«Το Ερωτευμένο Σύννεφο» του Ναζίμ Χικμέτ στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής

Με παραμύθια μεγάλωσε ο Ναζίμ Χικμέτ. Και έμαθε να τα αγαπά και να τα εκτιμά. Γνώριζε καλά πως μέσα από τα λαϊκά παραμύθια μπορούσε να φτάσει μέχρι την καρδιά του αποδέκτη του, του λαού, και να υποβάλει διακριτικά και αβίαστα πρότυπα και αξίες.

Ακουμπούσα το κεφάλι μου στα γόνατα της γιαγιάς μου.
Το χέρι της με τις ανάγλυφες φλέβες, ξερό και κίτρινο
σα μαραμένο φύλλο καστανιάς, χάιδευε τα μαλλιά μου…
Ηξερε να λέει παραμύθια η γιαγιά μου, παραμύθια
που φέρνανε στα μάτια του παιδιού ύπνο, όπως
τ’ αστέρια φέρνουνε τη νύχτα.

Με παραμύθια μεγάλωσε ο Ναζίμ Χικμέτ. Και έμαθε να τα αγαπά και να τα εκτιμά. Γνώριζε καλά πως μέσα από τα λαϊκά παραμύθια μπορούσε να φτάσει μέχρι την καρδιά του αποδέκτη του, του λαού, και να υποβάλει διακριτικά και αβίαστα πρότυπα και αξίες. Ηξέρε ότι τα παραμύθια, ως λαϊκά δημιουργήματα, έχουν το ίδιο βάρος σε όλες τις καρδιές, σε όλα τα χείλη. «Το παραμύθι είναι όλων των λαών, όλων των εποχών… Το πιο γνήσιο αράπικο παραμύθι ο Γιάπωνας ή ο Εγγλέζος θα το καταλάβει αμέσως και θα το αγαπήσει. Ο Ρώσος… στο πιο αληθινό τούρκικο παραμύθι αμέσως θα καταλάβει τη γλύκα. Ενα παιδί απ’ τις Ινδίες μαζί με τον πατέρα του μπορούν ν’ ακούσουν το ίδιο παραμύθι».

Για τους παραπάνω ίσως λόγους επέλεξε στην πολυγραφότατη συγγραφική του διαδρομή να ασχοληθεί και με το παραμύθι. Με τον δικό του τρόπο ξαναδιηγείται έντεκα παραδοσιακά παραμύθια και δημιουργεί και τρία δικά του, με πιο θαυμαστό, βέβαια, «Το Ερωτευμένο Σύννεφο».

*

«Το Ερωτευμένο Σύννεφο» επέλεξε να ανεβάσει η Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Από τις 9 Γενάρη και για δέκα ακόμα παραστάσεις οι μικροί θεατές θα ταξιδέψουν σε τόπους και χρόνους μακρινούς μέσα από τη δύναμη της μουσικής και της ποίησης.

«Το Ερωτευμένο Σύννεφο» είναι ένα ποίημα δημιουργίας και αντίστασης, ένας ύμνος στις ανθρώπινες αξίες της ελευθερίας, της αλληλεγγύης, της φιλίας, της συλλογικής πάλης. Ενα παραμύθι για τη βία και τη βαρβαρότητα που απειλούν, αλλά δεν μπορούν να νικήσουν το δίκιο και την ομορφιά. Ενα έργο που μπορεί να εμπνεύσει δύναμη και πίστη για ένα καλύτερο αύριο, γιατί όπως άλλωστε ακούγεται και στην ίδια την παράσταση, «το καινούριο που έρχεται, απ’ τις ωδίνες του παλιού γεννιέται».

Με το βλέμμα προσηλωμένο στη διάσταση της συλλογικότητας που διακρίνει την αισθητική και πολιτική θέση του αρχικού υλικού, η οπερατική προσαρμογή από την συνθέτρια Σοφία Καμαγιάννη και την συγγραφέα Ελένη Ζαφειρίου ξεχωρίζει λόγω της τολμηρής δραματουργικής επιλογής ο κεντρικός ρόλος του αφηγητή να αποδοθεί στην πολυβραβευμένη παιδική και νεανική χορωδία Rosarte, η οποία εμπλέκεται στα δρώμενα, σχολιάζει, συμπάσχει και παίρνει θέση. Το επταμελές μουσικό σύνολο διευθύνει η Σοφία Καμαγιάννη, ενώ τη σκηνοθεσία υπογράφει η Ελένη Ευθυμίου.

*

Είχαμε τη χαρά ανάμεσα στις πρόβες και το άγχος της προετοιμασίας να μιλήσουμε με τους λυρικούς καλλιτέχνες, τον Γιάννη Φίλια και τον Βασίλη Δημακόπουλο που ερμηνεύουν το Σύννεφο και τον Καρά Σεΐφι, αντίστοιχα. Μας μίλησαν για το έργο και τι κρατάνε, τη συνεργασία επί σκηνής με την παιδική χορωδία, αλλά και για την τέχνη τους, την όπερα και πώς είναι να απευθύνονται μέσα από αυτήν σε παιδιά.

Ο Β. Δημακόπουλος στο ερώτημα τι μπορεί να μας πει «Το Ερωτευμένο Σύννεφο» σήμερα απαντά: «Το Ερωτευμένο μας Σύννεφο, μιλώ για την όπερα, νομίζω ότι παραμένει απόλυτα πιστό στο πνεύμα της πηγής του, του παραμυθιού του Ναζίμ Χικμέτ. Οπως και το παραμύθι, λοιπόν, είναι ένας ύμνος στην αλληλεγγύη και την ενότητα των ανθρώπων που μονιασμένοι μπορούν να σταθούν ορθοί απέναντι στο άδικο και να το νικήσουν. Ενας ύμνος σε μια αγάπη για τον άνθρωπο τόσο ανιδιοτελή, που φτάνει ως και τη θυσία. Τη θυσία που γεννάται από την ανάγκη να μην επικρατήσει το δίκαιο του δυνατού, αλλά το δίκαιο των ανθρώπων, κι έτσι να φτιάξουμε έναν κόσμο καλύτερο, για όλους μας».

Ο Γ. Φίλιας, απαντώντας στο ερώτημα τι είναι αυτό που τον συγκινεί προσεγγίζοντας αυτήν τη φορά το έργο ως ερμηνευτής, μας λέει: «Ο ερωτισμός του κειμένου και η μουσική ανάδειξή του σε κινητήρια δύναμη της ζωής, αυτό είναι το πιο εθιστικό στοιχείο του έργου για μένα: Ο άνδρας – σύννεφο που ακολουθεί το ουράνιο ένστικτό του κι έρχεται να υγροποιηθεί, ποτίζοντας τον κήπο της αγαπημένης του Αϊσέ, γονιμοποιώντας τον και καταρρέοντας ο ίδιος. Ο έρωτας το μόνο που φωνάζει είναι ότι “η ζωή πρέπει να συνεχιστεί”. Δεν είναι τυχαίο που ο ρόλος είναι γραμμένος για ανδρική φωνή, αλλά προς το τέλος, όταν το σύννεφο εξαϋλώνεται, η φωνή αυτή ανεβαίνει – για μια στιγμή ταυτίζεται – και τέλος ξεπερνάει σε ύψος τη γυναικεία, της Αϊσέ, η οποία από την πλευρά της βυθίζεται στο πένθος της χαμηλής φωνητικής της περιοχής. Πώς αλλιώς θα μπορούσες να το χαρακτηρίσεις αυτό, αν όχι ως μία τέλεια οπτικοακουστική αναπαράσταση της θεωρίας και της πράξης του έρωτα;».

Οσο για το ποια είναι τα στοιχεία της προετοιμασίας που ξεχωρίζουν, μας λέει ο Β. Δημακόπουλος: «Οι πρόβες του Σύννεφου ξεκίνησαν τον Φεβρουάριο του 2019, λίγο πριν ξεσπάσει η πανδημία, που έμελε να μην το αφήσει να ταξιδέψει όταν αρχικά είχε προγραμματιστεί. Ευτυχώς, με την επιμονή των συντελεστών, βρισκόμαστε στην τελική φάση των προβών, λίγο πριν την πρεμιέρα. Θυμάμαι ακόμα την πρώτη πρόβα που βρέθηκα με αυτήν τη μαγική χορωδία που ονομάζεται Rosarte. Τα παιδιά, που είναι οι πρωταγωνιστές του έργου μας, μιας και παραμένουν διαρκώς στη σκηνή, έδειξαν και δείχνουν πραγματικό επαγγελματισμό σε όλη τη διάρκεια της προετοιμασίας.

Αυτό που ξεχωρίζω, λοιπόν, από την προετοιμασία δεν είναι οι προφανείς δυσκολίες που μας έφερε η πανδημία, αλλά η ομαδικότητα, η αγάπη και ο ζήλος για την τέχνη, που μας έχουν φέρει μια ανάσα από το να κάνουμε το Σύννεφό μας να ανέβει στον ουρανό και να σχηματίσει μια “τεράστια καρδιά”. Αν ξεχώριζα κάτι ακόμα, είναι ένα συναίσθημα που δεν περιγράφεται με λέξεις και γι’ αυτό προτρέπω τους αναγνώστες σας να έρθουν να δουν την παράστασή μας.Εκείνη τη βαθιά συγκίνηση που μου προκαλεί, κάθε φορά, αυτή η μελωδία που τραγουδιέται από τα παιδιά: “Αυτοί που από αγάπη στη ζωή, την ίδια τη ζωή τους δίνουν, ποτέ δεν φεύγουν μακριά, ποτέ δεν μας αφήνουν…”».

Για το πώς είναι να απευθύνεται μέσα από την Τέχνη του, και μάλιστα μέσα από ένα απαιτητικό είδος όπως είναι η όπερα, σε θεατές – παιδιά, για το ποιες είναι οι προκλήσεις αλλά και οι προσδοκίες, μας λέει ο Γ. Φίλιας. «Γεννημένη σε μια εποχή χωρίς γιγαντοοθόνες, η Οπερα προσπάθησε να γιγαντώσει ακουστικά το επί σκηνής δρώμενο, ώστε αυτό να γίνει αντιληπτό και από τον τελευταίο θεατή – ο οποίος μάλιστα εκείνη την περίοδο έτρωγε παράλληλα. Γι’ αυτό και οι Ιταλοί “μπαμπάδες” της Οπερας δανείστηκαν ως προς το τραγούδι πολλά στοιχεία από τη σωματική τεχνική του αρχαίου ελληνικού “ανοιχτού θεάτρου”. Οσο οι αιώνες περνούν, τόσο η ηχητική όσο και η οπτική γιγάντωση επιτυγχάνονται με ολοένα και πιο άρτια τεχνικά μέσα.

Η Τέχνη μου, λοιπόν, η Οπερα, εγκαταλείπει σιγά – σιγά την παλιά τεχνική της. Πράγμα που δεν είναι απαραίτητα καλό. Πρώτον γιατί χάνει την ταυτότητα και την αίγλη της. Δεύτερον και πιο σπουδαίο: Διότι η μεγέθυνση, και όχι η συρρίκνωση, πρέπει να αποτελεί πάντοτε την πρωταρχική μας επιδίωξη ως καλλιτέχνες. Οχι πλέον για να μας ακούσουν στην τελευταία σειρά, αυτό γίνεται. Αλλά για να διδάξουμε (ειδικά τα παιδιά) πως: Το μήνυμα δεν περνά ούτε στις πρώτες σειρές, εάν δεν αφήσεις τον εαυτό σου να γιγαντωθεί. Στο σχολείο, στην οικογένεια, στην κοινωνία, στην πολιτική, στη ζωή. Το παιδί πρέπει να φύγει από το θέατρο νιώθοντας ότι του επιτρέπεται να χρησιμοποιεί κεφαλαία γράμματα στην έκφρασή του. Οτι του επιτρέπεται να επικοινωνήσει τα αισθήματά του και τις θέσεις του. Και όχι να τα καταπιεί, επειδή σήμερα θα ενοχλήσει τον παππού του, αύριο τον γείτονα, μεθαύριο την όποια εξουσία το φιμώσει – πρακτικά ή συναισθηματικά. Ακόμα λοιπόν και όταν τα πιτσιρίκια κοροϊδεύουν την Οπερα, φωνάζοντας “αααααα” και “ωωωωωω”, εγώ μέσα μου χαμογελώ. Γιατί γνωρίζω πως η δική μου δουλειά έχει γίνει».

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: