Σε μια όμορφη πόλη
Η Αθήνα φόρεσε τα καλά της κι έχει όλα τα φώτα της αναμμένα. Οι βιτρίνες των μαγαζιών παραβγαίνουν σε εντυπωσιασμό, προκαλούν τους περαστικούς με τα θέλγητρά τους. Μια μεγάλη ποικιλία χρωμάτων κι αποχρώσεων παίζει με το μαύρο του αττικού ουρανού.
Χριστούγεννα του 1960. Η Αθήνα φόρεσε τα καλά της κι έχει όλα τα φώτα της αναμμένα. Οι βιτρίνες των μαγαζιών παραβγαίνουν σε εντυπωσιασμό, προκαλούν τους περαστικούς με τα θέλγητρά τους. Μια μεγάλη ποικιλία χρωμάτων κι αποχρώσεων παίζει με το μαύρο του αττικού ουρανού.
Χρειάστηκε πρώτα να σκουπιστούν οι δρόμοι απ’ ό,τι άφησε πίσω της η μεγάλη απεργιακή διαδήλωση και να τριφτούν καλά τα πεζοδρόμια από το αίμα των εργατών. Έτσι, που τίποτα να μη θυμίζει ότι λίγες μέρες πριν, στους ίδιους δρόμους, μπροστά από τις ίδιες βιτρίνες, δεν επικρατούσε γιορτινή ατμόσφαιρα, αλλά μια άγρια καταστολή και ένοπλη βία των αστυνομικών δυνάμεων ενάντια στους χιλιάδες απεργούς οικοδόμους που διεκδικούσαν τα αυτονόητα.
Ο Κώστας Μπαλάφας στη γωνία Σταδίου και Αιόλου, μερικά μέτρα από την πλατεία Ομονοίας, σηκώνει τη φωτογραφική μηχανή και κλείνει για πάντα την γιορτινή εικόνα μέσα σ’ ένα τετράγωνο κομματάκι φιλμ. Ξαφνιάζοντάς μας ευχάριστα, αφού τον είχαμε γνωρίσει και συνηθίσει από τις υπέροχες ασπρόμαυρες φωτογραφίες της Αντίστασης και της υπαίθρου.
Το 1960 κυκλοφορεί σε δίσκο ένα από τα πιο όμορφα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, σε στίχους του αδελφού του, Γιάννη.
Όμορφη πόλη φωνές μουσικές,
απέραντοι δρόμοι, κλεμμένες ματιές,
ο ήλιος χρυσίζει, χέρια σπαρμένα
βουνά και γιαπιά, πελάγη απλωμένα.
Θα γίνεις δικιά μου πριν έρθει η νύχτα
τα χλωμά τα φώτα πριν ρίξουν δίχτυα
θα γίνεις δικιά μου
Η νύχτα έφτασε τα παράθυρα κλείσαν
η νύχτα έπεσε οι δρόμοι χαθήκαν.
Η Όμορφη πόλη περιλαμβάνεται στον κύκλο τραγουδιών Λιποτάκτες, που συνέθεσε ο Μίκης το 1952 και πρωτοτραγούδησε ο ίδιος.
Το τραγούδι από τότε ταξιδεύει από γενιά σε γενιά και από χώρα σε χώρα χωρίς να γνωρίζει σύνορα. Με όχημα, ενδεικτικά, πότε τη μπάσα τσιγγάνικη φωνή του Κώστα Χατζή, την εμβληματική, «βιωματική» ερμηνεία της Εντίθ Πιαφ, την πλημμυρισμένη τζουμερκιώτικο ηχόχρωμα και ηπειρώτικο παράπονο χροιά του Γιώργου Μεράντζα, την γεμάτη πάθος και συναίσθημα «απόγνωση» της Ντούλτσε Πόντες, την ήρεμη δύναμη του Γιώργου Νταλάρα, που λειτουργεί διαχρονικά ως γεφυροποιός ανάμεσα στις γενιές και τις εποχές, την αύρα βελούδινης μελαγχολίας της μοναδικής Μαργαρίτας Ζορμπαλά, την κατακλυζόμενη από ηφαιστειακές εκρήξεις ευαισθησία της Ξανθίππης Καραθανάση, την εύθραυστη, εξωτικά μοναχική Αρλέτα, είτε την καθηλωτική γεμάτη φως ερμηνεία της σπουδαίας Ρίτας Αντωνοπούλου, που αποδεικνύει ότι η νεώτερη γενιά είναι εδώ κι έχει «φωνή» που ξεχωρίζει απ’ το βουητό.
Σχεδόν έξι δεκαετίες η Όμορφη πόλη εμπνέει, διεγείρει συναισθήματα, συνθέτει εικόνες και χρωματίζει όνειρα. Η μουσική δε γνωρίζει σύνορα, η γλώσσα βρίσκει δρόμους να τα παρακάμπτει, οι ανάγκες είναι ίδιες, ανεξάρτητα από φυλή, χρώμα, θρησκεία, τα όνειρα κοινά και οι αγώνες.
Πόθος κοινός η όμορφη πόλη κι ευχή οι άνθρωποι, όλοι οι άνθρωποι, να ζουν κάποτε χωρίς ανάμεσά τους να υπάρχουν άνεργοι, άστεγοι, ξεριζωμένοι, δυστυχισμένοι. Σε μια πόλη, μια πατρίδα, έναν κόσμο χωρίς εκμετάλλευση, όπου η ζωή θα μοιάζει με γιορτή, όλες τις μέρες του χρόνου.