Θέατρο τη Δευτέρα: «Η κυρία προέδρου» των Μωρίς Ιννεκέμ και Πιέρ Βεμπέρ
Κωμωδία παρεξηγήσεων και ανατροπών που αναδεικνύει τα φαινόμενα σήψης που επικρατούν στη Δημόσια Διοίκηση, όπου βασιλεύουν το ρουσφέτι και η αναξιοκρατία, εστιάζοντας στην χρησιμοποίηση του σεξ ως παράγοντα επηρεασμού για ανέλιξη στην ιεραρχία και κοινωνική καταξίωση.
Ο Τρικουάντ είναι πρόεδρος δικαστηρίου σε μια μικρή επαρχιακή πόλη της Γαλλίας. Είναι παντρεμένος με την Αγλαΐα και έχει μια κόρη την Ντενίζ. Κάποιο βράδυ η γυναίκα του φεύγει με την κόρη του για το Παρίσι. Παράλληλα, τρεις φίλοι του προέδρου οργανώνουν μια φάρσα στον Τρικουάντ. Φέρνουν στο δωμάτιο της γυναίκας του την Γκομπέτ, μια πρωταγωνίστρια του μουσικού θεάτρου, με σκοπό να τον αποπλανήσει. Ξαφνικά, ενώ έχει αρχίσει η φάρσα, στο σπίτι του προέδρου μπαίνει απρόσκλητος ο Υπουργός Δικαιοσύνης της Γαλλίας, με σκοπό να επιθεωρήσει τις δικαστικές αρχές. Αμέσως, εμφανίζεται και η Γκομπέτ που συστήνεται ως «Κυρία προέδρου». Ο Υπουργός δέχεται την πρόσκληση της Γκομπέτ να διανυκτερεύσει στο σπίτι του Τρικουάντ. Αναπτύσσεται μια ιδιαίτερη ερωτική χημεία μεταξύ του Υπουργού και της Κυρίας Προέδρου που καταλήγει σε παθιασμένα φιλιά.
Το επόμενο πρωί, ο Υπουργός επιστρέφει στο Υπουργείο του στο Παρίσι. Λίγο αργότερα τον επισκέπτεται η Αγλαΐα με σκοπό να τακτοποιήσει μια υπόθεση του συζύγου της. Ο Υπουργός λείπει και εκείνη αρχίζει να καθαρίζει τα ασημικά του γραφείου του. Όταν μπει στο γραφείο του νομίζει ότι είναι μια καθαρίστρια και την διώχνει. Περιμένει την Γκομπέτ που ακόμη πιστεύει ότι είναι η Κυρία Προέδρου. Όταν φτάσει στο γραφείο του θα αρχίσουν να ερωτοτροπούν. Ο Υπουργός σκέφτεται να μεταθέσει τον Τρικουάντ ώστε να φέρει πιο κοντά του την Γκομπέτ. Έτσι, τον καλεί για να του ανακοινώσει την μετάθεσή του στο Παρίσι.
Αλλά, ο Τρικουάντ του αποκαλύπτει ότι έχει πει ψέματα και ότι έχει αποφασίσει να παραιτηθεί. Αντίθετα, όμως, ο Υπουργός τον αναβαθμίζει προσωπάρχη στο Υπουργείο του για να τον ξεφορτωθεί. Μετά, ξαναεμφανίζεται η Αγλαΐα. Ο Υπουργός της ζητά να γδυθεί με αντάλλαγμα χρηματικό ποσό. Το φόρεμά της το δίνει στην Γκομπέτ που είχε μείνει ημίγυμνη μετά την συνεύρεσή τους. Οι δυο γυναίκες έχουν ανταλλάξει ρούχα και τα γεγονότα μπλέκονται περισσότερο. Λίγα λεπτά αργότερα, ο Υπουργός προάγει τον Τρικουάντ σε πρόεδρο των Εφετών. Ο Τρικουάντ αποφασίζει να παραιτηθεί, όταν μάθει ότι η προαγωγή οφείλεται στην ανήθικη συμπεριφορά της Αγλαΐας. Όταν ο Υπουργός καταλαβαίνει την φάρσα αποφασίζει μετά την παραίνεση της Γκομπέτ να μην απολύσει αλλά να προάγει τον Τρικουάντ. (Η περίληψη του έργου από το σάιτ του Αρχείου της ΕΡΤ).
Κωμωδία παρεξηγήσεων και ανατροπών που αναδεικνύει τα φαινόμενα σήψης που επικρατούν στη Δημόσια Διοίκηση, όπου βασιλεύουν το ρουσφέτι και η αναξιοκρατία, εστιάζοντας στην χρησιμοποίηση του σεξ ως παράγοντα επηρεασμού για ανέλιξη στην ιεραρχία και κοινωνική καταξίωση.
Η θεατρική παράσταση προβλήθηκε το 1978, στην ΕΡΤ, στην τηλεοπτική εκπομπή «Το θέατρο της Δευτέρας», σε μετάφραση Μίτσης Κουγιουμτζόγλου και σκηνοθεσία Γιώργου Μεσσάλα και Κώστα Κατσαρόπουλου.
Παίζουν: Τζένη Ρουσσέα, Ιάκωβος Ψαρράς, Χρήστος Πάρλας, Τάκης Βουλαλάς, Μαρία Κωνσταντάρου, Φλώρα Κωστοπούλου, Ντάνος Λυγίζος, Γιάννης Μαυρογένης, Γιώργος Μεσσάλας, Σταύρος Ξενίδης, Νεφέλη Ορφανού, Θόδωρος Συριώτης, Κώστας Κόκκαλης, Πένυ Παπουτσή, Μπάμπης Γιωτόπουλος, Λία Πάρλα, Θάνος Καληώρας.
Η Κατιούσα αγαπάει το θέατρο και προβάλει κάθε Δευτέρα από τις σελίδες της μια σειρά από ξεχωριστά έργα που βρίσκονται «αποθηκευμένα» στο πλούσιο Αρχείο της ΕΡΤ.
Για πολλά χρόνια «Το θέατρο της Δευτέρας» που προβαλλόταν από την κρατική ΕΡΤ αποτελούσε μια όαση πολιτισμού στο άνυδρο τηλεοπτικό (και όχι μόνο) τοπίο της εποχής, που καθήλωνε κάθε βδομάδα μπροστά στους δέκτες τους χιλιάδες τηλεθεατές.
Οι μεγαλύτεροι συγγραφείς του κόσμου, αλλά και πολλοί νεότεροι, Έλληνες και ξένοι, έργα του κλασικού και νεότερου ρεπερτορίου, δοσμένα από σημαντικούς θεατράνθρωπους κι ερμηνευμένα από μερικούς από τους καλύτερους ηθοποιούς που γέννησε αυτός ο τόπος, πέρασαν από τις ασπρόμαυρες και στη συνέχεια έγχρωμες οθόνες των τηλεοράσεων κι έφεραν κοντά στο θέατρο έναν κόσμο που δεν του δινόταν άλλου τύπου κίνητρα (ούτε λόγος για την απαραίτητη παιδεία…), για να προσεγγίσει, να απολαύσει και ν’ αγαπήσει τη συγκεκριμένη μορφή τέχνης.