Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ – Συλλαμβάνοντας το θείο σε νότες
Από τους πρωτομάστορες του μπαρόκ στη μουσική, έμεινε στην ιστορία κυρίως για τα μνημειώδη ορατόριά του, δηλαδή ένα είδος όπερας με θρησκευτικό περιεχόμενο.
Ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, μαζί με τους Λούντβιχ Μπετόβεν και Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ αποτελεί ίσως τον διασημότερο συνθέτη κλασικής μουσικής, γνωστό τουλάχιστον ονομαστικά ακόμα και σε ανθρώπους που δεν έχουν καμία εξοικίεωση με το συγκεκριμένο είδος. Από τους πρωτομάστορες του μπαρόκ στη μουσική, έμεινε στην ιστορία κυρίως για τα μνημειώδη ορατόριά του, δηλαδή ένα είδος όπερας με θρησκευτικό περιεχόμενο. Ήρθε στον κόσμο στις 21 Μάρτη 1685 στο Άιζεναχ σε οικογένεια μουσικών, αλλά μετά την ηλικία των 10 ετών, έχοντας χάσει και τους δύο γονείς του, μεγάλωσε με τον μεγαλύτερο αδερφό του στο Όρντρουφ. Στα 15 του χρόνια έλαβε υποτροφία για το μοναστηριακό σχολείο του Λίνεμπουργκ. Από εκεί ταξίδεψε πολλές φορές στο Αμβόρου. Το 1703, μετά την αποφοίτησή του, προσελήφθη ως βιολιστής στην αυλή του βαρώνου Γιόχαν Έρνστ της Σαξονίας – Βαϊμάρης.
Μετά από λίγους μήνες αφήνει τη Βαϊμάρη και γίνεται παίκτης εκκλησιαστικού οργάνου στο Άρνστατ. Εκτός από αυτή τη θέση, ασχολείται επίσης με τη διδασκαλία μουσικής σε παιδιά και ξεκινά να συνθέτει τα πρώτα το έργα. Μετά από προστριβές με τις εκκλησιατικές αρχές και απολογία στο τοπικό εκκλησιαστικό συμβούλιο εγκαταλείπει την πόλη και εγκαθίσταται στο Μιλχάουζεν, ενώ την ίδια χρονιά (1707) παντρεύεται την ξαδέρφη του Μαρία Βαρβάρα με την οποία απέκτησε επτά παιδιά.
Την επόμενη χρονιά εγκαθίσταται ξανά στην αυλή του βαρώνου της Βαϊμάρης, κατορθώνοντας το 1714 να γίνει διευθυντής της αυλικής ορχήστρας, θέση που του προσφέρει και ο δούκας Λεοπόλδος στο Άνχαλτ Κέτεν το 1717. Λίγα χρόνια χάνει τη σύζυγό του και παντρεύεται την κόρη ενός μουσικού, την Άννα Μαγκνταλένα Βίλκε. Στο Κέτεν διάγει μια ιδιαίτερα δημιουργική περίοδο, γράφοντας σουίτες για ορχήστρες, κοντσέρτα για βιολί και πολλές συνθέσεις για πιάνο. Το 1723, όταν χήρεψε η θέση του διευθυντή εκκλησιαστικής χορωδίας στην εκκλησία του Αγίου Θωμά στη Λειψία, ο Μπαχ έκανε αίτηση και κατόρθωσε να εκλεγεί. Στη Λειψία συνέθεσε τα σπουδαιότερα έργα του, δηλαδή τα ορατόρια Πάθη κατά Ιωάννη και Κατά Ματθαίον, όπως και πολυάριθμες καντάτες και μοτέτα. Έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα το 1750, μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο, έχοντας υποβληθεί σε δυο επεμβάσεις στα μάτια, καθώς τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν σχεδόν τυφλός, πιθανόν συνέπεια επιπλοκών διαβήτη.