Πολ ΜακΚάρντνεϊ – Μια μουσική ιδιοφυΐα και η ρετσινιά του Σαλιέρι
Άλλαξε την ιστορία της μουσικής μαζί με το Λένον και τους Beatles, αλλά μετά τη διάλυσή τους, έζησε στη σκιά της επιτυχίας τους.
Οι ιστορικοί μας βεβαιώνουν πως το στερεότυπο του ζηλόφθονου Σαλιέρι που εποφθαλμιούσε τη μουσική ιδιοφυΐα του Μότσαρτ, απέχει αρκετά από την πραγματικότητα, χωρίς πάντως αυτό να αλλάζει πολύ την εδραιωμένη πεποίθηση των θεατών της σχετικής ταινίας και την υστεροφημία του συνθέτη.
Είναι ίσως άδικο κι εξίσου μακριά από την αλήθεια, αλλά είναι αρκετά πιθανό ο Πολ ΜακΚάρτνεϊ να περάσει στην ιστορία ή τέλος πάντων στη μνήμη πολλών ως ένας σύγχρονος “Σαλιέρι”, που ζούσε στη σκιά της μουσικής ιδιοφυΐας του Τζον Λένον, με τον οποίο άλλαξαν την ιστορία της μουσικής, φτιάχνοντας τα θρυλικά “ανορθόγραφα” σκαθάρια, τους Beatles, προτού διαλυθεί το συγκρότημα και η μεταξύ τους σχέση.
Γεννήθηκε σαν σήμερα στις 18 Ιουνίου του 1942 στην πόλη του Λίβερπουλ. Πήρε το πρώτο έναυσμα να ασχοληθεί με τη μουσική από τον τρομπετίστα πατέρα του, διάλεξε όμως την κιθάρα, όταν παραδέχτηκε πως δε θα μπορούσε να τραγουδάει παίζοντας παράλληλα τρομπέτα, και μολονότι αρχικά δυσκολεύτηκε να προσαρμοστεί ως αριστερόχειρας στις απαιτήσεις του οργάνου και τα σωστά κουρδίσματα.
Έχασε τη μητέρα του στην εφηβεία του και αυτό ήταν ίσως ένας από τους λόγους για να δεθεί παραπάνω με τον λίγο μεγαλύτερό του Τζον Λένον. Οι Quarrymen έγιναν στην πορεία τα γνωστά σε όλους μας σκαθάρια, αποκτώντας την τελική τους σύνθεση με την προσθήκη του Τζορτζ Χάρισον και του Ρίνγκο Σταρ, για να κατακτήσουν την κορυφή του κόσμου την επόμενη δεκαετία.
Ξεκίνησαν από τις ροκ-εν-ρολ διασκευές, για να περάσουν γρήγορα στις επιτυχίες που έφταναν στην κορυφή κάθε λίστας και την καρδιά-ουρλιαχτό κάθε μικρού κοριτσιού, και από εκεί στην ψυχεδέλεια, τις εσωτερικές αναζητήσεις και τον πιο πρωτότυπο “σκληρό” ήχο, πάντα στην πρωτοπορία της μουσικής σκηνής. Ο ίδιος υπέγραφε μαζί με το Λένον τη μουσική στα περισσότερα τραγούδια του συγκροτήματος και του ανήκουν οι συνθέσεις μερικών από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του, όπως το κλασικό “Let it Be”, το ρομαντικό “Yesterday”, το ψυχεδελικό “Eleanor Rigby”, το “Hey Jude”, και το “Love Me Do”, με το οποίο άρχισε η εκτόξευση προς την κορυφή.
Μετά την περιοδεία στις ΗΠΑ, τα σκαθάρια είχαν αρχίσει να νιώθουν πιο διάσημα και από το Χριστό -όπως είχε πει ο Τζον Λένον. Σύντομα όμως άρχισε η φθορά στις σχέσεις τους κι η μεταξύ τους απομάκρυνση. Πολλοί το αποδίδουν αυτό στο ρόλο της Γιαπωνέζας Γιόκο Όνο, που έκανε τον Λένον ό,τι ήθελε, και στο ράγισμα του γυαλιού μεταξύ του Λένον και του ΜακΚάρτνεϊ. Εκ των υστέρων πάντως οι πρωταγωνιστές λένε πως η αλήθεια ήταν πιο απλή και το διαζύγιο οφείλεται στη διαχείριση της μεγάλης επιτυχίας των Beatles, που έκανε τα μέλη τους να αναζητούν άπληστα περισσότερη δόξα και μια σόλο καριέρα. Ενώ ο Πολ φαινόταν να είναι ο μόνος που επιχειρούσε να κρατήσει ενωμένη την μπάντα, παρά τις όποιες ευθύνες του στο κακό κλίμα που επικρατούσε.
Ένα κλίμα που χειροτέρευσε αμέσως μετά το διαζύγιο, με φαρμακερές ατάκες εκατέρωθεν και πάθη που έβγαιναν στην επιφάνεια μετά από τόσα χρόνια. Όταν για παράδειγμα ο ΜακΚάρτνεϊ έλεγε πως η τέχνη είχε γίνει αυτό που ήταν χάρη στους Beatles, ο Λένον του έστειλε μια οργισμένη επιστολή, όπου του έλεγε μεταξύ άλλων: “ίσως συνέλθεις, όταν πάψεις να έχεις αυτήν την αυτοπεποίθηση”. Παρόλα αυτά, όταν δολοφονήθηκε ο Λένον, ο ΜακΚάρτνεϊ του αφιέρωσε ένα τραγούδι ως ύστατο φόρο τιμής στον πάλαι ποτέ καλό του φίλο και συνδημιουργό.
Κι αν πω ότι σε γνώριζα καλά,
πιθανότατα θα γελούσες,
αν ήσουν σήμερα εδώ.
Όλα σχεδόν τα σκαθάρια έκαναν πολύ αξιόλογα πράγματα στη σόλο διαδρομή τους, με τον ΜακΚάρτνεϊ να δημιουργεί δικό του συγκρότημα -τους Wings- και να κάνει μια σειρά ενδιαφέρουσες και πρωτότυπες συνεργασίες, όπως αυτή με το νεαρό τότε Μάικλ Τζάκσον.
Το 98′ χάνει την αγαπημένη του σύζυγο Λίντα, κάνει άλλους δύο γάμους, προλαβαίνει να μαλώσει με το γιο του και να τα ξαναβρούνε, και να του αποταθεί ο τίτλος του Σερ. Δεν μπόρεσε όμως να νικήσει τη φθορά, όπως ο Λένον που έφυγε πολύ νωρίς, και να αποφύγει το ερώτημα τι θα γινόταν αν τα Σκαθάρια είχαν παραμείνει ενωμένα, στην πιο δημιουργική τους ηλικία.