Δημήτρης Μελικέρτης: «Η μόνη μαγεία που υπάρχει ζει μέσα μας»
Με αφορμή του νέο του βιβλίο, ο Δημήτρης Μελικέρτης μιλά για την παιδική λογοτεχνία, τη γραφή, το παίδεμα της γλώσσας, τη φαντασία, τη μετάφραση, τις σπουδές του στη δημιουργική γραφή και τη λέσχη Ανάγνωσης «Βιβλιόπετρα» στην οποία είναι συντονιστής.
Ο Δημήτρης Μελικέρτης είναι ένας ταλαντούχος νέος και πολλά υποσχόμενος συγγραφέας, που λατρεύει τη λογοτεχνία και το δημιουργικό ταξίδι της γραφής. Μέχρι σήμερα, υπηρετεί πιστά την παιδική/νεανική λογοτεχνία, ωστόσο οι ιστορίες του διαβάζονται και αγαπιούνται και από πολλούς ενήλικες, επειδή περιλαμβάνουν πολύπλευρα μηνύματα και προβληματισμούς, ενώ παράλληλα καταφέρνουν και συνδυάζουν το χιούμορ με τη κινητοποίηση του νου.
Όσοι τον γνωρίζουν προσωπικά, εκτός από τα ταλέντα και τις ικανότητές του, διακρίνουν πάνω του κάτι ακόμα, εξίσου σημαντικό: ο Δημήτρης είναι αυθεντικός και καλόγνωμος. Δύο εφόδια, ικανά να τον φτάσουν πολύ μακριά στον κόσμο της λογοτεχνίας και της γραφής.
Το νέο του βιβλίο, με τίτλο «ΙΞ – Το Ιπτάμενο Ξενοδοχείο», μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη και αποτέλεσε την αφορμή για να συζητήσουμε μαζί του.
Μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Πατάκη το νέο σας βιβλίο με τίτλο «ΙΞ – Το Ιπτάμενο Ξενοδοχείο». Θέλετε να μας πείτε λίγα λόγια σχετικά με αυτό; Ποια ήταν η αφορμή για να ξεκινήσετε να το γράφετε;
Το πρώτο κεφάλαιο του ΙΞ γράφτηκε πριν δύο περίπου χρόνια, όταν υπηρετούσα τη θητεία μου στον στρατό. Κατακαλόκαιρο, μεσημέρι, κι ενόσω οι άλλοι φαντάροι ξέκλεβαν μια ώρα ύπνου, κάθισα σ’ ένα πεζούλι με το βρώμικο παντελόνι μου κι ένα καταϊδρωμένο αμάνικο και ατένιζα το έρημο στρατόπεδο να ψήνεται στον ήλιο. Mε παίδευε μια εικόνα που γεννήθηκε στον νου μου: ένα φαντασμαγορικό ξενοδοχείο, με 33 ορόφους, 3.333 πολύχρωμα αλεξίπτωτα προσδεμένα στην ταράτσα του και αμέτρητες αίθουσες γεμάτες θαύματα και μυστικά, να ταξιδεύει στον ουρανό. Μαγεία.
Γρήγορα όμως συνειδητοποίησα ότι η μαγεία δε λύνει κανένα πρόβλημα, ούτε του προσωρινού εγκλωβισμού που βίωνα τότε σ’ ένα περιβάλλον το οποίο δεν ταίριαζε καθόλου με τον χαρακτήρα μου. Γι’ αυτό και οι ήρωές μου –η Φορτούν, που μπαίνει στο ΙΞ ως λαθρεπιβάτισσα, αλλά και ο Ασίζης, ο οποίος εργάζεται στο Ιπτάμενο Ξενοδοχείο, μεταμορφώνεται σε άλμπατρος και πάσχει από κάποια φανταστική γλωσσική διαταραχή– αγωνίζονται ν’ ανακαλύψουν τον εαυτό τους και το ταλέντο που μπορούν να χαρίσουν στον κόσμο. Μονάχα έτσι θα κατακτήσουν το μερτικό της ελευθερίας που τους αναλογεί.
Η προσδοκία μου να με διασώσει κάτι έξωθεν μαγικό γέννησε την ιδέα και στη συνέχεια η λογική διεργασία με οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η μόνη μαγεία που υπάρχει ζει μέσα μας.
Το νέο σας βιβλίο αποτελεί το τρίτο συγγραφικό σας πόνημα, έπειτα από τα βιβλία «Ο Γιγαντοκυνηγός» και «Ουφόψαρα – Στα πέρατα του σύμπαντος», που κυκλοφορούν κι αυτά από τις εκδόσεις Πατάκη. Υπάρχει κάποιος συνδετικός κρίκος ανάμεσά τους;
Η γλώσσα. Θεωρώ το παίδεμά της ύψιστη τέχνη και συγχρόνως επίπονο έργο. Επιπλέον, η φαντασία, την οποία πρέπει να εξασκεί κανείς προκειμένου να μην τη χάσει όσο μεγαλώνει. Στο ΙΞ την εκφράζουν όσα κρύβονται στις μαγικές του αίθουσες: η Χαϊδομηχανή, το Εστιατορατόριο, τα χαμάμ σοκολάτας, το δωμάτιο με τα 151.001 βατράχια, η αποθήκη των ανέμων και πόσα ακόμη. Συνδετικός κρίκος και το χιούμορ, το οποίο γίνεται εργαλείο για να καταδειχθούν συμπεριφορές, να γεννηθούν προβληματισμοί και να κινητοποιηθεί η σκέψη. Τον ρόλο αυτό στο ΙΞ αναλαμβάνει κυρίως ο Κανέλος, ο αδέσποτος και αλήτης κοκκινοτρίχης γάτος, του οποίου τα «Μιάο!» μεταφράζονται στη γλώσσα του αναγνώστη άλλοτε με δύο λέξεις και άλλοτε με ολόκληρη παράγραφο.
Μέχρι σήμερα δραστηριοποιείστε στην παιδική/νεανική λογοτεχνία. Τι είναι αυτό που σας κεντρίζει το ενδιαφέρον στη συγκεκριμένη κατηγορία βιβλίων; Θα θέλατε κάποια στιγμή να γράψετε ένα μυθιστόρημα ενηλίκων;
Προς το παρόν υπηρετώ την παιδική λογοτεχνία, δίχως ν’ αποκλείω το ενδεχόμενο να καταπιαστώ στο μέλλον και με βιβλία ενηλίκων. Το παραμύθι, και δη το πολυεπίπεδο, που μπορεί να διαβαστεί και από ενήλικες, διέπεται από περίπλοκους κανόνες, δυσδιάκριτες ισορροπίες και τεράστια εμπόδια που καθιστούν το έργο του δημιουργού άκρως κοπιαστικό και δυσεπίτευκτο. Γι’ αυτό με γοητεύει η παιδική λογοτεχνία και επιλέγω να μαθητεύω κοντά της, για να βαπτίζομαι στα διδάγματα της γραφής.
Δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση το καλό παιδικό βιβλίο όπως πιστεύουν πολλοί, εκτός και δεν αντιμετωπίζεται, πολύ σύνηθες, με την πρέπουσα σοβαρότητα. Γίνεται κανείς δεινός κολυμβητής όταν ρίχνεται στα βαθιά και όχι πλατσουρίζοντας μερικά μέτρα από την άμμο.
Έχετε μεταπτυχιακό και διδακτορικό στη δημιουργική γραφή από τα πανεπιστήμια του Warwick και του Royal Holloway, University of London αντίστοιχα. Πώς η θεωρητική κατάρτιση διαφοροποιεί τον τρόπο γραφής ενός συγγραφέα; Τι προσδίδει στη λογοτεχνική του ματιά;
Η θεωρητική κατάρτιση, όπως σωστά την ονομάζετε, επ’ ουδενί ισχυρίζεται ότι μπορεί να χαρίσει σε κάποιον το ταλέντο. Αναμφισβήτητα όμως θα του δώσει πολλά εφόδια τα οποία θα αποδειχθούν πολύτιμα ώστε να το αναπτύξει, να το καλλιεργήσει. Τον διδάσκει τεχνικές και μυστικά που θα χρειαζόταν πολύ περισσότερο χρόνο για να τα ανακαλύψει μόνος του, αλλά και ένα επίπεδο συνειδητότητας όσον αφορά τις επιλογές του σε κάθε τομέα της γραφής. Η συνειδητότητα τον φέρνει σε βαθύτερη επικοινωνία με τις λειτουργίες και τα μυστήρια του γραπτού λόγου. Ας πούμε ότι το ταλέντο του συγγραφέα είναι μια τριανταφυλλιά η οποία απαιτεί ιδιαίτερη φροντίδα και προσοχή. Η δημιουργική γραφή είναι το κλαδευτήρι, η τσάπα, το λίπασμα και κάθε τι άλλο που θα επιστρατεύσει για να τη βοηθήσει να μπουμπουκιάσει.
Εκτός από τη γραφή, ασχολείστε και με τη μετάφραση. Έχοντας ήδη στο ενεργητικό σας αρκετές μεταφράσεις βιβλίων, θεωρείτε πως οι μεταφράσεις βοηθούν ή δυσχεραίνουν τη διαδικασία της γραφής;
Και η μετάφραση αποτελεί εξάσκηση για τον συγγραφέα, επιβάλλοντας ωστόσο τους δικούς της αυστηρούς περιορισμούς. Ο μεταφραστής οφείλει να μεταφέρει το περιεχόμενο, το ύφος, την ατμόσφαιρα, τον ρυθμό, το χιούμορ και την ουσία ενός κειμένου από τη μία γλώσσα στην άλλη, με τη δεύτερη να διαθέτει συνήθως διαφορετική δομή και να απαρτίζεται από λέξεις με συναισθηματικό φορτίο αλλιώτικο από αυτό που κατέχουν εκείνες του πρωτότυπου. Μερικές φορές αισθάνομαι ότι ο μεταφραστής στέκεται μπροστά σε ένα σπίτι, το οποίο καλείται να αντιγράψει κτίζοντας απ’ την αρχή με εντελώς διαφορετικά οικοδομικά υλικά και προσβλέποντας το αποτέλεσμα να ομοιάζει τόσο με το πρωτότυπο που να ξεγελά το μάτι.
Είστε επίσης συντονιστής στη λέσχη ανάγνωσης «Βιβλιόπετρα» στην Πετρούπολη. Άλλη μία ασχολία σας, που περιστρέφεται γύρω από τη λογοτεχνία. Μια λέσχη ανάγνωσης λειτουργεί συμπληρωματικά στο εργαστήριο ενός συγγραφέα ή περισσότερο τον αποφορτίζει νοητικά και συναισθηματικά από τη διαδικασία της γραφής;
Θα έλεγα ότι το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Ερχόμενος σε επαφή με άλλους αναγνώστες, ο συγγραφέας πλουτίζει, καθώς μαθαίνει πολλά για τον τρόπο που προσλαμβάνουν ένα βιβλίο, τη μυθοπλασία, τη θεματική του και τους ήρωες, βλέπει που εστιάζουν την προσοχή τους και εξερευνά γενικότερα τις απόψεις τους για τη λογοτεχνία. Συχνά, όταν συζητάμε για κάποιο μυθιστόρημα, έχω την εντύπωση πως είμαστε ταξιδιώτες από διαφορετικούς τόπους, οι οποίοι έτυχε να συναντηθούμε σ’ ένα σταυροδρόμι γύρω από κάποιο μυστηριώδες αντικείμενο. Και ενόσω το περιεργαζόμαστε, περιγράφοντάς το καθένας απ’ τη δική του οπτική γωνία, αποκτάμε ευρύτερη εικόνα και έτσι αποκρυπτογραφούμε τα μυστικά του, συμπληρώνοντας ο ένας τα κενά που υπάρχουν στην προσέγγιση του άλλου.
Βέβαια, πέραν της χρηστικής αξίας που έχει μια λέσχη ανάγνωσης για έναν συγγραφέα και ασφαλώς της πνευματικής επικοινωνίας που είναι ζητούμενο, στη «Βιβλιοπέτρα», όπου ανήκετε και εσείς, ανακάλυψα κάτι πολυτιμότερο: ωραίους φίλους!