Παντελής Θαλασσινός – Οι “μεταμορφώσεις” ενός κομμουνιστή βάρδου
Τον καιρό που πολλοί ξεπουλάνε το παρελθόν τους, ο Θαλασσινός μας θυμίζει πως η αλλαγή σημαίνει πρωτίστως εξέλιξη, χωρίς να προδίδεις τις αρχές που σε καταξίωσαν.
Τα τελευταία χρόνια έχουμε συνηθίσει σε οβιδιακές μεταμορφώσεις προσώπων και θεσμών που μεταλλάσσονται, ξεχνάνε τις αρχές τους και αυτό που ήταν κάποτε. Γι’ αυτό συνήθως αντιμετωπίζουμε καχύποπτα τις μεγάλες και απότομες αλλαγές, είτε πρόκειται για πολιτικούς είτε για άλλα δημόσια πρόσωπα, όπως τους καλλιτέχνες. Εξάλλου κι η τέχνη πολιτική είναι.
Είναι πολύ σημαντικό λοιπόν, σε αυτές τις συνθήκες, που πολύς κόσμος αναζητά κάποιες σταθερές αναφορές, να υπάρχουν παραδείγματα που μας θυμίζουν πως αλλαγή σημαίνει πρωτίστως “εξέλιξη”, χωρίς να προδίδει τα βασικά χαρακτηριστικά της πρότερης καταξίωσης. Αυτή είναι κι η περίπτωση του Παντελή Θαλασσινού, με την ενδιαφέρουσα μουσική διαδρομή του.
Γεννήθηκε σαν σήμερα, στις 11 Ιουνίου του 1958, κι έζησε τα πρώτα χρόνια της παιδικής του ηλικίας στη Χίο, τόπο καταγωγής του πατέρα του. Εκεί ήρθε σε επαφή με την κιθάρα, χάρη στους συναδέλφους μουσικούς του πατέρα του, στο Ναυτικό Όμιλο, ενώ κι ο ίδιος αργότερα θα έκανε μεροκάματα στον ίδιο κλάδο, δείχνοντας πως το όνομα πάει μαζί με τη χάρη. Αυτή η περίοδος άφησε λίγα αποτυπώματα και στη μετέπειτα καλλιτεχνική του πορεία, με πιο εμφανές τα εξώφυλλα των πρώτων δίσκων του, που τα στόλιζαν οι δουλειές του Χιώτη χαράκτη-ζωγράφου Νίκου Γιαλούρη.
Στη Μεταπολίτευση, η οικογένειά του μετακομίζει στο Κερατσίνι, όπου ο Παντελής συνδέεται με την ευρύτερη περιοχή του Πειραιά (με τους Λαθρεπιβάτες να αφιερώνουν ένα τραγούδι στο Πασαλιμάνι), αν και είχε προλάβει να γίνει φανατικός οπαδός της ΑΕΚ.
Παράλληλα με τα πρώτα μεροκάματα, αρχίζει τις εμφανίσεις του ως κιθαρωδός σε ταβέρνες και μπουάτ. Σε μία από αυτές γνωρίζει το Γιάννη Νικολάου και λίγο αργότερα θα συνθέσουν από κοινό ένα δίδυμο που, παρά τη μικρή μουσική του διαδρομή, κέρδισε από την πρώτη αρχή μεγάλη αναγνώριση, χάρη στη μεγάλη επιτυχία “Απόψε λέω να μην κοιμηθούμε”, με την οποία η φωνή του Παντελή συστήνεται στο ευρύ κοινό. Το τραγούδι έχει καλοκαιρινό στίχο, και στοιχεία που θυμίζουν το “πάρτι στη Βουλιαγμένη”, έχοντας μάλιστα μια αναφορά και στον Κηλαηδόνη.
Ακολουθούν πολλές επιτυχίες, στο κλίμα της εποχής, με ποπ ενορχηστρώσεις. Απλά -αλλά όχι απλοϊκά τραγούδια- που είναι μεστά, ακόμα και αν τους λείπει ένας πιο στρατευμένος προβληματισμός.
Παράλληλα κάποια κομμάτια δίνουν από τότε κιόλας το μουσικό στίγμα που καθιέρωσε το Θαλασσινό, όταν ξεκίνησε τη σόλο καριέρα του, μετά τη διάλυση του συγκροτήματος, το 1991 (που πρόσφατα επανενώθηκε για μια βραδιά στο Σταυρό του Νότου) μια σημαδιακή χρονιά, με πολλές ανατροπές ιστορικής σημασίας -και διαφόρων ειδών “πολιτικούς λαθρεπιβάτες”, που έφυγαν από το “καράβι που βούλιαζε”.
Το νέο κεφάλαιο της μουσικής του πορείας έχει περισσότερα λαϊκά στοιχεία, που τον οδηγούν από την ποπ στο χώρο του έντεχνου -όπως έχουμε μάθει, καλώς ή κακώς, να τον αποκαλούμε σχηματικά, χάριν συνεννόησης. Ακολουθούν σχεδόν δύο δεκαετίες γεμάτες διακρίσεις, μεγάλες επιτυχίες και χιλιάδες πωλήσεις δίσκων, που γίνονται χρυσοί και πλατινένιοι.
Ο Παντελής Θαλασσινός συνεχίζει αγέραστος τις εμφανίσεις του όλα αυτά τα χρόνια. Και το μόνο που άλλαξε ήταν πως αποχωρίστηκε πέρσι την πλούσια μακριά κόμη του, που ήταν σήμα κατατεθέν του -μία από τις “μεταμορφώσεις” στις οποίες αναφέρεται ο τίτλος της ανάρτησης.
Το κοντέρ γράφει δεκάδες αξιόλογες συνεργασίες, εκατοντάδες συναυλίες κάθε χρόνο σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, και προφανώς δεκάδες παρουσίες στα Φεστιβάλ ΚΝΕ-Οδηγητή, όπου αποτελεί σταθερό σημείο αναφοράς και γίνεται πάντα ένα με το κοινό του από κάτω. Ενώ δεν παραλείπει να κάνει κάθε φορά σχεδόν δηλώσεις εκλογικής στήριξης για το ΚΚΕ.
Πριν τις εκλογές του 2007 έλεγε πχ: Πάντα στηρίζω το ΚΚΕ. Δεν έχω ψηφίσει ποτέ κάτι άλλο. Είμαι στη βάση του κόσμου, από εκεί ξεκίνησα και εκεί είμαι.
Ενώ σε ένα Φεστιβάλ το 2000, αντί κάποιας δήλωσης, αφιέρωνε στα παιδιά της ΚΝΕ τους στίχους.
«Καράβια είμαστε που ρίχνονται στο κύμα, που έχουν στο αίμα τους αλμύρα και σκουριά, για μας ο θάνατος και το μεγάλο κρίμα είναι να μένουμε δεμένα στη στεριά»…
Έχει το θάρρος της γνώμης του και τοποθετείται συχνά για όσα συμβαίνουν, με δημόσιες παρεμβάσεις. Δεν του αρέσουν όμως οι δημόσιες σχέσεις, για αυτό και περιφρουρεί αυστηρά το προφίλ του στο Facebook από τα κοράκια της κίτρινης δημοσιογραφίας, για να εκφράζεται ελεύθερα, ακόμα και αθυρόστομα ενίοτε, χωρίς να έχει τους περιορισμούς της δημόσιας θέσης του.
Κι αν εξελίχθηκε μουσικά, αν έκοψε τα μακριά μαλλιά, παραμένει κατά βάθος ο ίδιος.
Όπως τραγουδούσε κάποτε: ο Αστερίξ πολεμάει με τη Ρώμη, κι εγώ με εσένα πριν κοιμηθώ…
Μαζί με τα τραγούδια του, το πιο σημαντικό είναι πως ο Παντελής δεν έγινε ένας από τους πολλούς κυρ-Παντελήδες σε αυτή τη γη.