“Κομμουνιστική Επιθεώρηση” – Κυκλοφορεί το νέο τεύχος με το σύνολο των Θέσεων του 21ου Συνεδρίου του ΚΚΕ
Κυκλοφορεί το νέο τεύχος 1/2021 της ΚΟΜΕΠ με το σύνολο των Θέσεων του 21ου Συνεδρίου, αρθρογραφία για το προσεχές συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ και αρχειακό υλικό για την παρέμβαση του ΚΚΕ μας στα μεγάλα εργοστάσια
Τα περιεχόμενα του τεύχους: 1.Ανακοίνωση της Επιτροπής Δημόσιου Προσυνεδριακού Διαλόγου – 2.Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 21ο Συνέδριο (1ο – 2ο – 3ο Κείμενο) – 3.Για το προσεχές Συνέδριο και το νέο Πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ – 4.100 χρόνια ΚΟΜΕΠ – Αρχειακό υλικό: Η Οργάνωση της Αθήνας στην πάλη για τα εργοστάσια (1932), Η έκταση της σημερινής οικονομικής κρίσης (1921). Το τεύχος 1/2021 της ΚΟΜΕΠ συνοδεύεται από το θεματικό ευρετήριο της πενταετίας 2016 – 2020.
Δημοσιεύουμε σήμερα μικρό απόσπασμα από το κείμενο της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ σχετικά με το «Προσεχές Συνέδριο και το νέο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ».
Σε ποιο έδαφος διαμορφώνεται η συζήτηση για τον «μετασχηματισμό» του ΣΥΡΙΖΑ
Η συζήτηση γύρω από τον λεγόμενο «μετασχηματισμό» του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία άνοιξε από τον Αλ. Τσίπρα αμέσως μετά την εκλογική ήττα του 2019, έχει αποτελέσει όλο αυτό το διάστημα το «χαλί» πάνω στο οποίο ξεδιπλώνονται τόσο οι διεργασίες στον ΣΥΡΙΖΑ όσο και ευρύτερα για την αναμόρφωση του σοσιαλδημοκρατικού χώρου1.
Η εκδήλωση της νέας διεθνούς κρίσης και το σύνθετο περιβάλλον των οξυμένων ανταγωνισμών στην περιοχή διαμορφώνουν ένα νέο έδαφος για την αστική διαχείριση, πάνω στο οποίο καλούνται να προσαρμοστούν οι αστικές δυνάμεις. Η συζήτηση αφορά τους όρους και τη βέλτιστη προσαρμογή της σοσιαλδημοκρατίας, με στόχο και τον εγκλωβισμό λαϊκών – εργατικών τμημάτων.
Από αυτήν τη σκοπιά, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, η ανάγκη μετασχηματισμού και διεύρυνσης για τον ΣΥΡΙΖΑ θα ανέκυπτε ανεξαρτήτως ηγεσίας, εσωκομματικών συσχετισμών και ομαδοποιήσεων. Εξάλλου, η εσωκομματική συζήτηση στον ΣΥΡΙΖΑ δεν αφορά κάποια «σύγκρουση» στο επίπεδο της στρατηγικής ανάμεσα σε εκ διαμέτρου αντίθετους πόλους (…)
Η αντικειμενική δυσκολία του ΣΥΡΙΖΑ να εμφανιστεί ως η πιο αποτελεσματική δύναμη αστικής διαχείρισης οξύνει τις αντιφάσεις και στην πολιτική του: Από τη μία προσπαθεί να εμφανίζεται ως αξιόπιστη κυβερνητική λύση για την αστική διακυβέρνηση και από την άλλη προσπαθεί να ενσωματώνει ριζοσπαστικές και αγωνιστικές διαθέσεις.
Η προσπάθεια προσαρμογής των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ συνδέεται και με τις διεργασίες στη διεθνή σοσιαλδημοκρατία. Σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο αναπτύσσονται διεργασίες στις αστικές πολιτικές δυνάμεις, που αντανακλούν και την ενδοαστική διαπάλη σε συνθήκες ενός μεταβαλλόμενου παγκόσμιου περιβάλλοντος αλλά και τις προσαρμογές για την ενσωμάτωση της δυσαρέσκειας λαϊκών στρωμάτων (…)
Νέα κοινωνική συμφωνία ή οργάνωση της λαϊκής πάλης για τον σοσιαλισμό;
Με βάση όσα προαναφέραμε, γίνεται φανερό ότι αυξάνονται οι απαιτήσεις για ολοκληρωμένη παρέμβασή μας (…)
Μέσα από το μεγάλο πολιτικό άνοιγμα με τις Θέσεις του Συνεδρίου, μέσα στην προσπάθεια που παντού ξεδιπλώνουν οι δυνάμεις για την οργάνωση της πάλης για τα λαϊκά προβλήματα, χρειάζεται να επιμείνουμε:
α) Στην ανάδειξη της σημερινής σύγκλισης των διαφορετικών τάσεων του ΣΥΡΙΖΑ, μεταξύ τους αλλά και με τη ΝΔ και το ΚΙΝΑΛ, σε σχέση με την επεξεργασμένη στρατηγική του κεφαλαίου για την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας και τη γεωπολιτική αναβάθμιση του ρόλου της εγχώριας αστικής τάξης. Επίσης, το ότι σε αυτό το έδαφος είναι δεδομένη η σύγκλιση όλων σχετικά με την υλοποίηση των κατευθύνσεων της ΕΕ (Νέα Πράσινη Κοινωνική Συμφωνία – Πράσινο «New Deal», «ευελιξία» στις εργασιακές σχέσεις, προσιτή Υγεία – Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα κ.λπ.).
Καταρχάς, στο επίπεδο της οικονομίας, και στο φόντο της αποδοχής σε αυτήν τη φάση από όλες τις αστικές πολιτικές δυνάμεις της ανάγκης μέτρων κεϊνσιανής διαχείρισης, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η ΝΔ μιλάνε για την ανάγκη κρατικών επενδυτικών προγραμμάτων και επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής (…)
Ο ΣΥΡΙΖΑ στην προσπάθειά του να διαφοροποιηθεί απ’ την κυβέρνηση προβάλλει στην ουσία ορισμένες διαφοροποιήσεις στον τρόπο και στις ιεραρχήσεις της εφαρμογής του σχεδίου ανάκαμψης της ΕΕ, της νέας «Ευρωπαϊκής Πράσινης Κοινωνικής Συμφωνίας».
Προσπαθεί να προβάλει έναν δήθεν πιο φιλολαϊκό τρόπο εφαρμογής των στρατηγικών κατευθύνσεων της ΕΕ και να αποδείξει στην αστική τάξη ότι διατηρεί την ικανότητά του να συσπειρώνει ευρύτερες λαϊκές δυνάμεις, μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους, γύρω απ’ τους στρατηγικούς στόχους του κεφαλαίου. Για να τονίσει την προσήλωσή του στην αποτελεσματική αστική διαχείριση, κάνει προτάσεις σήμερα για «κοινό υπουργό Υγείας» και «διακομματική επιτροπή» για τη διαχείριση των κονδυλίων του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης.
Για να διαφοροποιηθεί απ’ τη ΝΔ σηκώνει ξανά υποκριτικά τη σημαία της μείωσης των κοινωνικών ανισοτήτων, της κοινωνικά δίκαιης «πράσινης» ανάπτυξης. Ας δούμε συνοπτικά τι κρύβεται πίσω απ’ τα γενικόλογα προοδευτικά συνθήματα.
Η μερίδα του λέοντος της κρατικής χρηματοδότησης θα συνεχίσει να κατευθύνεται για τη στήριξη του μεγάλου κεφαλαίου μέσα από ένα πλέγμα ρυθμίσεων (νέος «αναπτυξιακός» νόμος, Αναπτυξιακή Επενδυτική Τράπεζα, φορολογική μεταρρύθμιση κ.λπ.).
Η περιβόητη «ενεργειακή δημοκρατία» στην υλοποίηση της «πράσινης» μετάβασης μεταφράζεται κυρίως στη συμμετοχή ορισμένων μεσαίων επιχειρήσεων στα σχετικά προγράμματα ενίσχυσης επενδύσεων, μέσα απ’ τις ενεργειακές κοινότητες για την υλοποίηση μικρότερων νέων έργων.
Αυτές οι μικρές διαφορές δεν πρόκειται ούτε καν να αμβλύνουν τις γνωστές αρνητικές συνέπειες για τα λαϊκά στρώματα (υψηλή ανεργία, «ελαστικές» εργασιακές σχέσεις, πανάκριβο ηλεκτρικό ρεύμα, καταστροφή δασικών εκτάσεων, αύξηση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας κ.λπ.). Αναλυτική κριτική θα γίνει μετά την ολοκληρωμένη παρουσίαση του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ σε επόμενο τεύχος.
Οι διακηρύξεις για κοινωνική δικαιοσύνη μεταφράζονται σε ορισμένες προτάσεις αλλαγών στη φορολογική και κοινωνική πολιτική που ισοδυναμούν σε μικρή αναδιανομή εισοδήματος προς τις ομάδες ακραίας φτώχειας, απ’ τους υπόλοιπους μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους, αφού στην πράξη θα μείνουν στο απυρόβλητο οι μονοπωλιακοί όμιλοι (…)
β) Στη σύγκλιση των αστικών πολιτικών δυνάμεων στην ανάληψη απ’ την Ελλάδα του ρόλου του σημαιοφόρου του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ.
ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ έχουν ως βάση καθορισμού της πολιτικής τους τον στόχο της γεωστρατηγικής αναβάθμισης της χώρας, ο οποίος καθορίζεται από τις ανάγκες του κεφαλαίου, για την αναβάθμισή του στην περιοχή, για νέες διεξόδους κερδοφορίας, στους μεγάλους ανταγωνισμούς για τις πηγές και τους δρόμους μεταφοράς Ενέργειας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ υπέγραψε τη ΝΑΤΟική Συμφωνία των Πρεσπών και η ΝΔ έκανε αντιπολίτευση με εθνικιστικές κορόνες αλλά τώρα ως κυβέρνηση την εφαρμόζει. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ εγκαινίασε τον «στρατηγικό διάλογο ΗΠΑ – Ελλάδας», ενώ διαγωνίζεται με τη ΝΔ σχετικά με την ικανότητα προώθησης των σχεδίων των ΗΠΑ στην περιοχή, που με τη μια και την άλλη κυβέρνηση αναβαθμίζουν σταθερά τη στρατιωτικοπολιτική παρουσία τους (…)
γ) Στην ανάδειξη της συνενοχής όλων των ηγεσιών των σημερινών διαφορετικών τάσεων του ΣΥΡΙΖΑ στην αντιλαϊκή διακυβέρνηση σ’ όλη την προηγούμενη δεκαετία (κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ), δηλαδή η συνέχιση της πολιτικής των μνημονίων (που θα «έσκιζε» ο ΣΥΡΙΖΑ και θα καταργούσε «με έναν νόμο»), η συγκυβέρνηση με τους ακροδεξιούς ΑΝΕΛ, οι «μεταμνημονιακές δεσμεύσεις», η Συμφωνία των Πρεσπών, η πολιτική σημαιοφόρου των σχεδίων του ΝΑΤΟ (…)
Αντίστοιχα σήμερα τα ηγετικά στελέχη όλων των τάσεων, απ’ τον Σταθάκη και τον Παππά ως τον Τσακαλώτο, έχουν προσυπογράψει το νέο σχέδιο προγράμματος «προοδευτικής κυβέρνησης» του ΣΥΡΙΖΑ. Οι δυνάμεις της «ομπρέλας» παίζουν ιδιαίτερο ρόλο στην προσπάθεια να το εμφανίσουν με ριζοσπαστικό μανδύα, βαδίζοντας στα χνάρια της πλατφόρμας της «Αριστεράς των Δημοκρατικών των ΗΠΑ» (…)
δ) Στην υπογράμμιση των συμπερασμάτων απ’ τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που τσάκισε τον λαό με το 3ο μνημόνιο.
Η εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα έχουν πλέον πλούσια πείρα, δεν επιτρέπεται να ξαναπιαστούν στην ίδια σκουριασμένη παγίδα. Τα όποια προοδευτικά προεκλογικά συνθήματα του 2015 έδωσαν τη θέση τους στην αντιλαϊκή, συντηρητική πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ που υπηρέτησε με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο τις ανάγκες του κεφαλαίου τη συγκεκριμένη περίοδο.
Ψήφισε το 3ο μνημόνιο, επέκτεινε τις «ελαστικές» σχέσεις εργασίας, διατήρησε για τέσσερα χρόνια το αίσχος του υποκατώτατου μισθού των 511 ευρώ μεικτά για τους νέους, με το νόμο Βρούτση – Αχτσιόγλου διατήρησε την κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον κατώτατο μισθό, ο καθορισμός του οποίου θα γίνεται με Υπουργική Απόφαση και με κριτήριο την «ανταγωνιστικότητα» και την «παραγωγικότητα» (δηλαδή με βάση τη θωράκιση των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου). Κλιμάκωσε την αντιασφαλιστική επίθεση με το νόμο Κατρούγκαλου, πρωτοστάτησε στο χτύπημα της απεργίας στρώνοντας σήμερα το χαλί για να επεκτείνει το αντεργατικό χτύπημα η κυβέρνηση της ΝΔ στη συνέχεια (…)
ε) Στην υπενθύμιση των συμπερασμάτων απ’ το ξαναπαιγμένο έργο του «αντιδεξιού – αντικυβερνητικού μετώπου» με στόχο τη δήθεν σωτηρία του λαού μέσα απ’ την ανάδειξη μιας «προοδευτικής» κυβέρνησης (ανάλογη ήταν η λογική που πρόβαλλε το ΠΑΣΟΚ, και γενικότερα οι σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις, για την ήττα της κυβέρνησης Μητσοτάκη το ’92 – ’93 και την ήττα των κυβερνήσεων Παπαδήμου και Σαμαρά την περίοδο 2012 – 2015) και τον εγκλωβισμό του εργατικού, λαϊκού κινήματος στο παιχνίδι της κυβερνητικής εναλλαγής.
Υπάρχει πλέον πλούσια πείρα σχετικά με τις αρνητικές συνέπειες στην πορεία της ταξικής πάλης, όταν το κίνημα περιορίστηκε μόνο στην αντιπαράθεση με την υπάρχουσα κυβέρνηση, χωρίς να μπορεί να σημαδέψει ουσιαστικά τον πραγματικό, ταξικό αντίπαλό του (…)
Σήμερα έχουμε τη δυνατότητα και τον ιδεολογικό εξοπλισμό για να ανοίξουμε πιο πλατιά, πιο εύστοχα και συγκεκριμένα τη συζήτηση για την ανώτερη οργάνωση της κοινωνίας, η οποία μπορεί να δώσει ολοκληρωμένες, πραγματικές λύσεις στα οξυμένα λαϊκά προβλήματα, να διασφαλίσει την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών με βάση τις μεγάλες αντικειμενικές δυνατότητες που υπάρχουν.
Μπορεί και πρέπει να ανοίξει πιο πλατιά η συζήτηση για την ανάγκη οργάνωσης της εργατικής – λαϊκής πάλης για τον σοσιαλισμό. Η μεγάλη πρωτοβουλία των δυνάμεών μας για να αφομοιωθούν και να διαδοθούν οι Θέσεις του 21ου Συνεδρίου του ΚΚΕ δείχνει ότι μπορούμε να κερδίσουμε αυτήν τη μάχη.
Παραπομπή:
1. Βλ. ΙΕ της ΚΕ, «Για την Πολιτική Διακήρυξη του ΣΥΡΙΖΑ», ΚΟΜΕΠ, τ. 6/2019.