«Έχουμε βρει τη γιατρειά μας μ’ αυτές τις Κυριακές…»
Όσα χρόνια κι αν περάσουν, κάποια πράγματα δεν θέλουμε ν’ αλλάξουν. Όχι γιατί δενόμαστε περισσότερο με το παρελθόν, αλλά γιατί με το πέρασμα του χρόνου και την επικράτηση νεωτερισμών χαλαρώνουν ή χάνονται δεσμοί πολύ σημαντικοί για την πορεία μας σε στέρεο έδαφος.
Όσα χρόνια κι αν περάσουν, κάποια πράγματα δεν θέλουμε ν’ αλλάξουν. Όχι γιατί δενόμαστε περισσότερο με το παρελθόν, αλλά γιατί με το πέρασμα του χρόνου και την επικράτηση νεωτερισμών χαλαρώνουν ή χάνονται δεσμοί πολύ σημαντικοί για την πορεία μας σε στέρεο έδαφος.
Η Απανεμιά, δεκαετίες μετά τη δημιουργία της παραμένει μια φωλιά αντίστασης στην «κανονικότητα» της νυχτερινής εξόδου. Μπορεί να άλλαξε χέρια, δεν άλλαξε όμως ταυτότητα. Κι αυτό δεν περιορίζεται στα χρώματα, τη διακόσμηση, ακόμα και τα τραπεζοκαθίσματα που παραμένουν πεισματικά ίδια, διατηρώντας μια ζεστασιά σπιτικής φιλοξενίας. Όχι ότι δεν έχουν τη σημασία τους κι αυτά, είναι όμως οι επιλογές οι μουσικές, οι καλλιτεχνικές, η αντίληψη για τον καλλιτέχνη, για το κοινό, η άποψη για την ψυχαγωγία που έχουν μεγαλύτερη αξία.
Από την περασμένη Κυριακή ξεκίνησαν στην Απανεμιά οι εμφανίσεις μιας υπέροχης μουσικής τετράδας, μιας γνωστής πια παρέας που τα μέλη της έγραψαν και συνεχίζουν να γράφουν ο καθένας τη δική του ιστορία, όμως τα τελευταία χρόνια αποφάσισαν να γράψουν και από κοινού. Και τη γράφουν όχι τυχαία στην Απανεμιά. Πρόκειται για τέσσερις διακεκριμένους καλλιτέχνες που αυτά που τους συνδέουν ξεπερνάνε τα μουσικά-τραγουδιστικά πλαίσια και τις καλλιτεχνικές αναζητήσεις και αυτό το βλέπεις, το αισθάνεσαι, το εισπράττεις κάθε στιγμή όταν βρεθείς απέναντί τους στη σκηνή (όχι, όχι, καμιά σχέση με το χιλιοειπωμένο «περνάμε καλά μεταξύ μας κι αυτό βγαίνει στη σκηνή» που λένε κάποιοι και που τις περισσότερες φορές είναι υποκριτικό, και φαίνεται).
Όσα χρόνια κι αν περάσουν δεν χορταίνεις ν’ ακούς τη φωνή του Γιώργου Μεράντζα, που σήμερα πια βρίσκεται στο απόγειο της ωριμότητάς της. Στα γνωστά δικά του τραγούδια, αλλά και σε κείνα που σφραγίζει με τον μοναδικό δικό του τρόπο ερμηνείας, που δεν παίρνει αντιγραφή. Ο Γιώργος Μεράντζας είναι ένας αληθινά μεγάλος ερμηνευτής και επιπλέον τον χαρακτηρίζουν η σοβαρότητα και η συνέπεια, κάτι που καθρεφτίζεται στις επιλογές και την πορεία του. Αστείρευτη τζουμερκιώτικη πηγή η φωνή του αλλά και κεφάλι Ηπειρώτικο, αγύριστο, που δεν δίστασε να βάλει μπουρλότο σε στιγμές δόξας και ν’ απέχει 17 ολόκληρα χρόνια επαγγελματικά από το τραγούδι όταν ένιωσε να βάλλονται οι αρχές του.
Μαζί με τον Γιώργο Μεράντζα, εμφανίζονται κάθε Κυριακή στην Απανεμιά τρεις ξεχωριστοί καλλιτέχνες, σπουδαίοι δεξιοτέχνες και δημιουργοί ο καθένας.
Ο Μανώλης Πάππος, από τους μεγαλύτερους σύγχρονους σολίστ του μπουζουκιού, που και ως παλαιότερος έχει διανύσει πολλά χιλιόμετρα στα πάλκα και στις σκηνές, καταγράφοντας σπουδαίες συνεργασίες και μια παρουσία πάντα ξεχωριστή, ενώ τραγούδια του ερμηνεύουν γνωστοί ερμηνευτές.
Ο με καταγωγή από την Αλβανία Ντάσο Κούρτι, ο πάντα χαμογελαστός «βαλκάνιος», και περιζήτητος δεξιοτέχνης του ακορντεόν, που στα χέρια του το όργανο συμπεριφέρεται ως προέκταση της ψυχής του, που επίσης τραγούδια του έχουν τραγουδήσει μεγάλα ονόματα.
Ο μικρότερος σε ηλικία μα όχι σε αξία Δημήτρης Σίντος, η ήρεμη δύναμη της τετράδας. Μπορεί με απίστευτη άνεση να κινεί τα δάχτυλά του στα πλήκτρα του πιάνου και σε μερικά δευτερόλεπτα στις χορδές του λαούτου, δονώντας ταυτόχρονα τις πιο ευαίσθητες δικές μας χορδές. Συνθέτης επίσης ωραίων τραγουδιών.
Δεν μπορείς, λοιπόν, να μην αναρωτηθείς τι είναι αυτό που συνδέει αυτή την σπουδαία τετράδα, πέρα από τη φιλία (που τη βλέπεις μπροστά σου κάθε λεπτό της παράστασης) και τους παράλληλους μουσικούς δρόμους; «Έχουμε βρει τη γιατρειά μας μ’ αυτές τις Κυριακές» είπε κάποια στιγμή ο Μεράντζας την περασμένη Κυριακή. «Λέμε ό,τι μάς πονάει…» είχε πει μια προηγούμενη φορά, χαρακτηρίζοντας ψυχοθεραπεία την παράσταση.
Σε αυτές τις δοκιμασμένες στους κλυδωνισμούς και τις υψηλές θερμοκρασίες ράγες, κινήθηκε την περασμένη Κυριακή η πρεμιέρα της τετράδας για τον φετινό χειμώνα, όπως συνηθίζεται να λέμε κι ας μην ήρθε ακόμα ο χειμώνας. Η πρώτη Κυριακή αφιερώθηκε από τον Μεράντζα στο Θάνο Μικρούτσικο που δίνει δύσκολη μάχη, με το κοινό να εύχεται τη θετική έκβαση μ’ ένα ζεστό παρατεταμένο χειροκρότημα.
Ακολούθησαν τραγούδια γνωστά και αγαπημένα, συνθέτες, ποιητές, μνήμες και εικόνες, που ξεκλείδωναν τις ψυχές, έκαναν τα χείλη να τραγουδούν, άλλοτε σχημάτιζαν χαμόγελα στα πρόσωπα και άλλοτε γέμιζαν τα μάτια και φόρτιζαν συγκινησιακά την ατμόσφαιρα (…που σε αντίθεση με προηγούμενες φορές, την Κυριακή ήταν καθαρή και… ασυννέφιαστη, αφού όποιος ήθελε να καπνίσει έπρεπε να βγει στο πλακόστρωτο της Θόλου). Τραγούδια για τον έρωτα και την αγάπη, τραγούδια του αγώνα, τραγούδια του ονείρου, που αποκτούν έναν ιδιαίτερο ηλεκτρισμό ερμηνευμένα από την υπέροχη φωνή του Γιώργου Μεράντζα. Όπως το «Πάντα θα ξημερώνει» που έγραψε ο Αλκίνοος Ιωαννίδης αμέσως μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, από τη ναζιστική εγκληματική Χρυσή Αυγή, και που ο Μεράντζας τραγούδησε την Κυριακή για πρώτη φορά. Ή το «Κίτρινη πόλη» στη μνήμη του μεγάλου συνθέτη Γιάννη Σπανού που πρόσφατα έφυγε από τη ζωή και ήταν το προτελευταίο στη σειρά τραγούδι της βραδιάς, πριν ακουστεί το «Ξημερώνει» (Ο κόσμος ξημερώνει…), και ανάψουν τα φώτα του αποχαιρετισμού. Και ας μην το παραδεχτήκαμε όσοι θέλαμε να κρατήσει κι άλλο αυτή η νύχτα, «κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει»… Μας έλειψαν οι στίχοι του αγαπημένου Τάσου Λειβαδίτη, που ο Μεράντζας συνήθιζε άλλες φορές να διαβάζει που και που ανάμεσα στα τραγούδια.
Ακόμα και αν μπορούσαμε να μεταφέρουμε με λέξεις κάθε στιγμή της βραδιάς, πάλι δεν θα μπορούσαμε να μεταδώσουμε τη δύναμη και τα φορτία των στιγμών. Στα όσα λίγα μπορέσαμε να μεταφέρουμε ας προστεθεί ότι οι τιμές στην Απανεμιά παραμένουν προσιτές, και η κατανάλωση ποτού χωρίς «ελάχιστες» προϋποθέσεις.
Συνοψίζοντας, αν πρόκειται να βγεις Κυριακή βράδυ υπάρχουν πολλοί λόγοι να σε φέρουν στα σκαλάκια της οδού Θόλου, στη μπουάτ Απανεμιά, σε μια από τις πιο όμορφες και πιο ιστορικές γωνιές της Αθήνας.
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
1 Trackback