Βαγγέλης Κορακάκης: … «γι’ αυτούς που κρύψανε το σπόρο της ζωής»
Γι’ αυτούς τους ανθρώπους που πραγματικά κρατήσανε. Το τραγούδι δίνει και μια υπόσχεση και μια ελπίδα ότι αυτός ο σπόρος της ζωής υπάρχει, δεν χάνεται.
Ο Βαγγέλης Κορακάκης γεννήθηκε στις 25 Αυγούστου 1961 στην Καισαριανή. Η πρώτη του επαφή με το μπουζούκι ήταν σε ηλικία μόλις 9 χρονών, απέναντι από το πατρικό του υπήρχε ένας ξυλουργός που έφτιαχνε και μουσικά όργανα. Το πρώτο του μπουζούκι, τρίχορδο, το απέκτησε σε ηλικία 11 χρονών, στο οποίο πέρασε ο ίδιος χορδές.
Αυτοδίδακτος καλλιτέχνης, σε ηλικία 18 χρονών και ενώ είχε συμμετάσχει σε διάφορα σχολικά συγκροτήματα στην Καισαριανή, εργάζεται για πρώτη φορά επαγγελματικά στην μουσική παράσταση του Χουρμούζη «Ο Λεπρέντης», σε μουσική Δήμου Μούτση. Στη συνέχεια δούλεψε για λίγο στην ταβέρνα του Φίτσουλα και το 1982 άνοιξε, μαζί με τον Γιώργο Κούκιο, το «Μακάμι», το σημερινό του ορμητήριο που είναι γνωστό ως Μαγιοπούλα στην Καισαριανή.
Το 1988 κυκλοφορεί, ο πρώτος ουσιαστικά προσωπικός του δίσκος με τίτλο Οι Άρχοντες. Τα τραγούδια του όπως αναφέρει ο ίδιος, γράφτηκαν στην πλειοψηφία τους στο «πακέτο του τσιγάρου» και παιζόντουσαν, πριν την κυκλοφορία τους, στις λαϊκές ταβέρνες της Καισαριανής. Τα επόμενα χρόνια συνεργάζεται με τον Γεράσιμο Ανδρεάτο, το Δημήτρη Μητροπάνο, τη Γιώτα Νέγκα, το Λάκη Χαλκιά και πολλούς ακόμη καλλιτέχνες.
Με αφορμή τη συνεργασία του με τον Λάκη Χαλκιά που όπως ανέφεραν και οι δυο, ήρθε μετά από πολλές συναντήσεις τους στα Φεστιβάλ της ΚΝΕ, ο ένας κατέβαινε από τη σκηνή κι ο άλλος ανέβαινε, είχαν συνομιλήσει με τη Ρουμπίνη Σούλη. Από εκείνη τη συνέντευξη αντιγράφουμε εδώ κάποια αποσπάσματα.
— Ονομάσατε το δίσκο «Λεβέντικες καρδιές». Τι είναι λεβεντιά σήμερα για έναν άνθρωπο, για έναν λαό;
Λεβέντης είναι ο άνθρωπος που δεν κάνει εκπτώσεις στη ζωή του, που παλεύει για τα ιδανικά του και αυτά που πιστεύει. Είναι ο άνθρωπος ο δίκαιος, ο τίμιος, ο αγωνιστής, αυτός που δεν είναι ρουφιάνος, που δεν είναι γλείφτης, που δεν είναι καιροσκόπος. Είναι αυτός που παλεύει για να έχει το κεφάλι ψηλά και το μέτωπο καθαρό. Αυτό είναι μεγάλη υπόθεση και για την προσωπική ζωή του καθενός και για τις σχέσεις των ανθρώπων και για τους λαούς – για τα πάντα. Οι «Λεβέντικες καρδιές» και ειδικά το ομώνυμο τραγούδι είναι ίσως το πιο πολιτικοποιημένο μέσα στο δίσκο. Σε κάποιο σημείο λέει «γι’ αυτούς που κρύψανε το σπόρο της ζωής», γι’ αυτούς τους ανθρώπους που πραγματικά κρατήσανε. Το τραγούδι δίνει και μια υπόσχεση και μια ελπίδα ότι αυτός ο σπόρος της ζωής υπάρχει, δεν χάνεται. Κι όταν λέμε ζωή εννοούμε μια δίκαιη ζωή με αξιοπρέπεια και χωρίς ηθικούς ξεπεσμούς.
— Σε μια εποχή που δεν κυριαρχεί αυτό το πρότυπο ζωής…
Είναι η εποχή που καλπάζει ο καπιταλισμός, που σαρώνει… Τα μεγαλύτερα σκουπίδια που αφήνει πίσω του είναι η ηθική πτώση των ανθρώπων. Ότι πλέον αξία και μαγκιά σήμερα γίνεται η χυδαιότητα. Δηλαδή, όσο πιο χυδαίος, όσο πιο λαμόγιο είσαι, τόσο πιο πολύ είσαι μέσα σ’ αυτό το κόλπο. Είναι δύσκολες οι εποχές, αλλά όσο δύσκολες και να είναι πάντα υπάρχουν και άνθρωποι οι οποίοι αντιστέκονται.
— Παρότι το λαϊκό τραγούδι δεν στηρίζεται, συνεχίζει να συγκινεί τον κόσμο. Από πού αντλείτε, κ. Κορακάκη, την έμπνευσή σας;
Αυτό που κάνω το θεωρώ πολύ φυσιολογικό. Είναι η άποψή μου, η ματιά μου στον κόσμο, η αίσθηση που έχω για τη ζωή. Και επειδή αναφερόμαστε στο λαϊκό τραγούδι, αν κάποιοι αποφασίσανε κάποια στιγμή ότι πρέπει σιγά σιγά να το τελειώνουνε, αυτό δεν σημαίνει ότι ισχύει στην πραγματικότητα. Ισχύει για τα ΜΜΕ, που κάνουν ό,τι γουστάρουν, αλλά μέσα στην ψυχή και στην καρδιά του κόσμου αυτό το πράγμα είναι πάρα πολύ ζωντανό. Καθότι λάτρης του λαϊκού τραγουδιού, πάντα πίστευα ότι μπορώ την άποψή μου για τον κόσμο, τα όσα αισθάνομαι κλπ. να τα εκφράσω με το μπουζούκι μου και με τα τραγούδια μου. Θεωρώ ότι είναι κάτι πολύ φυσιολογικό και σημερινό, παρότι κάποιοι μπορούν να το θεωρήσουν παρωχημένο. Αυτό για μένα είναι ζωντανό, είναι αληθινό. Όσο για τα προβλήματα που υπάρχουν στη ζωή μας, μην κλείνουμε τα μάτια. Αν βγούμε έξω στο δρόμο θα τα δούμε όλα μπροστά μας. Εμπνέομαι από την καθημερινή μου ζωή. Δεν μπορείς να μην σε συγκινήσουν αυτά που αντιμετωπίζεις και βλέπεις. Εμένα με πέθανε η ιστορία ότι γκρεμίστηκε η Καισαριανή και γέμισε πολυκατοικίες. Χρόνια το έβλεπα το σκηνικό ότι κάποια στιγμή αυτά τα σπίτια θα πέσουν, θα χαθεί η γειτονιά και αυτό όντως γίνεται. Χρόνια είχα μέσα στην ψυχή μου την εικόνα του Περάματος, το οποίο σαν μαγνήτης με δένει εκεί μέσα. Με το Λαύριο το ίδιο. Νομίζω ότι αρκετά απ’ αυτά τα τραγούδια έχουν αγγίξει τον κόσμο και προφανώς δεν είναι κάτι παρωχημένο αλλά επίκαιρο.
…
— Αυτή η ομοιομορφία προβάλλεται και από το σύνολο σχεδόν των ραδιοσταθμών…
Εκεί είναι μια απογοήτευση. Αυτό είναι ένα σχέδιο: θέλουν να τελειώνουν με την κουλτούρα των λαών.