Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι: «Ο τραυματίας»
“Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι
κι ακουμπισμένος σ’ ένα δεντρί
ο τραυματίας αναστενάζει
και τη μανούλα του ζητάει για να δει…”
Ο Βασίλης Τσιτσάνης έγραψε τον «Τραυματία» έχοντας υπόψη του τους φαντάρους του κυβερνητικού στρατού στον εμφύλιο. Στο βιβλίο του Κώστα Χατζηδουλή «Βασίλης Τσιτσάνης: Η ζωή μου, το έργο μου» καταγράφεται η εξής μαρτυρία του συνθέτη: «Θυμάμαι, και θα μου μείνει για πάντα αξέχαστο, ένα συγκλονιστικό περιστατικό, που συνέβη το 1948, όταν πήγα με κομπανία στη Θεσσαλονίκη για να παίξουμε στα νοσοκομεία, εκεί που ήταν οι βαριά τραυματισμένοι – οι περισσότεροι χωρίς χέρια και πόδια.
«Ο τραυματίας» – Στέλλα Χασκίλ
»Παίξαμε μέσα στα άλλα και τον “Τραυματία”, και τότε έγινε κάτι που δεν περιγράφεται με λόγια. Τραγουδούσαν μαζί μας και οι τραυματίες του νοσοκομείου και με απεγνωσμένες προσπάθειες επιχειρούσαν να σηκωθούν όρθιοι. Τρέξαν αμέσως οι γιατροί και οι νοσοκόμες και φώναζαν: “Μη, κύριε Τσιτσάνη, σας παρακαλούμε, θα πεθάνουν.” Με κομμένα πόδια και χέρια και είχαν γίνει λεοντάρια! Ξεχνιούνται ποτέ αυτά; Και να ξέρετε ότι ήταν η πρώτη φορά που το άκουγαν, γιατί δεν είχε γίνει ακόμα δίσκος.»
«Ο τραυματίας» – Μαρίκα Νίνου
«Ο πόλεμος μοιάζει με θεομηνία, με φυσική καταστροφή, όπως το χαλάζι, κι ο τραυματισμένος στρατιώτης του κυβερνητικού στρατού δε ρίχνει την ευθύνη κι ούτε δείχνει μίσος στην αντίπαλη παράταξη. (…) ο φαντάρος του Τσιτσάνη επικαλείται τη μάνα του, σημάδι πως παραμένει ακόμα παιδί κι όχι σκληρός πολεμιστής που πιστεύει στην αναγκαιότητα αυτού του πολέμου» σημειώνει μεταξύ άλλων για το ίδιο τραγούδι ο Νέαρχος Γεωργιάδης στο βιβλίο του «Ρεμπέτικο και πολιτική».
Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι
κι ακουμπισμένος σ’ ένα δεντρί
ο τραυματίας αναστενάζει
και τη μανούλα του ζητάει για να δει.Η νοσοκόμα μόλις ακούει
το παλικάρι να την καλεί,
τρέχει κοντά του, τον αγκαλιάζει
και σαν μανούλα του του δένει την πληγή.Γλυκοξυπνάει και γύρω βλέπει
κι άλλους λεβέντες στο θάλαμο,
χαμογελάει, μα και δακρύζει
κι η νοσοκόμα του γλυκαίνει τον καημό.Γλυκιά κοπέλα, πώς θα μπορέσω
από κοντά σου να χωριστώ;
Κι αυτή του λέει: Δε θα σ’ αφήσω
κι εγώ σ’ αγάπησα και θα σε παντρευτώ.
Ο Τσιτσάνης δίνει στον πόλεμο τη μορφή μιας θεομηνίας, που δεν κάνει διακρίσεις ανάμεσα στα θύματά της. Στο κρεβάτι του πόνου βρέθηκε τραυματίας ο μαχητής του ΔΣΕ που καταδιωκόμενος υποχρεώθηκε να πάρει τα βουνά και να υπερασπιστεί τη ζωή του με το όπλο στο χέρι, αποφασισμένος να σκοτωθεί για τα υψηλότερα, πανανθρώπινα ιδανικά. Στο κρεβάτι του πόνου βρέθηκε ο άβουλος φαντάρος που χρησιμοποιήθηκε από την κυρίαρχη τάξη των εκμεταλλευτών ως αναλώσιμο υλικό για να υπερασπιστεί την εξουσία της. Και κατά μία βαθύτερη έννοια, στο ίδιο κρεβάτι, του πόνου, βρίσκεται καθημερινά ο ανήμπορος ασθενής που αναζητά την ζωοδότρα ελπίδα και την παρηγοριά της ανθρώπινης ζεστασιάς. Μιας ζεστασιάς που πρωτοένοιωσε στο σώμα της μάνας που του δώρισε τη ζωή.
«Ο τραυματίας» – Πρόδρομος Τσαουσάκης
«Ο τραυματίας» του Τσιτσάνη αντλεί την ομορφιά του από τη δύναμη της ζωής και την ανθρωπιά, επιστρέφοντάς τα στον ακροατή στο πολλαπλάσιο. Το έργο του μέγιστου λαϊκού δημιουργού είναι πλούσιο από τραγούδια που αναφέρονται στις αγωνίες, τους καημούς και τα όνειρα των παιδιών του λαού, των φτωχών και των κατατρεγμένων. Τραγούδια που υμνούν τον εργάτη που ιδρώνει για το ψωμί του, και που αγωνίζεται με κάθε μέσο, ακόμα και με το όπλο στο χέρι όταν χρειαστεί, για μια καλύτερη ζωή σε μια δίκαιη κοινωνία. Στο τέλος του 1948 ο Τσιτσάνης θα γράψει το μεγαλειώδες «Κάνε λιγάκι υπομονή» (Μην απελπίζεσαι και δε θ’ αργήσει…), που εξαιτίας της πολιτικής του σημασίας θα απαγορευτεί και θα διώκεται για χρόνια μετά τη λήξη του εμφυλίου…
«Ο τραυματίας» – Σωτηρία Μπέλλου
Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι… Τι κι αν γράφτηκαν πριν από πολλά χρόνια, κάποια τραγούδια συνεχίζουν να συγκινούν τους ανθρώπους ανεξαρτήτως ηλικίας, να τους συντροφεύουν στις μικρές και μεγάλες στιγμές της ζωής, να εκφράζουν τις αγωνίες, τον πόνο και τα όνειρά τους, να εμπνέουν τους αγώνες τους.
Η στήλη, χωρίς να διεκδικεί το αλάθητο ή τον τίτλο του «ειδικού», φιλοδοξεί να «παίξει» τραγούδια που γράφτηκαν για τον έρωτα, την αγάπη, το μεροκάματο, τη μετανάστευση, τον αγώνα για λευτεριά και για καλύτερη ζωή. Τραγούδια που γράφτηκαν από ποιητές, αλλά κι από δημιουργούς, που δεν διάβασαν ποτέ στη ζωή τους ποίηση… Ανασκαλεύοντας το παρελθόν και ψηλαφώντας την ιστορία τους, πότε γράφτηκαν, σε ποιες συνθήκες, από ποιους πρωτοτραγουδήθηκαν, ποιοι τα τραγουδούν στις μέρες μας.
Χωρίς διαχωρισμούς, χωρίς αποκλεισμούς, τραγούδια ελληνικά και «ξένα», με γνώμονα ότι, εκτός από το να θυμίζουν εικόνες από το παρελθόν, συναρπάζουν τις αισθήσεις, γεννούν συναισθήματα, μας εμπνέουν και μας συγκινούν σήμερα.
Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι… Ακούστε τα όλα εδώ.