Θέατρο τη Δευτέρα: «Αμερικάνικος βούβαλος» του Ντέιβιντ Μάμετ
“Όλα για το χρήμα. Οι ζωές των ανθρώπων. Οι σχέσεις τους. Οι δουλειές και συναλλαγές τους…Όλα στο «βωμό» του δολαρίου…Όλα, ακόμα και η ανθρώπινη ζωή, «παίζονται» για την απόκτηση του «θεού» στη «μητρόπολη» του καπιταλισμού…”
Όταν πρωτοπαίχτηκε ο βραβευμένος «Αμερικάνικος βούβαλος» του Ντέιβιντ Μάμετ, στο ιστορικό θέατρο στο τυπογραφείο του «Εμπρός», το 1992 σε μετάφραση του Δημήτρη Τάρλοου και σκηνοθεσία του αείμνηστου Τάσου Μπαντή, με τους Δημήτρη Καταλειφό, Γιώργο Κέντρο και Δημήτρη Τάρλοου στους τρεις ρόλους, σημείωσε τεράστια επιτυχία. Την περίοδο 2011-2012 το έργο σε νέα αναθεωρημένη μετάφραση και σκηνοθεσία του Δημήτρη Τάρλοου, ανέβηκε στο Θέατρο Πορεία, με τους εξαιρετικούς ηθοποιούς Αλέξανδρο Μυλωνά, Γιώργο Γάλλο και τον πρωτοεμφανιζόμενο τότε Παναγιώτη Καλαντζή, που με την ερμηνεία του στον ρόλο του Μπομπ, ήταν υποψήφιος για το βραβείο Χορν πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού.
«Όλα για το χρήμα. Οι ζωές των ανθρώπων. Οι σχέσεις τους. Οι δουλειές και συναλλαγές τους – συνεργατικές ή ανταγωνιστικές, κανονικές ή παρασιτικές, νόμιμες ή παραβατικές, ακίνδυνες ή επικίνδυνες. Όλα στο «βωμό» του δολαρίου. Κυκλοφορούντος ή παλιού και συλλεκτικού. Όλα, ακόμα και η ανθρώπινη ζωή, «παίζονται» για την απόκτηση του «θεού» στη «μητρόπολη» του καπιταλισμού. Εκεί που ο πακτωλός του πλούτου ανήκει σε ολοένα λιγότερους. Εκεί που το φρούδο «αμερικάνικο όνειρο» δεν είναι τίποτε άλλο παρά η φρεναπάτη που – επί ενάμιση αιώνα – «κοίμιζε» και εξακολουθεί να «κοιμίζει» την πλειοψηφία του λαού, πολλά εκατομμύρια ανθρώπων. Εκεί που οι ασυνειδητοποίητες κοινωνικά λαϊκές μάζες ή οδηγούνται στην εγκληματικότητα, ή γίνονται ανεκτικά υποζύγια, περιθωριοποιούνται και πετιούνται στο «σκουπιδοτενεκέ» της κοινωνίας. Εκεί που η οικονομικο-κοινωνική «αφρόκρεμα» ζει, απροσπέλαστη, σε επαύλεις και ουρανοξύστες, ενώ τα μιλιούνια του λαού, η «πλέμπα», σε λογής λογής «παλιατζίδικα» ανθρώπινων υπάρξεων και άχρηστων αντικειμένων. Εκεί, όπου βασιλεύει η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, ακόμα και μεταξύ ομοίων φουκαράδων (τρεις «φτωχοδιάβολοι» είναι τα πρόσωπα στο έργο του Ντέιβιντ Μάμετ), εκτρέφοντας και τη βία του πιο δυνατού επί του πιο αδύναμου» σημειώνει η αξέχαστη Θυμέλη (Αριστούλα Ελληνούδη) στον Ριζοσπάστη, στην κριτική της για την παράσταση. Και συνεχίζει:
«Αυτό το έργο- «σταθμό» της δραματουργίας του Μάμετ και ευρύτερα του σύγχρονου αμερικανικού θεάτρου, μετέφρασε (σε νοηματικά καίρια και άμεση γλώσσα) και σκηνοθέτησε ο Δημήτρης Τάρλοου, τιμώντας εμμέσως την πρώτη παρουσίασή του, με αλησμόνητη σκηνοθεσία του πρόωρα και άδικα χαμένου Τάσου Μπαντή, στην οποία υποδυόταν τον Μπομπ.
Χώρος δράσης ένα μαγαζί, με σωρούς άχρηστης παλιατζούρας. Εκεί ο ιδιοκτήτης του, ο Ντον, με τους «φίλους» και «συνεργάτες» του – τον «δάσκαλο» στη χαρτοπαιξία Ουόλτερ και το πιο φουκαραδάκι, τον εντελώς άφραγκο, συνεχώς υποσιτιζόμενο Μπομπ – μην ξέροντας καν την αξία ενός παλιού μεταλλικού νομίσματος, με ανάγλυφη απεικόνιση του αμερικάνικου βούβαλου (ένα από τα σύμβολα της οικονομίας των ΗΠΑ), το οποίο πούλησε ο Ντον, για πέντε ψωροδολάρια, σε έναν άγνωστο συλλέκτη νομισμάτων, «μηχανεύεται» πώς και ποιος από τους δύο «φίλους» θα καταφέρει – με το αζημίωτο βέβαια – να εντοπίσει τον αγοραστή και το σπίτι του και να εισβάλει σ’ αυτό για να επανακτήσει ο Ντον το νόμισμα και να το ξαναπουλήσει κερδίζοντας μπόλικο χρήμα. Η «διαπραγμάτευση» για το ποιος θα αναλάβει το «κόλπο» καταλήγει στη βία κατά του πιο αδύνατου, στο βάναυσο ξυλοδαρμό του Μπομπ.
Σκληρή, αλλά πραγματική η κοινωνική αλήθεια του έργου, υπηρετείται, απολύτως, με τη λιτής ρεαλιστικής ακρίβειας σκηνοθεσία, αλλά και με τη φυσικότητα και αμεσότητα των ερμηνειών. Τρεις δυνατές ερμηνείες, η μία καλύτερη από την άλλη, σε μια υποκριτική άμιλλα των Αλέξανδρου Μυλωνά (Ντον), Γιώργου Γάλλου (Ουόλτερ) και Παναγιώτη Καλαντζή (Μπομπ). Ρεαλιστικά καλαίσθητο το σκηνικό της Ελένης Μανωλοπούλου, αλλά καταλαμβάνοντας όλο το πλάτος και βάθος της σκηνής μειώνει την «πνιγηρότητα» που αποζητά το έργο (η ίδια υπογράφει και τα κοστούμια). Στην ποιοτική παράσταση δημιουργικά συμβάλλουν οι φωτισμοί (Felice Ross), η μουσική και οι ήχοι (Blaine Reinenger)».
Μετάφραση – σκηνοθεσία: Δημήτρης Τάρλοου. Σκηνικά – κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου. Φωτισμοί: Felice Ross. Μουσική – Σύνθεση ήχων: Blaine Reininger. Βοηθός σκηνοθέτη: Μαλβίνα Μπαλάσκα. Βοηθός σκηνογράφου – ενδυματολόγου: Τίνα Τζόκα. Βοηθός σχεδιασμού φωτισμών: Σοφία Αλεξιάδου.
Παίζουν: Αλέξανδρος Μυλωνάς, Γιώργος Γάλλος, Παναγιώτης Καλαντζής.
Η Κατιούσα αγαπάει το θέατρο και προβάλλει κάθε Δευτέρα από τις σελίδες της μια σειρά από ξεχωριστά έργα που βρίσκονται «αποθηκευμένα» στο πλούσιο Αρχείο της ΕΡΤ.
Για πολλά χρόνια «Το θέατρο της Δευτέρας» που προβαλλόταν από την κρατική ΕΡΤ αποτελούσε μια όαση πολιτισμού στο άνυδρο τηλεοπτικό (και όχι μόνο) τοπίο της εποχής, που καθήλωνε κάθε βδομάδα μπροστά στους δέκτες τους χιλιάδες τηλεθεατές.
Οι μεγαλύτεροι συγγραφείς του κόσμου, αλλά και πολλοί νεότεροι, Έλληνες και ξένοι, έργα του κλασικού και νεότερου ρεπερτορίου, δοσμένα από σημαντικούς θεατράνθρωπους κι ερμηνευμένα από μερικούς από τους καλύτερους ηθοποιούς που γέννησε αυτός ο τόπος, πέρασαν από τις ασπρόμαυρες και στη συνέχεια έγχρωμες οθόνες των τηλεοράσεων κι έφεραν κοντά στο θέατρο έναν κόσμο που δεν του δινόταν άλλου τύπου κίνητρα (ούτε λόγος για την απαραίτητη παιδεία…), για να προσεγγίσει, να απολαύσει και ν’ αγαπήσει τη συγκεκριμένη μορφή τέχνης.