Θέατρο τη Δευτέρα: «Το τάβλι» του Δημήτρη Κεχαΐδη
Δύο μεσήλικες, αντιπροσωπευτικοί τύποι της νεοελληνικής πραγματικότητας, προσπαθούν να σκαρώσουν ένα σχέδιο που θα τους βγάλει από το οικονομικό αδιέξοδο και θα τους δώσει τα εφόδια για μια καλύτερη ζωή.
«Το τάβλι είναι ένα από τα αρχαιότερα παιχνίδια. Είναι η αναφορά στην τύχη ή στη στρατηγική. Είναι προφανώς ο συμβολισμός του Δημήτρη Κεχαΐδη στο έργο με τον ομώνυμο τίτλο «Το τάβλι» για την μεταπολεμική Ελλάδα και όχι μόνο. Τα κύρια χαρακτηριστικά του νεοέλληνα που προσπαθεί να αρπάξει κάθε ευκαιρία με ευκολία, χρησιμοποιώντας την ευφυία του με λάθος τρόπους και τακτικές.
Το έργο του Κεχαΐδη παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης το 1972 μαζί με την «Βέρα» από τον Κάρολο Κουν και σηματοδοτεί μια ολόκληρη εποχή για το νεοελληνικό θέατρο. Δύο μεσήλικες, αντιπροσωπευτικοί τύποι της νεοελληνικής πραγματικότητας, προσπαθούν να σκαρώσουν ένα σχέδιο που θα τους βγάλει από το οικονομικό αδιέξοδο και θα τους δώσει τα εφόδια για μια καλύτερη ζωή.
Ένα «προφητικό» έργο, για τη μετανάστευση του τότε και του σήμερα, αλλά και για το ρατσισμό, την εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο. Η εκμετάλλευση και η αλλοτρίωση του ανθρώπου προκαλείται από τον έναν και μοναδικό του εχθρό, τον Καπιταλισμό» σημειώνει η Ρωξάνη σε κριτική της στο Ριζοσπάστη, για το έργο του Δημήτρη Κεχαΐδη, ενός από τους κορυφαίους Έλληνες δραματουργούς της μεταπολεμικής εποχής.
Η παράσταση παρουσιάστηκε στο Κηποθέατρο ”Μάνος Χατζιδάκις”, το 1985, σε σκηνοθεσία Γιώργου Αντωνάκη. Παίζουν: Γιώργος Αντωνάκης και Γιώργος Μενίδης.
Η Κατιούσα αγαπάει το θέατρο και προβάλει κάθε Δευτέρα από τις σελίδες της μια σειρά από ξεχωριστά έργα που βρίσκονται «αποθηκευμένα» στο πλούσιο Αρχείο της ΕΡΤ.
Για πολλά χρόνια «Το θέατρο της Δευτέρας» που προβαλλόταν από την κρατική ΕΡΤ αποτελούσε μια όαση πολιτισμού στο άνυδρο τηλεοπτικό (και όχι μόνο) τοπίο της εποχής, που καθήλωνε κάθε βδομάδα μπροστά στους δέκτες τους χιλιάδες τηλεθεατές.
Οι μεγαλύτεροι συγγραφείς του κόσμου, αλλά και πολλοί νεότεροι, Έλληνες και ξένοι, έργα του κλασικού και νεότερου ρεπερτορίου, δοσμένα από σημαντικούς θεατράνθρωπους κι ερμηνευμένα από μερικούς από τους καλύτερους ηθοποιούς που γέννησε αυτός ο τόπος, πέρασαν από τις ασπρόμαυρες και στη συνέχεια έγχρωμες οθόνες των τηλεοράσεων κι έφεραν κοντά στο θέατρο έναν κόσμο που δεν του δινόταν άλλου τύπου κίνητρα (ούτε λόγος για την απαραίτητη παιδεία…), για να προσεγγίσει, να απολαύσει και ν’ αγαπήσει τη συγκεκριμένη μορφή τέχνης.