Παναγιώτης Μιχαλόπουλος – Ο «διαβολάκος» του ρεμπέτικου ήταν μαχητής του ΕΛΑΣ…
Τραγούδησε περισσότερα από 400 λαϊκά, ρεμπέτικα και δημοτικά τραγούδια. Έγινε γνωστός με τη σύνθεση του Μητσάκη «Σαββατόβραδο συννεφιασμένο» και τον «Διαβολάκο». Η ιστορία του όμως άρχισε ως μαχητής του ΕΛΑΣ…
Δεν γνωρίζουμε πολλά για τη ζωή και την καλλιτεχνική διαδρομή του Παναγιώτη Μιχαλόπουλου, ενός εξαιρετικού τραγουδιστή του ρεμπέτικου, λαϊκού και δημοτικού τραγουδιού (ήταν επίσης εξαιρετικός «αμανετζής» και μουσικός) και αυτό οφείλεται κυρίως στη σεμνότητά του και στο χαμηλό προφίλ που διατηρούσε, ακόμα και όταν επί σειρά ετών βρέθηκε στην κορυφή της δημοσιότητας γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία.
Ο Παναγιώτης Μιχαλόπουλος γεννήθηκε στις 24 του Μάρτη 1924 στο χωριό Λυκότραφο Μεσσηνίας, λίγα χιλιόμετρα έξω από την Καλαμάτα, και έφυγε από τη ζωή στις 28 του Αυγούστου 1992. Μεσουράνησε κυρίως τη δεκαετία του 1970, υπηρετώντας όμως με συνέπεια το λαϊκό τραγούδι περισσότερο από τέσσερις δεκαετίες, ενώ τα τραγούδια του δεν έπαψαν ν’ ακούγονται και να συνοδεύουν τις στιγμές των ανθρώπων μέχρι τις μέρες μας.
Στο αφιέρωμά μας στον Παναγιώτη Μιχαλόπουλο που είχε δημοσιευτεί στην Κατιούσα πριν περίπου τέσσερις μήνες, είχαμε αναφερθεί σε κάποια άγνωστα στο πλατύ κοινό στοιχεία για τη ζωή του, όπως η δράση του στην ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές του ΕΛΑΣ, ο τραυματισμός που του είχε αφήσει αναπηρία, καθώς επίσης και στα δυο τραγικά γεγονότα που είχαν λαβώσει αγιάτρευτα την ψυχή του: το θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα του 30χρονου γιου του, Σταύρου Μιχαλόπουλου, το 1975, και στη συνέχεια την απώλεια της όρασης του γιου του Μάκη από βαρύ τραυματισμό σε τροχαίο. Και οι δυο γιοι του Παναγιώτη Μιχαλόπουλου (είχε επίσης δυο κόρες) ήταν τραγουδιστές.
Μερικές μέρες μετά το δημοσίευμα της Κατιούσα, επικοινώνησε για πρώτη φορά μαζί μας η εγγονή του Παναγιώτη Μιχαλόπουλου, Όλγα Μιχαλοπούλου, κόρη του αδικοχαμένου Σταύρου, η οποία και μας παραχώρησε ένα άγνωστο άρθρο του αξέχαστου δημοσιογράφου και ερευνητή του λαϊκού τραγουδιού, Πάνου Γεραμάνη, γραμμένο λίγο μετά τον θάνατο του Παναγιώτη Μιχαλόπουλου (δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ταχυδρόμος»), καθώς επίσης και σπάνιο υλικό από την καλλιτεχνική διαδρομή του δημοφιλούς τραγουδιστή παππού της. Σήμερα, με τη συμπλήρωση 28 χρόνων από τη μέρα που σίγησε για πάντα η φωνή του Παναγιώτη Μιχαλόπουλου, παρουσιάζουμε από τις σελίδες του περιοδικού το άρθρο του Πάνου Γεραμάνη και φωτογραφικό υλικό, και δεσμευόμαστε να επανέλθουμε δημοσιεύοντας στο προσεχές μέλλον και άλλο ανέκδοτο υλικό από την πορεία του Π. Μιχαλόπουλου.
Και μέσα από αυτές τις γραμμές ευχαριστούμε από καρδιάς την κυρία Όλγα Μιχαλοπούλου για την εμπιστοσύνη της και την παραχώρηση των ντοκουμέντων.
Ακολουθεί το άρθρο του Πάνου Γεραμάνη:
Ο «διαβολάκος» του ρεμπέτικου
του Πάνου Γεραμάνη
(περιοδικό “Ταχυδρόμος”, 1992)
Τραγούδησε περισσότερα από 400 λαϊκά, ρεμπέτικα και δημοτικά τραγούδια. Έγινε γνωστός με τη σύνθεση του Μητσάκη «Σαββατόβραδο συννεφιασμένο» και τον «Διαβολάκο». Η ιστορία του όμως άρχισε ως μαχητής του ΕΛΑΣ…
Το τραύμα στο πόδι, από το βόλι του «εχθρού» σε μάχη της Καλαμάτας όταν πολεμούσε, ως μαχητής του εφεδρικού ΕΛΑΣ, του είχε ανοίξει πληγή σ’ όλη του τη ζωή. Πληγή βαθιά στο σώμα μα περισσότερο στην ψυχή του, που έκλεισε για πάντα το απόγευμα της Παρασκευής, 28 Αυγούστου, όταν σταμάτησε να χτυπάει η καρδιά του, στο κρεβάτι του Κρατικού Νοσοκομείου στη Νίκαια.
Πικραμένος και λησμονημένος από την πολιτεία έφυγε από τη ζωή, ένας άνθρωπος του ρεμπέτικου και του λαϊκού τραγουδιού, ο Παναγιώτης Μιχαλόπουλος, στα 68 του χρόνια.
Το όνομά του είχε συνδεθεί για δεκαετίες με το πρότυπο της γνησιότητας του λαϊκού τραγουδιστή και οργανοπαίχτη, που δεν αρνήθηκε ούτε στιγμή τον κόσμο που τον ανάδειξε και τον καταξίωσε. Ήταν σεμνός άνθρωπος και σωστός καλλιτέχνης-διασκεδαστής, με δικό του στυλ και χαρακτήρα. Με τα τραγούδια του γλέντησαν – κατά καιρούς στα κέντρα του – κυρίως απλοί άνθρωποι, αλλά και προσωπικότητες της πολιτικής ζωής.
Σαράντα χρόνια, ο Μιχαλόπουλος με την ιδιότυπη φωνή του υπήρξε ακούραστος εργάτης του λαϊκού τραγουδιού. Μέχρι τις τελευταίες στιγμές της ζωής του υπηρέτησε με συνέπεια και ευθύνη το πάλκο και τη δισκογραφία.
Κυνηγημένος στη ζωή του, από τους ανθρώπους, αλλά και από τις περιστάσεις, ο Παναγιώτης Μιχαλόπουλος – όπως θυμάται ο μικρότερος αδελφός του Γιώργος – πάλεψε σκληρά και αντιστάθηκε. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι δεν τον άφησαν ούτε στιγμή σε χλωρό κλαρί, ενώ η μοίρα τον χτύπησε σκληρά. Του στέρησε το γιο του Σταύρο, τραγουδιστή, που το ξημέρωμα της 8ης Οκτωβρίου 1975 σκοτώθηκε σε δυστύχημα στην Π. Ράλλη, όταν γύριζε σπίτι του μετά τη δουλειά. Και ακόμη σε δυστύχημα, ο άλλος γιος του Μιχαλόπουλου, ο Μάκης (τραγουδιστής κι αυτός) τραυματίστηκε βαριά και έχασε το φως του.
«Η μοίρα με σακάτεψε» έλεγε συχνά ο Παναγιώτης Μιχαλόπουλος και το επαναλάμβανε μέσα από τα τραγούδια του. Από τα δεκάδες λαϊκά κομμάτια που έγραψε ο ίδιος, με στίχους γεμάτους ευαισθησία.
«Ο πατέρας μου ήταν λαϊκός τραγουδιστής στην πράξη», λέει η κόρη του Χαρούλα, που στάθηκε αρκετά χρόνια πλάι του στο πάλκο και συμπληρώνει: «Σαν καλλιτέχνης και σαν οικογενειάρχης ήταν πάντα σωστός. Είχε μόνο φίλους. Αγαπούσε τον κόσμο».
ΣΤΙΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΤΟΥ ΕΛΑΣ
Η πορεία του Παναγιώτη Μιχαλόπουλου αρχίζει από τα βουνά της Μεσσηνίας. Στα 14 χρόνια του έφυγε από το χωριό του, το Λυκότροφο, κι έπιασε δουλειά στη στάνη ενός τσέλιγκα στο Μαυρομάτι Παμίσου. Έβοσκε πρόβατα κι έπαιζε φλογέρα που έφτιαχνε ο ίδιος από καλάμια. Στα δύσκολο χρόνια της γερμανικής Κατοχής ο Παναγιώτης Μιχαλόπουλος οργανώθηκε στις γραμμές του εφεδρικού ΕΛΑΣ πολεμώντας τον κατακτητή. Συνέχισε τη δράση του και στα χρόνια του εμφυλίου. Σε μια μάχη, στην Καλαμάτα, τραυματίστηκε από σφαίρα στο πόδι. Και όπως έλεγε πάντα ο ίδιος, αυτό ήταν ένα μεγάλο «παράσημο».
Η πρώτη επαφή του Παναγιώτη Μιχαλόπουλου με το τραγούδι έγινε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, στην Καλαμάτα. Τραγουδούσε σε ορχήστρα το 1949, που την αποτελούσαν γνωστοί και φίλοι του μουσικοί: Θ. Κουκουβίνος, Γ. Κότσιρας, Νικολόπουλος, Πατριαρχέας, Θρασύβουλος κ.ά.
Στην αρχή ο Π. Μιχαλόπουλος τραγουδούσε σε πανηγύρια της Μεσσήνης τους καλοκαιρινούς μήνες. Αργότερα εμφανίσθηκε σε λαϊκά κέντρα της Καλαμάτας («Κήπος της Εδέμ», «Πανελλήνιο» και σε αίθουσες της παραλίας).
Τα πρώτα χρόνια της πορείας του στο τραγούδι ο Παναγιώτης Μιχαλόπουλος – όπως μας θυμίζει ο αδελφός του Γιώργος – λόγω της αντιστασιακής του δράσης ήταν το «κόκκινο πανί» για τους «άλλους» στη Μεσσηνία και πάντα τον κυνηγούσαν.
Έτσι αναγκάστηκε να φύγει για την Αθήνα.
Παντρεμένος με την Όλγα Αραπάκη (κόρη του προέδρου των λιμενεργατών της Καλαμάτας) εγκαταστάθηκαν με τα τέσσερα παιδιά τους (Χαρούλα, Σταύρο, Μάκη, Γιώτα) στο Αιγάλεω.
ΣΤΟ «ΧΟΥΛΑ ΧΟΥΠ»
Δύσκολα και τα πρώτα χρόνια στην Αθήνα. Στην Πέτρου Ράλλη η πρώτη δουλειά στο πάλκο, με έναν διάσημο της εποχής εκείνης: Τον Δημήτρη Στεργίου ή Μπέμπη, που, όταν έπαιζε μπουζούκι, τον ζήλευαν (με την καλή έννοια) ο Τσιτσάνης, ο Παπαϊωάννου, ο Μάρκος, ο Χιώτης! Με τον Μπέμπη και τον αδελφό του, Φώτη Μιχαλόπουλο, εργάσθηκαν στη «Φωλιά» και στο «Χούλα Χουπ» στο Αιγάλεω. Την περίοδο εκείνη ο Παναγιώτης Μιχαλόπουλος γύρισε σε δίσκους 78 στροφών τα πρώτα του τραγούδια στην «Columbia». Έκανε τη μεγάλη επιτυχία τραγουδώντας τη σύνθεση του Γιώργου Μητσάκη «Σαββατόβραδο συννεφιασμένο».
Τα «συναδελφικά πάθη», όμως, ανάγκασαν τον ευαίσθητο Παναγιώτη Μιχαλόπουλο να φύγει ξανά (οικογενειακώς) για την Καλαμάτα όπου έμεινε τέσσερα χρόνια. Στην Αθήνα επέστρεψε και πάλι το 1958. Έμεινε μόνιμα μεταξύ Αιγάλεω και Κοκκινιάς μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του. Σαν τραγουδιστής και μουσικός (έπαιζε μπουζούκι και κιθάρα) δούλεψε για μεγάλα διαστήματα με τους Βασίλη Τσιτσάνη, Γιάννη Παπαϊωάννου, Σωτηρία Μπέλλου, Βαγγέλη Περπινιάδη, Πρόδρομο Τσαουσάκη, Θόδωρο Πολυκανδριώτη, Σπύρο Ζαγοραίο, Ανθούλα Αλιφραγκή, Λεονάρδο Μπουρνέλη κ.ά.
Σημαντικό, όμως, είναι το έργο του Παναγιώτη Μιχαλόπουλου στη δισκογραφία: Γύρισε περισσότερα από 400 λαϊκά, ρεμπέτικα και δημοτικά τραγούδια με αυθεντική ερμηνεία: «Το σκουλαρίκι» (Γ. Μητσάκη), «Της φτώχειας τα κουρέλια» (Β. Τσιτσάνη), «Βουνό με βουνό δε σμίγει» (Μ. Χιώτη), «Ο χάρος ήπιε δυο κρασιά» (Γ. Ροβερτάκη), «Ο Σταύρος» (Μ. Βαμβακάρη), «Λαχαναγορίτες γεια σας» (Θ. Πολυκανδριώτη), «Διαβολάκος» (δικό του), «Παιδί της νύχτας» (Λ. Μπουρνέλη).
Εκτός απ’ την πληγή στο πόδι του, ο Παναγιώτης Μιχαλόπουλος είχε – όπως έλεγε παντού και πάντα – την αγιάτρευτη πληγή για το χαμό του γιου του τραγουδιστή Σταύρου. Και τα προγράμματα στο λαϊκό κέντρο που τραγουδούσε έκλειναν μ’ ένα δικό του τραγούδι, τραγούδι – αμανέ: «Αφήστε με να κοιμηθώ για πάντα».
Δείτε ακόμα:
Παναγιώτης Μιχαλόπουλος: Ο ανάπηρος αγωνιστής του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ που μεσουράνησε στο λαϊκό πεντάγραμμο