Χρήστος Παπαδόπουλος – Πολλοί στην εποχή μας θεωρούν ότι το πολιτικό τραγούδι είναι ξεπερασμένο, έχω αντίθετη άποψη.
‘Δεν είμαι οπαδός κάποιου συγκεκριμένου είδους. Έχω σπουδάσει κλασική μουσική, παίζω τζαζ και ελληνικά τραγούδια αλλά μ’ αρέσει πολύ και η παραδοσιακή μουσική… Ακόμα και αυτό που κάποιος αποκαλεί ‘’κλαρίνα’’.’
‘Δεν είμαι οπαδός κάποιου συγκεκριμένου είδους. Έχω σπουδάσει κλασική μουσική, παίζω τζαζ και ελληνικά τραγούδια αλλά μ’ αρέσει πολύ και η παραδοσιακή μουσική… Ακόμα και αυτό που κάποιος αποκαλεί ‘’κλαρίνα’’.’’
Συνάντησα το Χρήστο, στη Θεσσαλονίκη, σε ένα καφενείο κοντά στο Τούρκικο Προξενείο. Υπό τους ήχους εκκωφαντικής κλασικής μουσικής, η οποία δυνάμωνε όσο μιλούσαμε για τη μικρή αλλά τόσο πλούσια πορεία του στη μουσική. Γεννημένος μόλις το 1989, έχει ταξιδέψει με τις μπάντες, με τις οποίες συνεργάζεται, στις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και σε διεθνή φεστιβάλ, έχει συνθέσει μουσική, προσπαθεί να βρει το δικό του ιδιαίτερο στυλ στην στιχουργική και κάποια στιγμή υπόσχεται να επιχειρήσει και σε πολιτικό στίχο. Ένας χαμογελαστός νεαρός που ταξιδεύει μέσω της μουσικής με συνοδοιπόρους πολύ καλούς φίλους, περίσσιο ταλέντο και μεγάλα όνειρα.
Πως επέλεξες το κλαρινέτο ως μουσικό σου όργανο;
Ήμουν 5 χρονών όταν πρωτοπήγα στο Ωδείο. Ο αδερφός μου ήδη είχε ξεκινήσει πιάνο και οι γονείς μου με κατεύθυναν προς το μουσικό όργανο αυτό, ουσιαστικά επιλέγοντας το δάσκαλο και όχι τόσο το μουσικό όργανο. Ξεκίνησα στην αρχή φλογέρα και έπειτα πέρασα στο κλαρινέτο με έναν εξαιρετικό δάσκαλο, με τον οποίο αγάπησα τη μουσική, έμαθα μουσική και εκπαιδεύτηκα πάνω στο κλαρινέτο. Τον είχα σαν δεύτερο πατέρα μου.
Μ’ άρεσε σαν όργανο. Πιο μικρός ήμουν και φιλομαθής διάβαζα περισσότερο. Ύστερα μπήκα στο Πανεπιστήμιο, ασχολήθηκα με την κλασική μουσική και το κλαρινέτο και σήμερα παίζω, κυρίως, τζαζ μουσική, συνθέτω μουσική και γράφω στίχους, τόσο πάνω σε τζαζ δρόμους όσο και αυτό που θα λέγαμε ελληνική τραγουδοποιία.
Η μουσική πάντα διαμόρφωνε κουλτούρες οι οποίες συχνά συγκρούονται μεταξύ τους και πολλοί ακροατές που ακούν ένα είδος μουσικής υποτιμούν κάποιο άλλο ή το ‘’εχθρεύονται’’. Στην δική σου την πορεία μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να πιστεύεις σε αυτό το διαχωρισμό…
Όχι, δεν είμαι οπαδός κάποιου συγκεκριμένου είδους. Έχω σπουδάσει κλασική μουσική, παίζω τζαζ και ελληνικά τραγούδια αλλά μ’ αρέσει πολύ και η παραδοσιακή μουσική… Ακόμα και αυτό που κάποιος αποκαλεί ‘’κλαρίνα’’. Μέσα από το πανεπιστήμιο, ήρθα σε επαφή με συμφοιτητές μου που είχαμε διαφορετικά ακούσματα από τις οικογένειες μας, τις επιρροές του ευρύτερου περιβάλλοντός μας και μέσα από αυτό μαθαίνεις να μην αναπτύσσεις τέτοιους είδους επιφανειακούς διαχωρισμούς στην μουσική. Διαφορετικά γούστα και κουλτούρες υπάρχουν, προσωπικά δεν υποτιμώ κάποιο είδος έναντι κάποιου άλλου.
Ωστόσο το όργανο που επιλέγει κάποιος του διαμορφώνει και λίγο την πορεία και το είδος της μουσικής που υπηρετεί…
Σίγουρα, αν και το κλαρίνο από το κλαρινέτο δε διαφέρει και τόσο πολύ. Θα μπορούσα να παίζω και κλαρίνο. Η ενασχόλησή μου με τη κλασσική μουσική και αργότερα τα ακούσματα της τζαζ, ιδιαίτερα της τζαζ που διαμορφώθηκε στη Νέα Ορλεάνη και το πρώιμο σουίνγκ, το οποίο εγώ πρωτοάκουσα μέσα από τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, με πήγε προς αυτό το είδος. Είχα και την χαρά προ 5ετίας να μπω σε μια swing band τους ‘’The Speakeasies’ swing band!’’ και αυτό με οδήγησε ακόμα περισσότερο σε αυτά τα αμερικάνικα μονοπάτια της αυτού του είδους της μουσικής.
Σε ενδιαφέρει όμως και η ελληνική έντεχνη μουσική… Είπες ότι γράφεις στίχους και μελωδίες και ο ίδιος…
Με ενδιαφέρει πολύ ο ελληνικός στίχος και προσπαθώ να ισορροπώ ανάμεσα στην ενασχόλησή μου με την τζαζ μουσική και την ανάγκη μου να εκφραστώ και μέσα από τον ελληνικό στίχo.
Aπό ποιους στιχουργούς έχεις επηρεαστεί περισσότερο ;
Υπάρχουν εξαιρετικοί στιχουργοί και ποιητές που προσπαθώ μελετώντας τους να μαθαίνω. Μου αρέσει πολύ και ο απλός και καθημερινός, λαϊκός θα έλεγα, λόγος, αλλά και μια πιο λόγια προσέγγιση. Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, ο Μάνος Ελευθερίου, ο Κώστας Βίρβος, ο Νίκος Γκάτσος, αλλά και εξαιρετικοί τραγουδοποιοί, στιχουργοί, όπως ο Σαββόπουλος ή ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, είναι σημαντικές επιρροές. Ιδιαίτερη επιρροή είναι επίσης και ο καθημερινός, στα όρια του σατιρικού, λόγος του Λουκιανού Κηλαηδόνη, του Γιάννη Μηλιώκα, έως και του Χάρρυ Κλυνν. Επίσης εκτιμώ πολύ και τον πολιτικό λόγο του Γιάννη Νεγρεπόντη ή την ποίηση του Κώστα Βάρναλη και του Γιάννη Ρίτσου. Σαν εποχή θα έλεγα ότι μου ταιριάζει πιο πολύ μετά το Νέο Κύμα, η εποχή της μπουάτ.
Τα τραγούδια της μπουάτ είχαν και πολιτικό στίχο. Ο ίδιος θα έγραφες πολιτικά τραγούδια;
Ναι, είναι κάτι το οποίο με ενδιαφέρει ιδιαίτερα. Ζω μέσα στην κοινωνία και επηρεάζομαι από αυτή, δεν γίνεται να μη έχω την ανάγκη να εκφράσω μέσα από τους στίχους και την πολιτική μου στάση. Αν με ρωτάς, αν έγραφα στρατευμένο πολιτικό τραγούδι εξυπηρετώντας το τάδε ή δείνα κόμμα δεν το νομίζω. Θα έγραφα ιδεολογικά τραγούδια υπηρετώντας την ιδεολογία μου, την οποία όσο ζω μελετώντας, αναζητώ και επεξεργάζομαι. Δεν έχω καμία κομματική ιδεολογία αυτήν τη στιγμή αλλά σαν πολίτης και άνθρωπος ενδιαφέρομαι να ενημερώνομαι και δραστηριοποιούμαι.
Πολλοί βέβαια στην εποχή μας θεωρούν ότι το πολιτικό τραγούδι είναι ξεπερασμένο. Έχω αντίθετη άποψη. Χρειάζεται κάποιος να γράψει για την κοινωνία και τη σημερινή κατάσταση. Ίσως ο τρόπος και τα μέσα να είναι κάποιες φορές ξεπερασμένα.
Υπάρχουν και κάποιοι οι οποίοι αποφεύγουν το πολιτικό τραγούδι για να μη στοχοποιηθούν…
Η στοχοποίηση υπήρχε πάντα στην Ελλάδα στους καλλιτεχνικούς χώρους. Από πάντα ακους ο τάδε είναι αριστερός, ο τάδε είναι δεξιός και τελικά δεν έχει και καμία σημασία όλο αυτό. Ο Χατζιδάκις που στοχοποιήθηκε σαν δεξιός, η πορεία του και τα λόγια του σήμερα δείχνουν ένα ήθος το οποίο συμβαδίζει με τις αξίες της αριστεράς. Ενώ αριστεροί καλλιτέχνες βλέπεις να ‘’προδίδουν’’ το παρελθόν τους σήμερα με τις πράξεις τους και να αναιρούν έργο δεκαετιών. Η στοχοποίηση, δυστυχώς στις μέρες μας, έχει να κάνει και με επιθέσεις βίας, που μπορεί πολύ λογικά κάποιες στιγμές να φοβίζουν, αλλά δεν πρέπει να είναι τροχοπέδη σε κάποιον για να δημιουργήσει αυτό που πιστεύει.
Βλέπουμε πολλά συγκροτήματα να πειραματίζονται με τζαζ και σουίνγκ ήχους με ελληνικό στίχο ή παραδοσιακά μουσικά όργανα να μπαίνουν σε τζαζ μπάντες… Ποια είναι η γνώμη σου για τέτοια είδους πειράματα;
Τα παντρέματα στην μουσική πάντοτε είναι ενδιαφέροντα. Άλλες φορές είναι πολύ πετυχημένα και άλλες φορές όχι. Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μόδα η swing μουσική και οτιδήποτε γίνεται μόδα, γίνεται μετά και από κάποιους λίγο στο πόδι. Η τζαζ μουσική διαμορφώθηκε κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες και έχει συγκεκριμένη γλώσσα ερμηνείας. Την αγγλική. Δεν είναι εύκολο να συνθέσεις μουσική jazz ή swing με ελληνικό στίχο και να υπάρξει η ίδια μελωδικότητα όπως στην αγγλική. Αντίστοιχα, η ελληνική μουσική με ξένο στίχο, μπορεί να είναι ενδιαφέρον πάντρεμα αλλά εγκυμονεί τους ίδιους κινδύνους.
Ο κάθε δημιουργός είναι υπεύθυνος για αυτό που γράφει. Αν το κάνεις μόνο για το σουξέ, εμένα προσωπικά δεν με εκφράζει. Αλλά αυτό συνέβαινε πάντα στην εγχώρια ελληνική μουσική σκηνή. Τέτοια φαινόμενα έξαρσης έρχονται και παρέρχονται.
Η τζαζ μουσική σαν ήχος στην Ελλάδα παρά τη ‘’μόδα’’ εξακολουθεί να είναι δύσκολη και ίσως αυτά τα παντρέματα να γίνονται συνειδητά γιατί μια μπάντα που παίζει μόνο instrumental jazz ή μόνο με αγγλικό στίχο να μην έχει την ίδια δυνατότητα να γίνει αρκετά εμπορική. Με ελληνικό στίχο μπορεί να ακουστεί περισσότερο.
Έχεις ηχογραφήσει και ο ίδιος ένα δίσκο με ορχηστρική τζαζ μουσική. Πόσο εύκολο είναι να ταξιδέψει ένας τέτοιος δίσκος στην ελληνική επαρχία; Πιστεύεις ότι υπάρχει διαφορά στο κοινό των αστικών πόλεων σε σχέση με την επαρχία;
Είναι δύσκολο να ταξιδέψει ένας τέτοιος δίσκος στην ελληνική επαρχία. Είναι μάλλον δύσκολο ανεξάρτητα από αστικά κέντρα ή ελληνική επαρχία. Έχω εικόνα από το εξωτερικό, που έχω παίξει με διάφορες μπάντες μουσική, και γνωρίζω την διαφορά, στο πώς αντιμετωπίζουν τη μουσική αυτή. Αλλά είναι και λογικό σε κάποιο σημείο. Κάθε λαός έχει διαμορφώσει τη δικιά του κουλτούρα μέσα στο χρόνο.
Τι πιστεύεις ότι κάνει το ελληνικό κοινό τόσο επιφυλακτικό απέναντι σε αυτό το είδος;
Το ‘’κακό’’ που υπάρχει εδώ είναι ότι ο Έλληνας δεν θα ακούσει εύκολα μουσική. Ο Έλληνας έχει συνηθίσει να βγαίνει έξω και να κάνει πολλά πράγματα μαζί. Να φάει, να πιεί, να χορέψει, να μιλήσει με το διπλανό του, δεν έχει συνηθίσει την νοοτροπία ‘’πληρώνω εισιτήριο και ακούω μόνο μουσική‘’ και ειδικά τώρα και ειδικότερα στην πόλη μου, τη Θεσσαλονίκη.
Σε πολλές χώρες στο εξωτερικό είναι πιο συνειδητοποιημένα τα πράγματα. Ο κόσμος ξέρει σε τι χώρο μπαίνει, τι μουσική θα ακούσει. Ούτε να φωνάξει, ούτε να μιλήσει. Πολλές φορές θα χειροκροτήσει και στα σόλα.
Σιγά-σιγά και εδώ δημιουργούνται όμως χώροι κατάλληλοι και το κοινό εκπαιδεύεται, απλά πρέπει να έχεις όραμα, στομάχι και πιθανότατα λεφτά στην άκρη μέχρι να το πετύχεις. Ένα μερίδιο ευθύνης έχουμε και εμείς σαν μουσικοί στις μπάντες που συμμετέχουμε με το τι παίδευση κάνουμε στο ακροατήριο.
Έχεις κάποια περιστατικά που να σου έχουν συμβεί και θα μπορούσε να τα αναφέρεις σχετικά με την συμπεριφορά του ελληνικού κοινού;
Κάποια περιστατικά… Περισσότερο cult καταστάσεις έχω, ιδιαίτερα σε επαρχίες της Βόρειας Ελλάδας… Ας πούμε έχω παίξει σε επαρχιακή πόλη που μόλις τελειώσαμε το live έπαιξε κατευθείαν Ρέμο. Παίξε ό,τι θες, δεν σε κρίνω αλλά όταν δίνεις αρκετά χρήματα να φέρεις μια μπάντα και στα καπάκια ρίχνεις ένα εντελώς άλλο είδος μουσικής, δείχνει ότι δεν ξέρεις τι μπάντα έφερες, ότι έδωσες τα λεφτά σου χωρίς να ξέρεις γιατί, δε σέβεσαι τους καλλιτέχνες, το κοινό που ήρθε να τους ακούσει.
Σαν νέος άνθρωπος και βλέποντας τις δυσκολίες, έχεις σκεφτεί ποτέ να τα παρατήσεις και να πεις πάω σε ένα πιο πασιάρικο είδος ή γίνομαι ένας πολύ καλός δάσκαλος μουσικής;
Όσο μεγαλώνεις, γίνεσαι πιο ρεαλιστής. Αν το ρωτούσες ακόμη και 2 μήνες πριν μπορεί να σου έλεγα ‘’σε καμία περίπτωση’’, τώρα όμως θεωρώ ότι το βιοποριστικό θέμα πρέπει να είναι και στην σκέψη μου.
Βέβαια είναι και τι επιλογές κάνεις και πόσα χρήματα θες για να ζήσεις. Αν επιλέξεις να ζήσεις μόνος σου ή με μια σχέση, αν θες να κάνεις οικογένεια ή όχι. Σε ποια πόλη θα ζεις…
Αυτή τη στιγμή βρίσκομαι σε μια πολύ παραγωγική περίοδο της ζωής μου. Γράφω μουσική, παίζω μουσική, έχω πολύ καλούς συνεργάτες με τους οποίους έχω και φιλικές σχέσεις και νιώθω δημιουργικός. Το οικονομικό θέμα και αν θα είναι εμπορική η δουλειά μου ή όχι αναμένω να το δω.
Ευτυχώς έχω κάνει ως τώρα πράγματα που είχαν εμπορικό αντίκτυπο και ζω αξιοπρεπώς.
Σκέφτεσαι να κατέβεις Αθήνα για να δοκιμάσεις σε μεγαλύτερη πόλη;
Σκέφτομαι την προοπτική να κατέβω Αθήνα αλλά ταυτόχρονα με προβληματίζουν και οι ρυθμοί της, η ένταση της πόλης. Εδώ, στη Θεσσαλονίκη, είναι η πόλη που μεγάλωσα. Άλλοι ρυθμοί… Και έχω τους ανθρώπους μου, οικογένεια, φίλους. Το σκέφτομαι αλλά δεν μπορώ να σκεφτώ να μείνω κάπου και να μην μπορώ να δω θάλασσα να ηρεμήσω.
Υπάρχει θάλασσα και στην Αττική ξέρεις, μπορείς να μείνεις στο Πειραιά και να βλέπεις θάλασσα…
Δεν θα μπορέσω να ηρεμήσω όμως στον Πειραιά ως Παοκτζης..
Ξεκίνησες την καριέρα σου με το συγκρότημα ‘’Ούτε σπόντα’’ το 2009 με το οποίο κυκλοφορήσατε και το πρώτο σας δίσκο το 2014 με τίτλο ‘’Τα ρεφραίν κάποιου χρησμού‘’, θα ‘θελες να μας μιλήσεις λίγο γι’ αυτό το συγκρότημα;
Με τα παιδιά γνωρίστηκα στο πρώτο έτος της σχολής. Το συγκρότημα δημιουργήθηκε στα πλαίσια μιας συναυλίας για τους Γιατρούς του Κόσμου. Το όνομα προέκυψε από ένα αστείο μεταξύ μας εκείνη την εποχή και στην αρχή ήταν τετραμελές. Συμμετείχε ο Γιάννης Παπαγεωργίου, ο οποίος πρόσφατα κυκλοφόρησε το δικό του προσωπικό άλμπουμ με τίτλο ‘’Από τη Σιωπή στη Σιωπή’’, ο Αστέριος Τσαλίκης ακορντεόν–πλήκτρα , εγώ και ο Μιχάλης Γρηγορίου από την Κύπρο.
Με το συγκρότημα αυτό ενηλικιώθηκα, ήμασταν μαζί 8 χρόνια.
Παίζεις με τους ‘’Speakeasies’’ την τελευταία πενταετία, ένα πετυχημένο συγκρότημα το οποίο έχει καταφέρει να έχει έδρα του τη Θεσσαλονίκη και να μην έχει κατηφορίσει προς τα κάτω στη πρωτεύουσα. Πώς ήταν αυτά τα 5 χρόνια συνεργασίας;
Με τους ‘’Speakeasies’’ η συνεργασία μου είναι οικογενειακή πλέον. Με έχουν βοηθήσει πολύ και στην εξέλιξή μου σαν μουσικός αλλά και σαν άτομο. Έχουμε ταξιδέψει σε πολλές πόλεις του εξωτερικού εντός και εκτός Ευρώπης και είναι εμπειρίες ζωής κάθε μας ταξίδι και εμφάνιση.
Βλέπουμε διαφορετικά κοινά, άλλους τρόπους ζωής, συναντάμε μουσικούς σαν εμάς σε διάφορα φεστιβάλ, ακούμε άλλα συγκροτήματα, παίρνουμε ιδέες. Σαν παιδί που μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη σε μεγάλη πόλη μεν, με επαρχιακή νοοτροπία σε πολλά δε, το να μου δίνεται η δυνατότητα να ταξιδεύω κάνοντας αυτό που αγαπώ είναι τεράστιο δώρο. Νιώθω ιδιαίτερα ευνοημένος σε αυτό το κομμάτι της ζωής μου.
Αυτήν την περίοδο είμαστε στο στούντιο και ηχογραφούμε καινούριο υλικό, αλλά και κάποιο όχι και τόσο καινούριο…
Με το συγκρότημά σου, τη ‘’Ρεβάνς’’ ετοιμάζετε ένα δίσκο σε μελοποιημένη ποίηση της Μαρίας Σιτμαλίδου. Ήταν εύκολη διαδικασία να συνθέσεις μουσική πάνω σε ποίηση;
Με το συγκρότημα αυτό, που δημιουργήσαμε μαζί με τον πολύ καλό μου φίλο Αστέρη Κωνσταντίνου, ξεκινήσαμε πριν περίπου δυο χρόνια και γράφουμε δικά μας τραγούδια. Η πρώτη μας δισκογραφική δουλειά θέλαμε να είναι πάνω στην ποιητική συλλογή της Μαρίας Σιτμαλίδου, παρότι έχουμε ήδη έτοιμη και δική μας δουλειά σε μουσική και στίχο. Αυτό έγινε γιατί εκτιμήσαμε ιδιαίτερα τη γραφή της Μαρίας και μας οδήγησε χωρίς να το καταλάβουμε σε πολύ δημιουργικά μονοπάτια. Είναι ιδιαίτερη και ενδιαφέρουσα διαδικασία να γράφεις μουσική πάνω στα λόγια κάποιου άλλου. Είχα άγχος για το πώς θα ένιωθε η Μαρία τα λόγια της όταν τα πρωτοάκουσε. Αν είχε φανταστεί η όχι τη μουσική που θα μπορούσε να τα συνοδέψει.
Δουλεύαμε πάνω στην μελοποίηση των στίχων ένα χρόνο πριν μπούμε στο στούντιο και είμαστε έτοιμοι πλέον να εκδώσουμε το αποτέλεσμα της δουλειάς μας. Είμαστε αρκετά ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα. Ελπίζουμε να είστε και εσείς όταν, σύντομα πιστεύω, θα την ακούσετε.
Είναι εύκολο για νέους καλλιτέχνες να βγάζουν δίσκο σήμερα;
Θα σου πω σε ένα χρόνο από σήμερα, όταν με ξαναπάρεις τηλέφωνο. Θέλει σίγουρα λεφτά, καλούς συνεργάτες, μελέτη και τύχη. Μετά βλέπουμε…
Πιστεύεις ότι το ίντερνετ βοηθά τους νέους καλλιτέχνες να προβληθούν και χωρίς τις δισκογραφικές εταιρείες;
Ως ένα βαθμό ναι. Πρέπει όμως να ξέρεις να το χειριστείς σωστά και επαγγελματικά. Είναι επιστήμη άμα θέλεις να το κάνεις σε ψηλό επίπεδο. Υπάρχουν εκατομμύρια μουσικά κομμάτια στο ίντερνετ και εκατοντάδες νέοι καλλιτέχνες κάθε χρόνο μόνο στην Ελλάδα, οπότε αν αυτό δε γίνεται από ένα άτομο το οποίο να γνωρίζει από κοινωνικά δίκτυα, να γνωρίζει από τη γλώσσα των δημόσιων σχέσεων, τότε μπορεί να σε πάει μέχρι ένα επίπεδο.
Τώρα μικρά τρικ μπορεί να κάνει ο καθένας μας. Εγώ έχω ένα πολύ κοινό όνομα στην Ελλάδα ‘’Χρήστος Παπαδόπουλος’’. Χρήστος Παπαδόπουλος είναι και ο εξαιρετικός καλλιτέχνης και μπουζουξής του συγκροτήματος ‘’Τα παιδιά από την Πάτρα’’. Όταν έψαχνα για το όνομα μου, έπεφτα μονίμως πάνω σε εκείνον. Πρόσθεσα λοιπόν και τα αρχικά από το πατρώνυμο μου για να μπορέσω λίγο να ξεχωρίσω ‘’ιντερνετικά’’ και να μη βγαίνω συνέχεια στην τρίτη σελίδα.
Με αυτό το όνομα σε βρίσκουμε στο κανάλι σου στο Youtube. Christos El. Papadopoulos;
Πλέον ναι. Έχω κάποια βίντεο από εμφανίσεις της ‘’Ρεβάνς’’ και από το κουϊντέτο μου. Οι μουσικές συνθέσεις στο κανάλι είναι κυρίως δικές μου. Τη μουσική για το Christos El. Papadopoulos quintet την εμπνεύστηκα στα διάφορα ταξίδια που έκανα με τα διαφορετικά συγκροτήματα που έχω εμπλακεί κατά καιρούς και προσπάθησα τις εμπειρίες μου, τις σκέψεις μου και τα συναισθήματά μου να τα επεξεργαστώ και να αποτυπώσω πάνω στις νότες. Έφτιαξα αυτές τις συνθέσεις και διηγούμαι ουσιαστικά ένα ταξίδι με πολλούς ενδιάμεσους σταθμούς και όλα όσα ένιωσα κατά την διάρκεια αυτών των ταξιδιών, μέσα από ένα δικό μου φιλτράρισμα, γι αυτό και χρησιμοποιώ όργανα που έχουν συνδεθεί με το ελληνικό παραδοσιακό τραγούδι αλλά και ευρύτερα με το μεσογειακό ανατολικό τραγούδι. Ο Βασίλης Ζιγκερίδης είναι στο κανονάκι, στο ακορντεόν ο Χρήστος Καλαϊτζόπουλος, ηλεκτρικό μπάσο ο Μηνάς Βακαλούδης και τύμπανα ο Στέργιος Κόιας, ο οποίος παίζει τύμπανα και στους Speakeasies και στη Ρεβάνς, γενικά σχεδόν όπου παίζω, παίζουμε παρέα.
Θεωρώ ότι είναι ενδιαφέρον το μπλέξιμο και ακόμα βρισκόμαστε στην αρχή του.
Θα κυκλοφορήσουν σε δίσκο τα κομμάτια σου ή θα βρίσκονται διαθέσιμα μόνο διαδικτυακά;
Δεν ξέρω ακόμα γιατί είμαστε σε συζητήσεις. Θα κυκλοφορήσουν πάντως και αυτά σχετικά σύντομα.
Για το κλείσιμο έχεις να απευθύνεις ένα κάλεσμα προς τους παλιούς σου φίλους και συμφοιτητές, είμαστε όλοι αυτιά.
Πέρσι το Σεπτέμβρη οργανώσαμε μια ‘’αποχαιρετιστήρια’’ συναυλία με παλιούς και καλούς φίλους , γιατί κάποιοι φεύγουν από την πόλη και ανοίγουν τα φτερά τους για την Αθήνα και για άλλες πόλεις. Δεν θέλω να στέκομαι στους αποχαιρετισμούς σαν άνθρωπος. Θεωρώ κάθε τέλος μια αρχή. Πιστεύω ότι και φέτος το Σεπτέμβρη, στην πόλη της Θεσσαλονίκης θα ξαναβρεθούμε για μια ακόμα συναυλία – γιορτή που ελπίζω και θέλω να την κάνουμε θεσμό.
Πέρσι, συμμετείχαν περίπου 17 άτομα στη ‘’Φθινοπωρινή συναυλία’’ στη Νέα Παραλία. Αναμεσά τους οι Μελίρι, ο Γιάννης Παπαγεωργίου, οι Ρεβάνς, το Αέρι, η Ναταλία Λαμπαδάκη με το Γιάννη Διονυσίου και έχουμε καβάντζα στην παρέα άλλους τόσους για φέτος και για πολλά χρόνια ακόμα.
Ελπίζουμε στην μουσική μας αντάμωση!
Εύχομαι στους αναγνώστες της Κατιούσας καλή δύναμη και ευχαριστώ για τη συνέντευξη.