REVOLTERPIECES – Destroy Documenta
Στην πραγματικότητα, η Documenta μετατρέπει τη ζωή της Αθήνας σε ένα τεράστιο θέαμα που οι ντόπιοι γινόμαστε το αντικείμενο του show, σαν ένας τεράστιος ζωολογικός κήπος που πας, βλέπεις τα εκθέματα και φεύγεις.
Το τελευταίο διάστημα στη πόλη της Αθήνας εξελίσσεται ένα μεγάλο καλλιτεχνικό project, η Documenta14, η οποία υποτίθεται ότι έχει σαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον της τη ζωή και τα προβλήματα των πιο υποτιμημένων και αποκλεισμένων της ελληνικής κοινωνίας. Αν είσαι από αυτούς που κάθε πρωί “ξυπνάνε από τη λάθος πλευρά του καπιταλισμού” και παρόλα αυτά δεν το έχεις πάρει πρέφα, μηn παραξενευτείς. Η D14 είναι μια αυτοαναφορική παπάτζα από και για “ευαίσθητους” μικροαστούς. Δεν σε αφορά. Όχι άμεσα τουλάχιστον.
Η οποία Documenta, όντας φορέας του χειρότερου ρεφορμιστικού μεταμοντέρνου, έρχεται να μας πουλήσει φιλανθρωπική ευαισθησία πάνω στις πλάτες μας. Μια έκθεση οργανωμένη από το γερμανικό κράτος, έχοντας τσιμπήσει κονδύλια ύψους 70 εκατομμυρίων και με την αγαστή συνεργασία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και του δήμου Αθηνών, γνωστών “ανατρεπτικών” διαθέσεων όλοι, έρχεται να μας δουλέψει ψιλό γαζί ότι είναι τέχνη για τους αδικημένους της κοινωνίας και ότι επιδιώκει τη ριζική αλλαγή της. Μια τόσο ριζική αλλαγή διακηρυκτικά η οποία όμως συνοδεύεται από έναν πολύ… γειωμένο πραγματισμό στη πράξη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της αντίληψης αυτής, το πώς περιγράφει ο καλλιτεχνικός διευθυντής της, Άνταμ Σιμτζικ, τη σχέση του με τους κρατικούς μηχανισμούς:
Το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να χρησιμοποιήσουμε τις υπάρχουσες δομές σε μια προσπάθεια να αλλάξουμε τα πράγματα, γιατί όχι και εκ των έσω! Κανείς δεν πρόκειται να μας χαρίσει ποτέ κάποια τέλεια ουδέτερη, πολιτικά ορθή δομή, με την εμβέλεια της Documenta, να μας επιτρέπει να κάνουμε κάτι. Εάν μία και μοναδική φορά στην ζωή μας δίνεται η ευκαιρία να χρησιμοποιήσουμε την υποδομή, το εργαλείο που αντιπροσωπεύει η Documenta, μπορούμε είτε να αρνηθούμε λέγοντας “όχι, ευχαριστώ, δεν θέλω να λερώσω τα χέρια μου” και να πάμε σπίτι μας να εντρυφήσουμε ανενόχλητοι στα κλασσικά αριστερά έργα ή, για να το μην το παρατραβήξω, να αναλάβουμε μια πιο δυναμική δράση. Εάν, όμως, πιστεύουμε ότι, αποδεχόμενοι την πρόσκληση, μπορούμε να επηρεάσουμε, ως άτομα ή ως ομάδα ατόμων, πράγμα που είναι πολύ πιο ενδιαφέρον, ένα τμήμα αυτής της κοινωνίας ή των κοινωνιών εν γένει, τότε απλώς το κάνουμε, δίχως να θέτουμε στους εαυτούς μας τέτοια θεωρητικά ερωτήματα.
Πώς αλλιώς από ρεφορμισμός μπορεί να χαρακτηριστεί αυτό το παραλήρημα; “Θα αλλάξουμε το σύστημα από τα μέσα”, το έχουμε φάει στη μάπα ουκ ολίγες φορές. Και χωρίς ίχνος πρωτοτυπίας, έρχεται και ζητά ηθική δικαίωση με επιχείρημα την έλλειψη εμπιστοσύνης στις δυνάμεις του κινήματος να παράξει σκέψεις και δράσεις που θα έχουν σημαντικότητα. “Δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι σημαντικό από μόνοι μας, οπότε θα το κάνουμε μέσα από το σύστημα και θα το αλλάξουμε από τα μέσα”. Ο θάνατος της αυτόνομης από το σύστημα σκέψης σε όλο το μεγαλείο του.
Βέβαια, όλο αυτό δεν πέφτει από τον ουρανό. Το μεταμοντέρνο όντας σε απόσταση, αν όχι πόλεμο, με το εργατικό ταξικό κίνημα ποτέ δε θα μπορούσε να προσφέρει τίποτα παραπάνω. Η ριζοσπαστική Documenta έρχεται στην Αθήνα όχι για να εκφράσει τις ανησυχίες και τις ελπίδες της εργατικής τάξης, αλλά για να πουλήσει σε φιλότεχνους μικροαστούς μια τέχνη που θεαματικοποιεί τη ζωή μας, την πόλη μας. Με εισιτήρια που φτάνουν τα 100 ευρώ και με μια ολόκληρη καλλιτεχνική τουριστική βιομηχανία από πίσω, η Documenta προσελκύει Γερμανούς τουρίστες στην Αθήνα που έρχονται “να δουν πώς είναι τα πράγματα εδώ”, όχι για να τροφοδοτήσουν κάποιο επαναστατικό κίνημα αλλά για να μεταφέρουν “την εμπειρία” στους μικροαστούς φίλους τους σε συζητήσεις μεταξύ τύρου και κράσου. Άνθρωποι που ούτε θέλουν ούτε έχουν σκοπό να ζήσουν μαζί με τους υποτιμημένους αυτής της κοινωνίας, που δε θα άντεχαν ούτε μισή ώρα μέσα σε λεωφορείο στην Αθήνα την ώρα που ο κόσμος πάει για δουλειά, νοιώθουν ότι έχουν το δικαίωμα να παράξουν τέχνη πάνω στη ζωή τους. Στην πραγματικότητα, η Documenta μετατρέπει τη ζωή της Αθήνας σε ένα τεράστιο θέαμα που οι ντόπιοι γινόμαστε το αντικείμενο του show, σαν ένας τεράστιος ζωολογικός κήπος που πας, βλέπεις τα εκθέματα και φεύγεις. Μιλάμε για κανιβαλισμό που ντύνεται με τον μανδύα της ευαισθησίας. Και ακόμα χειρότερο, πλασάροντας το όλο αυτό σαν “αμφισβήτηση”, εγκλωβίζει και διάφορα τίμια στοιχεία που θεωρούν ότι αυτός είναι ο τρόπος για να αλλάξουν τα πράγματα.
Και σαν κερασάκι στη τούρτα, οι καταγγελίες των εργαζόμενων στο στήσιμο που καταγγέλλουν ότι δε τηρήθηκαν οι συμφωνίες (είχαν συμφωνήσει 9ευρώ/ώρα και τελικά η σύμβαση τους ήταν με 5,62) και ότι χρησιμοποιήθηκαν εργολαβίες για το στήσιμο. Σε συνδυασμό με τα κονδύλια που αναφέραμε πιο πάνω, είναι αρκετά ευκρινές ότι στην όλη κατάσταση υπάρχουν διάφορα παράσιτα με διάφορους καλλιτεχνικούς όρους (δημιουργοί, καλλιτεχνικοί διευθυντές, κιουρέητορς κτλ) που τραγανίσαν τόσα εκατομμύρια, την ώρα που οι εργαζόμενοι στο στήσιμο δουλεύαν σαν τους σκύλους. Κατά τα άλλα, η έκθεση έχει να παινεύεται ότι δεν συμμετέχει στην “αγορά της Τέχνης” λόγω μη σχέσης με γκαλερί…
Καμμία ανοχή στους κανίβαλους της Τέχνης.
ΥΓ. Μιας και τους αρέσει να μιλάνε περι σωμάτων, έχει ενδιαφέρον να δει κανείς τον κλασσικό τύπο σώματος του καλλιτεχνικού υποκείμενου της Documenta. Όλοι οι συμμετέχοντες είναι σαν από καρμπόν τυπωμένοι μικροαστοί: καλοζωισμένοι, χωρίς ίχνος σημαδιών κακοζωίας πάνω τους, καλοντυμένοι και καθαροί όλοι, που κινούνται σε εξίσου αισθητικά πανέμορφους και πεντακάθαρους χώρους καθώς συζητάνε για τη ζωή των αποκλεισμένων και πιο υποτιμημένων του καπιταλιστικού βόθρου. Στους κύκλους τους ο οικοδόμος, ο ψήστης σε σουβλατζίδικο ή η καθαρίστρια νοιώθουν ξένοι. Άλλο ένα σημάδι του ότι στη καλύτερη μιλάμε για καλλιτεχνική φιλανθρωπία (από πάνω προς τα κάτω) και όχι βέβαια για αλληλεγγύη. Δες εδώ τη “Parliament of the Bodies” (συνέλευση της D14) και βγάλε συμπεράσματα.
ΥΓ2. Και “άνθρωποι των κινημάτων”, όπως ο Άρης Χατζηστεφάνου στη Documenta14. Μια παροιμία για Μάρτηδες και σαρακοστές…