«ΕΠΤΑ ΧΡΟΝΙΑ στο αμόνι» – «Αν στην επανάσταση ήταν όλα στέρεα και δομημένα, αυτή δεν θα ήταν επανάσταση…»
Όλα όσα έγιναν στην επίσημη παρουσίαση του βιβλίου
Δεν είναι εύκολο πράγμα να επιχειρείς να μιλήσεις για τη δουλειά ενός δικού σου συνεργάτη, γιατί οποιοδήποτε εγκωμιαστικό σχόλιο μπορεί να εκληφθεί ως μεροληπτικό. Ο Παναγιώτης Κολέλης, όμως, δεν έχει ανάγκη τα δικά μας εγκώμια, καθώς μιλάνε για αυτόν τα δύο βιβλία που έχει κιόλας εκδώσει, παρά το νεαρό της ηλικίας του.
Όσον αφορά την αποδοχή της δουλειάς του από το κοινό, μιλάει από μόνη της η εικόνα από την εκδήλωση, με τον πολύ όμορφο χώρο του βιβλιοπωλείου Pickabook στην Πετρούπολη να γεμίζει από φίλους του συγγραφέα και του βιβλίου εν γένει, που στηρίζουν το ελπιδοφόρο του ξεκίνημα.
Ελπιδοφόρο γιατί, όπως είπε και η – επίσης δική μας – Λιάνα Κανέλλη, που ήταν στο πάνελ της παρουσίασης, «είναι ένα παιδί που τολμά και γράφει ενάντια στο κλίμα της εποχής και τη μόδα της γενιάς του, που εξαντλεί τις εξιστορήσεις της σε insta stories και το γράψιμο στους χαρακτήρες ενός tweet στο twitter».
Η ελπίδα, άλλωστε, είναι παρούσα στο βιβλίο, που κρύβει μία ανατροπή και αφήνει στο τέλος το στίγμα της – όπως συμβαίνει και στο μύθο του κουτιού της Πανδώρας.
«Ακόμα κι αν δεν το κατατάσσει κανείς στο είδος του πολιτικού μυθιστορήματος, έχει ωστόσο στοιχεία κι από τα δύο συνθετικά της λέξης, τον μύθο και την ιστορία», είπε ο υπεύθυνος των εκδόσεων Εντύποις, Γιάννης Κρανιάς.
Ο δημοσιογράφος, Χρήστος Κτενάς, ανέφερε πως ο συγγραφέας «έχει το προνόμιο της ηλικίας και του καθαρού μυαλού, πιστεύοντας σε ιδέες που έχουν ξεχαστεί ή παραπέσει» για να συμπληρώσει αργότερα η Λιάνα πως «στη σημερινή εποχή όσοι έχουν αρχές είναι ρομαντικοί ή κομμουνιστές κι όλοι οι άλλοι τους αντιμετωπίζουν σαν βλάκες. Και αυτές οι αξίες, η συνέπεια σε κάποιες αρχές, βγαίνουν κι από το βιβλίο του Παναγιώτη Κολέλη».
Η εκδήλωση άνοιξε με μία σύντομη αναφορά από τον εκπρόσωπο των εκδόσεων, που είπε πως επέλεξε αυτό το βιβλίο, επειδή ταιριάζει στην προσπάθεια που κάνει ο εκδοτικός οίκος τα τελευταία χρόνια, σε μία ιδιαίτερα δύσκολη εποχή.
Ο Χρήστος Κτενάς αναφέρθηκε στα κοινά σημεία, αλλά και τις διαφορές που έχουν τα «Επτά χρόνια στο Αμόνι» με το πρώτο βιβλίο του Παναγιώτη, την «Εξαπάτηση της Δημοκρατίας», μία αλληγορία χωρίς ονόματα και τοπωνύμια, τοποθετημένη στο γνώριμο σκηνικό της τρέχουσας κρίσης. Αναφέρθηκε, επίσης, στην προσπάθεια που γίνεται να μας επιβληθεί αυτή η κρίση ως κανονικότητα, καθώς και στον τρόπο που την παρουσιάζει ο συγγραφέας, απογυμνωμένη από καλολογικά στοιχεία, με κεφάλαια μικρής έκτασης και γρήγορη εναλλαγή -σχεδόν κινηματογραφικών- εικόνων.
Φυσικά, «δεν πρόκειται απλώς για μία παθολογία της κρίσης και το πανόραμα της φρίκης της, γιατί αφήνει υπόκωφα τη δυνατότητα μιας ανατροπής», ενώ παράλληλα ανατρέπει εδραιωμένα στερεότυπα, όπως το ιδεολόγημα πως «αν είσαι δουλευταράς, θα προκόψεις». Στο βιβλίο υπάρχουν, άλλωστε, αρκετοί ήρωες που είναι μικροαστοί και τρέφουν ψευδαισθήσεις πως θα μπορέσουν να γίνουν κάτι άλλο από αυτό που είναι με σκληρή δουλειά.
Ο Μίλτος Δημουλής, Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Ανώτερης Δραματικής Σχολής Πέτρας του Δήμου Πετρούπολης, απήγγειλε αποσπάσματα από το βιβλίο και επιφύλαξε μαζί με τον συγγραφέα και την ηθοποιό, Άρτεμις Νικολάκη, μία μικρή δραματοποιημένη ανάγνωση που εντυπωσίασε το κοινό.
Η Λιάνα Κανέλλη, στη δική της τοποθέτηση, ήταν μεστή και χειμαρρώδης ως συνήθως -κάτι που αποτυπώνεται καλύτερα στο παρακάτω βίντεο της εκδήλωσης:
Ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως «το βιβλίο δεν έχει το βάθος και την ανάλυση ενός μυθιστορήματος […] παραπέμπει σε μικρές νουβέλες, που θα μπορούσαν να γίνουν ακόμη και μικρή σειρά στην τηλεόραση».
Σημείωσε, επίσης, πως «ο Παναγιώτης Κολέλης φαίνεται να θέλει να γίνει κομμουνιστής – που είναι ένας πολύ βαρύς τίτλος από μόνος του που δύσκολα κατακτιέται, καθώς το νεκροταφείο της ιστορίας είναι γεμάτο από αυτούς που προσπάθησαν να γίνουν, αλλά δεν τα κατάφεραν».
Προσπαθεί, λοιπόν, με το βιβλίο του να δώσει το σύνθημα του ξεσηκωμού, αποφεύγοντας όμως το συνθηματικό λόγο με τις ξεφτισμένες λέξεις που τείνουν να χάσουν το νόημά τους. Χρησιμοποιεί ως όπλο την αγάπη και τα χαμόγελα, που «δεν νικιούνται και κάποια μέρα θα σηκώσουν τη σημαία τους ψηλά», και κάνει μία επιτυχημένη «επιλογή ειδήσεων» από την καθημερινότητα των τελευταίων χρόνων, που δίνουν το στίγμα της εποχής.
Φυσικά, ευχήθηκε να είναι καλοτάξιδο το βιβλίο, δίνοντας δύο μπούσουλες για αυτό το ταξίδι στον συγγραφέα, αλλά και στο αναγνωστικό κοινό: την κομμουνιστική ιδεολογία και την παιδεία – εκείνο το είδος που δεν προορίζεται για την αγορά, αλλά για να καταλάβει ο καθένας μας τη ζωή και τι θέλει να κάνει σε αυτήν- ιδίως όταν «σερφάρουμε» σε διαδικτυακά μονοπάτια, όπου τα «κύματα» υπάρχουν μεν αλλά δεν είναι άμεσα ορατά.
Στη δική του παρέμβαση στο τέλος -με τα συνεχή πειράγματα και τις διακοπές της Λιάνας, που είχε δηλώσει εξ αρχής πως είχε έρθει ως «ένσταση»- ο Παναγιώτης Κολέλης εξήγησε πως άρχισε να γράφει για να περιγράψει τη δύσκολη πραγματικότητα που βιώνουμε, όπου πολλές φορές φαίνεται να είμαστε σαν κομπάρσοι σε μία παράσταση «όπου δεν είμαστε εμείς οι πρωταγωνιστές». Στην πορεία όμως, έγινε μία άσκηση μνήμης, γιατί κάποιες καταστάσεις δεν ξεχνιούνται, όσο δεν ξανασαίνουν οι πρωταγωνιστές που τις βιώνουν. Και μία άσκηση θάρρους για να αντιμετωπίσει αυτή την πραγματικότητα, με την ελπίδα πως θα το μεταδώσει σε όσους διαβάσουν το βιβλίο, για να αλλάξουμε αυτόν τον κόσμο.
Σημείωσε, επίσης, την επιρροή που του άσκησε το εμβληματικό έργο του Τζον Ριντ «Δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο» και πώς καθόρισε τη δική του συγγραφική προσέγγιση για το «ΕΠΤΑ ΧΡΟΝΙΑ στο αμόνι» της κρίσης, που σφυρηλατεί χαρακτήρες. Διάλεξε ως μέσο την άμεση δράση και τους -«κλεμμένους» από την καθημερινή ζωή- διαλόγους, αντί της πυκνής τριτοπρόσωπης αφήγησης. Προσάρμοσε τη γραφή του στις ανάγκες ενός κοινού που ξεκλέβει λίγο χρόνο από τις υποχρεώσεις του για να διαβάσει κάτι κι απέφυγε τον σύνθετο λόγο, γιατί έχει ιδιαίτερη αξία να μπορείς να μιλήσεις με απλά λόγια για τις καθημερινές καταστάσεις.
«Δεν προσπάθησε να προκαλέσει αίσθηση, ήθελε απλά να μιλήσει για τη γενιά του», όπως θα λέγανε και οι «Who» στο τραγούδι τους My Generation.
Ο Παναγιώτης μίλησε, ακόμα, για τα κεφάλαια του βιβλίου και τα ερωτήματα που θέτει γύρω από το πραγματικό νόημα εννοιών, όπως η δημοκρατία και η ελευθερία, και ανέλυσε τους δύο δρόμους που έχουμε μπροστά μας: αυτόν του συμβιβασμού και αυτόν του αγώνα. Για να κλείσει με μία από τις φράσεις του βιβλίου για το βάθος των αλλαγών που απαιτούνται: «αν στην επανάσταση ήταν όλα στέρεα και δομημένα, αυτή δεν θα ήταν επανάσταση…»
Κι αυτό το μήνυμα, το ταξίδι και το «ταρακούνημα» από όσα υπάρχουν γύρω μας και θεωρούμε «κανονικά» και αδιατάρακτα, είναι η πεμπτουσία της ανάγνωσης κάθε βιβλίου γενικά, αλλά και του νέου βιβλίου του Παναγιώτη Κολέλη ειδικότερα.
Καλοτάξιδο!