Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια ταξιδεύουν: «Κακούργα πεθερά» (Καημένε Αθανασόπουλε)
Όπως και στις περιπτώσεις του Πίκινου και του Σακαφλιά που είχαν επίσης επηρεάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την κοινωνία την ίδια εποχή, το στυγερό έγκλημα στου Χαροκόπου και το τραγικό τέλος του Αθανασόπουλου «ταξιδεύει» στην αιωνιότητα με τα «φτερά» του λαϊκού τραγουδιού.
«Αι αστυνομικαί και δικαστικαί αρχαί εν αναστατώσει: Το φρικαλεώτερον έγκλημα που διεπράχθη ποτέ εις την Ελλάδα – Οι απαισιώτεροι κακούργοι εις τας Αθήνας – Ένα τεμαχισμένον πτώμα εις δύο δέματα – Ο δράστης, κανείς παράφρων χειρούργος;» – Το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Ακρόπολις» της 7 του Γενάρη 1931 καταλαμβάνεται από το ρεπορτάζ της ανεύρεσης την προηγούμενη μιας τεμαχισμένης σορού στην κοίτη του Κηφισσού ποταμού, στο ύψος του Βοτανικού. Όπως θα διαπιστωθεί στη συνέχεια η σορός ανήκε στον εργολάβο δημοσίων έργων Δημήτρη Αθανασόπουλο.
Το στυγερό έγκλημα είχε οργανωθεί και διαπραχτεί από μια ομάδα οικείων προσώπων του εργολάβου, που αποτελούταν από την πεθερά του, Άρτεμη Κάστρου, τη σύζυγό του, Σοφία (Φούλα) Αθανασοπούλου, τον ξάδελφο της πεθεράς του, μόλις 19 ετών Δημήτρη Μοσκιό και την οικιακή βοηθό, Γιαννούλα Μπέλλου. Όλοι ζούσαν στο ίδιο σπίτι με το ζευγάρι.
Ο Δημήτρης Αθανασόπουλος και η Φούλα Κάστρου είχαν παντρευτεί το 1921 και απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Ο γάμος τους στην πορεία διαταράχτηκε και ο εργολάβος ζούσε χωριστά. Ειπώθηκε ότι ο Αθανασόπουλος διατηρούσε ερωτική σχέση με την πεθερά του και κακοποιούσε τη γυναίκα του.
Στις 4 του Γενάρη 1931 η πεθερά του Αθανασόπουλου και η κόρη της οπλίζουν το χέρι του νεαρού Μοσκιού που πυροβολεί και σκοτώνει τον εργολάβο. Στη συνέχεια μεταφέρουν το πτώμα στο πλυσταριό του σπιτιού και δοκιμάζουν ανεπιτυχώς να το κάψουν. Τότε αποφασίζουν να το τεμαχίσουν. Με το διαμελισμένο πια πτώμα γεμίζουν δυο σακιά και πληρώνουν έναν καραγωγέα για να ολοκληρώσει το σχέδιό τους…
Η δολοφονία του Αθανασόπουλου στην Καλλιθέα, συντάραξε το πανελλήνιο και κράτησε τον ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για πολύ καιρό. Οι σελίδες των εφημερίδων φιλοξένησαν αμέτρητες επιφυλλίδες και χρονογραφήματα, γράφτηκαν ανέκδοτα και νούμερα επιθεώρησης, όμως ένα τραγούδι ήταν αυτό που έμελλε να μείνει στην ιστορία.
Δημιουργός του τραγουδιού «Κακούργα πεθερά» που παραπέμπει σε παραδοσιακό μοιρολόι και είναι επίσης γνωστό ως «Καημένε Αθανασόπουλε» ή «Το τραγούδι του Αθανασόπουλου», ο τραπεζικός υπάλληλος και μουσικός Ιάκωβος Μοντανάρης. Το τραγούδι αυτό ήταν το πρώτο του στη δισκογραφία, ηχογραφήθηκε ταυτόχρονα σε περισσότερες από μια εκτελέσεις και κατέγραψε το ασύλληπτο για την εποχή ρεκόρ πωλήσεων των 90.000 (κατ’ άλλους 100.000) δίσκων 78 στροφών.
Η «Κακούργα πεθερά» (Καημένε Αθανασόπουλε) με τη φωνή του Αντώνη Νταλγκά:
Στου Χαροκόπου τα στενά μια μικροπαντρεμένη
εσκότωσε τον άντρα της βρε η δαιμονισμένηΣτον ύπνο που κοιμούντανε μάνα και θυγατέρα
εβάλανε τον ανεψιό και του ’ριξε μια σφαίραΒρε Φούλα δεν εσκέφτηκες δεν πόνεσε η καρδιά σου
τον άντρα σου, τα νιάτα σου, τα έμορφα παιδιά σουΒρε Φούλα πώς εβάστηξες και πώς βαστάς ακόμα
εσύ να ’σαι στη φυλακή κι άντρας σου στο χώμα– Αααχ, καημένε μου…
Κι εσύ κακούργα πεθερά τους πήρες στο λαιμό σου
την κόρη σου, τον ανεψιό, τη δούλα, τον γαμπρό σουΚαημένε Αθανασόπουλε τι σου ’μελλε να πάθεις
από κακούργα πεθερά τα νιάτα σου να χάσεις
Με τους ίδιους στίχους το τραγούδι με τη φωνή της Μαρίκας Φραντζεσκοπούλου (Πολίτισσα):
Την «Κακούργα πεθερά» ερμήνευσε ο Κώστας Νούρος, με την προσθήκη αυτής της στροφής στους παραπάνω στίχους:
Μάνα γλυκιά μανούλα μου πάψε τα δάκρυά σου
και πάρε τα παιδάκια μου μέσα στην αγκαλιά σου
αυτά θα έχεις για παιδιά, μένα λησμόνησέ με
θα με σταυρώσει η Παναγιά μάνα συγχώρεσέ με
Με παραλλαγμένους στίχους ερμήνευσε την «Κακούργα πεθερά» η Ρόζα Εσκενάζυ:
Στου Χαροκόπου τα στενά μια μικροπαντρεμμένη
εσκότωσε τον άντρα της βρε η δαιμονισμένηΣτον ύπνο που κοιμότανε, μάνα και θυγατέρα,
εβάλανε τον ανεψιό και του ’ριξε τη σφαίρα.Κι η Φούλα τότε φώναξε, μάνα μου, πώς σπαράζει
κι η μάνα της απάντησε: Πνίξτε τον. Και διατάζει:Βάλτε φωτιά και κάψτε τον και κάντε τον κομμάτια,
κι εμπρός να τον πετάξουμε να μη μας δούνε μάτια.Και εσύ κακούργα πεθερά τους πήρες στο λαιμό σου,
την κόρη σου, τον ανεψιό, τη δούλα, το γαμπρό σου.Καημένε Αθανασόπουλε, τι σου ’μελλε να πάθεις,
από κακούργα πεθερά τα νιάτα σου να χάσεις.Μάνα, γλυκιά μανούλα μου, πάψε τα δάκρυα σου
και πάρε τα παιδάκια μου μέσα στην αγκαλιά σου.Αυτά θα έχεις πια παιδιά, μένα λησμόνησε με,
κάνε σταυρό στην Παναγιά, μάνα συχώρεσέ με.
Στη μεγάλη επιτυχία του τραγουδιού αναφέρεται ο καραγκιοζοπαίχτης Σωτήρης Σπαθάρης (πατέρας του Ευγένιου). Γράφει στα απομνημονεύματά του (εκδ. Οδυσσέας): «Όπου κι αν πήγαινες κι αν στεκόσουνα, μέρα και νύχτα θ’ άκουγες να τραγουδάνε φωνογράφοι, γυναίκες, παιδιά, νέοι και γέροι το «Καημένε Αθανασόπουλε»… Οι εφημερίδες είχανε κάθε μέρα δουλειές με φούντες. Βάζαν φωτογραφίες με τους τρεις φονιάδες, την αναπαράσταση κλπ.».
«Κακούργα πεθερά» (Καημένε Αθανασόπουλε) – Μεταγενέστερη εκτέλεση από τον Σπύρο Ζαγοραίο:
Ο Σπαθάρης με τον τραγουδιστή του, βρίσκονται στην Ελευσίνα όταν αποφασίζουν να μεταφέρουν την ιστορία του στυγερού εγκλήματος στη σκηνή του θεάτρου σκιών: «Αφού τ’ αποφασίσαμε, κοιτάξαμε στις εφημερίδες τους κακούργους και τον Αθανασόπουλο και κάναμε όλες τις φιγούρες. Το βράδυ που το πρωτοπαίξαμε, εκεί που η αστυνομία πιάνει τους δολοφόνους κόψαμε το έργο και είπαμε: «Αύριο η συνέχεια». Οι θεατές θύμωσαν, μας βρίζανε και λέγανε «μην παίξεις αύριο, γιατί θα σου τον σπάσουμε τον Καραγκιόζη». Γι’ αυτό την άλλη μέρα φύγαμε».
Φεύγοντας φτάνουν στην Κηφισιά, όπου στήνουν ξανά τη σκηνή του Καραγκιόζη: «Από την Τρίτη έβγαλα μια ρεκλάμα, δυο μέτρα μεγάλη, πώς σκοτώσανε τον Αθανασόπουλο ενώ κοιμότανε, πώς τον κάνανε κομμάτια με τον μπαλτά της κουζίνας, πώς τον κάψανε, το ρέμα που πέταξαν το πτώμα και την αναπαράσταση του εγκλήματος, που κάνει η αστυνομία. Στην Κηφισιά έγινε συναγερμός. Την Πέμπτη το βράδυ εκόψαμε 1600 εισιτήρια, ένα τάλιρο το εισιτήριο, ενώ ο Καραγκιόζης έπαιζε με δυο δραχμές τις άλλες μέρες».
Η μεγάλη επιτυχία της παράστασης έγινε θέμα στις εφημερίδες και έφερε πολλές προτάσεις στον Σπαθάρη από διάφορα θέατρα: «Έπαιξα την παράσταση στο θέατρο «Ρεκόρ», στα Σεπόλια, στου Χάχαλη στο Περιστέρι, στο Χαλάντρι, στα Ταμπούρια, στο Κουτσουκάρι, σε τρία θέατρα στην Πάτρα, στη Σύρα, στη Χίο, στο Μαρούσι, στην Αγία Παρασκευή. Πολλά χρόνια περάσανε από τότε, αυτή όμως η παράσταση έκανε τα περισσότερα εισιτήρια απ’ όλες»…
«Κακούργα πεθερά» (Καημένε Αθανασόπουλε) – Νεότερη, εξαιρετική εκτέλεση από τους Δημήτρη Μυστακίδη, Ιφιγένεια Ιωάννου:
Η «κακούργα πεθερά» Άρτεμις Κάστρου και η κόρη της, Φούλα, καταδικάστηκαν από το δικαστήριο ως ηθικοί αυτουργοί και συνεργοί στη δολοφονία, στην εσχάτη των ποινών, δηλαδή σε θάνατο, ο Δημήτρης Μοσκιός σε 20 χρόνια και η Γιαννούλα Μπέλλου σε ισόβια. Οι ποινές στην πορεία μετατράπηκαν. Ο Μοσκιός κατέληξε στο δημόσιο ψυχιατρείο, στο Δαφνί και πέθανε μετά από λίγα χρόνια από φυματίωση. Η Άρτεμις Κάστρου και Φούλα Αθανασοπούλου μετά από 10 χρόνια αποφυλακίστηκαν. Η Φούλα ξαναπαντρεύτηκε.
Όπως και στις περιπτώσεις του Πίκινου και του Σακαφλιά που είχαν επίσης επηρεάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την κοινωνία την ίδια εποχή, το στυγερό έγκλημα στου Χαροκόπου και το τραγικό τέλος του Αθανασόπουλου «ταξιδεύει» στην αιωνιότητα με τα «φτερά» του λαϊκού τραγουδιού.
Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι… και από 26/10/2020 νέα ονομασία: Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια ταξιδεύουν… Τι κι αν γράφτηκαν πριν από πολλά χρόνια, κάποια τραγούδια συνεχίζουν να συγκινούν, να συντροφεύουν τις μικρές και μεγάλες στιγμές των ανθρώπων, να εκφράζουν τις αγωνίες, τον πόνο και τα όνειρά τους, να εμπνέουν τους αγώνες τους.
Η στήλη, χωρίς να διεκδικεί το αλάθητο ή τον τίτλο του «ειδικού», «παίζει» τραγούδια που γράφτηκαν για τον έρωτα, την αγάπη, το μεροκάματο, τη μετανάστευση, τον αγώνα για λευτεριά και για καλύτερη ζωή. Τραγούδια γραμμένα από ποιητές, αλλά κι από δημιουργούς που δεν διάβασαν ποτέ στη ζωή τους ποίηση… Ανασκαλεύοντας το παρελθόν και ψηλαφώντας την ιστορία τους, πότε γράφτηκαν, σε ποιες συνθήκες, από ποιους πρωτοτραγουδήθηκαν, ποιοι τα τραγουδούν στις μέρες μας.
Χωρίς διαχωρισμούς, χωρίς αποκλεισμούς, τραγούδια ελληνικά και «ξένα», με γνώμονα ότι, εκτός από το να θυμίζουν εικόνες από το παρελθόν, συναρπάζουν τις αισθήσεις, γεννούν συναισθήματα, εμπνέουν και συγκινούν σήμερα.
Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια ταξιδεύουν… Ακούστε τα όλα εδώ.