Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι: “Don’t let me be misunderstood”
Το 1964 η μεγάλη κυρία της σόουλ – τζαζ Νίνα Σιμόν ηχογραφεί το Don’t let me be misunderstood. Μέχρι τις μέρες μας, αρκετοί καλλιτέχνες θα το διασκευάσουν επιχειρώντας ν’ αφήσουν και το δικό τους στίγμα στην ερμηνεία του.
Το 1964 η μεγάλη κυρία της σόουλ – τζαζ Νίνα Σιμόν ηχογραφεί το Don’t let me be misunderstood, που με την αισθαντική ερμηνεία της θα καταγραφεί ως ένα από τα πιο επιτυχημένα και διαχρονικά κομμάτια. Στον μισό και κάτι αιώνα που ακολουθεί την πρώτη ηχογράφηση, αρκετοί καλλιτέχνες θα το διασκευάσουν επιχειρώντας να αφήσουν και το δικό τους στίγμα στην ερμηνεία του.
Εδώ η πρώτη ηχογράφηση από τη Νίνα Σιμόν:
Κι εδώ μια πιο τζαζ ερμηνεία της μεγάλης Νίνας σε live στην Αγγλία, το 1968:
Το 1965, στον δεύτερο μόλις χρόνο της μετέπειτα θρυλικής πορείας τους, οι The Animals και ο νεαρός Έρικ Μπάρτον θα σηκώσουν κύματα ενθουσιασμού στους θαυμαστές τους και θα προσθέσουν αρκετά μηδενικά στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς από τις πωλήσεις της δικής τους εκδοχής του Don’t let me be misunderstood:
Είναι 1969 όταν κυκλοφορεί το άλμπουμ του Τζο Κόκερ With a Little Help from My Friends («Με μια μικρή βοήθεια απ’ τους φίλους μου») στο οποίο ερμηνεύει μεταξύ άλλων και το Don’t let me be misunderstood:
Κι εδώ μια ακόμα, «ζωντανή», ερμηνεία του μεγάλου Τζο Κόκερ, που εκτός από την υπέροχη χαρακτηριστική γεμάτη γρέζι φωνή του, ήταν χάρμα οφθαλμών να τον βλέπεις να τραγουδάει πάνω στη σκηνή. Αξέχαστες οι κινήσεις του σώματός του και κυρίως των χεριών του, που μάγευαν το κοινό, όπως άλλωστε κι η μοναδική φωνή του…
Οχτώ χρόνια αργότερα, το 1977 δημιουργείται από Αμερικανούς και Γάλλους μουσικούς η ντίσκο μπάντα Santa Esmeralda που κάνει το δισκογραφικό ντεμπούτο της με τη φωνή του Λιρόι Γκόμεζ προσθέτοντας τρελό ρυθμό στο Don’t let me be misunderstood.
Το κομμάτι γνωρίζει τεράστια εμπορική επιτυχία σε πολλές χώρες του κόσμου, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, όπου θα χυθούν τόνοι ιδρώτα, σε πάρτι και πίστες, μέχρι τουλάχιστον τα μέσα της δεκαετίας του ’80, ενώ η ίδια εκτέλεση θα περιληφθεί το 2003 στο σάουντρακ του πρώτου Kill Bill, της «καλτ» ταινίας του Κουέντιν Ταραντίνο.
Από τις πολλές εκδοχές του κομματιού, επιλέγουμε ξεχωρίζουμε ακόμα τρεις που μας άρεσαν. Αυτή του Ιρλανδού ρόκερ Γκάρι Μουρ (1984):
Της Σίντι Λόπερ, σε μια «ζωντανή» ερμηνεία (2004):
Και της νεαρής Λάνα Ντελ Ρέι, που πήρε τη σκυτάλη μισό αιώνα και κάτι μετά την πρώτη ηχογράφησή του (2015):
Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι… Τι κι αν γράφτηκαν πριν από πολλά χρόνια, κάποια τραγούδια συνεχίζουν να συγκινούν τους ανθρώπους ανεξαρτήτως ηλικίας, να τους συντροφεύουν στις μικρές και μεγάλες στιγμές της ζωής, να εκφράζουν τις αγωνίες, τον πόνο και τα όνειρά τους, να εμπνέουν τους αγώνες τους.
Η στήλη, χωρίς να διεκδικεί το αλάθητο ή τον τίτλο του «ειδικού», φιλοδοξεί να «παίξει» τραγούδια που γράφτηκαν για τον έρωτα, την αγάπη, το μεροκάματο, τη μετανάστευση, τον αγώνα για λευτεριά και για καλύτερη ζωή. Τραγούδια που γράφτηκαν από ποιητές, αλλά κι από δημιουργούς, που δεν διάβασαν ποτέ στη ζωή τους ποίηση… Ανασκαλεύοντας το παρελθόν και ψηλαφώντας την ιστορία τους, πότε γράφτηκαν, σε ποιες συνθήκες, από ποιους πρωτοτραγουδήθηκαν, ποιοι τα τραγουδούν στις μέρες μας.
Χωρίς διαχωρισμούς, χωρίς αποκλεισμούς, τραγούδια ελληνικά και «ξένα», με γνώμονα ότι, εκτός από το να θυμίζουν εικόνες από το παρελθόν, συναρπάζουν τις αισθήσεις, γεννούν συναισθήματα, μας εμπνέουν και μας συγκινούν σήμερα.
Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι… Ακούστε τα όλα εδώ.