Τέσσερα τραγούδια και δυο παραλλαγές για το Πολυτεχνείο από το Φώντα Λάδη στο Ριζοσπάστη
Τα “Τέσσερα τραγούδια και δυο παραλλαγές” γράφτηκαν μέσα στη δίνη και τον απόηχο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, καθώς τα τανκς του Ιωαννίδη βομβάρδιζαν την Αθήνα, λες κι ήταν μια εχθρική πόλη.
Με μεγάλη μας χαρά λάβαμε στον «Ριζοσπάστη» τα «τέσσερα τραγούδια και δύο παραλογές» του ποιητή Φώντα Λάδη. Στίχοι εμπνευσμένοι και γεννημένοι μέσα στα συνταρακτικά γεγονότα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου το 1973.Ο ίδιος ο ποιητής μιλώντας για τα συγκεκριμένα ποιήματα στον «Ριζοσπάστη» σημειώνει:
Πρόκειται για έξι μικρά ποιήματα, που γράφτηκαν αβίαστα και πηγαία, με οδηγό τον πάντα ζωντανό δρόμο του δεκαπεντασύλλαβου.
Σ’ αυτά, εκτός από τον ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου, περιγράφονται και γεγονότα, όπως είναι η μεγάλη κινητοποίηση των κατοίκων των Μεγάρων το 1973 ή το πραξικόπημα σε βάρος του Μακαρίου στην Κύπρο, το καλοκαίρι του 1974.
Η μικρή αυτή, άγνωστη – στην πραγματικότητα – ποιητική ενότητα συμπεριλήφθηκε μόνο μια φορά στον συλλογικό τόμο “Αντιφασιστικά ’63 – ’74”, που επιμελήθηκε ο Κώστας Βαλέτας και κυκλοφόρησε το Δεκέμβριο του 1974.
Αν και από “κατασκευής” τους οι στίχοι αυτοί είχαν τη δυναμική μιας ενδεχόμενης μελοποίησής τους, αυτό δεν είχε γίνει ως τώρα. Στις αρχές μόνο της δεκαετίας του ’80 ένα από τα ποιήματα, τα “Μέγαρα”, είχε μελοποιηθεί από τον Δημήτρη Λάγιο, με τον τίτλο “Η ελιά”, χωρίς όμως να συμπεριληφθεί ποτέ σε δίσκο.
Και, να, που πέρυσι οι στίχοι μελοποιήθηκαν στο σύνολό τους από τον Βασίλη Γαϊτάνο, γνωστό πιανίστα και συνθέτη, που δίπλα στον Μίκη Θεοδωράκη όργωσε στα χρόνια του αντιδικτατορικού αγώνα την Αμερική – και όχι μόνο – καθώς και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Και ο οποίος, ακόμα και τώρα, μοιράζει την καλλιτεχνική του δράση, μαζί με τη σύντροφό του, εξαιρετική ερμηνεύτρια Δήμητρα Γαϊτάνου, ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ελλάδα.
Ενόψει και μιας σχεδιαζόμενης κυκλοφορίας τους σε δίσκο, η τωρινή δημοσίευση των ποιημάτων αυτών στον “Ριζοσπάστη”, ανήμερα την 45η επέτειο του Πολυτεχνείου, αποκτά μια ιδιαίτερη σημασία.
Γεγονότα τέτοιας εμβέλειας, όπως είναι η εξέγερση του Πολυτεχνείου, δεν αρκεί να φυλάσσονται στη συλλογική μνήμη με τη συναισθηματική τους μόνο διάσταση και τον δυνατό συμβολισμό τους. Αξίζει, με τη βοήθεια και της τέχνης, να διατηρούνται στην επιφάνεια της συνείδησης και εμείς, έτσι, να οδηγούμαστε στην ανακάλυψη της αληθινής σημασίας τους.
Που ξεπροβάλλει, όταν τοποθετούμε και κατανοούμε τους αγώνες της νεολαίας μέσα στο φόντο των ευρύτερων αγώνων του λαού μας».
ΤΑΝΚΣ ΘΑ ΣΤΕΙΛΩ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Το ψωμάκι έχω χορτάσει
μα δεν χόρτασα τον ύπνο.
Πίνω σε χρυσό ποτήρι
μα τον ήλιο έχω ξεχάσει.
***
Απ’ το σπίτι στο γραφείο
κι από κει στο μαύρο αμάξι.
Χίλιοι αστυφυλάκοι γύρω
κι εκατό μοτοσικλέτες.
***
Τανκς θα στείλω στην Αθήνα
και στα Μέγαρα μπουλντόζες
και στην Κύπρο πέντε φίλους
νύχτα τον παπά να σφάξουν.
ΑΧΟΣ ΒΑΡΥΣ ΑΚΟΥΓΕΤΑΙ
Αχός βαρύς ακούγεται
κι ερπύστριες κυλάνε.
Πατήσια κι Αμπελόκηποι
καίγoνται σα λαμπάδες.
***
Ξένοι δεν είναι τούτοι εδώ.
Eλληνικά μιλάνε.
Οπου μωρό πυροβολούν,
όπου γυναίκα ρίχνουν.
***
Βαρούν ντουφέκια από παντού,
βαρούν τα πολυβόλα.
Σφαλούν πορτοπαράθυρα.
Στο δρόμο κάποιος τρέχει.
***
Καρδιά, για πάψε να χτυπάς,
καρδιά, που πας να σπάσεις.
Η πόλη τούτη είν’ άπαρτη.
Τα σπίτια είναι δικά μας.
ΣΤΕΙΛ’ ΕΝΑ ΓΥΡΩ ΜΗΝΥΜΑ
Στείλ’ ένα γύρω μήνυμα και ρώτα τους δικούς μας,
τι θέλουν τουτ’ οι Ελληνες κι όλο παραπονιούνται
κι οι χωρικοί στα Μέγαρα στήσαν μαύρες σημαίες.
Φάμπρικες φτιάχνω και σχολειά και φάμπρικες δε θέλουν
κι οι φοιτητές κλειστήκανε μες στο Πολυτεχνείο
κι απέξω μάνες κι αδερφές, κι απέξω ένα μιλιούνι.
ΜΕΓΑΡΑ
Τουτ’ η ελιά που χάλασες, έχει κακές τις ρίζες.
Κι αν την σκεπάσεις σίδερο, κι αν τηνε χτίσεις πέτρα,
θε ν’ ανασαίνει μες στη γη, θε να μαζεύει πόνο,
θε να μιλά μερόνυχτα, μέχρι να την ακούσουν.
***
Κι αν χτίσεις φάμπρικα τρανή, θ’ ακούσουν οι εργάτες.
Κι αν χτίσεις ταρσανά βαθύ, θ’ ακούσουν οι μαστόροι.
Κι αν την αφήσεις ξέσκεπη, μπροστά σου θα ‘ναι πάντα.
Τουτ’ η ελιά που χάλασες, αυτή θα σε χαλάσει.
ΝΟΕΜΒΡΗΣ 1973
1
Μεριάσανε τα σύννεφα κι ο ήλιος κατεβαίνει
κι ένα μικρό μελαχροινό φυσάει μες στο σουραύλι.
Η πίκρα είναι στο στόμα του, στα μάτια πάλι η πίκρα
κι ένα ντουφέκι δίπλα του, παλιό και πλουμισμένο.
2
Ξανοίγει πάλι ο ουρανός κι ο ήλιος κατεβαίνει
κι ένα μικρό μελαχροινό κοιτάζει και σωπαίνει.
Κάτι είναι σα χαρούμενο, κάτι σα θυμωμένο
κι ένα ντουφέκι δίπλα του, παλιό και πλουμισμένο.