Φιρντάους: Μία ελεύθερη φωνή σε ένα φυλακισμένο σώμα
«Δεν επιθυμώ να μ’ ελευθερώσουν ούτε και θέλω χάρη για το έγκλημά μου. Εξάλλου, δεν το αναγνωρίζω ως έγκλημα»
Πολλοί θα ισχυριστούν πως η Φιρντάους δεν ήταν μία ελεύθερη γυναίκα, επειδή έζησε μία ζωή κάνοντας τα θελήματα των ανδρών ή επειδή έγινε πόρνη. Θα κάνουν λάθος, όμως, όσοι υποστηρίξουν κάτι τέτοιο. Η Φιρντάους υπήρξε περισσότερο ελεύθερη από πολλές γυναίκες σήμερα. Εναντιώθηκε, αντιστάθηκε, ονειρεύτηκε να ζήσει μία ζωή καλύτερη, θέλησε να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Η Φιρντάους δεν ζήτησε ούτε πλούτη ούτε μεγαλεία. Μία φυσιολογική ζωή ζήτησε, ένα παράθυρο στην κανονικότητα. Αλλά δεν γινόταν, γι’ αυτό και σήκωσε το χέρι της όταν αντιλήφθηκε πως δεν υπήρχε προοπτική. Το είχε πει, άλλωστε, και ο σλοβένος φιλόσοφος, Σλάβοϊ Ζίζεκ: «οι άνθρωποι δεν εξεγείρονται όταν τα πράγματα είναι πολύ άσχημα, αλλά όταν διαψεύδονται οι προσδοκίες τους». Η Φιρντάους, λοιπόν, εξεγέρθηκε, σκοτώνοντας έναν άνδρα, τον Μαρζούκ. Η δολοφονία του ισοδυναμούσε με μία κραυγή – άλλοτε απεγνωσμένη και άλλοτε καθαρή και διαυγής – απέναντι στον αδυσώπητο κόσμο της στυγνής εκμετάλλευσης και της αδικίας. Ισοδυναμούσε, βέβαια, και με την αναγνώριση της αλήθειας. «Άγγιξα την αλήθεια μετά από πολλά χρόνια αγώνα […] Η κατάκτηση της αλήθειας σημαίνει πως ο άνθρωπος δε φοβάται πια το θάνατο».
Το «Φιρντάους», γραμμένο από τη «Σιμών ντε Μποβουάρ του αραβικού κόσμου», τη Ναουάλ Αλ Σααντάουι, είναι ένα βιβλίο δύσκολο, γροθιά στο στομάχι, για μία γυναίκα που άργησε να συνειδητοποιήσει τον κόσμο στον οποίο ζούσε. «Ο θείος μου είναι ένας σεβάσμιος σεΐχης, γνώστης των διδαχών της θρησκείας. Αδύνατον να δέρνει τη γυναίκα του», αναφέρει η Φιρντάους κάποια στιγμή, δείχνοντας με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τις ψευδαισθήσεις που είχε για τον κόσμο στον οποίο είχε γεννηθεί. Τον κόσμο στον οποίο υπάρχουν δύο είδη ανθρώπων: οι αφέντες και οι δούλοι.
«Η ζωή είναι φίδι. […] Αν το φίδι αντιληφθεί πως δεν είσαι φίδι, θα σε δαγκώσει. Αν η ζωή αντιληφθεί πως δε δαγκώνεις, σε δάγκωσε πρώτη».
Η Φιρντάους εμπιστεύτηκε αρκετούς ανθρώπους. Πίστεψε σε βαρύγδουπα λόγια, σε υποσχέσεις χωρίς ερείσματα, σε βλέμματα γεμάτα υποκρισία και συμφέρον. Κάθε φορά που έδειχνε εμπιστοσύνη, που εκδήλωνε τα συναισθήματά της, η ζωή την «δάγκωνε». Σε ένα από αυτά τα αναποδογυρίσματα της ζωής και τις συμπτώσεις της μοίρας, αποφάσισε πως θέλει να γίνει ευυπόληπτη, με την έννοια του κοινωνικά αποδεκτού που προσδίδει στη λέξη ο ευρύς κόσμος. Γι’ αυτό και έπιασε δουλειά ως γραμματέας σε μία εταιρεία. Αλλά κι εκεί αντίκρισε τις άλλες γυναίκες να δίνουν το κορμί τους για να κερδίσουν την εύνοια των προϊσταμένων και να μη χάσουν τη δουλειά τους και αναγκαστούν να γίνουν πόρνες. Φαύλος κύκλος… Συνειδητοποίησε έτσι πως ως πόρνη έχαιρε μεγαλύτερου σεβασμού απ’ ότι όλες οι υπάλληλοι της εταιρείας μαζί. Γι’ αυτό και ξανάγινε πόρνη, δοκιμάζοντας να γίνει αφεντικό του εαυτού της, να βγάζει λεφτά από τους άνδρες, να είναι αυτή εκείνη που θα τους εκμεταλλεύεται. Μα, έτσι από θύμα μετατράπηκε σε θύτη. Ή, μάλλον, προσπάθησε να μετατραπεί ανεπιτυχώς. Θύμα παρέμεινε σχεδόν σε όλη της τη ζωή. Μέχρι που έγινε ηρωίδα ή τραγική φιγούρα. Εδώ ο καθένας διαλέγει τη δική του ανάγνωση της πραγματικότητας.
Η Ναουάλ Αλ Σααντάουι
Η Φιρντάους έζησε σε μία περίοδο και σε μία περιοχή που «όταν πέθαινε το κορίτσι, ο πατέρας έτρωγε το βραδινό του γεύμα, η μητέρα τού έπλενε τα πόδια, κι ύστερα κοιμόταν όπως κάθε βράδυ. Όταν πέθαινε αγόρι, ο πατέρας πρώτα έδερνε τη μάνα […] κι έπειτα έτρωγε το βραδινό του κι έπεφτε για ύπνο».
Άλλαξαν πολλά από τότε; Φυσικά και άλλαξαν, αλλά μένουν πολλά ακόμα για να γίνουν. Γι’ αυτό και πρέπει να επαγρυπνούμε, επειδή δυστυχώς δεν είναι λίγες οι γυναίκες που βιώνουν καθημερινά την εκμετάλλευση, την σεξουαλική κακοποίηση ή αναγκάζονται ακόμα και να πουλήσουν το σώμα τους για να μπορέσουν να ζήσουν. Υπάρχουν, παρότι κάνουμε πολλές φορές πως δεν τις βλέπουμε. Το κακό είναι πως ελάχιστες φτάνουν στο σημείο να σηκώσουν το χέρι τους ψηλά και να το κατεβάσουν ύστερα με δύναμη σε όλα όσα τις κρατάνε πίσω και τους καταστρέφουν τη ζωή. Αυτό χρειαζόμαστε. Σύγχρονες Φιρντάους, που θα βγουν μπροστά και θα συμπαρασύρουν τόσο τις γυναίκες όσο και εμάς, τους άνδρες. Είναι κοινός ο αγώνας για να κερδίσουμε τον φόβο, να βελτιώσουμε τις ζωές μας και να πάψουν να «πεθαίνουν τα παιδιά των φτωχών υπερασπιζόμενα τη γη των πλουσίων».
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Δώμα, σε μετάφραση της Ελένης Καπετανάκη.