Πιότρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι-Μια όψιμη μουσική μεγαλοφυΐα
Ήταν ο πρώτος που κατέστησε γνωστή τη λόγια ρωσική μουσική διεθνώς, ανοίγοντας το δρόμο για μια λαμπρή χορεία συνθετών που θα ακολουθούσε στα τέλη του 19ο και τον 20ο αιώνα.
O Πιότρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι θεωρείται μέχρι σήμερα ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες στην ιστορία της κλασικής μουσικής, γνωστός κυρίως για τα δημοφιλέστατα μέχρι σήμερα μπαλέτα του, όπως η Λίμνη των Κύκνων και ο Καρυοθραύστης. Ήταν επίσης ο πρώτος που κατέστησε γνωστή τη λόγια ρωσική μουσική διεθνώς, ανοίγοντας το δρόμο για μια λαμπρή χορεία συνθετών που θα ακολουθούσε στα τέλη του 19ο και τον 20ο αιώνα. Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1840 στο Βοτκίνσκ από εύπορη οικογένεια δημοσίων υπαλλήλων. Ο πατέρας του διηύθηνε το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Αγίας Πετρούπολης και η μητέρα του ήταν Γαλλίδα. Δεν έλαβε συστηματική μουσική μόρωση ως παιδί, παρότι από νωρίς είχε δείξει την κλίση του σε αυτή. Αντ’αυτού προσπάθησε αρχικά να σταδιοδρομήσει κι εκείνος στο δημόσιο τομέα, για τον οποία ήταν παντελώς ακατάλληλος. Με παρότρυνση φίλου του ξεκίνησε στα 23 του να ασχολείται σοβαρά με τη μουσική, σπουδάζοντας στο ωδείο της Αγίας Πετρούπολης στο πλευρό του Άντον Ρουμπινστάιν. Με τη μεσολάβηση του αδερφού του έγινε δάσκαλος θεωρίας στο ωδείο της Μόσχας, θέση που εγκατέλεψει μετά από 11 χρόνια το 1877 για να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στη σύνθεση. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε για τρεις μήνες μια φανατική του θαυμάστρια, την Αντωνίνα Μιλιούκοβα, σε μια αποτυχημένη προσπάθεια να καταπνίξει τις φήμες περί ομοφυλοφιλίας του, έχοντας συμφωνήσει εκ των προτέρων μαζί της πως ο γάμος δε θα ολοκληρωνόταν.
Πάλι μέσα στο 1877 ξεκινά η αλληλογραφία του με την πλούσια χήρα Ναντέζντα φον Μεκ, η οποία παρότι δεν τον συνάντησε παρά μόνο μια φορά φευγαλέα και χωρίς εκείνος να τη χαιρετίσει, τον υποστήριζε ως το 1890 με 6000 ρούβλα ετησίως. Η απότομη διακοπή της αλληλογραφίας από πλευράς της ήταν πλήγμα από το οποίο δεν μπόρεσε να συνέλθει ο Τσαϊκόφσκι, παρότι οικονομικά δεν είχε μεγάλο πρόβλημα λόγω της χορήγησης κρατικής σύνταξης από τον τσάρο. Ο συνθέτης γενικά είχε τη φήμη εξαιρετικά μονήρους και ντροπαλού ανθρώπου, ενώ ξεκίνησε να διευθύνει το έργο του σε μεγάλη σχετικά ηλικία, περιοδεύοντας σε μια σειρά χώρες, ενώ το 1893 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτορας του Καίμπριτζ. Η μουσική του εμπνεύστηκε από τις λαϊκές παραδόσεις της πατρίδας του, αλλά με έντονες δυτικές επιρροές, ιδίως από το Μότσαρ, που θαύμαζε ιδιαίτερα. Το έργο του υπήρξε κυρίως συμφωνικό. Οι τρεις τελευταίες συμφωνίες του, κυρίως η έκτη, η λεγόμενη “Παθητική” είναι οι γνωστότερες, ενώ συνέγραψε επίσης κονσέρτα για πιάνο, για βιολί, εισαγωγές για ορχήστρα, συμφωνικά ποιήματα καθώς και έντεκα όπερες. Έφυγε από τη ζωή αδόκητα στις 6 Νοέμρβη 1893 σε ηλικία 53 ετών, λίγες μέρες αφότου είχε διευθύνει την “Παθητική” συμφωνία.