Συνέντευξη John Antono: “Ο κυρίαρχος λόγος της εξουσίας ζέχνει ρατσισμό και αποκλεισμό…”
Δεν έχω την ψευδαίσθηση ότι τα σκίτσα μας μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, μπορούν όμως να εκφράσουν κοινωνικές διεργασίες, να ενθαρρύνουν κάποιον κόσμο ήδη προβληματισμένο, ακόμα και να χρησιμοποιηθούν ως πλακάτ σε διαδηλώσεις.
Ο John Antono (κατά κόσμον Γιάννης Αντωνόπουλος) θα μπορούσε και να μη δηλώσει τίποτα, αφήνοντας τα έργα του να μιλήσουν γι’ αυτόν και τις απόψεις του. Είχε όμως πολλά κι ενδιαφέροντα να μας πει, όχι μόνο για τον ίδιο, τη δουλειά του και πώς τον κέρδισε το σκίτσο, αλλά και για τη γενικότερη κατάσταση. Αυτή που σατιρίζει ανελλιπώς με τα εύστοχα και προπαντός στρατευμένα σκίτσα του, που έχουν διαλέξει τη σωστή πλευρά της ιστορίας.
Ακολουθούν οι ενδιαφέρουσες απαντήσεις που μας έδωσε για μια σειρά ζητήματα: από τους σκιτσογράφους που τον επηρέασαν, μέχρι τον ρατσισμό και τον αποκλεισμό που αποπνέει ο κυρίαρχος λόγος, τον φασισμό που δεν άρχισε και δεν τελειώνει με τη χρυσή αυγή και την επικείμενη καταδίκη της, αλλά και τη σχέση του σύγχρονου κόσμου με τον ορθό λόγο. Ελπίζουμε να την βρείτε ενδιαφέρουσα, όσο κι εμείς…
Πώς ξεκίνησες να ασχολείσαι με το σχέδιο;
Σκιτσάρω από πολύ μικρή ηλικία. Πρακτικά από όταν μπόρεσα να κρατήσω μολύβι στο χέρι μου. Όλα τα παιδιά στις προσχολικές ηλικίες έχουν την τάση να ζωγραφίζουν, όμως στην περίπτωσή μου δεν ήρθε ουρανοκατέβατo. Ο πατέρας μου ήταν αγιογράφος και ζωγράφος, αλλά επίσης έφτιαχνε ερασιτεχνικά γελοιογραφίες και μάζευε κόμικς από μικρός. Επομένως είχα όχι μόνο όλα τα ερεθίσματα, αλλά και την τύχη να λάβω άφθονη ενθάρρυνση και έμπρακτη στήριξη από τους γονείς μου. Ωστόσο, εκεί που αποφάσισα να αφοσιωθώ σε αυτό ήταν στην εφηβεία μου, όταν άρχισα να παρακολουθώ το παιδικό τμήμα σκίτσου της Σχολής Ορνεράκη.
Ποιους σκιτσογράφους θαύμαζες κι είχες ως πρότυπο;
Τω καιρώ εκείνω που δεν ξέραμε καν τι ήταν το ίντερνετ, η πρώτη μου επαφή με σκίτσα ήταν μέσω του χαρτιού: εφημερίδες, περιοδικά και εικονογραφημένα βιβλία. Αρχικά λάτρεψα τη ντελικάτη γραμμή του Σπύρου Ορνεράκη, ο οποίος κάποια χρόνια αργότερα θα ήταν και δάσκαλός μου. Βεβαίως μεγάλωσα με τα στριπάκια του (παλιού) Αρκά. Με ενέπνευσε η τεχνοτροπία του Στάθη και τα πάντα εύστοχα σκίτσα του Τάσου Αναστασίου, εμβάθυνα στην πολιτική ιστορία μέσα από τα κόμικς του Γιάννη Ιωάννου, αγάπησα το πικρό χιούμορ του Quino. Αργότερα γνώρισα τη δουλειά πολλών άλλων Ελλήνων και ξένων σκιτσογράφων μέσω του περιοδικού ‘9’ (που τόσο λείπει κάτι αντίστοιχό του σήμερα).
Ποιοι θεωρείς ότι έχουν αφήσει την επιρροή τους στη δουλειά σου;
Εκτός από τους προαναφερθέντες, τεχνοτροπικά με έχουν επηρεάσει σε κάποιο βαθμό, μεταξύ άλλων, και η Tove Jansson, ο Will Eisner, ο Hergé, ο Tardi και οι animators της Σχολής του Ζάγκρεμπ.
Ερώτηση κλειστού τύπου. Θα έλεγες πως για σένα τα σκίτσα είναι: Α. Ένας τρόπος έκφρασης Β. Μικρές πολιτικές “προκηρύξεις” Γ. Δημοσιογραφία με άλλα μέσα Δ. Κάτι άλλο.
Είναι αναμφισβήτητα όλα τα παραπάνω, αλλά θα πρόσθετα και κάτι ακόμα: Συνοπτική ιστορική καταγραφή.
Δουλεύεις πολύ με τα social media. Είναι μονόδρομος για να προωθήσει κανείς τη δουλειά του; Μήπως από την άλλη “σκοτώνουν” την προοπτική των άλμπουμ, γιατί τα έχει δει όλα κανείς Online;
Η δουλειά μου ξεπήδησε σε μεγάλο βαθμό μέσα από τα social media. Έχουν περάσει, ίσως ανεπιστρεπτί, οι εποχές που οι γελοιογράφοι διαβάζονταν καθημερινά μόνο από τις εφημερίδες ή εξέδιδαν ετήσια τα άλμπουμ τους και ο κόσμος ανυπομονούσε να τα βάλει στη βιβλιοθήκη του. Το πλεονέκτημα των social media ως προς τις πολιτικές γελοιογραφίες είναι ότι προωθούν με χρονική αμεσότητα το σχόλιο, όσο ακόμα είναι “ζεστό” λόγω της επικαιρότητας. Δεν είναι σαν τις εφημερίδες που κυκλοφορούν την επόμενη μέρα και ενδεχομένως να τους έχουν “ξεφύγει” κάποιες εξελίξεις των πολλών τελευταίων ωρών. Επίσης, ιντερνετικά οι πληροφορίες (και τα σκίτσα) διαδίδονται αστραπιαία σε ευρύτερο κοινό. Το μέλλον της ενημέρωσης, καλώς ή κακώς, βρίσκεται στο διαδίκτυο, με ό,τι συνεπάγεται αυτό τόσο για τις εργασιακές συνθήκες, όσο και για την ποιότητα της ενημέρωσης.
Από την άλλη, το γελοιογραφικό λεύκωμα δεν θα χάσει ποτέ τη γοητεία του. Σε αυτό θα περιληφθούν σκίτσα πιο διαχρονικής αξίας, που δεν περιορίζονται στο τάδε ή δείνα αναλώσιμο πρόσωπο, αλλά καταγράφουν καταστάσεις που δυστυχώς παραμένουν επίκαιρες χρόνια και δεκαετίες αργότερα. Το άλμπουμ δίνει την ευκαιρία να “ξαναδιαβάσουμε” συγκεντρωμένα τα σκίτσα που έχουμε δει σκόρπια στο παρελθόν, να ξαναθυμηθούμε πολλές στιγμές επικαιρότητας μαζεμένες, να τις ανασυνθέσουμε σε ένα ιστορικό πλαίσιο.
Ποιο σκίτσο σου κοινοποιήθηκε περισσότερες φορές;
Κάποια σκίτσα έχουν γνωρίσει μεγάλη διάδοση, αλλά ορισμένα έχουν ξεπεράσει κατά πολύ τα σύνορα. Ένα από αυτά ήταν το σκίτσο “εις μνήμην” του παπα-Στρατή των προσφύγων και πιο πρόσφατα, προς έκπληξή μου, ένα σκίτσο για το Κουρδικό και τον Ερντογάν.
Ποιο σκίτσο συναδέλφου “ζήλεψες” και σκέφτηκες πως ήθελες να το έχεις κάνει εσύ;
The story of my life. “Ζηλεύω” καθημερινά σκίτσα συναδέλφων μου που θα ήθελα να έχω κάνει (ή να έχω σκεφτεί) εγώ, αλλά παράλληλα χαίρομαι όταν το έχουν φτιάξει καλύτερα απ’ ό,τι θα το έφτιαχνα, καμαρώνω, από τη μεριά του φαν, που στη χώρα μας διαθέτουμε τόσο εύστοχους και ταλαντούχους γελοιογράφους οι οποίοι συνεχίζουν και εμπλουτίζουν την παράδοση των παλιών.
Υπάρχει στον αντίποδα σκίτσο που ντράπηκες για αυτόν που το έκανε;
Θα ήταν ψέμα να πω όχι. Γενικά είμαι υπέρ της επιείκειας για κάποιο άστοχο πολιτικό μήνυμα που πέρασε λόγω απροσεξίας από κάποιον δημιουργό που γνωρίζουμε τη γενικότερη τοποθέτησή του. Θυμώνω περισσότερο με τη συστηματική αναπαραγωγή ρατσιστικών, σεξιστικών κ.ο.κ. στερεοτύπων μέσα από σκίτσα, αλλά ευτυχώς οι περιπτώσεις είναι ελάχιστες.
Σου έχουν επιτεθεί ποτέ με σχόλια για κάποιο σκίτσο που έκανες, βρήκε στόχο και “ενόχλησε”;
Ναι, έχουν υπάρξει τέτοιες περιπτώσεις. Ευτυχώς στην πλειονότητά τους πρόκειται για καλοπροαίρετες διαφωνίες ή για σχόλια που ζητούν έντονες διευκρινήσεις για κάποια παρεξηγημένη ερμηνεία. Τυχόν ουγκανικά και κανιβαλικά σχόλια, βέβαια, δεν τα λαμβάνω καν υπόψη, δεν τα εντάσσω στην κατηγορία της επιθετικής κριτικής.
Πόσο εύκολο είναι να βιοποριστεί ένας σκιτσογράφος από τη δουλειά του;
Είναι αρκετά δύσκολο, ειδικά στην Ελλάδα. Οι εργαζόμενοι σκιτσογράφοι στα έντυπα μέσα ενημέρωσης είναι ελάχιστοι και οι οικονομικές απολαβές όχι πάντα ιδανικές. Ορισμένοι δουλεύουν και για άλλα πράγματα παράλληλα. Κάπως διαφορετικά είναι τα δεδομένα για τους εικονογράφους παιδικών βιβλίων ή για εκείνους/ες που συνεργάζονται με το εξωτερικό, αλλά δεν έχω τη σχετική γνώση για να μιλήσω.
Πώς βιώνεις τη σχέση δασκάλου-μαθητή, στα μαθήματα σχεδίου που κάνεις;
Είναι μια εμπειρία που με γεμίζει και με ευχαριστεί. Κάθε διδάσκων και διδάσκουσα σε οποιονδήποτε τομέα θα παραδεχτεί ότι είναι ασύγκριτη ικανοποίηση να βλέπει νέα παιδιά να αφομοιώνουν τη γνώση, να εξελίσσονται μέσα στα χρόνια, να διευρύνουν τους ορίζοντές τους, γνωρίζοντας μάλιστα ότι έχει συμβάλει σε αυτό. Ειδικά τα μαθήματα σκίτσου και κόμικς που παραδίδω εδώ και χρόνια, παρά τον κόπο, είναι ό,τι πιο απολαυστικό μετά την κατ’ οίκον δημιουργία. Δεν είναι σαν τα μαθήματα π.χ. φιλολογίας. Όταν ασχολείσαι με κόμικς μπορείς να επεκταθείς και να μιλήσεις για τα πάντα, όσα μπορούν να απασχολούν ένα παιδί και έναν έφηβο, από τον σχολικό εκφοβισμό και τις σχέσεις των δύο φύλων, μέχρι την ιστορία, την κινηματογραφική βιομηχανία και την αστρονομία.
Υπάρχει λογοκρισία στους σκιτσογράφους ή απολαμβάνουν συγκριτικά μεγαλύτερη ελευθερία έκφρασης;
Διαχρονικά υπάρχει μεγαλύτερη ανοχή και ελευθερία απέναντι στους σκιτσογράφους. Βλέπουμε εφημερίδες συγκεκριμένης πολιτικής κατεύθυνσης να φιλοξενούν γελοιογραφίες με μηνύματα εκ διαμέτρου αντίθετα από τη βασική γραμμή. Η λογοκρισία δεν είναι ανύπαρκτη, αλλά στις περιπτώσεις που εκδηλώνεται είναι συνήθως υπόγεια, ακόμα και ο ίδιος ο σκιτσογράφος αυτολογοκρίνεται για να αποφύγει αθέλητες κακοτοπιές. Οι λίγες κραυγαλέες περιπτώσεις προληπτικής λογοκρισίας τα τελευταία πολλά χρόνια (και ο ντόρος που ξεσήκωσαν) επιβεβαιώνουν τον κανόνα της ανεκτικότητας. Γενικά θεωρώ ότι οι εφημερίδες διακατέχονται από μια κουλτούρα ελευθερίας απέναντι στην πολιτική γελοιογραφία, όπως αυτή εμπεδώθηκε στη Μεταπολίτευση. Η διαφορετική άποψη, ειδικά δε αυτή που εκφράζεται με χιούμορ, είναι όχι μόνο θεμιτή αλλά και επιθυμητή: καταδεικνύει το εύρος πλουραλισμού μιας εφημερίδας. Γι’ αυτό είναι τεράστιο λάθος να καταλογίζουμε την προσωπική τοποθέτηση ενός γελοιογράφου (αρνητική ή θετική) σε ντιρεκτίβες της διεύθυνσης, λες και ο γελοιογράφος δεν είναι ανεξάρτητος και επώνυμος αλλά υπακούει σε εντολές.
Υπάρχουν όρια στη σάτιρα και ποιος τα ορίζει;
Υπάρχουν, και ορίζονται από την ατομική ηθική και την πολιτική κουλτούρα του καθενός και της καθεμιάς ξεχωριστά, καθώς και από το κοινό το οποίο είναι ο αποδέκτης αυτής της σάτιρας. Ένα τέτοιο όριο που θέλω να τηρώ είναι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και το δίκιο των “από κάτω”, όταν αυτό συμβαδίζει με την πρώτη. Στην εποχή μας υπάρχουν διάφοροι δημοσιολογούντες που θεωρούν ότι τα όρια μπορεί να αρχίσει να τα ξαναβάζει (στους άλλους) η Εκκλησία, η “εθνικά ορθή” κανονικότητα, ο “κοινωνικά κυρίαρχος” εύθικτος νοικοκυραίος κ.ο.κ., αλλά μια τέτοια προοπτική μού φαίνεται ζοφερή και οφείλουμε να την πολεμήσουμε.
Μήπως οι σκιτσογράφοι είναι πιο προοδευτικό σινάφι από τον μέσο όρο στην κοινωνία;
Δεν είμαι κατάλληλος να απαντήσω αντικειμενικά. Αυτό που μπορώ να πω σίγουρα από τη φιλική μου επαφή με πολλούς συναδέλφους είναι ότι ανεξαρτήτως των πολιτικών και κομματικών προτιμήσεων, ταυτιζόμαστε πλήρως σε τομείς ανθρώπινων και κοινωνικών δικαιωμάτων, δεν τα πάμε πολύ καλά με απόψεις νεοσυντηρητισμού, φανατισμού και λογοκρισίας, απεχθανόμαστε τον αυταρχισμό και την κρατική αυθαιρεσία (συνάδελφοί μας σε όλο τον κόσμο τα βιώνουν όλα αυτά στο πετσί τους, μερικές φορές με κόστος την ίδια τους τη ζωή).
Ας πάμε σε μια κλασική ερώτηση: Πώς τα βλέπεις τα πράγματα; Έχουμε τελειώσει με τη ΧΑ και τον φασισμό στην Ελλάδα;
Ο φασισμός δεν ξεκίνησε με τη ΧΑ, ούτε θα τελειώσει με την όποια καταδίκη της. Έρχεται από παλιά και διατρέχει σχεδόν αδιατάρακτα τουλάχιστον τα 100 τελευταία χρόνια της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας. Απαιτείται εγρήγορση όχι μόνο απέναντι στα τάγματα εφόδου και άλλες περιθωριακές νεοναζιστικές ομάδες που σκορπούν τον φόβο στους αδύναμους, αλλά και απέναντι στον κυρίαρχο λόγο της εξουσίας, των ΜΜΕ και των θεσμών, που ζέχνει από ρατσισμό και αποκλεισμό, την επιβεβλημένη κανονικότητα του “λευκού straight μικροϊδιοκτήτη χριστιανού άντρα” και η οποία, ειδικά σε καιρούς κρίσης, επωάζει φαινόμενα δολοφονικής βίας απέναντι σε κάθε μορφή διαφορετικότητας. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι λιγότερο ως αντίδοτο στο φασιστικό δηλητήριο από έναν κοινωνικό ριζοσπαστισμό που θα αγκαλιάσει και θα απαιτήσει ισότιμο, ενεργό ρόλο και για τον τελευταίο κάτοικο αυτής της χώρας ανεξαρτήτως φύλου, καταγωγής, σεξουαλικής προτίμησης.
Κάνεις τη σειρά Homo Skepticus. Ποια είναι η σχέση του σημερινού κόσμου με τον ορθό λόγο;
Η σειρά Homo Skepticus (κάθε Τετάρτη στο socomic) είναι μια προσπάθεια να μιλήσω για την εξέλιξη της ανθρώπινης σκέψης και γνώσης ανά τους αιώνες. Μια χιουμοριστική εξιστόρηση του σκεπτικισμού και της αμφισβήτησης, που αποτελούν τις βάσεις για κάθε επιστημονική ανακάλυψη στο παρελθόν και το μέλλον. Δυστυχώς στην εποχή μας ο ορθός λόγος τείνει να υποχωρεί. Σε έναν περίπλοκο κόσμο που, για να εξηγηθεί, απαιτείται πολύπλευρη και συνθετική σκέψη, οι απλοϊκές απαντήσεις και η συνωμοσιολογία δείχνουν να κερδίζουν περισσότερο έδαφος στα μυαλά των πολλών. Καλλιεργείται μάλιστα μια σκόπιμη προκατάληψη απέναντι στον ορθολογισμό, καθώς κάποιοι τον συγχέουν εσκεμμένα με τον ωμό πραγματισμό, την αγνόηση του ανθρώπινου παράγοντα, την απόρριψη των συναισθημάτων, την αποστειρωμένη, θετικιστική αντιμετώπιση της ιστορίας και της κοινωνικής εξέλιξης, ακόμη και την εγκατάλειψη της καλλιτεχνικής και ποιητικής ματιάς. Πρόκειται για ανοησία. Ο ορθολογισμός δεν είναι παρά ένας τρόπος, μια μέθοδος λήψης αποφάσεων για τη βελτίωση της ζωής μας. Όχι μόνο δεν ζημιώνεται η ποίηση του κόσμου μας από τον ορθό λόγο, απεναντίας η επιστημονική σκέψη και η ανακάλυψη της φυσικής πραγματικότητας αποδεικνύεται πιο “μαγευτική” και από την πιο οργιώδη φαντασία θρησκευτικής λογοτεχνίας. Η επιστήμη, όταν ασκείται προς όφελος του ανθρώπου και όλων των άλλων ζωντανών πλασμάτων, ικανοποιεί περισσότερες βιοτικές και συναισθηματικές ανάγκες από την τυφλή πίστη. Δεν προσφέρει μεταφυσική παρηγοριά όπως η θρησκεία, αλλά παρέχει εργαλεία να κατανοήσουμε τον κόσμο μας και τον ίδιο μας τον εαυτό.
Στην εποχή μας, μετά από πολύχρονο εναγκαλισμό των αστικών ηγεσιών με τις οικονομικές ελίτ στο όνομα της “κοινής λογικής”, βλέπουμε να επιστρέφουν οι πιο ανορθολογικές δοξασίες και πρακτικές, να έχουν τρομακτικές συνέπειες σε διεθνή κλίμακα (βλ. άνοδος Τραμπ και άλλων ακροδεξιών αρλεκίνων ανά τον πλανήτη). Επίσης παρατηρούμε μια ανησυχητική επιστροφή της θρησκείας, όχι με τη μορφή του θεολογικού στοχασμού και της φιλευσπλαχνίας, αλλά ως πολιτικού φονταμενταλιστικού προτάγματος.
Σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο θεωρώ ότι ο ορθός λόγος και η επιστημονική μέθοδος, αν γίνουν κατανοητά και αγκαλιαστούν από ευρύτερα ανειδίκευτα ακροατήρια, μπορούν να λειτουργήσουν απελευθερωτικά: οι αλυσίδες του νου είναι η χειρότερη μορφή τυραννίας.
Τελικά ο κόσμος μπορεί να αλλάξει (Κεμάλ) Γιάννη; Και τα σκίτσα πώς μπορούν να συμβάλουν σε αυτό;
Στον ιστορικό χρόνο, τα πράγματα εξελίσσονται αργόσυρτα αλλά και απότομα. Οι κοινωνίες αλλάζουν με μακρόχρονες διεργασίες, αλλά οι εξουσίες παραμένουν συντηρητικές και αναχρονιστικές. Κάποια στιγμή η απόσταση μεταξύ κοινωνιών και εξουσιών μεγαλώνει τόσο πολύ, που αρκεί μια απλή αφορμή για να δημιουργήσει εξεγέρσεις και να ανατρέψει μεμιάς βασιλιάδες, φεουδάρχες και καθεστηκυίες τάξεις. Δεν έχω την ψευδαίσθηση ότι τα σκίτσα μας μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, μπορούν όμως να εκφράσουν αυτές τις κοινωνικές διεργασίες, να ενθαρρύνουν κάποιον κόσμο ήδη προβληματισμένο, ακόμα και να χρησιμοποιηθούν ως πλακάτ σε διαδηλώσεις.
Να πούμε δυο λόγια για την έκθεση που αρχίζει σε λίγες μέρες και συμμετέχεις με δικά σου σκίτσα;
Η έκθεση “Βάλ’ τους Χ” (Τεχνόπολη, 24/01 – 02/02) είναι η εμπλουτισμένη συνέχεια και η κορύφωση της καμπάνιας που ξεκίνησε πριν από ένα χρόνο με πρωτοβουλία του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ. 50 καλλιτέχνες/-ιδες έχουμε εικονοποιήσει, άλλοι με εξπρεσιονιστικό και άλλοι με φωτορεαλιστικό τρόπο, 100 πραγματικά περιστατικά ρατσιστικής και φασιστικής βίας κατά τα τελευταία χρόνια στο κέντρο της Αθήνας, στα περίχωρα και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Στην ουσία πρόκειται για μια χαρτογράφηση της αιματηρής δράσης των ταγμάτων εφόδου, για μια ελληνική “τοπογραφία του τρόμου”. Τα σκίτσα αυτά έχουν συγκεντρωθεί στο ομώνυμο καλαίσθητο λεύκωμα των εκδόσεων Τόπος και τα έσοδα από τις πωλήσεις του θα πάνε εξ ολοκλήρου στην Πολιτική Αγωγή για τη δίκη της Χρυσής Αυγής που επί χρόνια κοπιάζει αμισθί για τη δικαίωση των νεκρών και των επιζώντων θυμάτων της φασιστικής βίας.
Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σου;
Προς το παρόν ετοιμάζω την έκδοση του πρώτου άλμπουμ Homo Skepticus που δρομολογείται εντός του 2020. Στα σκαριά των μελλοντικών εκδόσεων βρίσκονται και άλλες δύο προσωπικές δουλειές για τις οποίες θα μάθετε προσεχώς. Επίσης ασχολούμαι με την εικονογράφηση παιχνιδιών ιστορικού περιεχομένου για τον “Σκαντζόχοιρο”.
Υπάρχει κάτι μεγαλεπήβολο που θα ήθελες να κάνεις αλλά δεν έχεις βάλει ακόμα στο χαρτί;
Έχω τετράδια γεμάτα από ιδέες που την τελευταία δεκαετία θέλω να υλοποιήσω. Ίσως και να υπάρχει λόγος που δεν έχουν γίνει ακόμα πράξη, ίσως και να μην έχουν ωριμάσει οι… αντικειμενικές συνθήκες. Πάντως η σημαντικότερη από αυτές βρίσκεται εδώ και καιρό στα σκαριά και συνδυάζει κάπως εκπαιδευτικά το σκίτσο με την ιστορική αφήγηση.