Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια ταξιδεύουν: «Το βουνό» (Με το βουνό θα γίνω φίλος)
Ο λαϊκός ύμνος των Λουκά Νταράλα – Ευάγγελου Πρέκα, «σήμα κατατεθέν» της Καίτης Γκρέυ και τα «σίκουελ» που απαρτίζουν την «τριλογία του βουνού»
Ο Λουκάς Νταράλας (1927-1977) είναι σήμερα περισσότερο γνωστός για τη συγγενική του σχέση με τον διάσημο ερμηνευτή Γιώργο Νταλάρα (πατέρας του). Τραγουδιστής και συνθέτης, ηχογράφησε λίγα τραγούδια τις δεκαετίες 1950 και 1960, ένα όμως από αυτά έφτανε για να τον εντάξει στους λαϊκούς δημιουργούς με τις μεγαλύτερες επιτυχίες. Ο λόγος για «Το βουνό», τον χιλιοτραγουδισμένο λαϊκό ύμνο τους στίχους του οποίου έγραψε ο Ευάγγελος (Βαγγέλης) Πρέκας και σφράγισε η εμβληματική ερμηνεία της Καίτη Γκρέυ.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’50 η Καίτη Γκρέυ σταθεροποιεί τα βήματά της στο χώρο του τραγουδιού και παράλληλα αναζητά την ευκαιρία να ηχογραφήσει τα δικά της τραγούδια. Το 1953 γνωρίζεται με τον Λουκά Νταράλα που την καλεί να τραγουδήσει στο κρατικό ραδιόφωνο, όπως συνηθιζόταν τότε για τους λαϊκούς τραγουδιστές.
Η Καίτη Γκρέυ ερμηνεύει «Το βουνό» (κάπου στη δεκαετία του ’90), με τη συνοδεία δυο σπουδαίων παικτών, του Γιάννη Παλαιολόγου στο μπουζούκι και του – εκ των κορυφαίων – λαϊκού συνθέτη Τάκη Σούκα στο ακορντεόν:
Η ίδια διηγείται στην αυτοβιογραφία της («Καίτη Γκρέυ – Αυτή είναι η ζωή μου», εκδ. Οδός Πανός, 1983): «Με φωνάζει λοιπόν ο Λουκάς ο Νταράλας και μου λέει, έλα δω, κοριτσάκι μου. Έμαθα ότι τραγουδάς πολύ όμορφα. Έρχεσαι, μου λέει, στο Σταθμό, να μου πεις κανά τραγούδι; Λέω, κύριε Νταράλα, εγώ είμαι λέω, πολύ λίγο καιρό τραγουδίστρια. Τι σημασία έχει αυτό; Μου λέει. Είχανε λοιπόν ένα δωμάτιο από μέσα από του Μάριου [Σ.Σ. Καφέ- Μπαρ «Ο Μάριος» ή και «το μπαράκι του Μάριου», θρυλικό στέκι συνθετών, στιχουργών, μουσικών, τραγουδιστών, και γενικότερα των ανθρώπων του λαϊκού τραγουδιού] – τότε εκεί στην Ίωνος μπαίνανε τα συγκροτήματα και κάνανε πρόβες. Με πήρε λοιπόν από μέσα. Μόλις μ’ άκουσε σ’ ένα τραγούδι, τι λες κορίτσι μου! Εσύ, μου λέει, έχεις πολύ ωραία φωνή. Αφού κάναμε λοιπόν δυο-τρία τραγούδια πρόβα, μου λέει, να σου περάσω κ’ ένα καινούργιο τραγούδι πούχω γράψει να το πεις στο Σταθμό; Να μου το λανσάρεις στο Σταθμό; Γιατί είσαι πολύ ωραία τραγουδίστρια. Λέω, να μου το περάσετε, κύριε Νταράλα. Πραγματικά, μου περνάει λοιπόν το «Βουνό»…
Το βουνό
Θ’ ανέβω και θα τραγουδήσω
στο πιο ψηλότερο βουνό
ν’ ακούγεται στην ερημιά
ο πόνος μου με την πενιά.
Με το βουνό θα γίνω φίλος
και με τα πεύκα συντροφιά
κι όταν θα κλαίω και πονώ
θ’ αναστενάζει το βουνό.
Απάνω στο βουνό θα μείνω
κι από τον κόσμο μακριά
θα κλαίω μόνος θα πονώ
και θα μ’ ακούει το βουνό.
Η ερμηνεία της Γκρέυ μαγεύει όσους βρίσκονται στο ραδιοφωνικό θάλαμο και γίνεται αντικείμενο συζήτησης στο μπαράκι του Μάριου. Μουσικοί, συνθέτες, στιχουργοί εντυπωσιασμένοι την πλησιάζουν και της δίνουν συγχαρητήρια. Κάποιοι ίσως και να σχεδιάζουν να της δώσουν τραγούδια. Την πλησιάζει ο σπουδαίος στιχουργός Χαράλαμπος Βασιλειάδης, περισσότερο γνωστός ως «Τσάντας», και αφού τη συγχαίρει της προτείνει να τον ακολουθήσει στην «Κολούμπια», της οποίας ήταν τότε από τους βασικούς συνεργάτες.
Η Καίτη Γκρέυ ερμηνεύει «Το βουνό» στην εκπομπή «Κοίτα τι έκανες» της Σεμίνας Διγενή (δεκαετία του 2000), με τη συνοδεία δυο σπουδαίων παικτών, του – με όνομα βαρύ σαν ιστορία – Λάζαρου Κουλαξίδη στο ακορντεόν και του νεότερου Παναγιώτη Στεργίου στο μπουζούκι:
Την επόμενη μέρα μπροστά στα κορυφαία στελέχη της δισκογραφικής εταιρίας η νεαρή τραγουδίστρια ξεδιπλώνει το ταλέντο της και υπογράφει επιτόπου συμβόλαιο συνεργασίας. Το αμέσως επόμενο διάστημα ηχογραφεί τις μεγάλες επιτυχίες «Το δικό σου το μαράζι» (Γιώργος Μητσάκης) και «Ποτέ τη μάνα μην πικραίνεις» (στίχοι: Κώστας Βίρβος – μουσική: Γεράσιμος Κλουβάτος).
Σύμφωνα με την Γκρέυ η ίδια μεσολάβησε για να ηχογραφηθεί «Το βουνό» στην «Κολούμπια», νιώθοντας ευγνωμοσύνη για τον Λουκά Νταράλα που την ανέδειξε μέσω του ραδιοφώνου και εκμεταλλευόμενη την μεγάλη επιτυχία των δυο πρώτων ηχογραφημένων τραγουδιών της.
«Το βουνό» – Καίτη Γκρέυ, Δημήτρης Ρουμελιώτης
«Το βουνό» ηχογραφείται το 1954 (στην Γκρέυ κάνει δεύτερη φωνή ο Δημήτρης Ρουμελιώτης) και θα της ανοίξει το δρόμο προς την καθολική αναγνώριση και καταξίωση. «Όταν κυκλοφόρησε το «Βουνό», μια μέρα με πήρε στην αγκαλιά, ο κύριος Τάκης Λαμπρόπουλος [Σ.Σ. ο ισχυρός άντρας της «Κολούμπια»], μού λέει, έλα, κορίτσι μου να σε πάω μες στο εργοστάσιο, να δεις τι γίνεται με το «Βουνό». Οι πρέσες δεν προλαβαίνανε να κόβουνε δίσκους, γιατί πουλιότανε τόσο πολύ που δεν προλαβαίνανε, δε φτάνανε οι πρέσες για να εξυπηρετήσουνε τις πωλήσεις των δίσκων το «Βουνό», θυμάται η Γκρέυ στην αυτοβιογραφία της.
«Το βουνό» – Μαρίκα Νίνου, Βασίλης Τσιτσάνης
Μέσα σε διάστημα μερικών μηνών «Το βουνό» ηχογραφείται επίσης από το συγκρότημα του Βασίλη Τσιτσάνη με τη φωνή της μεγάλης Μαρίκας Νίνου, που εκείνη την περίοδο (τρία χρόνια πριν φύγει, πρόωρα, από τη ζωή) είναι ένα από «βαριά χαρτιά» της «Κολούμπια».
Και στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού, όμως, στις ΗΠΑ, «Το βουνό» ηχογραφείται με τίτλο «Με το βουνό θα γίνω φίλος», από το συγκρότημα του Νίκου Πουρπουράκη με τη φωνή του Θόδωρου Καβουράκη. Πρόκειται για μια εξαιρετική εκτέλεση και ερμηνεία στη διάρκεια της οποίας ακούγεται ο Νίκος Πουρπουράκης, που παίζει μπουζούκι, να λέει «Γειά σου Καβουράκη παραπονιάρη»…
Το 1974 «Το βουνό» ηχογραφήθηκε με τη φωνή του Λουκά Νταράλα στον δίσκο «Ένας ρεμπέτης»:
Στο YouToube ανακαλύψαμε «απόσπασμα από ερασιτεχνική ηχογράφηση έκπληξη του 1956 (που ανέβασε στο youtube ο χρήστης J. Romano) με τον Λουκά Νταράλα να παίζει μπουζούκι και να τραγουδά σε παρέα, σε κουρείο, στο Τελ Αβίβ, εποχή που εμφανιζόταν στο κλαμπ Αριάννα»:
Η μεγάλη επιτυχία που γνώρισε «Το βουνό» οδήγησε τον στιχουργό του, τον Βαγγέλη Πρέκα, που ήταν επίσης συνθέτης, έπαιζε μπουζούκι και τραγουδούσε, να γράψει τα τραγούδια «Ανάμεσα σε δυο βουνά» (στίχους και μουσική) και τους στίχους του «Αφήνω το βουνό» (ή και «Αφήνω το βουνό και φεύγω»).
Το 1955 ηχογραφείται το «Αφήνω το βουνό και φεύγω», με μουσική του Σαράντου Κοτομάτη. Ερμηνεύουν ο Θανάσης Ευγενικός και η Ευαγγελία Μαρκοπούλου:
Οι στίχοι του Βαγγέλη Πρέκα μοιάζει να «απαντούν» στο «Βουνό», καθώς ο ήρωας του τραγουδιού αποζητά να ξεφύγει από τη μοναξιά που τον έχει πληγώσει, σε αντίθεση με αυτόν του «Βουνού» που την αναζητούσε ως καταφύγιο. Και στα δυο τραγούδια το βουνό ταυτίζεται με την απομόνωση και τη μοναξιά.
Αφήνω το βουνό και φεύγω
Τώρα π’ αρχίσανε οι μπόρες
οι αστραπές και οι βροντές
αφήνω το βουνό και φεύγω
καρδιά μου άλλο πια μη κλαις
Έζησα σαν το ερημίτη
χωρίς ανθρώπων συντροφιά
κι αντί να βρω τη γιατρειά μου
με πλήγωσε η μοναξιά
Τώρα π’ αρχίσανε οι μπόρες
ένα καλύβι αναζητώ
να ξεκουράσω το κορμί μου
κι ας ξεψυχήσω πια σ’ αυτό
Το ίδιο τραγούδι θα κυκλοφορήσει μερικά χρόνια αργότερα με τίτλο «Αφήνω το βουνό» και με ερμηνευτές τον Βαγγέλη Πρέκα και τη Μάρθα Παπαβραμίδου:
Στο μεταξύ, το 1956 κυκλοφορεί το «Ανάμεσα σε δυο βουνά». Εδώ ο Βαγγέλης Πρέκας υπογράφει τους στίχους και τη μουσική. Ερμηνεύουν οι Ποσειδών Δίβαρης και Γεωργία Σεβδαλή. Αν και έχουμε να κάνουμε με την αφήγηση της ίδιας ιστορίας (με άλλους στίχους), πρόκειται για ένα τραγούδι που σε τίποτα δεν θυμίζει τον πρόγονό του, «Το βουνό»:
Ανάμεσα σε δυο βουνά
Ανάμεσα σε δυο βουνά,
θα πάω να τραγουδήσω.
Θα κλάψω μες στην ερημιά
κι απ’ την βαριά μου την πενιά,
θ’ αρπάξει ο αντίλαλος,
τον πόνο που θ’ αφήσω.
Θα κλάψουν μάνες και παιδιά,
με τη θλιμμένη μου πενιά.
Θ’ αναστενάξει ο ουρανός,
φωτιές η γη θα βγάλει.
Στερνό το χείλι μου θα πει,
για τη χαμένη μου ζωή
και τότε ο αναστεναγμός,
τα δέντρα θα μαράνει.
Θα κλάψουν μάνες και παιδιά,
με τη θλιμμένη μου πενιά.
Ανάμεσα σε δυο βουνά,
θ’ αφήσω το κορμί μου
και μες στα πεύκα τα πυκνά,
ο άνεμος όταν περνά,
θα τραγουδάει τον πόνο μου
και την καταστροφή μου.
Θα κλάψουν μάνες και παιδιά,
με τη θλιμμένη μου πενιά.
Εξαιρετική η ερμηνεία του αξέχαστου Μπάμπη Γκολέ στο «Ανάμεσα σε δυο βουνά»:
«Το βουνό» των Βαγγέλη Πρέκα-Λουκά Νταράλα τραγουδήθηκε και συνεχίζει να τραγουδιέται από πολλούς και πολλές εκπροσώπους (ανάμεσά τους κορυφαία ονόματα) του λαϊκού τραγουδιού στις σχεδόν εφτά δεκαετίες του «ταξιδιού» του. Ενδεικτικά: Δημήτρης Μητροπάνος, Πόλυ Πάνου, Γιάννης Πουλόπουλος, Ρίτα Σακελλαρίου, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Μαρινέλλα, Γιώτα Νέγκα, Μάκης Χριστοδουλόπουλος κ.ά.
Στο ηχητικό ντοκουμέντο που ακολουθεί ακούγεται ο Στέλιος Καζαντζίδης να τραγουδάει «Το βουνό», παίζοντας την κιθάρα του, σε μια ιδιωτική στιγμή, ενδεχομένως σε μια παρέα με φίλους του, ίσως σε κάποιο από τα ταβερνάκια του Άγιου Κωνσταντίνου όπου ο μέγιστος λαϊκός βάρδος σύχναζε παρέα με εργάτες και ψαράδες φίλους του:
Ακολουθεί η ερμηνεία του Γιώργου Νταλάρα στην εξαιρετική παράσταση του μεγάλου ερμηνευτή «Σαν τραγούδι μαγεμένο – Αναφορά στο Ρεμπέτικο», τον Μάρτη του 2009 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, που ηχογραφήθηκε και κυκλοφόρησε σε δίσκο με τον ίδιο τίτλο. Ξεχωρίζουν η εισαγωγή και βέβαια το παίξιμο στο μπουζούκι και στο ακορντεόν των σπουδαίων παικτών Μανώλη Πάππου και Ντάσο Κούρτι:
Η τεράστια επιτυχία του «Βουνού» επηρέασε όμως και άλλους συνθέτες. Κλείνοντας το αφιέρωμα στην «τριλογία του βουνού» με συνδετικό κρίκο τον Βαγγέλη Πρέκα, δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε – ως χαρακτηριστικό παράδειγμα – στο τραγούδι «Θα κάνω φίλο το βουνό» (1965) του σημαντικού λαϊκού δημιουργού Νίκου Δαλέζιου (στίχοι και μουσική), που ερμηνεύει η μεγάλη κυρία του λαϊκού μας τραγουδιού, Γιώτα Λύδια:
Θα κάνω φίλο το βουνό
Θ’ ανέβω με παράπονο
σ’ ένα βουνό να κλάψω,
να πιάσω φίλο το βουνό
να με πονάει όταν πονώ.
Απ’ τους ανθρώπους κάηκα
θ’ ανέβω να φωνάξω,
να με ακούσει το βουνό
να με πονάει όταν πονώ.
Φωλιές θα χτίσει ο καημός
στα παγωμένα βράχια,
και θα ‘χω φίλο το βουνό
να με πονάει όταν πονώ.
Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι… και από 26/10/2020 νέα ονομασία: Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια ταξιδεύουν… Τι κι αν γράφτηκαν πριν από πολλά χρόνια, κάποια τραγούδια συνεχίζουν να συγκινούν, να συντροφεύουν τις μικρές και μεγάλες στιγμές των ανθρώπων, να εκφράζουν τις αγωνίες, τον πόνο και τα όνειρά τους, να εμπνέουν τους αγώνες τους.
Η στήλη, χωρίς να διεκδικεί το αλάθητο ή τον τίτλο του «ειδικού», «παίζει» τραγούδια που γράφτηκαν για τον έρωτα, την αγάπη, το μεροκάματο, τη μετανάστευση, τον αγώνα για λευτεριά και για καλύτερη ζωή. Τραγούδια γραμμένα από ποιητές, αλλά κι από δημιουργούς που δεν διάβασαν ποτέ στη ζωή τους ποίηση… Ανασκαλεύοντας το παρελθόν και ψηλαφώντας την ιστορία τους, πότε γράφτηκαν, σε ποιες συνθήκες, από ποιους πρωτοτραγουδήθηκαν, ποιοι τα τραγουδούν στις μέρες μας.
Χωρίς διαχωρισμούς, χωρίς αποκλεισμούς, τραγούδια ελληνικά και «ξένα», με γνώμονα ότι, εκτός από το να θυμίζουν εικόνες από το παρελθόν, συναρπάζουν τις αισθήσεις, γεννούν συναισθήματα, εμπνέουν και συγκινούν σήμερα.
Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια ταξιδεύουν… Ακούστε τα όλα εδώ.