Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι: «Χαϊδάρι»
Το «Χαϊδάρι» του Μάρκου και του Στέλιου Βαμβακάρη – Το στρατόπεδο – κολαστήριο που έγινε σύμβολο αντίστασης, αγώνα και θυσίας, η άγνωστη πρώτη εκτέλεση, ο Γιώργος Νταλάρας, ο Δημήτρης Κανέλλος κι ο τελευταίος αποχαιρετισμός στον Στέλιο…
Το 1980 κυκλοφορούν από τη δισκογραφική εταιρεία Minos τα «Ρεμπέτικα της Κατοχής», με ερμηνευτή τον Γιώργο Νταλάρα. Ο δίσκος περιλαμβάνει δώδεκα ακυκλοφόρητα έως τότε τραγούδια που γράφτηκαν το διάστημα 1942 – 1951 και ήταν απαγορευμένα από τη λογοκρισία. Ανάμεσα στα δώδεκα αυτά τραγούδια βρίσκεται το «Χαϊδάρι», σε στίχους του Μάρκου Βαμβακάρη και μουσική του γιου του, Στέλιου Βαμβακάρη, που πρόσφατα έφυγε από τη ζωή.
Εδώ ακούμε το τραγούδι από τον δίσκο «Ρεμπέτικα της Κατοχής»:
Και εδώ από τον δίσκο του Γιώργου Νταλάρα «Τα τραγούδια μου (Ζωντανή ηχογράφηση από τον Ορφέα)», που κυκλοφόρησε το 1983 – ίσως ο πρώτος σε πωλήσεις live δίσκος στην Ελλάδα:
Την ίδια χρονιά, το φθινόπωρο του 1983, ο Νταλάρας θα σημειώσει ένα από τα πολλά ρεκόρ της πορείας του στη μουσική και το τραγούδι, γεμίζοντας δυο φορές μέσα σε τέσσερις μέρες το Ολυμπιακό Στάδιο, στην Καλογρέζα, με 160.000 κόσμο! Στο βίντεο ερμηνεύει το «Χαϊδάρι», στη μια από τις δυο θρυλικές αυτές συναυλίες:
Το «Χαϊδάρι» ο Μάρκος το έγραψε το 1943, στίχους και μουσική. Διηγείται ο ίδιος στην Αγγελική Βέλλου – Κάϊλ, και καταγράφεται στην «Αυτοβιογραφία» του (εκδ. Παπαζήση): «Μετά ξαναγύρισα στην Ά μ φ ι σ σ α. Εκεί παίζαμε όλα τα δικά μου τα προπολεμικά κομμάτια. Έγραψα εν τω μεταξύ και λίγα καινούργια τραγούδια. Ένα που πήγε πολύ καλά είναι το «Χαϊδάρι». Ζεμπέκικο νιαβέντι. Δεν το ‘βγαλα σε δίσκο. Το ’λεγα στα πάρκα μέσα(…)Το Χαϊδάρι στρατώνας ήτανε. Κι εκεί μαζεύανε όλους τους ανθρώπους. Τους παίρναν από την οδό Μέρλιν και τους πηγαίναν αυτού και κει τους σκοτώναν. Αυτό τραγουδήθηκε πολύ».
Και ο Μάρκος παραθέτει τους στίχους του, στους οποίους διακρίνουμε τρεις επιπλέον στροφές αλλά και άλλες διαφορές σε σχέση με το ηχογραφημένο τραγούδι που γνωρίσαμε από τον Γιώργο Νταλάρα.
Τρέξε μανούλα όσο μπορείς
τρέξε για να με σώσεις
κι απ’ το Χαϊδάρι μάνα μου
να μ’ απελευθερώσεις.
Γιατ’ είμαι μελλοθάνατος
και καταδικασμένος
δεκαεφτάχρονο παιδί
στα σίδερα δεμένος.
Απ’ την οδό του Σέκερη
με πάνε στο Χαϊδάρι
κι ώρα την ώρα καρτερώ
το χάρο να με πάρει.
Να δεις του χάρου το σπαθί
μανούλα που θα φέρνει
και τη ζωή του καθενός
μάνα πώς θα την παίρνει.
Κι όταν με δεις μάνα νεκρό
να πεις στις άλλες μάνες
γιατί πονέσανε κι αυτές
με πίκρες πιο μεγάλες.
Πως είδα τα παιδάκια τους
στα σίδερα δεμένα
με την κατάδικη στολή
αδικοσκοτωμένα.
Όμως ας δούμε εν συντομία τι ήταν το φοβερό και τρομερό «Χαϊδάρι», δηλαδή το στρατόπεδο – κολαστήριο του Χαϊδαρίου, που ιδρύθηκε τον Σεπτέμβρη του 1943 και, στη διάρκεια της χιτλεροφασιστικής κατοχής έγινε σύμβολο αντίστασης, αγώνα και θυσίας.
Να πώς το περιγράφει ο Αλ. Ζήσης, κρατούμενος από το Δεκέμβρη του ’43 ως το Μάη του ’44: «Τριπλή σειρά από συρματοπλέγματα, κι ένας ψηλός τοίχος περικλείνουν το στοιχειωμένο Χαϊδάρι, το στρατόπεδο και φυλακές των Ες-Ες, τη Βαστίλλη του 20ού αιώνα. Στρατιώτες με αυτόματα φρουρούν επάνω στα βαριά οπλισμένα Blokhaus, απειλώντας με άμεσο θάνατο εκείνον που θ’ αποτολμούσε κάθε προσέγγιση. Και μόνο ένας δρόμος, που βρίσκεται κάτω από τα πυρά κατάλληλα τοποθετημένων μυδραλιοβόλων, καταλήγει στη μοναδική είσοδο του στρατοπέδου, τη στολισμένη με τον αγκυλωτό σταυρό και τα σήματα των Ες-Ες… Διπλές βαριές σιδερένιες πόρτες ανοίγουν, για να επιτρέψουν την είσοδο στην κολασμένη πολιτεία»…
Πάνω από τους 3.000 έφτασε ο αριθμός των κρατουμένων, που ανανεωνόταν συνεχώς. Άντρες, γυναίκες, ακόμη και παιδιά με τις μανάδες τους, πέρασαν μέρες, μήνες και χρόνια, μέσα στους τοίχους του. Νους και καρδιά της αντίστασης της οργάνωσης, της αγωνιστικής ανάτασης και καθοδηγητικός πυρήνας στο κολαστήριο του Χαϊδαρίου, ήταν οι Ακροναυπλιώτες κομμουνιστές που παραδόθηκαν από το αστικό κράτος στα κατοχικά στρατεύματα…
«Η διαμονή στο Χαϊδάρι έπρεπε να έχει κάτι το αβέβαιο, το αόριστο, το διαρκώς επικίνδυνο. Να γίνει ο μπαμπούλας, φόβητρο, συνώνυμο με το Χάρο(…)Αυτή την ατμόσφαιρα μυρίζεσαι μπαίνοντας στο Χαϊδάρι. Οι αγωνιστικές σου ιδιότητες θεριεύουνε. Kάθε στιγμή είσαι έτοιμος. Αισθάνεσαι πως παίρνεις μέρος στη μεγαλύτερη μάχη της ιστορίας του κόσμου. Της ιστορίας της ζωής, γιατί εδώ θ’ αντιμετωπίσεις και το θάνατο, όχι σα δούλος του, αλλά σαν περιφρονητής αντίπαλός του», γράφει ο Θέμος Κορνάρος.
Η εκτέλεση του τραγουδιού από τον Μάρκο δεν ηχογραφήθηκε – ας όψεται η λογοκρισία… – ποτέ σε δίσκο. Αντίθετα από τους στίχους που γράφτηκαν στο χαρτί, η πρωτότυπη μουσική παρέμενε άγνωστη. Παλιοί μουσικοί, που γνώριζαν ή έπαιξαν με τον Μάρκο δεν τη θυμόντουσαν, ούτε κι ο γιος του, ο Στέλιος, ο οποίος στο μεταξύ πήρε τους στίχους του πατέρα του κι έγραψε δική του μουσική, χαρίζοντάς μας το «Χαϊδάρι» που γνωρίζουμε και τραγουδάμε σήμερα.
Όμως, πριν λίγα χρόνια «ανέβηκε» στο YouTube ζωντανή ηχογράφηση του τραγουδιού με την πρώτη μουσική, του Μάρκου, με τον ίδιο να τραγουδάει, από μια συναυλία του 1966. Παρά το ότι στην ερμηνεία του ο Μάρκος περιλαμβάνει μια επιπλέον στροφή, την τέταρτη, σε σχέση με τις τρεις της εκδοχής με τον Νταλάρα, παραμένουν εκτός οι δυο τελευταίες στροφές, των στίχων που ο Μάρκος περιλαμβάνει στην αυτοβιογραφία του και παρουσιάσαμε πιο πάνω. Ας ακούσουμε το τραγούδι από τον ίδιο τον Μάρκο, κι ας μας ξενίζει, είναι αλήθεια, η άγνωστη μουσική:
Σε αυτό το βίντεο ο Στέλιος εξομολογείται ότι οι συγκεκριμένοι στίχοι ήταν το έναυσμα για να γράψει δικά του τραγούδια και διηγείται πώς έγραψε τη μουσική για το «Χαϊδάρι» στο σπίτι του σπουδαίου ερευνητή και μελετητή του λαϊκού τραγουδιού Κώστα Χατζηδουλή, για τον δίσκο «Ρεμπέτικα της Κατοχής»:
Και εδώ μια ακόμα – εξαιρετική – δική του εκτέλεση και ερμηνεία:
Θα σταθούμε στην ερμηνεία του Δημήτρη Κανέλλου, ενός νέου στην ηλικία τραγουδιστή που διακρίνεται εκτός από την εξαιρετική φωνή του, για τη σεμνή πορεία του και τις επιλογές του. Στο βίντεο ερμηνεύει το διαχρονικό «Χαϊδάρι», σε εκδήλωση για τον αγωνιστή λογοτέχνη – εικαστικό Γιώργο Φαρσακίδη, το 2014, στην Ηλιούπολη:
Συγκινητικές στιγμές εκτυλίχτηκαν στο τελευταίο ταξίδι του Στέλιου Βαμβακάρη, όταν φίλοι του τραγούδησαν το «Χαϊδάρι» αποχαιρετώντας τον για πάντα, στο Γ’ Νεκροταφείο της Αθήνας:
Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι… Τι κι αν γράφτηκαν πριν από πολλά χρόνια, κάποια τραγούδια συνεχίζουν να συγκινούν τους ανθρώπους ανεξαρτήτως ηλικίας, να τους συντροφεύουν στις μικρές και μεγάλες στιγμές της ζωής, να εκφράζουν τις αγωνίες, τον πόνο και τα όνειρά τους, να εμπνέουν τους αγώνες τους.
Η στήλη, χωρίς να διεκδικεί το αλάθητο ή τον τίτλο του «ειδικού», φιλοδοξεί να «παίξει» τραγούδια που γράφτηκαν για τον έρωτα, την αγάπη, το μεροκάματο, τη μετανάστευση, τον αγώνα για λευτεριά και για καλύτερη ζωή. Τραγούδια που γράφτηκαν από ποιητές, αλλά κι από δημιουργούς, που δεν διάβασαν ποτέ στη ζωή τους ποίηση… Ανασκαλεύοντας το παρελθόν και ψηλαφώντας την ιστορία τους, πότε γράφτηκαν, σε ποιες συνθήκες, από ποιους πρωτοτραγουδήθηκαν, ποιοι τα τραγουδούν στις μέρες μας.
Χωρίς διαχωρισμούς, χωρίς αποκλεισμούς, τραγούδια ελληνικά και «ξένα», με γνώμονα ότι, εκτός από το να θυμίζουν εικόνες από το παρελθόν, συναρπάζουν τις αισθήσεις, γεννούν συναισθήματα, μας εμπνέουν και μας συγκινούν σήμερα.
Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι… Ακούστε τα όλα εδώ.
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
1 Trackback