Τηλέμαχος Λουγγής – «Μεσαιωνική ιστορία της Ιταλίας400 – 1125 μ.Χ. από ιταλοελληνικά κείμενα»
Ο επιφανέστερος των Ελλήνων βυζαντινολόγων Τηλέμαχος Λουγγής χαρίζει στο αναγνωστικό κοινό άλλη μια εμπνευσμένη και πολύτιμη ιστορική μελέτη.
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ Κωνστ. ΛΟΥΓΓΗΣ
«Μεσαιωνική ιστορία της Ιταλίας
400 – 1125 μ.Χ
από ιταλοελληνικά κείμενα»
«[…] η χώρα αυτή που λέγεται Ιταλία (και που σχεδόν οπουδήποτε και αν την κοιτάξεις, δείχνει να κάμπτεται από το βάρος της τεράστιας πολιτιστικής της κληρονομιάς) πέρασε από δοκιμασίες απίστευτες, πριν καταπλήξει τον κόσμο με την Αναγέννηση των Ανθρώπων […] Η προϋπόθεση της αναγέννησης είναι η ικανότητα να αναπτυχθείς μέσα από τις συμφορές»
(απόσπασμα από το βιβλίο)
Ο επιφανέστερος των Ελλήνων βυζαντινολόγων Τηλέμαχος Λουγγής χαρίζει στο αναγνωστικό κοινό άλλη μια εμπνευσμένη και πολύτιμη ιστορική μελέτη.
Η «Μεσαιωνική ιστορία της Ιταλίας 400 – 1125 μ.Χ, από ιταλοελληνικά κείμενα» είναι μία σειρά συνεκτικών πανεπιστημιακών διαλέξεων για την ιστορική διαδρομή της Ιταλίας του πρώιμου Μεσαίωνα. Μια πρωτότυπη και πρωτοφανέρωτη στην ελληνική βιβλιογραφία μελέτη. Με πηγή αυθεντικά ιταλοελληνικά κείμενα και ντοκουμέντα. Με όπλο την ισχύ και την ακρίβεια της διαλεκτικής υλιστικής προσέγγισης. Και, ασφαλώς, με όχημα το γνωστό γλαφυρό αφηγηματικό ύφος του συγγραφέα, αλλά και ένα ευρύτατο ευρετήριο ονομάτων τοπωνύμιων και όρων.
Η γεμάτη παλινωδίες μετάβαση στη φεουδαρχία, ο μετεωρισμός μεταξύ Δύσης και Ανατολής, ο ρόλος του παπισμού, οι ουσιώδεις όσο και ιδιότυπες μεταβολές στο σώμα της ιταλικής κοινωνίας, η τρικυμιώδης και αντιφατική πορεία μέσα από τη στενωπό της σύγκρουσης και, συχνότατα, της μεσαιωνικής βαρβαρότητας, όλα όσα έμελλε να αποτελέσουν το πρώιμο λίκνο της μεγαλειώδους Αναγεννησιακής αποκάλυψης λίγους αιώνες αργότερα.
Μια άρτια επιστημονική πραγματεία, ικανή να θέλξει τόσο τον ιστοριοδίφη όσο και τον αμύητο αναγνώστη.
Το βιβλίο του Τηλέμαχου Λουγγή «Μεσαιωνική ιστορία της Ιταλίας 400 – 1125 μ.Χ. από ιταλοελληνικά κείμενα» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΕΝΤΟΣ και διατίθεται σε όλα τα βιβλιοπωλεία.
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
Ο Τηλέμαχος Κωνστ. Λουγγής Γεννήθηκε το 1945, σπουδές: Φιλοσοφική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών (πτυχίο Ιστορικού – Αρχαιολογικού 1967), Πανεπιστήμιο Παρισίων 1 (Πάνθεον-Σορβόννη) διδακτορικό 1972. Τιτλούχος μαθητής της Πρακτικής Σχολής Υψηλών Σπουδών (4ο τμήμα) Παρισίων. Επίκουρος και Έφεδρος Σημαιοφόρος Π. Ν. 1972-1975 (στρατιωτική θητεία). Βοηθός Ερεύνης, Ερευνητής, Διευθυντής Ερευνών στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, 1975-2012. Ομότιμος Διευθυντής Ερευνών 2012 – σήμερα. Μέλος ΔΣ Κέντρου Μαρξιστικών Ερευνών 1982-2000, Πρόεδρος ΚΜΕ 2000-2012.
Έχει συγγράψει στα ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και ρωσικά ένα πλήθος βιβλίων, μελετών, βιβλιοκρισιών και άρθρων, έχει συμμετάσχει σε κάπου 35-40 επιστημονικά συνέδρια και ημερίδες εδώ και στο εξωτερικό και έχει κληθεί από τα Πανεπιστήμια Αθηνών, Πατρών, Λονδίνου, Οξφόρδης, Βιέννης και Στρασβούργου, καθώς και από πολλούς επιστημονικούς και πολιτιστικούς θεσμούς εντός Ελλάδος. Το 2019 εκδόθηκε το έργο του Σύντομη Ιστορία της Βυζαντινής κοινωνίας (4ος αι.-1204) από τις εκδόσεις ΕΝΤΟΣ. Σήμερα, εκδίδει την επτάτομη σειρά Βυζάντιο. Ιστορία και πολιτισμός (ως τώρα έχουν εκδοθεί οι έξι πρώτοι τόμοι)
Δείτε αναλυτικά τα περιχόμενα του βιβλίου.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ…………………………………………………………………9
ΠΡΟΛΟΓΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ……………………………………………………13
Μέρος Ι
Η ΙΤΑΛΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΣΤΟΝ ΜΕΣΑΙΩΝΑ
Ι.Α. Η ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΡΩΜΑΪΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ
Ι.Α.1. Αποφεύγοντας την πτώση της Ιταλίας: ο ποιητής Ρουτίλιος
Κλαύδιος Ναματιανός………………………………………………………………..19
Ι.Α.2. Αποφεύγοντας την πτώση της Ρώμης: ο ποιητής Σιδώνιος
Απολλινάριος…………………………………………………………………………….32
Ι.Α.3. Παλιά και Νέα Ρώμη: Ρώμη και Κωνσταντινούπολη…………….48
Ι.Α.4. Η Ιταλία υπό τους Βαρβάρους (476-535)……………………………63
Ι. Β. Η ΜΕΡΙΚΗ ΑΝΑΚΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ
Ι.Β.1. Οι προϋποθέσεις ανάκτησης της Ιταλίας……………………………..86
Ι.Β.2. Η επιθετική Ορθοδοξία της Χαλκηδόνος ……………………………105
Ι.Β.3. Η Ιταλία η ημετέρα και το σχέδιο ανάκτησης…………………….119
Ι.Β.4. Ο ποταμός Πάδος……………………………………………………………136
Ι.Β.5. Η έκβαση του αγώνα στην Ιταλία……………………………………..149
Ι.Β.6. Η Ιταλία η ημετέρα και η στροφή προς το παρελθόν………….166
Μέρος ΙΙ
Η ΙΤΑΛΙΑ ΚΑΙ Η ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ
ΙΙ. Α. ΟΙ ΛΟΓΓΟΒΑΡΔΟΙ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ
ΙΙ.Α.1. Εδαφικός ακρωτηριασμός της Ιταλίας (554-600)………………177
ΙΙ.Α.2. Οι Λογγοβάρδοι, το Βυζάντιο και η Εκκλησία της Ρώμης
(600-654)……………………………………………………………………………..196
ΙΙ.Α.3. Η ενσωμάτωση των Λογγοβάρδων στην Ιταλία και το Βυζάντιο
(654-711)………………………………………………………………………………217
ΙΙ. Β. Ο ΠΡΩΙΜΟΣ ΙΤΑΛΙΚΟΣ ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ (711-800)
ΙΙ.Β.1. Η αυτονόμηση της Εκκλησίας της Ρώμης (711-740)……………241
ΙΙ.Β.2. Η ίδρυση του Παπικού κράτους στην Ιταλία (740-756/7) …..261
ΙΙ.Β.3. Το Παπικό κράτος δημιουργεί μια Δυτική αυτοκρατορία
(757-800)………………………………………………………………………………273
ΙΙ.Γ. Η ΙΤΑΛΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΕΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΕΣ (800-867)
ΙΙ.Γ.1. Το ζήτημα του Μπενεβέντο, η Νεάπολη, το Σαλέρνο
και η Αμάλφη……………………………………………………………………….305
ΙΙ.Γ.2. Ο ιταλικός Βορράς και οι απαρχές της Βενετίας……………….313
ΙΙ.Γ.3. Η αραβική προέλαση στην Ιταλία…………………………………….321
Μέρος ΙΙΙ
Η ΙΤΑΛΙΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
ΙΙΙ. Α. Η ΙΤΑΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΝΑΤΟ ΑΙΩΝΑ
ΙΙΙ.Α.1. Το Βυζάντιο και η Καρολίγγεια Ιταλία…………………………..331
ΙΙΙ.Α.2. Το Βυζάντιο και η Καρολίγγεια διαδοχή στην Ιταλία ………351
ΙΙΙ.Β. Η ΙΤΑΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΔΕΚΑΤΟ ΑΙΩΝΑ
ΙΙΙ.Β.1. Γερμανική και Βυζαντινή κατοχή.
Παρακμή της Παπωσύνης…………………………………………………………368
ΙΙΙ.Β.2. Η Ιταλία και η ακμή της γερμανοβυζαντινής συμμαχίας……..396
ΙΙΙ.Γ. Η ΙΤΑΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΝΔΕΚΑΤΟ ΑΙΩΝΑ
ΙΙΙ.Γ.1. Οι αντίπαλοι της πρώτης ανισόμερης ανάπτυξης (Άραβες,
Βυζαντινοί, Γερμανοί, Νορμανδοί και Παπωσύνη) ………………………420
ΙΙΙ.Γ.2 Η τελική πολιτική σύνθεση στην Ιταλία (αρχές του 12ου αι.)……..451
ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ………………………………………………………………..493
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΟΡΩΝ…..495
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΛΑΤΙΝΙΚΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΟΡΩΝ……522
Στη συνέχεια μπορείτε να διαβάσετε το σημείωμα του εκδότη (αντί προλόγου) και την εισαγωγή του συγγραφέα, για να έχετε μια ακόμα καλύτερη εικόνα για το βιβλίο.
ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ
Επιχειρώντας κανείς να εντρυφήσει σε ειδικότερες όψεις μιας ούτως ή άλλως «αδικημένης» βιβλιογραφικά ιστορικής περιόδου, όπως είναι η βυζαντινή, αντιμετωπίζει τον καθόλου αμελητέο διττό κίνδυνο είτε της μηχανιστικής μεταφοράς των γενικών χαρακτηριστικών της ευρύτερης αυτής φάσης στη δοσμένη έκφανση είτε της αυθαίρετης αναγωγής επιμέρους διαπιστώσεων σε γενικότερου χαρακτήρα «δομικά» συμπεράσματα. Πολύ περισσότερο όταν ο ερευνητής δεν έχει τη δυνατότητα να στηριχτεί σε ένα εκτεταμένο αξιόμαχο επιστημονικό δυναμικό ή σε μια διακριτή ακαδημαϊκή δομή, σε ένα πιο εξειδικευμένο πανεπιστημιακό τμήμα ή έστω τομέα μελέτης της ιστορίας άλλων χωρών. Εξίσου μεγάλους κινδύνους, όσο, βεβαίως και προκλήσεις, ενέχει και η απόπειρα σύνθεσης σε σύγγραμμα πανεπιστημιακών διαλέξεων. Το αντίστροφο είναι σαφώς ευχερέστερο.
Ωστόσο, η διδακτική αρτιότητα, η βαθύτατη γνώση του αντικειμένου και –επιτρέψτε μου την έκφραση- η επιστημονική «μαεστρία» του Τηλέμαχου Λουγγή του επιτρέπουν να αποφεύγει τους σκοπέλους αυτούς. Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι η ικανότητά του αυτή απορρέει από την αέναη επιστημονική εγρήγορση και τόλμη να αναζητά νέα εδάφη στην ιστορική έρευνα και να μην αρκείται σε «αναμασήματα» ή, στην καλύτερη περίπτωση, αναδιατυπώσεις παλαιότερων έργων.
Η τόλμη αυτή του επιτρέπει να μας παρουσιάζει σήμερα το πόνημα τούτο, το οποίο συνιστά μια πρωτότυπη, για τα ελληνικά –και όχι μόνο-βιβλιογραφικά δεδομένα, αποτύπωση και εμβάθυνση στην ιστορική πορεία της Ιταλίας του πρώιμου Μεσαίωνα, βασισμένη στην προσφυγή σε ιταλοελληνικά κείμενα-πηγές. Μια τέτοια προσέγγιση δεν έχει επιχειρηθεί από Έλληνα ιστορικό ερευνητή ως τα σήμερα. Μάλιστα, ειδικά αυτή η περίοδος της ιταλικής ιστορίας απουσιάζει ακόμα και από τις πολύτομες ιστορικές εγκυκλοπαίδειες, όπως η Σοβιετική ή οι αντίστοιχες της Ανατολικής Γερμανίας, της Γαλλίας κι άλλων χωρών με ιστορικοερευνητική παράδοση απείρως πλουσιότερη από την ελληνική.
Είχα τη χαρά και την τιμή να υπάρξω «αυτήκοος μάρτυρας» των όσων εξαιρετικά ενδιαφερόντων διαμείφθηκαν στις υπό τον τύπο σεμιναρίου παραδόσεις του συγγραφέα, που πραγματοποιήθηκαν στα πλαίσια του μεταπτυχιακού προγράμματος του τμήματος Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Συνέλαβα και δια ζώσης τη σπάνια ικανότητά του να ερευνά, να εντοπίζει και να εκλαϊκεύει, χάρη στην πανίσχυρη και αναντικατάστατη διαλεκτική υλιστική προσέγγιση των ιστορικών φαινομένων και της κοινωνικής εξέλιξης, όλες τις ποσοτικές και ποιοτικές μεταβολές που οδηγούν στη συγκρότηση, τους διαδοχικούς διαμελισμούς, την ανασύνθεση και τη μετάβαση από τη μια ιστορική φάση στην άλλη ενός κοινωνικού σχηματισμού –στη συγκεκριμένη περίπτωση του ιταλικού.
Στην Ιταλία αυτήν την περίοδο, πραγματώνεται η μετάβαση στη φεουδαρχία, η διαμόρφωση της οποίας έχει τις ρίζες της αφενός στο δουλοκτητικό σύστημα της Αρχαίας Ρώμης (Βυζάντιο) και αφετέρου στο φυλογενετικό, προερχόμενο από τους Βαρβάρους (Λογγοβάρδοι). Η φεουδαρχία, με το μανδύα της εκκλησίας και με την ενσάρκωσή της στον καταλυτικό ρόλο του Πάπα της Ρώμης, παρουσιάζει την ιδιαιτερότητα σε σχέση και με την Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία (Βυζάντιο) ότι έχει έναν σαφώς πιο παρεμβατικό ρόλο και κοσμικές στοχεύσεις.
Προϊόντος του χρόνου και υπό το βάρος σύνθετων εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων, τα δεδομένα αλλάζουν, η παπική επιρροή υποχωρεί. Ωστόσο, ο διχασμός ταυτοτήτων, ο αέναος μετεωρισμός, η στρατηγική περιδίνηση μεταξύ Ανατολής και Δύσης, όχι φυσικά με στενά πολιτισμικό χαρακτήρα, αλλά με όλο το φορτίο των κοινωνικοταξικών αντιθέσεων που περικλείει, θα σφραγίσει όλη την ιταλική διαδρομή προς την Αναγεννησιακή έκρηξη. Μια έκρηξη που είναι αδύνατο να θεωρηθεί έξω από τη μελέτη των αντιθέσεων αυτών. Όσο, λοιπόν, κι αν ηχεί παράτολμο για τις ιδεαλιστικές, γραμμικές και φορμαλιστικές προσεγγίσεις, η βασανιστική, τρικυμιώδης, αντιφατική και μακραίωνη κυοφορία του αναμορφωτικού Αναγεννησιακού κόσμου, συντελέστηκε μέσα από ασύλληπτες συγκρούσεις και παλινωδίες, μέσα από διαδοχικές καταβυθίσεις στη βαρβαρότητα, που αποτέλεσε σήμα κατατεθέν της περιόδου αυτής.
Μάλιστα, αυτές οι παλινωδίες και η έλλειψη γραμμικότητας στη διαδικασία μετάβασης και σταθεροποίησης στον νέο οικονομικοκοινωνικό σχηματισμό, αναλύονται σε πολλά σημεία του βιβλίου και στηρίζονται απόλυτα στις γραπτές πηγές. Κι εδώ αναδεικνύεται, μαζί με την επιστημονική μεθοδικότητα, η ικανότητα του συγγραφέα να ανοίγει δρόμους στην ιστορική έρευνα και να τοποθετείται ευθαρσώς, διαβλέποντας τις αντιφάσεις και τις επιβιώσεις «του παλιού στο νέο» – χαρακτηριστική η άποψη ότι η «ανάκτηση της Ιταλίας» κατά την περίοδο του Ιουστινιανού σήμανε την προσωρινή παλινόρθωση -στο εξελισσόμενο, βεβαίως, κοινωνικό σύστημα της Ιταλίας- της δουλοκτησίας.
Και η παρούσα έκδοση, όπως και εκείνη της Σύντομης Ιστορίας της Βυζαντινής κοινωνίας (4ος αι.-1204) των εκδόσεων Εντός, του 2018, εμπεριέχει ένα εξαιρετικά αναλυτικό και φροντισμένο ευρετήριο, στοιχείο κι αυτό, ασφαλώς, της σχολαστικής και ανήσυχης ματιάς του συγγραφέα, καθώς και της αγωνίας του να υποστηριχτεί κάθε αναγνώστης -ιστορικός, φοιτητής, απλός λάτρης της Ιστορίας- στην επιδίωξη να συγκροτήσει μια συνεκτική και σφαιρική αντίληψη των συνθηκών υπό τις οποίες σχηματίστηκε και εξελίχτηκε ο ιταλικός σχηματισμός. Ορισμένες αναγκαίες όσο και κρίσιμες παρατηρήσεις:
Είναι φυσικό να παραλείπεται ο όρος «Ιταλία». Παράλληλα, όμως, υπάρχουν έως 30 λήμματα σχετικά με την Ιταλία και οτιδήποτε αφορά την Ιστορία της (πρβλ. Βόρεια, Νότια, Ιταλοί ως επίθετο, Ιταλοί ως ουσιαστικό, Ιταλίας και πολλά άλλα). Ένα πλήθος υποδιαιρέσεων που εξοντώνουν αυτόν που το συνέταξε, για να προσφέρουν, όμως, έτοιμη μνεία και κατανόηση σχεδόν σε κάθε ενδεχόμενο αίτημα ενός κάπως απαιτητικού αναγνώστη.
Περιφραστικά λήμματα που αποτελούνται από δυο-τρεις λέξεις αποσκοπούν στο να προσφέρουν στον αναγνώστη μια κάπως πιο άνετη επαφή με αφηρημένες έννοιες ή σύνθετες καταστάσεις, των οποίων η κατανόηση δεν μπορεί να εξασφαλιστεί με μονολεκτικές επεξηγήσεις. Για παράδειγμα, ο αναγνώστης μπορεί να βρει στο ευρετήριο, χωρίς να ψάξει, τη «συμμετοχή της Εκκλησίας στην πολιτική διοίκηση της μεσαιωνικής κοινωνίας», κάτι καίριο και βασικό, όπως και αρκετά άλλα παρόμοια. Έγινε, δηλαδή, προσπάθεια το ευρετήριο να αποκτήσει διδακτική μορφή.
Υπάρχει μια πλειάδα λατινικών όρων, οι οποίοι, στην πορεία του πονήματος, γίνεται προσπάθεια να εξελληνιστούν.
Ο εκδοτικός οίκος ΕΝΤΟΣ, τηρώντας την υπόσχεση που είχε δώσει κατά την έκδοση της προηγούμενης επιστημονικής πραγματείας του Τηλέμαχου Λουγγή, καταθέτει στο –ούτως ή άλλως– απαιτητικό αναγνωστικό του κοινό με ξεχωριστή ικανοποίηση, αλλά και ανυπόκριτη υπερηφάνεια, τη συνέχεια της προσπάθειας να διερευνηθεί κοινωνικοταξικά και ιδεολογικοπολιτικά πιο επισταμένως η βυζαντινή ιστορία, να αναδειχθεί και να φωτιστεί με τη λάμψη του τεκμηριωμένου και διεισδυτικού επιστημονικού λόγου, μακριά από ανορθολογικές και ιδεαλιστικές ερμηνείες. Ασφαλώς και η προσπάθεια αυτή θα έχει διάρκεια.
Από την άποψη αυτή, είμαστε βέβαιοι ότι συμβάλλουμε κι εμείς, από την πλευρά μας, στη διαμόρφωση μιας μαγιάς, μιας υποδομής, ώστε η πολύχρονη και κοπιώδης ερευνητική και συγγραφική δραστηριότητα του πολυγραφότατου αυτού μαρξιστή ιστορικού, του Τηλέμαχου Λουγγή, να βρει άξιους μιμητές και συνεχιστές.
Για τις εκδόσεις ΕΝΤΟΣ
Θεμιστοκλής Φασούλας
ΠΡΟΛΟΓΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Μια καίρια διευκρίνιση από την αρχή: ο χάρτης από το διαδίκτυο που επιλέχθηκε για το εξώφυλλο του παρόντος βιβλίου δεν στερείται ανακριβειών: κατά το έτος 1000 π. χ., το πριγκιπάτο του Σαλέρνο δεν διχοτομούσε τις βυζαντινές κτήσεις στη Νότια Ιταλία (θέματα Λογγοβαρδίας και Καλαβρίας) και το «λομβαρδικό βασίλειο» στη Βόρεια Ιταλία ανήκε στους Γερμανούς του Όθωνος Γ΄. Επιλέχθηκε, ωστόσο, ο χάρτης αυτός επειδή τονίζει με τα ζωηρά του χρώματα έναν από τους κύριους σκοπούς του προκείμενου βιβλίου: να επανέρχεται, όσο μπορεί, στους διαδοχικούς εδαφικούς διαμελισμούς που αποτελούσαν μια περίπου μόνιμη κατάσταση της ιταλικής χερσονήσου, και που δεν επέτρεπαν την ομογενοποίηση της ιταλικής αυτοσυνείδησης κατά την εποχή που επιχειρεί να πραγματευθεί το παρόν βιβλίο.
Ο συγγραφέας του βιβλίου αυτού δεν είναι κάτοχος της ιταλικής γλώσσας. Πέρα από κάποιες στοιχειώδεις γνώσεις, γνωρίζει να διαβάζει κείμενα, το θέμα των οποίων του είναι από πριν γνωστό και, επειδή είναι πραγματικά πολύγλωσσος χωρίς υπερβολή και έχει ταξιδέψει στην Ιταλία από το 1952 (ηλικίας επτά ετών τότε) σχεδόν συνεχώς μέχρι σήμερα, παραθέτει την σχετική με το θέμα που πραγματεύεται ιταλική βιβλιογραφία σε μεγαλύτερη συχνότητα από την βιβλιογραφία στις άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες, όπως πιστεύω ότι θα έπραττε και ένας πολύ καλύτερος γνώστης από εμένα της ιταλικής. Εξάλλου, η συντριπτική πλειοψηφία των πηγών που αναφέρονται στην υπό πραγμάτευση μεσαιωνική ιστορία της Ιταλίας είναι γραμμένες στα λατινικά, μια κλασσική γλώσσα απαραίτητη για τον ερευνητή, κάτι που διευκολύνει και την προσφυγή στη σχετική βιβλιογραφική ενημέρωση. Παράλληλα, ορισμένες ελληνικές μεσαιωνικές πηγές συμπληρώνουν αρκετά ικανοποιητικά τις πληροφορίες των λατινόφωνων πηγών, καλύπτοντας έτσι το αντικείμενο των σεμιναρίων αυτών που βασίζονται, κατά το πρόγραμμα, στα «ελληνοῑταλικά κείμενα» της εποχής που πραγματεύονται, φυσικά.
Σε γενικές γραμμές, η ιταλική ιστορία σε όλες τις εποχές έχει γίνει αντικείμενο πραγμάτευσης από σπουδαίους ιστορικούς, τόσο ιταλούς, όσο και αλλοδαπούς. Κριτήριο στο παρόν, όπως και στα προηγούμενα έργα, είναι η χρήση της πρωτότυπης (κατά το δυνατόν) βιβλιογραφίας, και όχι πάντα της πιο πρόσφατης, η οποία, βαδίζοντας πάνω σε ήδη πολλαπλά καλλιεργημένο έδαφος, έχει την τάση να επαναλαμβάνει ή να παραλλάσσει ελαφρά τα όσα είναι ήδη γνωστά. Καλή βιβλιογραφία, αντίθετα, θεωρώ εκείνη που προκύπτει από μια πρωτότυπη ερμηνεία των πηγών στη διαχρονική αλληλουχία τους, κάτι οπωσδήποτε δύσκολο, επειδή προϋποθέτει και ένα εύρος γνώσεων σε κάποιο βαθμό ανεπηρέαστο από την βιβλιογραφία «του συρμού» που, απλά, «κωδικοποιεί τα εγνωσμένα».
Δεν ξέρω, αν υπάρχει Έλληνας, και μάλιστα βυζαντινολόγος, που να έχει επιχειρήσει να γράψει την ιστορία μιας ξένης χώρας σε μια συγκεκριμένη εποχή, και βεβαίως, ούτε και της άμεσα με το Βυζάντιο συνδεόμενης Ιταλίας, παρ’ όλες τις κοινές αρχαίες, μεσαιωνικές και νεότερες κοινές μας εμπειρίες, πάντα τηρουμένων των αναλογιών. Αυτό φαίνεται ότι είναι προνόμιο των πιο προηγμένων επιστημονικά χωρών που διαθέτουν τμήματα ιστορίας πολλών χωρών και λαών. Στην δική μας χώρα, για παράδειγμα, η «Ιστορία της Ιταλικής Λογοτεχνίας» του καθηγητή Γ. Τσόλκα, αποτελεί, πιστεύω, ένα σημαντικό βήμα ποιοτικής μεταβολής επί τα βελτίω.
Η πρώτη μου προσέγγιση με την ιταλική μεσαιωνική ιστορία απεικονίζεται σε ένα βιβλίο με τίτλο Η βυζαντινή κυριαρχία στην Ιταλία (395-1071) που εκδόθηκε το 1989 από το «Βιβλιοπωλεῖον τῆς Ἑστίας» (Σειρά: Πολιτική και Ιστορία, αρ. 30) και που σύντομα εξαντλήθηκε χωρίς να επανεκδοθεί. Η σημερινή προσπάθεια που στηρίζεται σε πολύ νεότερες και αμφίπλευρες έρευνες αποσκοπεί στο να απεικονίσει, κύρια για τον έλληνα αναγνώστη, την ιστορική πορεία της Ιταλίας ανάμεσα στην Ανατολική και τη Δυτική Ευρώπη κατά τη διάρκεια του πρώιμου Μεσαίωνα και να την ερμηνεύσει με όσο γίνεται περισσότερη αξιοπιστία έως περίπου την αρχή του λεγόμενου Movimento comunale.
Σε ό, τι αφορά την «πεζή» ιστορία που αποτελεί το περιεχόμενο αυτού του βιβλίου, έγινε προσπάθεια να τονιστούν, όσο γίνεται περισσότερο, οι ποιοτικές μεταβολές που επήλθαν στην ιστορία της Ιταλίας από το 400 περίπου έως το 1100 και στις αρχές του 12ου αιώνα. Με αυτό το δεδομένο, είναι προφανές ότι παραλείφθηκαν αρκετά, ίσως και σημαντικά, ισως μάλιστα και να υπερ-τονίστηκαν ορισμένα άλλα γεγονότα ή χαρακτηριστικά. Εκτός από το ότι τα περισσότερα -αν όχι όλα αυτά- έγιναν «σκοπίμως», θεωρώ, ότι αυτά είναι παραπτώματα «συγγνωστά» σε ένα βιβλίο τέτοιων προδιαγραφών και διαστάσεων. Έτσι, έγινε προσπάθεια να αποδοθεί με κάποια σαφήνεια, ιδιαίτερα για το επίπεδο μεταπτυχιακών και υποψηφίων διδακτόρων φοιτητών, τί και για ποιό λόγο άλλαξε από την ρωμαϊκή εποχή στην βαρβαρική, ποιό είδος εξουσίας και διοίκησης εφαρμόστηκε κατά την βυζαντινή ανάκτηση επί Ιουστινιανού, πώς η αυτού του τύπου βυζαντινή διοίκηση στην Ιταλία θα κατέρρεε ούτως ή άλλως, και πώς η Εκκλησία της Ρώμης διανοήθηκε να κυριαρχήσει πνευματικά δημιουργώντας, στην κυριολεξία, (και όχι μόνο ιδρύοντας) μια νέα Δυτική «ρωμαϊκή» αυτοκρατορία, με την οποία, μοιραία, θα ερχόταν μεσοπρόθεσμα σε σύγκρουση, ενώ, παράλληλα -και αυτό θεωρώ ως το σημαντικότερο- η ιταλική μεσαιωνική κοινωνία κατόρθωσε να χαράξει έναν ιδιότυπο δικό της δρόμο ανάπτυξης αφομοιώνοντας ή, ανάλογα, αποκρούοντας κάποιες παρενέργειες από αυτές τις γενικότερες συγκυρίες που επιστεγάζονταν μάλιστα και από συνεχείς ξένες τάσεις κυριαρχίας πάνω στο έδαφός της. Δεν αποκλείεται να αναλώθηκα υπερβολικά σε αυτή την προσπάθεια και δεν μπόρεσα έτσι (και ούτε νομίζω ότι θα το μπορέσω ποτέ) να προχωρήσω στην παγκόσμιας απήχησης ιταλική Αναγέννηση Γραμμάτων, των Τεχνών αλλά, κυρίως των ανθρώπων (και όχι του ανθρώπου, όπως συνηθίζεται), καθώς η Αναγέννηση στην Ιταλία αφορά ολόκληρη την Ανθρωπότητα.
Το παρόν έργο είναι προϊόν τριών μεταπτυχιακών σεμιναρίων στο τμήμα Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου δίδαξε ο συγγραφέας στα χρόνια 2018-2021 στο Τμήμα: «Ελληνοϊταλικές Σπουδές: Iστορία, Λογοτεχνία και Κλασική Παράδοση», αλλά η απώτερη φιλοδοξία μου θα ήταν να χρησιμεύσει στις προπτυχιακές σπουδές ως βάση για περαιτέρω εντρύφηση στο θέμα. Πιστεύω, ότι δεν έδωσα στη βυζαντινή κατοχή και επιρροή στην Ιταλία μια υπέρμετρη σημασία, παρόλο που ως μεσαιωνολόγος-βυζαντινολόγος, θα έπρεπε να ρέπω προς «βυζαντινοκεντρικές» θεωρήσεις.
Θεωρώ βαθύτατη υποχρέωση να ευχαριστήσω για την πρόσκληση τον διαπρεπή και αγαπητό μου φίλο, Πρόεδρο του Τμήματος και Διευθυντή του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών Καθηγητή Γεράσιμο Παγκράτη που είχε την ιδέα να διδαχθεί και η πρώιμη Μεσαιωνική Ιστορία της Ιταλίας μέσα από ελληνοϊταλικές πηγές, καθώς και όλους τους μεταπτυχιακούς φοιτητές και υποψήφιους διδάκτορες που παρακολούθησαν τα σεμινάρια αυτά, (ολόκληρο συνεπώς το μεταπτυχιακό Τμήμα ιταλικής γλώσσας και φιλολογίας) και που ανανέωσαν και εμένα, μετά από κάποια χρόνια σχετικής διδακτικής απραξίας. Ο επίσης αγαπητός μου φίλος και, από μόρφωση ιστορικός, Θεμιστοκλής Φασούλας των εκδόσεων ΕΝΤΟΣ που παρακολούθησε αυτοπροσώπως τα σεμινάρια αυτά, προθυμοποιήθηκε και πάλι να αναλάβει το βάρος της εκτύπωσης και έχει απαράγραπτο δικαίωμα στις θερμές ευχαριστίες μου. Ελπίζω, ότι και η δική μου η προσπάθεια θα συμβάλει, έστω και λίγο, στην ανάπτυξη των σπουδών του νεόδμητου αυτού Τμήματος, που δεν προωθεί μόνο τη διεθνοποίηση της μόρφωσης, αλλά και συντελεί, κατά τη γνώμη μου πάντα, στην ευρύτερη συνειδητοποίηση των συμπατριωτών μας ότι οι τόσο λαμπροί πολιτισμοί σαν και αυτόν που άνθισε σε διάφορες εποχές και σε ποικίλες μορφές ανάμεσα στην Αδριατική και στην Τυρρηνική ακτή γεννήθηκαν μέσα από ημιβάρβαρες, χωρίς υπερβολή, καταστάσεις και ότι η χώρα αυτή που λέγεται Ιταλία (και που σχεδόν οπουδήποτε και αν την κοιτάξεις, δείχνει να κάμπτεται από το βάρος της τεράστιας πολιτιστικής της κληρονομιάς) πέρασε από δοκιμασίες απίστευτες, πριν καταπλήξει τον κόσμο με την Αναγέννηση των Ανθρώπων μετά από «τον θρίαμβο της βαρβαρότητας και της θρησκείας», δηλαδή τον Μεσαίωνα, όπως τον χαρακτήρισε ο Ε. Gibbon. Αυτές ακριβώς τις πολυάριθμες δοκιμασίες και επιτυχίες των τότε Ιταλών επιχείρησε να πραγματευτεί με όσο το δυνατόν ουδέτερο τρόπο το «μετὰ χεῖρας» βιβλίο.