Εκεί που η ντροπή γίνεται πιο ισχυρή από την ανάγκη για επιβίωση
Αυτή είναι η μεγαλύτερη ήττα, το να ντρέπονται αυτοί που εργάζονται τίμια και να μη ντρέπονται όσοι τους κοροϊδεύουν ή κερδίζουν από την εργασία και την εκμετάλλευσή τους.
«Απαρατήρητοι», έτσι τιτλοφορείται το βιβλίο της δημοσιογράφου, Αγγελικής Σπανού, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις και αποτελεί ένα κολάζ από μυθιστορία και μαρτυρίες ανθρώπων. Δεν πρόκειται για ανθρώπους που τα έχουν όλα ή η ζωή τους τα έχει φέρει βολικά, αλλά για εκείνους που δοκιμάζονται καθημερινά στις δυσκολίες, που μετρούν κάθε ευρώ που μπαίνει στη τσέπη τους για να μπορέσουν να επιβιώσουν, για εκείνους που οι περισσότεροι προσπερνάμε συνήθως χωρίς να σταθούμε ή αποστρεφόμαστε χαμηλώνοντας το βλέμμα. Είναι οι απλοί, λαϊκοί, καθημερινοί άνθρωποι, στους οποίους όμως δεν θέλουμε να μοιάσουμε όταν είμαστε μικροί ή βρίσκουμε δικαιολογίες για να ισχυριζόμαστε πως δεν μοιάζουμε όταν μεγαλώνουμε. Επειδή μας θυμίζουν τα όνειρα που αφήσαμε πίσω μας και την πραγματικότητα από την οποία δεν μπορούμε να αποδράσουμε. Είναι αυτοί για τους οποίους «δεν υπάρχει ούτε ανταπόδοση, ούτε αναγνώριση, ούτε επιστροφή», όπως αναφέρει και η συγγραφέας.
«Τους φτωχούς πάλι τους καταλαβαίνεις αμέσως. Δεν είναι μόνο ότι προτιμούν τα προϊόντα χωρίς ετικέτα που είναι φθηνότερα ούτε ότι παίρνουν τα βασικά. Είναι το βλέμμα τους. Πόνος μαζί με ντροπή – δεν ξέρω αν είναι περισσότερο ο πόνος ή η ντροπή», αναφέρει η ταμίας στο supermarket στην πρώτη ιστορία του βιβλίου για να προσθέσει πιο μετά η υπάλληλος στα διόδια: «κάπου είχα διαβάσει ότι για να έχει νόημα μια μέρα πρέπει όταν τελειώνει να έχεις δώσει και να έχεις πάρει αγάπη ή να έχεις αισθανθεί κάτι δυνατό ή να έχει μάθει κάτι που δεν ήξερες ή να έχεις προσφέρει σε κάποιον». Οι άνθρωποι μέσα στο βιβλίο δύσκολα το νιώθουν αυτό, όχι επειδή κάνουν μία δουλειά που δεν είναι απαραίτητη ή δεν έχει τις δικές της συγκινήσεις ή στιγμές ευχαρίστησης, αλλά κυρίως επειδή δεν έχει κανένα κύρος ή εκτίμηση στην κοινωνία. Στη σημερινή κοινωνία των κατασκευασμένων ειδώλων και προτύπων του φαίνεσθαι και της ανούσιας ή υπερηχητικής εικόνας.
Η Αγγελική Σπανού, με τον τρόπο που επιλέγει να δομήσει τις ιστορίες της και να τοποθετήσει τους πρωταγωνιστές της, φωτίζει πτυχές της ψυχοσύνθεσης αυτών των ανθρώπων που δεν είχαμε φανταστεί ότι υπήρχαν ή στις οποίες δεν μπορούσαμε να εισχωρήσουμε και να κατανοήσουμε σε βάθος. Πράγματα που παρατηρεί ένας ντελιβεράς, που προσέχει μία ταξιθέτρια ή αντιλαμβάνεται ένας τραυματιοφορέας και μία τηλεφωνήτρια, μπορεί σπάνια να έχουν απασχολήσει τους περισσότερους από εμάς μέσα στην χαοτική καθημερινότητα, αλλά δείχνουν πολλά περισσότερα απ’ όσο νομίζουμε για την οργάνωση μίας κοινωνίας. Η έλλειψη αλληλεγγύης ή κατανόησης, η συνεχής αναμέτρηση με την ενσυναίσθηση και την αδιαφορία και η εναλλαγή μεταξύ απάθειας και ευαισθησίας είναι τα στοιχεία που γέρνουν την πλάστιγγα προς μία ανθρώπινη κοινωνία ή όχι.
Παρότι, όλοι λίγο πολύ είμαστε κομμάτι αυτής της εργασιακής πραγματικότητας, που αποκτηνώνει ή δημιουργεί αποστάσεις μεταξύ των εργαζομένων, δυσκολευόμαστε να βρούμε κοινούς τόπους και κοινή περπατησιά, που θα κάνουν πιο ανεκτή τη ζωή μας. Άλλες φορές λόγω ντροπής, άλλες λόγω υποκρισίας ή μεγαλοϊδεατισμού, αλλά τις περισσότερες φορές επειδή έτσι μας έπεισαν πως πρέπει να γίνεται, βλέπουμε στον απέναντί μας έναν αντίπαλο, έναν εχθρό που πρέπει να εξοντώσουμε για να μη βρεθούμε στη θέση του. Το ίδιος, όμως, βλέπει και ο άλλος, κι έτσι όλοι μαζί πασχίζουμε να μοιραστούμε μία θέση πολύ κατώτερη των δυνατοτήτων και των αναγκών μας.
Γιατί, σίγουρα, μπορεί να είναι δύσκολοι οι καιροί για σχέδια, όνειρα και άλλους «ουτοπικούς» στόχους, αλλά πάντα έτσι ήταν. Το θέμα είναι να δημιουργήσουμε τις απαιτούμενες άμυνες για να μπορέσουμε να αντέξουμε τα χτυπήματα, αλλά και να βγούμε κάποια στιγμή στην αντεπίθεση. «Κι απ’ τη βροχή ακόμα προστατεύεσαι με μια ομπρέλα και μια κουκούλα, απ’ τον φασισμό δεν σωζόμαστε αν πέσει επάνω μας», αναφέρει η οδοκαθαρίστρια, που έχει ένα παιδί που ντρέπεται γι’ αυτήν. Αυτή είναι η μεγαλύτερη ήττα, το να ντρέπονται αυτοί που εργάζονται τίμια και να μη ντρέπονται όσοι τους κοροϊδεύουν ή κερδίζουν από την εργασία και την εκμετάλλευσή τους. Το να μένουν «απαρατήρητοι» οι σύγχρονοι ήρωες της καθημερινότητας και να είναι στην επιφάνεια όσοι δεν κομίζουν τίποτα το καινούργιο πλέον και θα έπρεπε να είναι «απαρατήρητοι».