ώστε να επιβιώσει στο καλλιτεχνικό στερέωμα. Όταν άλλες στα 40 τους χρόνια συνήθως αποσύρονται από τα φώτα της δημοσιότητας, εκείνη διέγραψε μια πετυχημένη καριέρα στηριζόμενη μόνο στις δικές της δυνάμεις και όχι κάποιου συντρόφου της. Αντίθετα μάλιστα, υπήρξε από τις πρώτες διάσημες που έσπασε το ταμπού του νεότερου συντρόφου και δε δίστασε να βρεθεί στο πλευρό κάποιου ρωμαλέου αρσενικού πολλά χρόνια νεότερού της,
Όσο για την ομοφυλοφιλική κοινότητα, θεωρείται η υπέρτατη θεά. Από τη δεκαετία του ’80 με τις εκκεντρικές εμφανίσεις της έδωσε έμπνευση σε πολλούς γκέι performers. Υποστήριξε με πάθος τους πάσχοντες με HIV (ασθένεια που δεν αφορούσε μόνο την γκέι κοινότητα, αλλά την είχε στιγματίσει βαθιά την δεκαετία του ’80) και συμπαραστάθηκε πολλές φορές μέσα στα χρόνια διοργανώνοντας καμπάνιες και συναυλίες για την ενίσχυσή τους. Η κόρη Τσάστι ανήκει στην τρανς κοινότητα αφού επέλεξε να ζήσει μέσα στο σώμα που η ίδια ένιωθε από πάντα δικό της και όχι αυτό με το οποίο γεννήθηκε. Σήμερα ονομάζεται Τσαστ και είναι ένας απόλυτα ευτυχισμένος άνδρας.
Αν και δεν υπήρξε ποτέ ανοιχτά υποστηρίχτρια των Δημοκρατικών στήριξε τον Ομπάμα στην περίοδο των εκλογών, ενώ δεν σταματά να παρεμβαίνει σε εκπομπές μιλώντας ανοιχτά για την αντίθεσή της σχετικά με τις περικοπές στο δημόσιο τομέα.
Σήμερα έχει γενέθλια και της ευχόμαστε πάντα γερή και λαμπερή.