Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι: «Αντιλαλούν οι φυλακές»
“Αντιλαλούν οι φυλακές
τ’ Ανάπλι και Γεντί Κουλές.
Αντιλαλούν τα σήμαντρα
Συγγρού και Παραπήγματα.”
“Έπαιξα για πρώτη φορά στην Ανάσταση του Πειραιώς. Υπάρχει ακόμα. Στη σημερινή Ευγένια. Είναι πιο πέρα απ’ τον Άγιο Διονύση. Αυτό έγινε το 1934 – 35. Εκεί είχε ένα μαγαζάκι, μια παράγκα με ξύλα ο Κωνσταντόπουλος. Εκεί έπαιζα εγώ, ο Μπάτης, ο Ανέστος, ο Στράτος. Επαίζαμε εκεί πέντε έξι μήνες. Και εκεί εμαζευόντανε ένας άπειρος κόσμος, πολύς. Δεν μπορούσες να περπατήσεις από τον κόσμο. Εκεί εσεργιανούσε όλος ο κόσμος. Ερχόντουσαν πολλοί από διάφορα μέρη, δηλαδή από την Αθήνα και απ’ όλες τις συνοικίες, από τις επαρχίες, και εκαθόντουσαν και εγλεντούσαν. Δηλαδή ήταν η πρώτη φορά που έγινε αυτό στον Πειραιά με τη λαϊκή ορχήστρα. Ήταν για πρώτη φορά ε; Μεγάλη δουλειά. Εκεί ελανσάρισα το Αντιλαλούν οι φυλακές“, γράφει ο Μάρκος Βαμβακάρης στην αυτοβιογραφία του. Το τραγούδι ηχογραφήθηκε για πρώτη φορά και κυκλοφόρησε σε δίσκο το 1935 ή 1936:
Είναι η εποχή που γεννήθηκε και κάνει τα πρώτα της βήματα η ξακουστή ρεμπέτικη «Τετράς του Πειραιά». Το μουσικό σχήμα αποτελούνταν από τον Γιώργο Μπάτη, τον Ανέστο Δελιά, τον Στράτο Παγιουμτζή και βέβαια τον Μάρκο Βαμβακάρη. Βαρύ ζεϊμπέκικο το τραγούδι που ακούμε σήμερα από τη στήλη. Ένα τραγούδι που πολλοί τραγούδησαν αλλά λίγων οι ερμηνείες στάθηκαν αντάξιές του. Το 1960 κυκλοφορούν για πρώτοι φορά δίσκοι 78 και 45 στροφών με τραγούδια του Μάρκου που ερμηνεύει ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Ανάμεσά τους και το «Αντιλαλούν οι φυλακές». Δεν γνωρίζουμε αν η ηχογράφηση που ακολουθεί είναι της εποχής εκείνης ή μεταγενέστερη:
“«Αντιλαλούνε οι φυλακές/ τ’ Ανάπλι και Γεντί Κουλές/ Αντιλαλούνε τα σήμαντρα/ Συγγρού και παραπήγματα». Με αυτά τα λόγια ο Μάρκος Βαμβακάρης περιέγραψε τα κάτεργα που υπήρξαν ένα από τα βασικότερα όπλα που χρησιμοποίησε η ελληνική αστική τάξη για να αντιμετωπίσει το κομμουνιστικό κίνημα στη χώρα μας. Ταυτόχρονα αποτελούν και ένα από τα ανεξίτηλα στοιχεία του βάρβαρου πολιτισμού της. Στο καθεστώς της 4ηςΑυγούστου 1936 υπήρξαν οι φυλακές και οι εξορίες, που «φιλοξένησαν» τους πρωτοπόρους του λαϊκού κινήματος της προπολεμικής περιόδου. Το σήμα κατατεθέν τους ήταν η Ακροναυπλία.”
Αντιλαλούν οι φυλακές
τ’ Ανάπλι και Γεντί Κουλές.
Αντιλαλούν τα σήμαντρα
Συγγρού και Παραπήγματα.Αν είσαι μάνα και πονείς
έλα μια μέρα να με δεις.
Έλα πριν με δικάσουνε
κλάψε να μ’ απαλλάξουνε.(Οι στίχοι από την αυτοβιογραφία του Μάρκου)
Κάποιοι χρειάζονται ένα βαρύ ζεϊμπέκικο για «να έρθουν στα μέτρα τους», να το ακούσουν ή να το χορέψουν. Κάποιος… απλά να το «πει». Όταν μιλάμε για τον Γιώργο Μαργαρίτη, η ερμηνεία ξεπερνάει τα όρια του «να το πει» και γενικότερα δεν περιορίζεται, είναι μεγάλη:
Ο Στέλιος Βαμβακάρης κουρδίζει το μπουζούκι όπως τον δίδαξε ο πατέρας του, κι ερμηνεύει το τραγούδι με τον τρόπο τον «τεκετζίδικο», του Μάρκου:
Το 2003 κυκλοφόρησε ένα διπλό cd του Γιώργου Νταλάρα με ζωντανή ηχογράφηση από συναυλία-αφιέρωμα στο Μάρκο Βμβακάρη. Ένα από τραγούδια του αφιερώματος ήταν το «Αντιλαλούν οι φυλακές». Το ακούμε από τον Γιώργο Νταλάρα:
«Αντιλαλούν οι φυλακές» ερμηνεύει η Ρίτα Σακελλαρίου, μια μεγάλη λαϊκή τραγουδίστρια με σπουδαία φωνή και αξιόλογη διαδρομή που δεν επισκιάστηκε από τα «φάλτσα» των ύστερων χρόνων της:
Το «Αντιλαλούν οι φυλακές» ακούγεται στην ταινία «Παραγγελιά» του Παύλου Τάσσιου, από τον Γιώργο Καμπουρίδη. Η ταινία είναι βασισμένη στην ιστορία του Νίκου Κοεμτζή, που μαχαίρωσε σε κέντρο διασκέδασης μια παρέα αντρών, ανάμεσά τους και αστυνομικοί, επειδή πήραν τη σειρά στο χορό από τον αδελφό του. Η επίμαχη σκηνή στην ταινία διαδραματίζεται την ώρα που ακούγεται αυτό το τραγούδι, με τον Αντώνη Αντωνίου στο ρόλο του Νίκου Κοεμτζή και τον Αντώνη Καφετζόπουλο στο ρόλο του αδελφού του:
Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι… Τι κι αν γράφτηκαν πριν από πολλά χρόνια, κάποια τραγούδια συνεχίζουν να συγκινούν τους ανθρώπους ανεξαρτήτως ηλικίας, να τους συντροφεύουν στις μικρές και μεγάλες στιγμές της ζωής, να εκφράζουν τις αγωνίες, τον πόνο και τα όνειρά τους, να εμπνέουν τους αγώνες τους.
Η στήλη, χωρίς να διεκδικεί το αλάθητο ή τον τίτλο του «ειδικού», φιλοδοξεί να «παίξει» τραγούδια που γράφτηκαν για τον έρωτα, την αγάπη, το μεροκάματο, τη μετανάστευση, τον αγώνα για λευτεριά και για καλύτερη ζωή. Τραγούδια που γράφτηκαν από ποιητές, αλλά κι από δημιουργούς, που δεν διάβασαν ποτέ στη ζωή τους ποίηση… Ανασκαλεύοντας το παρελθόν και ψηλαφώντας την ιστορία τους, πότε γράφτηκαν, σε ποιες συνθήκες, από ποιους πρωτοτραγουδήθηκαν, ποιοι τα τραγουδούν στις μέρες μας.
Χωρίς διαχωρισμούς, χωρίς αποκλεισμούς, τραγούδια ελληνικά και «ξένα», με γνώμονα ότι, εκτός από το να θυμίζουν εικόνες από το παρελθόν, συναρπάζουν τις αισθήσεις, γεννούν συναισθήματα, μας εμπνέουν και μας συγκινούν σήμερα.
Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι… Ακούστε τα όλα εδώ.