Λευτέρης Μυτιληναίος – Ο «Φώτης Πολυμέρης του λαϊκού τραγουδιού»
Ερμήνευε με την ίδια ωριμότητα και αρτιότητα Βαγγέλη Πιτσιλαδή και τις «Αμφιβολίες». Εισέπραξε την απόρριψη του Τσιτσάνη, πριν τον αναδείξει ο Μπιθικώτσης. Ο Λευτέρης Μυτιληναίος είχε συνείδηση των ερμηνευτικών του ορίων και δεν τραγούδησε «τα πάντα».
Ο Λευτέρης Μυτιληναίος μπορούσε να πατά ταυτόχρονα στις δυο «βάρκες» του λαϊκού και του λεγόμενου ελαφρού τραγουδιού, με επιτυχία, από τα πρώτα του κιόλας βήματα. Κι ήταν τέτοια αυτή η επιτυχία που «ανάγκασε» έναν ολόκληρο Μπιθικώτση μόλις τον άκουσε να εκφράσει το θαυμασμό του στον επίμονο πιτσιρικά που ονειρευόταν να γίνει ένας καλός τραγουδιστής, λέγοντάς του «είσαι ο Φώτης Πολυμέρης του λαϊκού τραγουδιού», τοποθετώντας τον στο πλευρό του τραγουδιστή-μύθου που ερμήνευε με την ίδια άνεση και αρτιότητα τις «Αραπίνες» (Νύχτες μαγικές) του Βασίλη Τσιτσάνη και το «Άστα τα μαλλάκια σου» του Μιχάλη Σουγιούλ.
Υπήρξε θαυμαστής της Σοφίας Βέμπο, του Φώτη Πολυμέρη, του Νίκου Γούναρη, του Τόνυ Μαρούδα, του Γιάννη Βογιατζή, της Τζένης Βάνου, της Ελίζας Μαρέλλι, τραγουδώντας τα τραγούδια τους, και ταυτόχρονα είχε ως πρότυπο τον Πάνο Γαβαλά. Ερμήνευε με χαρακτηριστική ωριμότητα το «Τώρα ποιος θα μου πει» του Βαγγέλη Πιτσιλαδή (δημιουργός μεταξύ άλλων του ποπ ύμνου της δεκαετίας του ’60, «Ανάμνησις» – Το καλοκαίρι μαζί πηγαίναμε στην αμμουδιά/ χέρι με χέρι και μ’ ένα αστέρι για συντροφιά), ενώ λίγο νωρίτερα είχε «χρισθεί» λαϊκός τραγουδιστής ερμηνεύοντας τις «Αμφιβολίες» του Μπιθικώτση.
Ο Λευτέρης Μυτιληναίος τραγουδάει Βαγγέλη Πιτσιλαδή:
Ο Μυτιληναίος είχε συνείδηση των ερμηνευτικών του ορίων και δεν τραγούδησε «τα πάντα». Γνώρισε την απόρριψη του Βασίλη Τσιτσάνη (τον έδιωξε χωρίς καν να τον ακούσει) όταν με εντολή της δισκογραφικής του εταιρείας πήγε στο σπίτι του συνθέτη για ακρόαση, χωρίς όμως ν’ απογοητευτεί αφού είχε καθαρά στο μυαλό του και τι σήμαινε Τσιτσάνης και τι μπορούσε ο ίδιος να τραγουδήσει.
Το ιδιαίτερο ηχόχρωμα της φωνής του και οι σπουδές του στο τραγούδι ήταν οι «βαριές» αποσκευές του Λευτέρη Μυτιληναίου, που τον έσπρωξαν στην επιτυχία σχεδόν με το καλημέρα… Και η τύχη· στη ζωή χρειάζεται και η τύχη, φτάνει να μην της γυρίζεις την πλάτη όταν εκείνη σου χτυπάει την πόρτα. Ο Μυτιληναίος εκτός από ικανός τραγουδιστής υπήρξε και τυχερός (το ανέφερε συχνά ο ίδιος), και, όσο αφορά τουλάχιστον στα πρώτα βήματα της πολύχρονης διαδρομής του, άρπαξε από τα μαλλιά όποια ευκαιρία του παρουσιάστηκε.
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 24 του Απρίλη 1946 και μεγάλωσε στα Ταμπούρια του Πειραιά. Η οικογένειά του ήταν εύπορη και έζησε όμορφα παιδικά χρόνια. Βλέποντας την έφεσή του στο τραγούδι οι γονείς του τον γράφουν στο Ωδείο του «Πειραϊκού Συνδέσμου», όπου θα σπουδάσει για χρόνια κλασικό τραγούδι, φωνητική και βυζαντινή μουσική. Ως μαθητής Γυμνασίου συμμετέχει σε χορωδίες και τραγουδά στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά.
Σε ηλικία 16 ετών παίρνει μέρος στη θρυλική εκπομπή του ραδιοφώνου «Νέα ταλέντα» που παρουσίαζε ο Γιώργος Οικονομίδης με τη Ρένα Ντορ και που ανέδειξε πολλούς γνωστούς τραγουδιστές και ηθοποιούς. Διαγωνίζεται με το τραγούδι «Ο ήλιος γέρνει στα βουνά» που μόλις είχε κυκλοφορήσει με τη φωνή του Γιάννη Βογιατζή, σε μουσική Σταύρου Κουγιουμτζή και στίχους του ποιητή Γιώργου Θέμελη, και αποσπά το πρώτο βραβείο που αποτελείται από ένα κοστούμι και μερικές ηλεκτρικές συσκευές.
Το επόμενο διάστημα παράλληλα με τις σπουδές του εργάζεται ως πλασιέ δίσκων στη νεοσύστατη τότε «Βεντέττα», δισκογραφική εταιρεία που είχαν ιδρύσει από κοινού η Πόλυ Πάνου με τον Πάνο Γαβαλά. Μ’ ένα μοτοσακό γυρίζει τα δισκάδικα της Αθήνας και του Πειραιά παίρνοντας παραγγελίες. Ο ίδιος έχει πει ότι δεν είχε ανάγκη τα χρήματα αλλά «επένδυε» σε επαγγελματικές γνωριμίες που πίστευε ότι θα του χρησίμευαν στο εγγύς μέλλον. Και όπως έδειξε η ζωή δεν είχε άδικο…
Το 1965, στη «Βεντέττα», ο Λευτέρης Μυτιληναίος ηχογραφεί το πρώτο του τραγούδι, ένα όμορφο χασάπικο με τίτλο «Ένα καράβι είναι η ζωή μας» σε στίχους Σαράντου Τσιλιβερδή και μουσική Έλλης Δραμινού. Ο τρόπος που τραγουδά είναι βαθιά επηρεασμένος από το ίνδαλμά του, τον μεγάλο λαϊκό τραγουδιστή Πάνο Γαβαλά. Μαζί του, σε δεύτερη φωνή η Έφη Καρρά.
Το πρώτο ηχογραφημένο τραγούδι:
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 βρίσκεται για ακρόαση στα στούντιο της «Columbia» και από εκεί μέσα σε λίγες μόλις μέρες μέσω του ισχυρού άντρα της εταιρείας, Τάκη Λαμπρόπουλου, στην πίστα του κέντρου διασκέδασης «Τα Δειλινά», δίπλα στους Γρηγόρη Μπιθικώτση, Σταμάτη Κόκοτα, Χρηστάκη και Βίκυ Μοσχολιού, με μαέστρο τον Σταύρο Ξαρχάκο. Η βουτιά στα βαθιά αποτελεί για τον Μυτιληναίο μια ευκαιρία που δεν έπρεπε και δεν μπορούσε να χαθεί.
Ο Λ. Μυτιληναίος σε μια όμορφη σύνθεση του σπουδαίου παίκτη μπουζουκιού Κώστα Παπαδόπουλου (στίχοι Γιάννη Κιούρκα):
Η βοήθεια του Γρηγόρη Μπιθικώτση δεν μένει στα τιμητικά, όσο και ενθαρρυντικά, λόγια. Το 1968 εμπιστεύεται στο νεαρό τραγουδιστή δυο τραγούδια σε δική του μουσική και στίχους. Στη μια πλευρά του δίσκου 45 στροφών εγγράφεται το ζεϊμπέκικο «Εσύ ’σαι στα ψηλά» και στην άλλη το τραγούδι «Αμφιβολίες» που θα τον κάνει πλατιά γνωστό (ο δίσκος πουλάει 100.000 αντίτυπα και οι «Αμφιβολίες» παίζονται διαρκώς στο ραδιόφωνο) και θα τον εδραιώσει ως λαϊκό τραγουδιστή.
«Αμφιβολίες»: Το τραγούδι-διαβατήριο προς την καθιέρωση:
Την ίδια χρονιά ηχογραφεί σε πρώτη πάντα εκτέλεση δυο τραγούδια του Άκη Πάνου, με το «Γιατί» να ξεχωρίζει.
«Γιατί δεν ανοίγεις τα χέρια να μπω,
ένα δάκρυ να ρίξω θαμπό,
μια δροσιά, στη δική σου φωτιά…»Ο Λευτέρης Μυτιληναίος τραγουδάει Άκη Πάνου:
Το 1969 ηχογραφεί την μεγάλη επιτυχία «Ποια είσαι εσύ» σε μουσική του Αντώνη Ρεπάνη και στίχους Παναγιώτη Καμηλιέρη, που θα τον ακολουθεί για πάντα ως ένα από τα εμβληματικά του τραγούδια:
Ο πρώτος μεγάλος προσωπικός δίσκος του Λευτέρη Μυτιληναίου ήταν φυσικό να ακολουθήσει την ανοδική πορεία του, και να της δώσει επιπλέον ώθηση. Κυκλοφορεί το 1971 με τίτλο το ονοματεπώνυμό του και είναι αντάξιος των ικανοτήτων του λαϊκού τραγουδιστή και των προσδοκιών του κόσμου. Τα περισσότερα από τα 12 τραγούδια γίνονται μεγάλες επιτυχίες.
Ο πρώτος μεγάλος δίσκος:
Δίπλα στις «Αμφιβολίες» και το «Ποια είσαι εσύ», ξεχωρίζουν τα «Γιατί μου τη θυμίσατε», «Λείπεις εσύ λείπει η ζωή μου», «Είναι στιγμές», σε μουσική Μίμη Χριστόπουλου και στίχους Σάκη Καπίρη, το «Της μοίρας μου η ειρωνεία» σε μουσική Αντώνη Ρεπάνη και στίχους Δημήτρη Γκούτη, και τα «Δεν μπορώ ν’ αλλάξω την καρδιά μου», «Σε είδα με τα μάτια μου» σε μουσική Τάκη Σούκα και στίχους Ηρακλή Παπασιδέρη, με κάποια από αυτά να έχουν κυκλοφορήσει το αμέσως προηγούμενο διάστημα και σε δισκάκια 45 στροφών.
«Γεννήθηκα μ’ αισθήματα ωραία
για αυτό και υποφέρω στη ζωή…»Ο Λευτέρης Μυτιληναίος τραγουδά Τάκη Σούκα – Ηρακλή Παπασιδέρη:
Ο Λευτέρης Μυτιληναίος έχει συνεργαστεί με συνθέτες και στιχουργούς όπως (αλφαβητικά) ο Νίκος Γκάτσος, ο Αντώνης Κατινάρης, ο Γιώργος Κατσαρός, ο Δήμος Μούτσης, ο Σπύρος Παπαβασιλείου, ο Μίμης Πλέσσας, ο Πυθαγόρας, ο Άκης Πάνου, ο Αντώνης Ρεπάνης, ο Τάκης Σούκας, ο Μανώλης Χιώτης, ο Μίμης Χριστόπουλος κ.ά.
«Στο δρόμο σου περπάτησα κυρά μου αριστοκράτισσα
μα εσύ περνάς ξαναπερνάς, πικρό ποτήρι με κερνάς
κι απ’ τη ζωή ξεστράτισα…»Ο Λ. Μυτιληναίος τραγουδάει Νίκο Γκάτσο – Δήμο Μούτση:
Έχει μοιραστεί τα πάλκα και τις πίστες με τους Τζένη Βάνου, Πάνο Γαβαλά, Καίτη Γκρέυ, Λίτσα Διαμάντη, Στράτο Διονυσίου, Δούκισσα, Γιάννη Καλατζή, Σταμάτη Κόκοτα, Ρένα Κουμιώτη, Βίκυ Μοσχολιού, Γρηγόρη Μπιθικώτση, Χαρούλα Λαμπράκη, Γιάννη Ντουνιά, Γιάνη Πάριο, Γιάννη Πουλόπουλο, Ντέμη Ρούσσο (!), Χρηστάκη κ.ά.
«Στη θέση που κοιμόσουνα τώρα κοιμάται άλλη
μια αγάπη πιο όμορφη γλυκιά, γλυκιά και πιο μεγάλη…»Ο Λευτέρης Μυτιληναίος τραγουδάει Μανώλη Χιώτη:
Η παρουσία του στη δισκογραφία απαριθμεί 20-22 μεγάλους δίσκους (σχεδόν όλοι προσωπικοί) και αρκετά δισκάκια 45 στροφών. Ανάμεσα στα πολλά τραγούδια που θα ηχογραφήσει θα ξεχωρίσουν οι επιτυχίες «Δεν είναι όλες ίδιες οι καρδιές», «Συγχώρα με που φεύγω», «Κομπάρσος της καρδιάς σου δε θα γίνω» (μουσική Γιώργου Κατσαρού – στίχοι Κώστα Ρουβέλα), «Τα φώτα χαμηλώστε», «Μα πώς γελάστηκα», «Μακάρι να πίστευε» (μουσική Σπύρου Παπαβασιλείου – στίχοι Κώστα Ρουβέλα), «Χίλιες περάσανε» (μουσική Γιάννη Βασιλόπουλου – στίχοι Λευτέρη Χαψιάδη), «Εσύ με τα πράσινα μάτια» (μουσική Αντώνη Ρεπάνη – στίχοι Κατερίνας Πανάγου), «Ας είχα τη δύναμη» (μουσική Δώρου Γεωργιάδη – στίχοι Άγγελου Αξιώτη) κ.ά.
Ο Λευτέρης Μυτιληναίος διάνυσε μακρά διαδρομή στο χώρο του ελληνικού τραγουδιού, που σημαδεύτηκε από κάποια τραγούδια που φαίνεται ότι αντέχουν στο χρόνο. Όντας γρανάζι της μουσικής βιομηχανίας, δεν έχασε την αξιοπρέπεια και την ανθρωπιά του. Υπήρξε προσγειωμένος και σεμνός ακόμα και την εποχή που βρισκόταν στο απόγειο της δημοτικότητάς του. Κρατούσε αποστάσεις από τις κακοτοπιές και τους «πειρασμούς» της νύχτας και στη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 σταμάτησε να εμφανίζεται στα κέντρα διασκέδασης, όντας δυσαρεστημένος από τις συνθήκες που επικρατούσαν, για να επανέλθει μετά από αρκετά χρόνια.
Ο δημοφιλής τραγουδιστής έφυγε από τη ζωή στις 5 του Απρίλη 2021, χτυπημένος από τον κορονοϊό, αφήνοντας παντοτινό το στίγμα του στο ελληνικό τραγούδι.