Demon Fox: Ο Αζί – Η ιστορία ενός πρόσφυγα
Μας πήγαν σε hot spot κάτι σαν φυλακή
κρύψανε τα όνειρα και θάψαν το κλειδί
και εκεί που νόμιζα πως ήρθα στον πολιτισμό
πάλι ξαναζώ τον ίδιο πηγαιμό
Πόσο απέχει η κόλαση του πολέμου από τον “πολιτισμένο κόσμο”;
Όχι και τόσο, όταν ο δεύτερος προκαλεί το πρώτο, για το συμφέρον του.
Και αυτό το βιώνουν οι πρόσφυγες στο πετσί τους.
Ο Demon Fox μας δίνει την ιστορία ενός πρόσφυγα, σε ένα δυνατό κομμάτι.
βλέπεις πια το σύστημα δεν κάνει το χατίρι
τα όνειρά μας πήρε απ’ τα βάθη της Συρίας
και τα έθαψε εδώ στο βασίλειο της δουλείας
ΑΖΙ
Γεννήθηκα σε ένα χωριό στα βάθη της Συρίας
γνώρισα τον κόσμο απ’ τα μάτια μια θρησκείας
μεγάλωσα στον πόλεμο και γνώρισα φαντάσματα
είδα και τους γείτονες να γίνονται λιπάσματα
γύρω μας οι άνθρωποι ντυμένοι στο χακί
κρατούσαν πάντα όπλα δεν κατάλαβα γιατί
οι γονείς μου φώναζαν πως πρέπει να προσέχω
τα αδέλφια μου να ζω και να χω να τα θρέψω
ξέχασα να συστηθώ Αζί το όνομα μου
είμαι περήφανος για τις αξίες και τα ιδανικά μου
μα όλα ξέρεις άλλαξαν μέσα σε μια στιγμή
το μόνο που θυμάμαι της μάνας μου η κραυγή
ξύπνησα δεμένος χωρίς να ξέρω τι και πώς
αυτά όλο συμβαίνουν εκεί που υπάρχει πόλεμος
κουμάντο πάντα κάνει εκείνος που είναι ισχυρός
ο αδύναμος το ξέρεις πως κείτεται νεκρός.
Μας πήγαν στη Βαγδάτη για δουλειά στις φυλακές
παντού κρατούσαν όπλα και έβγαιναν κραυγές
μύριζα τον θάνατο απ’ την πρώτη μου στιγμή
έψαχνα τα αδέρφια μου να φέρουνε φαΐ
μα εκείνα δεν υπήρχαν τα χτύπησε ένα βόλι
έχασα τους φίλους μου αλήθεια πού είναι όλοι
το σπίτι μού λείπει, φοβάμαι ποιοι είστε εσείς
τότε κάποιος φώναξε πάψε θα σκοτωθείς
δραπετεύσαμε και φτάσαμε ως το Πακιστάν
περάσανε τα χρόνια δούλευα στο Αφγανιστάν
στην Καμπούλ στα εργοστάσια και στην οικοδομή
το ξύλο και η κούραση βάραιναν το κορμί
βρεθήκαμε μετά από 2 χρόνια στην Τουρκία
στην Άγκυρα κατέληξα μακριά απ’ την Συρία
μας λέγανε πως λύθηκε το προσφυγικό
θα πάτε στην Ελλάδα να ξεφύγετε από δω
30 αργύρια πουλάνε εδώ την προδοσία
μα ρώτα όσους χάσαμε τα πάντα στην Ασία
και όπου υπάρχει πόλεμος χανόμαστε γιατί
πουλήσανε τον θάνατο τον είπανε γιορτή
Μπήκαμε στη βάρκα και πλέαμε στο Αιγαίο
τότε μας συνέβη αλήθεια το μοιραίο
φωνές και φασαρία ερχόταν το κακό
κάποιους τους πέταξαν μέσα στο νερό
φτάσαμε στη Λέσβο από τύχη λιγοστοί
μας έφεραν νερό κάπου το πρωί
και τότε είδα ανθρώπους με μίσος να μιλάνε
σαν εκείνους στην Ασία που τον θάνατο πουλάνε
μας πήγαν σε hot spot κάτι σαν φυλακή
κρύψανε τα όνειρα και θάψαν το κλειδί
και εκεί που νόμιζα πως ήρθα στον πολιτισμό
πάλι ξαναζώ τον ίδιο πηγαιμό
στην συνέχεια μας φέραν κάπου στην Αθήνα
όλα ήταν όμορφα μα σίγουρη βιτρίνα
ζούσα σε δομή με άλλους 5 απ’ την Συρία
ξαναζούσα για άλλη μια την ίδια ιστορία
φοβόμουν τα φανάρια, τους δρόμους, τους ανθρώπους
και εκείνους με τα μπλε που τους λένε αστυνόμους
με κοίταζαν με μίσος πως κάπου έχω φταίξει
λες και βρώμικο παιχνίδι κρυφά τους είχα παίξει
βρήκα μια δουλειά να πλένω πιάτα και ποτήρια
κάπως έπρεπε να βγάζω χρήματα για νοίκια
πέρασαν τα χρόνια πλέον κοιτάζω τους ανθρώπους
έμαθα να ζω με τους δικούς τους νόμους
μα μου λείπει η οικογένεια, η πατρίδα μου το σπίτι
βλέπεις πια το σύστημα δεν κάνει το χατίρι
τα όνειρά μας πήρε απ’ τα βάθη της Συρίας
και τα έθαψε εδώ στο βασίλειο της δουλείας
30 αργύρια πουλάνε εδώ την προδοσία
μα ρώτα όσους χάσαμε τα πάντα στην Ασία
και όπου υπάρχει πόλεμος χανόμαστε γιατί
πουλήσανε τον θάνατο τον είπανε γιορτή