Κομπάι Σεγκούντο, ο θρυλικός παππούς της κουβανέζικης μουσικής
Ανθρώπινος και οικείος, χορτασμένος από την αναγνώριση και την αγάπη του κόσμου, δοσμένος ολοκληρωτικά στην τέχνη του μα και αφουγκραζόμενος τον παλμό της εποχής του ο παππούς Κομπάι, δεν μπορούσε να συμβιβαστεί με τα κακά αυτού του κόσμου: «Όσα χρόνια και αν περάσουν, δεν πρόκειται ποτέ να καταλάβω γιατί οι άνθρωποι σκοτώνονται μεταξύ τους» έλεγε.
Ο Κομπάι Σεγκούντο υπήρξε ένας από τους «μύθους» της παγκόσμιας μουσικής σκηνής, που με το αστείρευτο ταλέντο του, την ενέργεια και το χαρακτηριστικό του χαμόγελο υπηρέτησε την κουβανέζικη μουσική μεταλαμπαδεύοντας στα πέρατα του κόσμου τη μαγική ενέργεια του κουβανέζικου ρυθμού «σον».
Το πραγματικό όνομα του πάντα χαμογελαστού παππού με το πούρο ήταν Μαξίμο Φραντσίσκο Ρεπιλάντο Μουνιός. Γεννήθηκε στις 18 του Νοέμβρη 1907 στο Σιμπονέι (κοντά στο Σαντιάγο της Κούβας) και έφυγε από τη ζωή στις 14 του Ιούλη 2003. Το ψευδώνυμο Σεγκούντο (Segundo) το απέκτησε επειδή έκανε πάντα δεύτερη φωνή στις μπάντες που συμμετείχε.
Ο Κομπάι Σεγκούντο παράλληλα με τις μουσικές σπουδές του δούλεψε ως εργάτης γης, φούρναρης, κουρέας και ελαιοχρωματιστής και ξεκίνησε τις εμφανίσεις του έφηβος στη δεκαετία του ΄30 παίζοντας κλαρινέτο, ενώ στη συνέχεια ασχολήθηκε κυρίως με την κιθάρα.
Το 1939 συμμετείχε ως κλαρινίστας το συγκρότημα El Conjunto Matamoros στο οποίο έμεινε για δώδεκα χρόνια. Το 1956 ίδρυσε το δικό του συγκρότημα Compay Segundo y sus Muchachos στο οποίο παρέμεινε και ήταν ενεργό μέλος μέχρι το τέλος της ζωής του.
Η διεθνής αναγνώριση ήρθε στα 90 του χρόνια με την ηχογράφηση του άλμπουμ Buena Vista Social Club, που έγινε παγκόσμια επιτυχία. Η τεράστια επιτυχία του άλμπουμ έκανε τον διάσημο σκηνοθέτη Βιμ Βέντερς να γυρίσει το ομώνυμο μουσικό ντοκιμαντέρ με υλικό από εμφανίσεις και συνεντεύξεις του συγκροτήματος.
Η μεγαλύτερη επιτυχία του συγκροτήματος (μέσα από την ανέλπιστη επιτυχία του άλμπουμ και της ταινίας) στο οποίο συμμετείχαν μερικοί από τους πιο γνωστούς Κουβανούς μουσικούς των δεκαετιών του ’40 και του ’50, ήταν να φέρει στο διεθνές προσκήνιο την παραδοσιακή κουβανέζικη μουσική, που παιζόταν με τα αυθεντικά όργανα, και να επιβάλλει ως μόδα την κουβανέζικη μουσική και γενικότερα την «ατμόσφαιρα» της Κούβας. «Μας ικανοποιεί η επιτυχία, αλλά πάνω απ’ όλα αισθανόμαστε εργάτες της κουβανέζικης κουλτούρας» έλεγαν με σεμνότητα τα μέλη του Buena Vista Social Club.
Δημιουργικός ως το τέλος, ο Κομπάι Σεγκούντο με την απίστευτη ενέργειά του συνέχισε μέχρι τα βαθιά του γεράματα να εμφανίζεται σε συναυλίες και να προσφέρει μαγικές στιγμές ανά τον κόσμο (και στη χώρα μας).
Ανθρώπινος και οικείος, χορτασμένος από την αναγνώριση και την αγάπη του κόσμου, δοσμένος ολοκληρωτικά στην τέχνη του μα και αφουγκραζόμενος τον παλμό της εποχής του ο παππούς Κομπάι, δεν μπορούσε να συμβιβαστεί με τα κακά αυτού του κόσμου: «Όσα χρόνια και αν περάσουν, δεν πρόκειται ποτέ να καταλάβω γιατί οι άνθρωποι σκοτώνονται μεταξύ τους» έλεγε.