Δανάη Στρατηγοπούλου-Το αηδόνι του Έρωτα και της Αντίστασης
Εκτός από σπουδαία τραγουδίστρια που ήταν, η Δανάη συμμετείχε λαϊκούς αγώνες, με αποκορύφωμα τη δράση της κατά την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης.
H Δανάη Στρατηγοπούλου, ένα πραγματικά πολυσχιδές ταλέντο και μια αταλάντευτη αγωνίστρια ως το τέλος της ζωής της, γεννήθηκε σαν σήμερα το 1913 στην Αθήνα. Μεγάλωσε στη Γαλλία, την περίοδο του Μεσοπολέμου, σε ένα κλίμα έντονων πνευματικών και πολιτικών ζυμώσεων. Σπούδασε οικονομικές και πολιτικές επιστήμες, ενώ ασχολήθηκε και με τη δημοσιογραφία. Ωστόσο η μεγάλη αγάπη της ήταν το τραγούδι, κι έτσι το 1935 εμφανίστηκε για ακρόαση στη “Μάντρα” του Κλέονα Τριανταφύλλου, δηλαδή του θρυλικού Αττίκ, μεγάλου συνθέτη και ερμηνευτή του λεγόμενου “ελαφρού” τραγουδιού. Ο ίδιος εντυπωσιασμένος από την πρώτη στιγμή με τη βελούδινη φωνή της, συνήθιζε να την αναγγέλει ως “και τώρα, το βαρύ πυροβολικό της Μάντρας, η Δανάη”. Παρότι συνδέθηκε με τα τραγούδια του Αττίκ, υπήρξε ωστόσο εξίσου επιτυχημένη ερμηνεύτρια συνθετών όπως ο Κώστας Καπνίσης, ο Μιχάλης Σουγιούλ, Κώστας Γιαννίδης, Χρήστος Χαιρόπουλος. Μεταξύ των πιο δημοφιλών επιτυχιών της σε πρώτη εκτέλεση ή επανεκτέλεση συγκαταλέγονται τα “Ας ερχόσουν για λίγο”, “Θα ξανάρθεις”, “Τάγκο νοτούρνο” κ.ά.
Εκτός από σπουδαία τραγουδίστρια που ήταν, η Δανάη συμμετείχε λαϊκούς αγώνες, με αποκορύφωμα τη δράση της κατά την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης, μέσα από της γραμμές της εαμικής “Εθνικής Αλληλεγγύης”, με το ψευδώνυμο Ελένη Σοφιανοπούλου. Φυλακίστηκε για ένα διάστημα από τους Γερμανούς το 1942, ενώ θρυλική έμεινε η εμφάνισή της εκείνα τα σκοτεινά χρόνια στο Πεδίο του Άρεως, όταν 2000 άνθρωποι τη χειροκροτούσαν επί δέκα λεπτά, σα μια μορφή έμμεσης συμπαράστασης στην αντιστασιακή τραγουδίστρια. Την περίοδο εκείνη γνωρίζει τον επίσης αντιστασιακό σύζυγό της Γιώργο Χαλκιαδάκη, που χάθηκε πρόωρα μεταπολεμικά και με τον οποίο απέκτησαν μια κόρη. Γνώρισε την εκδικητικότητα του βαρκιζιανού και μετεμφυλιακού κράτους, δεδομένου μάλιστα ότι και ο πατέρας της, Ιππόλυτος Στρατηγόπουλος είχε καταφύγει στην Τσεχοσλοβακία, ως τέως μέλος του ΔΣΕ.
Στη διάρκεια της δικτατορίας των συνταγματαρχών, η Δανάη καταφεύγει στη Χιλή, κοντά στην αδερφή της Μίρκα, ειδική στο μεσαιωνικό τραγούδι. Ήταν ήδη γνώριμη στη χώρα, την οποία είχε επισκεφτεί το 1965, περίοδο κατά την οποία γνωρίστηκε και με τον εμβληματικότερο ποιητής της Λατινικής Αμερικής εκείνη την εποχή, τον Πάμπλο Νερούδα, την προσωπική φιλία του οποίου απολάμβανε. Η ίδια είχε πει για εκείνον: «Είναι ο άνθρωπος που ταυτίστηκε με τον κόσμο της δουλειάς, τον πάντα αδικημένο σ’ αυτόν τον πλανήτη. Και όχι με λόγια. Είναι ο ποιητής, που η ποίησή του δεν είναι καμωμένη από λόγια, αλλά από έργα. Ο στίχος του είναι έργο – ποίημα. Το βλέπεις, το πιάνεις στη χούφτα σου, το ακουμπάς στην καρδιά σου κι ακούγεται διπλό τικ – τακ…».Στη διάρκεια της Χούντας μετέφρασε το έπικο ποίημα του Νερούδα “Κάντο Χενεράλ”, έργο για το οποίο τιμήθηκε με μεταφραστικό βραβείο στη ΓΛΔ, ενώ απέσπασε και τα εγκωμιάστικα σχόλια του Γιάννη Ρίτσου. Εκείνη την εποχή δίδαξε επίσης Ελληνική λαογραφία και δημοτική ποίηση στο πανεπιστήμιο της πρωτεύουσας Σαντιάγο, προωθώντας παράλληλα μέσω μεταφράσεων και συμμετοχής στο “Κέντρο Βυζαντινών και Νεοελληνικών μελετών” τον ελληνικό πολιτισμό στη Χιλή. Μετά το πραξικόπημα του Πινοσέτ, που συνοδεύτηκε από την πιθανή δολοφονία του Νερούδα λίγες μέρες αργότερα, η Δανάη επέστρεψε στην Ελλάδα. Συνέχισε ως το τέλος τη ζωή της τη δημιουργική της δραστηριότητα, ιδίως στη μετάφραση. Έλαβε σειρά τιμητικών διακρίσεων κατά τη διάρκεια της ζωής της, όπως Μετάλλιο και Δίπλωμα από την Πανελλήνια Ενωση Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης, το Μετάλλιο της Πόλης των Αθηνών, αλλά και σειρά βραβεύσεων από την πρεσβεία της Χιλής στην Αθήνα. Έφυγε από τη ζωή στις 17 Γενάρη 2009.