Ευγένιος Ο ‘Νιλ : “Οι ΗΠΑ είναι η μεγαλύτερη αποτυχία που έχει δει ποτέ ο κόσμος”
Χωρίς να υπάρξει κομμουνιστής, στηλίτευσε τα κακώς κείμενα της καπιταλιστικής κοινωνίας και δε δίστασε να καταγγείλλει την επίπλαστη ευμάρεια του “Αμερικανικού Ονείρου”.
Ο νομπελίστας και κάτοχος του βραβείου Πούλιτζερ Ευγένιος Ο’ Νιλ υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους θεατρικούς συγγραφείς του 20ου αιώνα, που σημάδεψε την αμερικανική μα και τη διεθνή δραματουργία με έργα που εξακολουθούν να ανεβαίνουν σε σκηνές όλου του κόσμου, για τη ζωντάνια και τη διαχρονικότητα με την οποία αποτυπώνουν τραγικά πάθη, σαν αυτά με τα οποία είχε να παλέψει ο ίδιος ο ο δημιουργός.
Γεννήθηκε σαν σήμερα στο Μπρόντγουει της Νέας Υόρκης το 1888 κι ήταν γιος ενός γνωστού ζεύγους ηθοποιών του Τζέιμς Ο’ Νιλ και της Μαίρη Έλεν Κουίνλαν. Ο ίδιος πέρασε τα παιδικά του χρόνια μετακινούμενος διαρκώς λόγω της δουλειάς των γονιών του, οι οποίοι ήταν εξαρτημένοι, ο πατέρας του από το αλκοόλ και η μτέρα του από τη μορφίνη. Μπήκε υπότροφος σε σχολείο μοναχών στο οποίο δεν μπορούσε να προσαρμοστεί. Μετά το σχολείο πέρασε από την Ακαδημία Μπετς στο Κονέτικατ κι από εκεί στο πανεπιστήμιο του Πρίνστον, απ’όπου αποβλήθηκε, σύμφωνα με ένα ιστορικό ανέκδοτο, επειδή πέταξε μπουκάλι στο μετέπειτα πρόεδρο των ΗΠΑ Γούντροου Γουίλσον. Από τα φοιτητικά του χρόνια πάντως υπέφερε από κατάθλιψη κι άρχισε να πίνει πολύ, χαρακτηριστικό που τον συνόδεψε ως το τέλος της ζωής του.
Αγαπώντας από μικρός τη θάλασσα, μπάρκαρε και πέρασε πολλά χρόνια στα καράβια, ενώ δραστηριοποιήθηκε και συνδικαλιστικά, ως μέλος της Ένωσης Εργατών Ναυτικών Μεταφορών. Το 1909 παντρεύτηκε την Καθλίν Τζένκις με την οποία απέκτησαν ένα γιο, αλλά η αποτυχία οτυ γάμου τους τον οδήγησε σε απόπειρα αυτοκτονίας. Μετά την ανάρρωσή του διαπίστωσε πως έπασχε από φυματίωση και νοσηλεύτηκε σε σανατόριο, απ’όπου πήρε εξιτήριο τον Ιούνη του 1913 αποφασισμένος να γίνει θεατρικός συγγραφέας. Τα γεγονότα εκείνης της περιόδου ενέπνευσαν αργότερα το σπουδαίο έργο του “Μακρύ ταξίδι της μέρας μέσα στη νύχτα”.
Ο Ο’ Νιλ μετακόμισε στο Γκρίνουιτς Βίλατζ της Νέας Υόρκης, όπου ήρθε σε επαφή με τον κύκλο ριζοσπαστών διαννουμένων γύρω από το δημοσιογράφο Τζον Ριντ, ιδρυτή του Κομμουνιστικού Εργατικού Κόμματος ΗΠΑ και συγγραφέα του εμβληματικού “Δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο”. Εκείνος τον βοήθησε πολύ στα πρώτα του βήματα ως συγγραφέα, συμβάλλοντας μεταξύ άλλων το ποίημα του Νιλ “Αδελφοκτονία” να δημοσιευτεί στη σοσιαλιστική εφημερίδα “New York Call” το 1914. Η θεατρική ομάδα του Provincetown την οποία συνίδρυσε ο Ριντ μαζί με άλλους κομμουνιστές συγγραφείς ανέβασε το έργο του Ο’ Νιλ “Bound East for Cardiff”, εμπνευσμένο από τη ζωή του στη θάλασσα. Στο θίασο συμμετείχε και η σύζυγος του Ριντ, η δημοσιογράφος και ριζοσπαστική φεμινίστρια Λουίζ Μπράιαν με την οποία το ο συγγραφές το 1916 είχε μια σύντομη παθιασμένη σχέση.
Δυο χρόνια μετά παντρεύτηκε την Άγκνες Μπούλτον, με την οποία απέκτησε δυο κόρες, αλλά τα επόμενα χρόνια σημαδεύτηκαν από το θάνατο των γονιών και του επίσης αλκοολικού αδερφού του Τζέιμι.
Τα επόμενα χρόνια ο Ο’ Νιλ καθιερώθηκε ως συγγραφέας, με έργα όπως το “Πέρα από τον Ορίζοντα” (1920) για το οποίο πήρε το βραβείο Πούλιτζερ, “Ο μαλλιαρός πίθηκος”, (1922), Πόθοι κάτω από τις λεύκες (1924), Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα (1931), αλλά και η μοναδική του κωμωδία “Ερημιά!”. Το 1929 εγκατέλειψε την οικογένειά του για χάρη της ηθοποιού Καρλότα Μοντερέι με την οποία μετακόμισε για ένα διάστημα στη Γαλλία. Τη δεκαετία του ’30 ο αλκοολισμός του χειροτέρεψε, ενώ εμφανίστηκαν και τα πρώτα συμπτώματα της νόσου του Πάρκινσον.
Το έργο του “Ο Παγοπώλης” έρχεται, παρουσιάστηκε το 1946, το πρώτο μετά από 12 χρόνια. Είχε γραφτεί τις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η προοπτική του οποίου είχε συνταράξει το συγγραφέα, κάνοντάς τον να επιστρέψει στις συγγραφικές αναζητήσεις της νιότης του. Στο έργο περιγράφεται η ζωή ιδιοκτητών και θαμώνων σε ένα μπαρ του Γκρίνουιτς Βίλατζ το 1912. Ο ίδιος το θεωρούσε ένα από τα καλύτερά του έργα και το χαρακτήριζε ως μια απόπειρα απεικόνισης του ανθρώπου ως “θύματος της ζωής και του εαυτού του”.
Το 1943 είχε αποκληρώσει την κόρη του Ούνα Ο’ Νιλ λόγω του γάμου της, σε ηλικία 18 ετών, με τον τότε 54χρονο Τσάρλι Τσάπλιν. Τα δυο άλλα του παιδιά υπέφεραν από εξαρτήσεις και αυτοκτόνησαν. Πέθανε όπως είχε γεννηθεί, σε δωμάτιο ξενοδοχείου, στις 27 Νοέμβρη 1953. Παρά την εντολή του το έντονα αυτοβιογραφικό “Το μακρύ ταξίδι της μέρας μέσα στην νύχτα” να ανέβει 25 χρόνια μετά το θάνατό του, η Καρλότα Μοντερέι κανόνισε να ανέβει το 1956.
Παρά τις συναναστροφές του με τους κομμουνιστές, ο Ο’ Νιλ δεν ασπάστηκε ποτέ μαρξιστικές ιδέες. Ήταν όμως πολιτικά ανήσυχος, όπως δείχνει και η ψήφος του το 1912 στο σοσιαλιστή υποψήφιο Ευγένιο Ντεμπς (πήρε το 6% των ψήφων), όχι επειδή πίστευε ότι θα κερδίσει την προεδρία, αλλά “επειδή αντιπαθώ την καράφλα του Τζον Ροκφέλερ”. Ο ίδιος εξέπληξε το κοινό του όταν με την ευκαιρία της παρουσίασης του “Ο Παγοπώλης έρχεται”, στην πρώτη του δημόσια εμφάνιση μετά από 20 χρόνια, δε δίστασε να αποδομήσει το Αμερικάνικο Όνειρο, σε μια εποχή που οι ΗΠΑ ζούσαν την ευφορία της νίκης στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο: “Κάποια μέρα η χώρα αυτή θα την πληρώσει, θα την πληρώσει στ’αλήθεια. Τα είχαμε όλα για να αρχίσουμε – όλα – αλλά είμαστε καταδικασμένοι να πληρώσουμε το τίμημα. Ακολουθήσαμε τον ίδιο εγωιστικό, άπληστο δρόμο όπως κάθε άλλη χώρα σε αυτό τον κόσμο. Μιλάμε για το Αμερικανικό Όνειρο και θέλουμε να πούμε στον κόσμο για το Αμερικανικό Όνειρο, αλλά τι είναι αυτό το όνειρο, παρά, στις περισσότερες περιπτώσεις, το όνειρο υλικών αγαθών; Για το λόγο αυτό πιστεύω κάποιες φορές, πως οι ΗΠΑ είναι η μεγαλύτερη αποτυχία που έχει δει ποτέ ο κόσμος. Καταφέραμε να πάρουμε μια πολύ καλύ τιμή για τις ψυχές μας σε αυτή τη χώρα – ίσως το ψηλότερο τίμημα που έχει πληρωθεί ποτέ”.
Ο κομμουνιστής εκείνη την περίοδο Άρθουρ Μίλερ, παρακολουθώντας την πρεμιέρα του “Ο Παγοπώλης έρχεται” το 1946 εξεπλάγη γιατί είδε πως αντί για απολίτικο συγγραφέα που θεωρούσε τον Ο’ Νιλ ως τότε, υπήρχε στα έργα του “ριζική εχθρότητα στον πολιτισμό των αστών”. “Ήταν ο ο’Νιλ που έγραψε για τους εργάτες, τις πόρνες και τους περιθωριακούς, ακόμα και για τους μαύρους σε ένα λευκό κόσμο, αλλά μια και δεν υπήρχε πια σύνδεση του μαρξισμού με τον ίδιο, τα έργα του δεν αντιμετωπίστηκαν ποτέ ως η κριτική του καπιταλισμού που πράγματι ήταν.”, πρόσθετε ο Μίλερ.