Πόσο βαθιά, πόσο ψηλά; Fusion ρητορικά ερωτήματα, δυνατές μουσικές στην ελληνική τζαζ underground σκηνή
Η αντικειμενική πραγματικότητα – κατά Λένιν – είναι μία, ανεξάρτητα απ’ την αντίληψή μας γι’ αυτήν, και η αντικειμενική πραγματικότητα εδώ είναι ότι το “A Constant State of Conversation” είναι γαμάτο.
Παν κοντά δυο χρόνια που αρθρόγραψα εδώ, το κείμενο αφορούσε νεο-τζαζ πόνημα των αθηναίων Kepler Is Free εν μέσω λοκντάουν κλπ, τι τρέλα κι αυτή με τα κόβιντ. Τότε έλεγα για πέντε χιλιάδες κρούσματα την ημέρα στην Πράγα κι ήταν σαν τη συντέλεια του κόσμου. Τώρα επαναπατρισθείς στη Σαλονίκη, Εύοσμο και δεκαπέντε χιλιάδες κρούσματα όμικρον και δεν τρέχει τίποτα, κουλ. Πώς αλλάζουν οι καιροί.
Επανέρχομαι λοιπόν με την επικείμενη άρση – ή πέσιμο – των μασκών μ’ ένα νέο side project ενός εκ των συμμετεχόντων των προαναφερθέντων, του ντραμίστα Σωκράτη Τσεντόγλου παρέα με τους Θάνο Μπέκα στο ηλεχτρικό μπάσο και Δημήτρη Βεντουράκη στο ηλεχτρικό πιάνο, κομμουνισμός = εξηλεχτρισμός + σοβιετική εξουσία. Πόσο βαθιά να το αναλύσω, πόσο ψηλά να φτάσω; How Deep How High.
Εδώ βέβαια δεν έχουμε σοβιετική εξουσία, παρά τις μέχρι πρότινος αντιρρήσεις των διαφόρων Αδώνιδων ότι η Ελλάδα ήταν “σοβιετία μέχρι τη δεκαετία του ’90” κι άλλες τέτοιες νεοδεξιές τρίχες. Και ο ηλεχτρισμός τελευταία κοστίζει πολύ, τα εξακοσάρια πέφτουν σύννεφο λόγω της ενεργειακής κρίσεως. Κρίσεις υπάρχουν πολλές: επισιτιστική, ανθρωπιστική, περιβαλλοντική, ενεργειακή, οικονομική κλπ. Όλες όμως είναι μασκαρέματα, εκφάνσεις, σίκουελς και πρίκουελς της εξής μίας: της καπιταλιστικής.
Οπότε, για να βγάλεις ηλεχτρική μουσική σήμερα πρέπει να κάψεις ρεύμα, που θα παραχθεί κατά πάσα πιθανότητα από ρώσικο φυσικό αέριο, με τον Πούτιν να στέκεται απειλητικά πάνω απ’ τη στρόφιγγα και να μας λέει: καθίστε ήσυχα κωλοευρωπαίοι για’ θα σας το κόψω. Να δούμε πώς θα ζεστάνετε τα νερά σας, τα καλοριφέρ σας, πώς θα δουλέψετε τα μίξερ και τις καφετιέρες και τα ηλεχτρικά πιάνα σας με οικολογικά φουρφούρια και φωτοβολταϊκά.
Άλλο που δεν θέλουν οι φονιάδες των λαών αμερικάνοι δυτικοί ολιγάρχες (λες κι αυτοί είναι λιγότερο μαφιόζοι απ’ τους again φονιάδες των λαών ρώσους ομολόγους τους) να μοσχοπουλήσουν ελ-εν-τζι σε μας τους ευρωπαίους πουθενάδες που το παίζουμε χίπστερ με χάρτινα καλαμάκια και αιολικά φουρφούρια, που δεν φτάνουν μήτε για τα τρία λαμπατέρ που καίμε στα σπίτια. Πόσο ψηλά θα φτάσει η ΔΕΗ, πόσο βαθιά να βάλω το χέρι στην τσέπη; How Deep How High.
Τώρα εδώ που φτάσαμε βεβαίως, ο Μητσοτάκης έδωσε εντολή να κάψουμε λιγνίτες, πάλι θα φλομώσουν στην Πτολεμαΐδα στα μονοξείδια κι από δω παν κι άλλοι με τις συμφωνίες των Παρισίων. Νταξ παιδιά, ας το λήξουμε εδώ, ξεχάστε το περιβαλλοντικό σώσιμο του πλανήτη, σιγά μη φτάσουμε μέχρι τα μέσα του αιώνα το νετ ζίροου. Καληνύχτα περιβάλλον, γουέλκαμ κλιματική αλλαγή. Πιες τώρα φρέντο με χάρτινο καλαμάκι και επαναχρησιμοποιούμενο ποτήρι απ’ τα Βίκο μάρκετς και καβαφικά “να εύχεσαι να ‘ναι μακρύς ο δρόμος” μέχρι να λιώσουν οι πάγοι στη Γροιλανδία απ’ τη ζέστα και, αντί για ποδηλατάδα, να πηγαίνεις βαρκάδα για καφέ στο Λευκό Πύργο και νέα παραλία. Το μόνο που ελπίζω είναι οι “σύντροφοι” Σι Τζινπίνγκ και σία, να κάνουν κάνα φαραωνικό έργο τύπου, γιγάντια τσίλερ να ξανα-παγώσουν τον αρκτικό ωκεανό, να μην πλημμυρίσει ο υπόλοιπος καπιταλιστικός ντουνιάς απ’ την κλιματική αλλαγή, να ισορροπήσουν οι οικολογικές αλυσίδες (#not) και να λεν μετά “πάλι σας έσωσα κουφάλες”. Ο κινέζικος δρόμος προς τον σοσιαλισμό. Πόσο βαθιά είναι η κρίση, πόσο ψηλά θα φτάσει η θερμοκρασία; How Deep How High.
Πίσω στην Αθήνα και στους Αθηναίους How Deep How High. Τον συνδυασμό αυτών των λέξεων θα τον βρείτε στην Βίβλο, στην προς Εφεσίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου 3.18, δεν το παραθέτω εδώ αφενός διότι το σύστημα θα χαωθεί με το πολυτονικό, αφετέρου διότι αποτελεί τοποθέτηση θεολογικού προϊόντος. Ως γνωστόν εμείς εδώ στην Κατιούσα δεν κάνουμε προπαγάνδα, άλλη απ’ αυτήν στην οποία είμεθα διατεθειμένοι ημείς οι ίδιοι να προπαγανδιστούμε with.
Θαρρώ όμως πώς η επιλογή του ονόματος από τα παιδιά δεν έχει σκοπό την διδαχήν της Βίβλου και σπρέντινγκ δε γουόρντ οφ τζίζους, μάλλον είναι χομάζ, φόρος τιμής σε δίσκο των 70ς του σαξοφωνίστα Warne Marsh μετά του πιανίστα Sal Mosca που παίζει να αποτέλεσε έμπνευση δια τους συντελεστάς των HDHH. Οι οποίοι όμως διάλεξαν άλλο ήχο.
Δεν ξέρω για σας, εμένα πάντως ένα απ’ τα μουσικά όργανα που οι ήχοι του μου σηκώνουν την τρίχα είναι το Fender Rhodes, που τόσο πολύ τίμησαν ο Joe Zawinul κι ο πολυαγαπημένος Chick Corea – πόσο ξενέρωσα που την “έκανε” πέρσι το Γενάρη! Στο πρόσφατο πόνημά τους οι HDHH λοιπόν με τίτλο “A Constant State of Conversation” και τον Βεντουράκη τιμούν όσο δεν πάει το συγκεκριμένο κλαβιέ. Τώρα δεν ξέρω αν όντως είναι Fender ή Wurlitzer ή το φτηνότερο γιαπωνέζικο συνθεσάιζερ, υποθέτω το τελευταίο. Δεν τα κόβω κιόλας τα παιδιά να χέζονται στο τάληρο για top-dollar equipment. Και καλώς! Η λαϊκή σοφία – που στο ενενήντα τα εκατό είναι αναχρονιστικές μαλακίες – εδώ πέφτει μέσα: τα ράσα δεν κάνουν τον παπά. Δεν παίζει το μέσον ρόλο. Και οι τρεις τύποι τα σπάνε, αρκεί μια “αυτιά” να ρίξετε στο “Machine Shop” και το δεινοσαυρικό “Conversation” για να καταλάβετε τι εστί σύγχρονο Fusion.
Οι επιρροές τους, όπως μας πληροφορούν στο bandcamp, ξεκινάν απ’ τη τζαζ και διασταυρώνονται (“crossover jazz”) με ροκ, progressive κλπ. Να ‘μαι ειλικρινής, εμένα που μ’ αρέσουν οι ταμπέλες στη ζωή, είμαι χαρούμενος με fusion σκέτο, και χωρίς ηλεχτρική κιθάρα μάλιστα (μη μας έρθει κι ο λογαριασμός κούκος αηδόνι). Ο επαναπροσδιορισμός του power trio στο τζαζ, κάτι που βρίσκω αρκετά τολμηρό, είναι ο σοβιετικός εξηλεχτρισμός με μπάσο και ελέκτρικ πιάνο και είναι απολύτως μια χαρά. Δεν θα τα χαλάσουμε με το τι νομίζει ο καθένας ότι παίζει ή ακούει. Η αντικειμενική πραγματικότητα – κατά Λένιν – είναι μία, ανεξάρτητα απ’ την αντίληψή μας γι’ αυτήν, και η αντικειμενική πραγματικότητα εδώ είναι ότι το “A Constant State of Conversation” είναι γαμάτο. Το άρτγουορκ της Cassie Kostopoulou σε ψήνει εξ αρχής σε μια ψιλο-eastern φάση με κυρίαρχο το κόκκινο χρώμα. Δεν ξέρω αν το προσέξατε, αλλά το άρτγουορκ πάντα δίνει μια άλλη υφή στη μουσική, απλά σκεφτείτε τα αγαπημένα σας άλμπουμς αν είχαν διαφορετικό εξώφυλλο πώς θα σας φαινόταν.
Rhythm Section δεμένο αλλά και μπάσο ντραμς σε μια χαλαρή συνομοσπονδία, με άπλετο χώρο να “κάνει ο καθένας τα δικά του”, να σολάρει, να χρωματίσει αλλά και να ξεκαθαρίσει τον ρόλο του σε σχέση με το φαινομενικά κυρίαρχο ελέκτρικ πιάνο. Π.χ. στα “Ok then, I’ll do it myself” και “Machine Shop” οι μπασιές του Θάνου είναι τέρμα ξεσηκωτικές. Χωρίς τα fills του Σόκρατες όμως εδώ κι εκεί θα ‘ταν φρέντο ντεκαφεϊνέ, μπύρα μηδέν τοις εκατό, μπουγάτσα κρέμα χωρίς άχνη και κανέλα. Χωρίς να θέλω να διαιωνίσω την αιώνια διαπάλη μεταξύ βορρά και νότου για την μπουγάτσα, και να με συμπαθάν εκεί στη μπάντα δια το ευτελές των παρομοιώσεών μου, η μπουγάτσα και η fusion είναι both πολύ-πολύ ψηλά στις αισθητικές μου απολαύσεις.
Και για να το λήξουμε: η τζαζ και τα παρακλάδια της είναι λαϊκή μουσική, βγαλμένη απ’ το λαό. Άλλοι μπορεί να την απολαμβάνουν με σινγκλ μαλτ και καπνό ρομπούστο στην φιφθ άβενιου, εγώ την απολαμβάνω στον Εύοσμο με μπουγάτσα. Αμφότεροι καλά κάνουμε. Όπως και οι τυπάδες εδώ, φτιάχνουν μουσική που τα σπάει, κόντρα στο τραποτσουνάμι και τους διάφορους σνικ κλπ. Καλά κάνουν και οι μεν και οι δε, όλοι καλά κάνουν. Εμείς -εγώ- είμαι με τους μεν.
Βρείτε εδώ το άλμπουμ και μη τσιγκουνεύεστε, αγοράστε το. Αλληλεγγύη στις μπάντες που κάνουν κάτι διαφορετικό, στην τελική όλοι έχουμε να πλερώσουμε το ρεύμα στο τέλος του μηνός κι ο άλλος έκατσε κι έφτιαξε μουσική που γουστάρει against all odds για να την ακούσω και να γουστάρω, αλλά και για να poke μερικούς εδώ κι εκεί, να τους πει, έι ξύπνα, άκου τι έγραψα, άκου τι παίζω. We hear you, μάγκες.
Δελάρζ