Νίνο Ρότα: Το μουσικό άλτερ έγκο του Φελίνι
Προτιμούσε τον τίτλο του συνθέτη κλασικής μουσικής, η φήμη του βασίστηκε ωστόσο στις 150 κινηματογραφικές του μελωδίες, ανάμεσα στις οποίες ξεχωριστή θέση καταλαμβάνουν εκείνες που συνέθεσε για τον συμπατριώτη του Φεντερίκο Φελίνι.
O Νίνο Ρότα συνέδεσε το όνομά του αξεδιάλυτα με τη μουσική σπουδαίων ταινιών Ιταλών και ξένων σκηνοθετών, παρότι ο ίδιος σε όλη του τη ζωή προτιμούσε να χαρακτηρίζεται κλασικός συνθέτης. Γεννήθηκε στο Μιλάνο στις 3 Δεκέμβρη 1911 κι ήταν γιος πιανίστα. Από μικρός θεωρούνταν μουσικό παιδί-θαύμα, κι οι πρώτες του συνθέσεις έγιναν όταν ήταν 8 ετών. Το 1923 ξεκίνησε τις σπουδές του στο ωδείο του Μιλάνου και αργότερα συνέχισε κοντά στον Αλφρέντο Καζέλα στη Ρώμη και το Ωδείο της Αγίας Καικιλίας, όπου έλαβε το δίπλωμα της σύνθεσης. Στη συνέχεια φοίτησε στο Ινστιτούτο Κέρτις στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ, στους τομείς της σύνθεσης και της διεύθυνσης. Την εποχή εκείνη συχνάζει στον κινηματογράφο και εντυπωσιάζεται ιδιαίτερα από τη μουσική του Τζωρτζ Γκέρσουιν. Επιστρέφοντας στην Ιταλία, σπούδασε φιλολογία στο πανεπισήμιο του Μιλάνου ενώ το 1939 άρχισε να διδάσκει Αρμονία κι αργότερα σύνθεση στο Ωδείο Νικολό Πιτσίνι στο Μπάρι, όπου έγινε διευθυντής το 1950. Η καθιέρωσή του ως συνθέτη ήρθε όταν ξεκίνησε η συνεργασία του με τον σπουδαίο σκηνοθέτη Φεντερίκο Φελίνι, από το 1952 ως το θάνατο του Ρότα το 1979. Σε εκείνο το διάστημα, όλες οι ταινίες του σκηνοθέτη έχουν τη μουσική επένδυση του Ρότα, ο οποίος ωστόσο έντυσε μουσικά κι έργα πολλών ακόμα σκηνοθετών, όπως του Λουκίνο Βισκόντι, του Φράνσις Φορντ Κόπολα, της Λίνα Βερτμίλερ ή του Φράνκο Τζεφιρέλι.
Ξεχώρισε ιδιαίτερα για την ικανότητα του να προσαρμόζει τις μελωδίες του στις πιο παράξενες κι απρόβλεπτες επιθυμίες των σκηνοθετών. Σημαντική πηγή έμπνευσης ήταν η μουσική του Τσίρκου, το οποίο ως γνωστόν επηρέαζε έντονα και τον στενό του συνεργάτη Φελίνι. Εκείνος είχε πει κάποτε για το τη συνεργασία τους: “Ο πιο πολύτιμος συνεργάτης που είχα πω, και το λέω ευθέως και δε χρειάζεται καν να διστάσω, ήταν ο Νίνο Ρότα-μεταξύ μας, αμέσως, η πλήρης, απόλυτη αρμονία…Είχε μια γεωμετρική φαντασία, μια μουσική προσέγγιση αντάξια επουράνιων σφαιρών. Δεν είχε λοιπόν ανάγκη να δει εικόνες από τις ταινίες μου. Όταν το ρωτούσα για τις μελωδίες που σκεφτόταν για να σχολιάσω τη μία ή την άλλη σεκάνς, συνειδητοποιούσα ότι δεν ασχολούνταν καθόλου με εικόνες. Ο κόσμος του ήταν εσωτερικός, μέσα του και η πραγματικότητα δεν είχε κανέναν τρόπο να μπει εκεί”. Το αποκορύφωμα της διεθνούς του αναγνώρισης ήρθε με την απονομή του Όσκαρ καλύτερης μουσικής για το δεύτερο μέρος της θρυλικής τριλογίας του “Νονού” του Κόπολα (είχε γράψει τη μουσική και για το πρώτο μέρος, το τρίτο γυρίστηκε χρόνια μετά το θάνατό του). Το κλασικό μουσικό του έργο, αν και έμεινε στη σκιά των κινηματογραφικών του συνθέσεων, που ανήλθαν στις 150, ήταν επίσης πλούσιο, με δεκάδες μπαλέτα και θεατρικές μουσικές, όπερες, και κοντσέρτα για διάφορα όργανα, χορωδιακά έργα και μουσική δωματίου. Πέθανε σαν σήμερα το 1979 από στεφανιαία νόσο. Για την τέχνη του είχε πει κάποτε: “Όταν συνθέτω στο πιάνο, τείνω να νιώθω ευτυχής, αλλά το αιώνιο δίλημμα, πώς μπορούμε να είμαστε ευτυχισμένοι ανάμεσα στη δυστυχία των άλλων; Θα έκανα τα πάντα για να δώσω σε όλους μια στιγμή ευτυχίας. Αυτό είναι που βρίσκεται στην καρδιά της μουσικής μου.