Σοφία Ευκλείδου: ” Στόχος είναι η χαρά της μουσικής και η επικοινωνία”
Η Σοφία Ευκλείδου ασχολήθηκε με τη μουσική από μικρή ηλικία. Πολλοί θα πουν πως είναι μια ακόμα κλασική παίχτρια τσέλου και φυσικά θα κάνουν λάθος. Το τσέλο στα χέρια της ξεφεύγει απο το κλασικό ρεπερτόριο και ”ταξιδεύει” μέσα σε διαφορετικά στυλ μουσικής, ενώ ”πλεκεται” ευχάριστα με ελληνικούς και ανατολίτικους ήχους.
Η Σοφία σου δίνει την αίσθηση της εύθραυστης παρουσιας. Με ομορφιά που συναντάμε σε παραμύθια, δύο υπέροχα ανοιχτόχρωμα μάτια πλούσια κατακόκκινα μαλλιά και λευκό δέρμα, θυμίζει νεράϊδα.
Ξαφνιάζεσαι ευχάριστα όταν καταλαβαίνεις πως η ευθραυστότητα μένει μόνο στην εξωτερική της εμφάνιση, ενώ μέσα της υπάρχει ένας ανήσυχος άνθρωπος που συνέχεια επιθυμεί την αλλαγή, την ανανέωση και τον πειραματισμό.
Ως τσελίστας δεν δίστασε να το εντάξει από το ‘’λαϊκό πρόγραμμα’’ ως το ελεύθερο αυτοσχεδιασμό με μια ευκολία που μόνο οι μικρές νεράϊδες θα μπορούσαν να το πετύχουν.
Πάμε να διαβάσουμε όσα είπε στο μικρό μας κασετοφωνάκι..
Τόσο εσύ όσο και ο αδερφό σου ασχολείστε με την μουσική ..Να υποθέσω πως η οικογένεια υπήρξε μουσικόφιλη και αρωγός σε αυτό;
Έτσι έγινε.. Οι γονείς μας πήγαν από τα 4-5 μας σε μαθήματα μουσικής προπαιδείας. Εκεί το παιδί έρχεται σε επαφή μέσω του παιχνιδιού με την μουσική και τα μουσικά όργανα. Αυτή η επαφή με ενθουσίασε τόσο, που συνέχισα τις σπουδές μου πάνω στην μουσική μεγαλώντας. Στην αρχή, ξεκίνησα με πιάνο και συνέχισα με τσέλο.
Πως ήταν η πρώτη επαφή σου με αυτό το μουσικό όργανο; Είναι το βασικό όργανο που παίζεις και θα ‘θελα να μας πεις πως ένιωσες όταν το πρωτοέπιασες στα χέρια σου;
Ήμουν 10 χρονών και απο την πρώτη επαφή μαζί του δεν αναρωτήθηκα ξανά ”Τι θα κάνω όταν μεγαλώσω” ένιωθα πως πλέον ήξερα. Ήταν πολύ σαφές..
Δεν είναι απο τα πιο mainstream μουσικά όργανα για τα επιλέξει κάποιος στην Ελλάδα, πώς και βρεθήκατε οι δύο σας;
Σίγουρα δεν είναι η κιθάρα, το βιολί ή το πιάνο. Μια μέρα σε ένα «οικογενειακό συμβούλιο», εν διαμέσω διαφορων ιδεών, η μητέρα μου πρότεινε να μάθω τσέλο ώστε να της παίζω τις σουίτες του Μπαχ. Αυτό μου έκανε! Οι σουίτες του Μπαχ είναι το έργο επιτομή για τους τσελίστες- ό,τι είναι η Βίβλος για τους χριστιανούς.. Από εκεί και ύστερα κόλλησα απο μόνη μου την αγάπη γι’ αυτό το όργανο.
Είναι ένα μουσικό όργανο το οποίο έχει ευελιξία στο τι είδη μουσικής μπορεί να παίξει;
Έχει πολλές δυνατότητες να εισαχθεί σε πολλά είδη. Η ίδια είχα ξεκινήσει με την πεπατημένη, την κλασική μουσική. Πέρασα με υποτροφίες του ΙΚΥ και του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών σε Ακαδημίες του εξωτερικού και μελέτησα πολύ το κλασικό ρεπερτόριο του οργάνου. Ωστόσο κάτι μέσα μου με έτρωγε να δοκιμάσω τις δυνατότητες του και σε άλλα είδη.
Δεν είμαι πρωτοπόρα σε αυτό. Οι πειραματισμοί με το τσέλο σε διαφορετικά είδη μουσικής είναι κάτι που υπήρχε και υπάρχει..
Η πρώτη εξωκλασσική εμπειρία μου, ήταν αυτή με μια ποντιακή λύρα.. λόγω καταγωγής.
Στην πορεία, βρισκόμενη στην Κολωνία, ήρθα σε επαφή με την ελεύθερη αυτοσχεδιαστική μουσική. Εκεί παρακολούθησα δύο τμήματα: το ένα ήταν δομημένος αυτοσχεδιασμός και το άλλο εντελώς ελεύθερος. Ήταν από τα αγαπημένα μου μαθήματα.. Μου άρεσαν και οι άνθρωποι που έπαιζαν αυτή την μουσική. Μετέπειτα, μπορώ να πω ότι έχω ενταχθεί κατα καιρούς σε όλα σχεδόν τα είδη μουσικής, που μπορώ να πω οτι γνωρίζω και ανεξάρτητα από το πόσο με συνεπήρε η κάθε απόπειρα, ή όχι, είδα οτι αν μή τι άλλο, είναι όλα εφικτά!
Αυτό που παρατηρεί κάποιος σε εσένα βλέποντας την μουσική σου πορεία, είναι πως μπορεί να βρίσκεσαι σε μικρά κλασικά σύνολα και παράλληλα να μεταπηδάς στην σύγχρονή εποχή ασχολούμενη με την avant- garde με την ίδια ευκολία και ζέση..
Δεν τα ξεχωρίζω παρότι αυτά τα είδη εχουν τόσες διαφορές μεταξύ τους. Η κλασική μουσική έχει να κάνει με την άψογη εκτέλεση ενός κομματιού το οποίο έχει συγκεκριμένες δομές, ενώ ο ελεύθερος αυτοσχεδιασμός έχει να κάνει με την στιγμή και με το συναίσθημα που σε διακατέχει την στιγμή της εκτέλεσης. Σε κάθε περίπτωση στόχος είναι η χαρά της μουσικής , η επικοινωνία και η μεγαλύτερη εφικτή αρτιότητα!
Μετά την επιστροφή σου πως προσαρμόζεσαι στα ”ελληνικά δεδομένα”;
Μεγάλωσα στην Θεσσαλονίκη. Κατάλαβα ‘ομως με την επιστροφή μου στην Ελλάδα πως ο δρόμος μου ήταν στην Αθήνα. Ένιωθα πως εδώ θα μπορούσα να συμμετέχω σε πράγματα που η Θεσσαλονίκη δεν θα μπορούσε να μου προσφέρει. Με την επιστροφή μου στην Ελλάδα συνεργαστηκα με πολλούς τραγουδοποιούς, γνωστούς και μη και σταδιακά άρχισα να ερχομαί σε επαφή με την Οθωμανική μουσική και με τα πιο ντόπια ακούσματα της Ελλάδας. Αρχικά ξεχώριζα αυτά της Κρήτης, έχοντας την χαρά να τα πρωτοπαίξω με τον Ψαρογιώργη.
Κάποιες απο τις πρώτες συνεργασίες που ξεχωρίζω πρωτοερχόμενη στην πρωτεύουσα ήταν αυτή με τον Αγγελάκα και τον Βελιώτη στις ”Ανάσες των λύκων”. Η συνεργασία μου με την Μάρθα Φριντζήλα, με τον Θόδωρο Κοτεπάνο και Στάμο Σεμση, Θάνο Ανεστόπουλο, αλλά και με την Καμεράτα.
Θυμάμαι να έχω μεγάλη όρεξη να αναλλάσσω τα είδη που έπαιζα.
Βαριέμαι την ρουτίνα… Εχει τύχει να παίξω την ίδια μέρα Βέρντι και το βράδυ Βέρτη…
Παίζεις και σε θεατρικές παραστάσεις ζωντανή μουσική.. Πότε ξεκινησες αυτή την ενασχόληση μαζί τους;
Νομίζω έγινε άμεσα. Από τις πρώτες μου μεγάλες παραστάσεις ήταν το 2009 σε παράσταση του Θωμά Μοσχόπουλου στην ”Άλκηστις”, ακολούθησε η συνεργασία μου με τον Θοδωρή Αμπαζή ο οποίος, πριν την συνεργασία του με το Εθνικό, ανήκε στην ομάδα Όπερα.’Η ομάδα αυτή συνεργάστηκε με την Στέγη για το ανέβασμα του έργου ”Οι έμποροι των Εθνών ‘,’ στην οποία είχα την τύχη να παίξω σαν μουσικός.
Με αυτή την παράσταση έγινε κάτι το μαγικό τότε.. Πήγαμε περιοδεία σε διάφορα μέρη στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και νιώσαμε πλήρεις με αυτή την παράσταση. Ιδιαίτερα στην Βραζιλία βιώσαμε μια ξεχωριστή εμπειρία.Οι άνθρωποι την αγκάλιασαν με μοναδικό τρόπο…
Mια ακόμη ξεχωριστή παράσταση ήταν ”Οι όρνιθες ” με την υπογραφή του Νίκου Καραθάνου με την οποία ξεκινήσαμε απο την Επίδαυρο και παίξαμε μέχρι την Νέα Υόρκη .
Συνεργάζεσαι και φέτος με τον Θοδωρή Αμπαζή στην παράσταση ”Ο άνθρωπος που γελά”. Πώς είναι να ξαναβρίσκεστε πάλι;
Έχοντας μια πολύ καλή συνεργασία στο παρελθόν, πλέον νιώθω πως γνωρίζω καλύτερα τον τρόπο που συνεργάζεται και δουλεύει ο ίδιος. Το έργο μουσικά είναι πολύ απαιτητικό, αλλά και ο ίδιος είναι ένας άνθρωπος που του αρέσουν οι προκλήσεις. Από την αλλη, για μένα είναι τεράστια χαρά να δοκιμάζομαι σε τόσο απαιτητικά έργα. Θεωρώ πως παίρνω μεγάλα μαθήματα μέσα απο αυτό..
Την εποχή της οικονομικής κρίσης, αποφασίζεις να εγκαταλείψεις για λίγο την Αθήνα και να καταπλεύσεις προς Κρήτη. Πώς και πήρες αυτή την απόφαση ενώ σ’ άρεσε τόσο η πρωτεύουσα;
Αποφάσισα να φύγω απο την Αθήνα, γιατί το πρώτο διάστημα της κρίσης όλα ήταν μουντά και γκρίζα . Υπήρχε μια θλίψη που δεν μου ταίριαζε σαν άνθρωπος. Ήθελα να φύγω μακριά να ασχοληθώ με πράγματα που θα με γέμιζαν χαρά, όπως το να παίζω μουσική.
Κατέβηκα στην Κρήτη για να ζήσω. Διάλεξα τις Αρχάνες, σχετικά κοντά στο εργαστήρι του ”Λαβυρίνθου’’ του Ross Daly.
Ειχα ξαναπάει πολλές φορές για σεμινάρια πριν κατέβω να μείνω στην Κρήτη. Ήταν μια πολύ όμορφη εμπειρία και πολύ δημιουργική περίοδος, με πολλά νέα πράγματα να συμβαίνουν ταυτόχρονα στην ζωή μου. Ο Ross ήταν πολύ γενναιόδωρος μαζί μου, δίνοντάς μου την ευκαιρία να παρακολουθήσω πλήθος σεμιναρίων με αξιόλογους μουσικούς, αλλά και παιζοντας μαζί, ως κουαρτέτο, μαζί με την Κέλυ Θωμά και τον Ταξιάρχη Γεωργούλη.
Εκεί σχηματίσαμε με το Ταξιάρχη και το ντουέτο ”Beraber” με τον οποίο ηχογραφήσαμε και ένα δίσκο το οποίο ευελπιστούμε σε κάποια στιγμή να βγάλουμε και προς τα έξω.
Ποιά είναι τα μελλοντικά σου σχέδια;
Ένα project το οποίο σκέφτομαι να υλοποιήσω είναι το να δημιουργήσω μια ”ορχήστρα” απο τσέλα. Παίζω με την βοηθεια ενος loop station, όπου στην πορεία, προσθέτοντας live ηχογραφήσεις, προκύπτουν διάφορες συνθέσεις-παιχνίδια και σταδιακά ένα ορχηστρικό αποτέλεσμα. Θα ‘θελα αυτό το καλοκαίρι, να βρώ μία όμορφη γωνιά σε ένα νησί και να παίξω μπροστά σε κόσμο. Θα ναι η πρώτη φορά που θα το κάνω και θα λύθω πιστεύω.. Στόχος ειναι σε κάποια στιγμή σύντομα, να βγάλω επίσης εναν δίσκο βασισμένο σε αυτό το πρότζεκτ.