Leonardo Tamayo: «Μπήκα νωρίς στον ένοπλο αγώνα»
Συζήτηση με τον Leonardo Tamayo, ένα στενό σύντροφο και συμπολεμιστή του Τσε, για την κουβανική επανάσταση, το αντάρτικο με τον Ερνέστο Τσε Γκεβάρα και το σημερινό διεθνισμό.
Συζήτηση με τον Leonardo Tamayo*. Για την κουβανική επανάσταση, το αντάρτικο με τον Ερνέστο Τσε Γκεβάρα και το σημερινό διεθνισμό.
*O Leonardo Tamayo γεννήθηκε το 1941 στην κουβανική επαρχία Σιέρρα Μαέστρα, στην οποία αποβιβάστηκε το 1956 η ομάδα επαναστατών περί τον Φιντέλ Κάστρο. Στα 15 του ενώθηκε μαζί τους. Ανήκε στο στενό κύκλο εμπίστων του Ερνέστο “Τσε” Γκεβάρα και τον συνόδευε μέχρι το θάνατο του τελευταίου στη Βολιβία.
Πολεμήσατε στο πλευρό του Ερνέστο “Τσε” Γκεβάρα-τόσο κατά τη διάρκεια της κουβανικής επανάστασης στη Σιέρρα Μαέστρα, όσο και χρόνια αργότερα στη Βολιβία. Γιατί ενωθήκατε με τους αντάρτες;
Είχα βαθιά οργή, ή μάλλον μίσος, κατά του στρατού του Κουβανού δικτάτορα Φουλχένσιο Μπατίστα. Είδα επανειλημμένα πώς οι στρατιώτες του κακοποιούσαν τους χωρικούς. Ο διοικητής Χοακίν Κασίγιας (Κουβανός στρατιωτικός που ήδη από το 1948 είχε καταδικαστεί για το φόνο ενός γραμματέα συνδικαλιστικού οργάνου, αλλά είχε σύντομα πάλι απελευθερωθεί σ.τ.Σ ) για παράδειγμα έδενε αγρότες από τα χέρια στη σέλα του αλόγου του και τους χτυπούσε. Μια φορά έγινα μάρτυρας ενός περιστατικού όπου ξυλοκοπούσε τόσο κάποιον, ώστε το σώμα του ήταν καλυμμένο με αίματα. Αυτό με έκανε να εξεγείρομαι έναντια στο στρατό από παιδί, που κακομεταχειρίζονταν τόσο τους χωρικούς..
Σκεφτόταν το ίδιο και η πλειονότητα του πληθυσμού της υπαίθρου εκείνη την περίοδο; Πόσο γνωστό ήταν γενικά το αντάρτικο τότε;
Στην αγροτιά ξέραμε ότι ο Φιντέλ βρισκόταν κοντά στην παραλία Λας Κολοράδας, στην κοινότητα Νικέρο. Αυτό το νέο διαδόθηκε γρήγορα μεταξύ των χωρικών. ¨Οταν ο Φιντέλ και ο στρατός του δικτάτορα αντιπαρατέθηκαν για πρώτη φορά, έγινε μεγάλο θέμα μεταξύ του συνόλου του πληθυσμού της υπαίθρου. Εγώ μπήκα νωρίς στον ένοπλο αγώνα. Όλα τα αντάρτικα έχουν τρεις φάσεις: Στην πρώτη ο πληθυσμός αποφεύγει τον αντάρτικο στρατό, τους κρύβεται και δε δίνει φαγητό. Στη δεύτερη οι αντάρτες έχουν ήδη απελευθερώσει μια μεγάλη περιοχή και ένα μεγάλο μέρος της αγροτιάς τους υποστηρίζει. Στην τρίτη ο πληθυσμός υποστηρίζει πλήρως τους αντάρτες. Εγώ είχα μπει στο στρατό των εξεγερμένων στη Σιέρρα Μαέστρα ήδη από την πρώτη φάση.
Εκείνη τη στιγμή ήσασταν μόνο 15 χρονών. Πώς το πήρε η οικογένεια σας;
Είμαι μισάρφανος, η μητέρα μου πέθανε όταν ήμουν τριών. Είμαστε πέντε αδέρφια -έχω δύο μεγαλύτερες αδερφές και δυο νεότερες. Όταν πέθανε η μητέρα μου, ο πατέρας μου έπρεπε να αναλάβει και το δικό της ρόλο, μας φερόταν πολύ καλά. Μπήκε στον αντάρτικο στρατό ένα μήνα πριν από μένα. Μια και ο πατέρας μου επίσης λεγόταν Tamayo και πολεμούσαμε στον ίδιο στρατό, αργότερα με φώναζαν εκεί “Ταμαγίτο” , δηλαδή “μικρό Ταμάγιο”. ¨Ολοι με λένε έτσι μέχρι σήμερα-κιαι η γυναίκα μου, που με τα χρόνια το συνήθισε. Από τις αδερφές μου τρεις ήταν παντρεμένες και μία όχι ακόμα Την άφησα σε σπίτι φίλων. Της είπα ότι θα πήγαινα στη Σιέρρα Μαέστρα και πως θα ερχόμουν να την ψάξω εκεί, αν δεν σκοτωνόμουν. Επέζησα και την ξαναβρήκα εκεί όπου την είχα αφήσει. Αλλά και οι κουνιάδοι μου όλοι πολέμησαν στη Σιέρρα Μαέστρα.
Πώς γίνατε δεκτός στο αντάρτικο;
Στις 14 Απρίλη 1957 τα κατάφερα να αποκτήσω επαφή με την ομάδα του Τσε. Η πρώτη μας συνάντηση δεν ήταν ιδιαίτερα εγκάρδια, με ρωτούσε με αργεντίνικη προφορά: “Τι θες εδώ;” Και του απάντησα: “Το ίδιο με εσάς”. Αυτό μου έφερε κάποιο σεβασμό και και με δέχτηκε. Μετά από τέσσερις, πέντε μέρες ο Τσε χρειάστηκε κάποιον για να παραδώσει ένα μήνυμα. Οι υπόλοιποι σύντροφοι από την πόλη χρειάζονταν για αυτή την απόσταση μέσα από λοφώδη εδάφη δυο μέρες, εγώ αντίθετα ως παιδί αγρότη το έφερα σε πέρας την ίδια μέρα. Όταν ξαναέφτασα στο διοικητήριο, φώναξε: “Έι, μα αφού σήμερα το πρωί σε έστειλα με το μήνυμα”. Είπα ναι και έβγαλα την απάντηση του Φιντέλ από την τσέπη. Όταν το διάβασε, συνειδητοποίησε πως ήδη το είχα παραδώσει. Εκείνη την περίοδο δεν υπήρχε στρατιωτικό τυπικό, ώστε να μπορεί κανείς να αποσυρθεί, για το λόγο αυτό ρώτησα απλά: “Μπορώ να πηγαίνω;” και μου απάντησε “Ναι, κοπάνα την”. Δυο ή τρεις μέρες αργότερα έπρεπε ο Τσε να παραδώσει ένα άλλο μήνυμα εξίσου επειγόντως και είπε: “Ο μικρός Indio από την προηγούμενη φορά να έρθει”. Ξεκίνησα με το μήνυμα και όταν σκοτείνιασε είχα επιστρέψει. Αντί να ξαναρωτήσω, πήρα αυτή τη φορά την απάντηση αμέσως. Μετά παρέδωσα κι άλλα μηνύματα και, όταν είχα αναλάβει αυτή την αποστολή περίπου δυο βδομάδες ο Τσε είπε: “Φέρε το σακίδιο σου εδώ στο διοικητήριο. Τότε θα είσαι ήδη εκεί , όταν πρέπει πάλι να στείλω μήνυμα”. Έπειτα πέρασα δέκα χρόνια και έξι μήνες στο πλευρό του Τσε.
Στην αρχή παραδίδατε μηνύματα λοιπόν. Αργότερα ποιες αποστολές είχατε;
Κατά τη διάρκεια της επίθεσής μας έγινα υπασπιστής του Τσε. Κάποιοι σύντροφοι λένε πως κατέκτησα την Κούβα δυο ή τρεις φορές: Όταν ένας σύντροφος ή μια ομάδα χανόταν, κάποιος έπρεπε να τρέξει για να τους ψάξει και μετά να γυρίσει, αυτό το έκανα εγώ. Ένα παράδειγμα: Η πρώτη εμπροσθοφυλακή ήταν 500 ή 600 μέτρα μακριά, εγώ έτρεξα μπροστά για να την προλάβω και να τους πω πως έπρεπε να περιμένουν, γιατί κάποιοι είχαν μείνει πίσω. Τότε πήγα πάλι πίσω στην οπισθοφυλακή, για να ψάξω αυτούς που χάθηκαν. Μετά έτρεξα πάλι για να ψάξω τον Τσε και μετά έτρεξα πάλι στην εμπροσθοφυλακή. Αυτή ήταν μια από τις αποστολές που είχα κατά τη διάρκεια της εισβολής.
Ήσασταν επίσης μέλος μιας επίλεκτης ομάδας ονόματι “Κομάντο αυτοκτονίας”. Πώς έγινε αυτό;
Είμασταν στο Λας Βίγιας, ήδη δηλαδή στο κέντρο της χώρας. Ο Τσε με είχε στείλει να παραδώσω μήνυμα. Κατά την επιστροφή υπήρχε ένας σύντροφος , που τον φώναζαν “ελ Βακερίτο”, μικρό καουμπόι δηλαδή -το όνομα του είχε δώσει η επαναστάτρια Σέλια Σάντσες. Με περίμενε και μου είπε: ” Έχω μια πρόταση, που θέλω να υποβάλω στον Τσε, και βασίζομαι πάνω σου γι’αυτό”. Ρώτησα περί τίνος πρόκειται και μου απάντησε: “Θέλω να παρατάξουμε μια ομάδα για τη δημιουργία μιας μονάδας επίθεσης». Έπειτα παρουσίασε ο Τσε το σχέδιο μας. Εκείνος μας κοίταξε και είπε: “Αυτό το όνομα, μονάδα επίθεσης, δε μου αρέσει, θυμίζει υπερβολικά καπιταλιστικό, ιμπεριαλιστικό στρατό. Γιατί δεν το λέμε “Κομάντο αυτοκτονίας” -Pelotón suicida; Αυτή η ομάδα αναλάμβανε τις πιο ριψοκίνδυνες αποστολές, πχ όταν οι αντίπαλοι μας βρισκόταν σε κλειστά σπίτια, να ανοίγουμε τις πόρτες και να πετάμε μια χειροβομβίδα. Εγώ πυροβολήθηκα δυο φορές και τραυματίστηκα εικοσιμία φορές με χειροβομβίδα. Κάλυψα τη νόρμα μου. Στα 17 μου έμεινα στο πλευρό του Τσε ως συνοδός του, κι έπειτα έγινα υπασπιστής του.
Ήσασταν εκεί και στη Βολιβία, όπου δολοφονήθηκε ο Τσε το 1967. Γιατί ως Κουβανός πολεμήσατε εκεί εξαρχής;
Οι ΗΠΑ είχαν δημοσιεύσει μια μελέτη για το πού θα μπορούσαν να συμβούν ένοπλες αντιπαραθέσεις στη Λατινική Αμερική. Η Βολιβία αποκλειόταν από αυτές, και συμπέραιναν πως ήδη είχε υπάρξει αγροτική μεταρρύθμιση, δεν υπήρχαν οι γεωγραφικές προϋποθέσεις, δε θα τύγχανε υποστήριξης από τον πληθυσμό, και μια επανάσταση θα καταπνιγόταν εν τη γενέσει της, γιατί η Βολιβία δεν είχε πρόσβαση στη θάλασσα. Βάσει αυτής της κατάστασης ο Τσε αποφάσισε πως, αν αυτοί λένε πως στη Βολιβία δεν υπάρχουν οι συνθήκες, τότε ακριβώς ήταν απαραίτητο να ξεκινήσει πρώτα εκεί ο ένοπλος αγώνας.
Αλλά κι η ίδια η Κούβα εκείνη την περίοδο βρισκόταν μπροστά σε πολυάριθμες προκλήσεις. Γιατί τότε να πάτε στη Βολιβία;
Ήμασταν μόνο 17 Κουβανοί, δεν ήταν εισβολή ή κάτι τέτοιο, ούτε καν λόχος. Σκοπεύαμε απλώς να συμβουλεύσουμε τους Βολιβιανούς, θέλαμε να τους υποστηρίξουμε. Αυτό δε μας έφερε μόνο φίλους: Ο ΓΓ του τοπικού ΚΚ ήταν ο πρώτος που μας πρόδωσε. Ήταν ενάντια στον ένοπλο αγώνα και προσπάθησε να αποθαρρύνει την ομάδα μας και να μας παρακινήσει να τα παρατήσουμε. Αλλά γιατί πολέμησε ο Τσε στη Βολιβία, γιατί -ως Αργεντινός -στην Κούβα; Δυο φορές διέσχισε τη Λατινική Αμερική. Εκεί γνώρισε την κατάσταση του πληθυσμού στις διάφορες χώρες. Όταν πήγαμε στη Βολιβία, το προσδόκιμο ζωής των χωρικών ήταν τα 34 χρόνια. Ο Τσε γνώριζε πως το 76,7% του πληθυσμού ήταν αναλφάβητοι, και γνώριζε επίσης το υψηλό ποσοστό παιδικής και επιλόχειας θνησιμότητας. Γι’ αυτά πολέμησε ο Τσε. Αυτό θα πει διεθνισμός.
Πώς μεταχειρίστηκε εκεί τους συναγωνιστές του;
Θα ήθελα να σας πω μια ανεκδοτολογική ιστορία: Μια φορά είπε σε ένα σύντροφο να καταρτίσει ένα πρόγραμμα βαρδιών για τις σκοπιές. Αργότερα τον ρώτησε για τη λίστα, γιατί ήθελε να μάθει πότε είχε υπηρεσία. Όταν ο Τσε είδε τη λίστα, διαπίστωσε πως δε βρισκόταν ανάμεσα στα ονόματα και είπε: “Αν καθένας κάνει από 50 λεπτά, δώσε σε όλους πενηντάλεπτη βάρδια. Εγώ από σήμερα θα κάνω τις υπηρεσίες μου όπως κάθε στρατιώτης, ανεξάρτητα αν εδώ είμαι υπεύθυνος για τη διοίκηση”.
Ήσασταν επίσης παρών κατά την επίθεση στην οποία ο Τσε συνελήφθη και ακολούθως δολοφονήθηκε. Πώς έφτασαν εκεί τα πράγματα;
Η τελευταία φορά που είδα τον Τσε ήταν στις 8 Οκτώβρη 1967, στις δέκα το πρωί. Με έστειλε μαζί με έναν ακόμα σύντροφο, να καταλάβω τμήμα ενός περάσματος. Αυτό και πράξαμε. Ο αντίπαλος στρατός ήταν στο λόφο. Έστειλαν στρατιώτες και στις δύο πλευρές του περάσματος και προσπάθησαν να μας απωθήσουν και να μας περικυκλώσουν. Αλλά ούτε ο Τσε, ούτε εμείς πέσαμε στην παγίδα. Κρατήσαμε τις θέσεις μας. Ο Τσε ωστόσο προσπάθησε να πάει τους τραυματίες στο γιατρό. Όταν αργότερα φτάσαμε εκεί που μας είχε αφήσει ο Τσε το πρωί, βρήκαμε ιατρικά εργαλεία και την ιατρική ποδιά. Όταν σκοτείνιασε, επέστρεψαν κι άλλοι. Αμέσως ρωτήσαμε για τον Τσε. Εκείνοι μας ρώτησαν με τη σειρά τους μήπως τυχόν ήταν μαζί μας. Κι αμέσως ξεκίνησε το χάος χωρίς ηγεσία. Άρα οργανωθήκαμε εκ νέου και πορευτήκαμε σε ένα σημείο συνάντησης, το οποίο είχε ορίσει ο Τσε, αν τυχόν κάποιος χανόταν, σε απόσταση 12 ημερών με τα πόδια. Καθ’ οδόν περάσαμε πολύ κοντά από το μέρος, στο οποίο κρατούνταν αιχμάλωτος ο Τσε, μόλις 500 μέτρα μακριά. Αν το γνωρίζαμε, εννοείται πως θα τον είχαμε σώσει.
Πώς μάθατε για το θάνατό του;
Ο Τσε είχε αφήσει στο Μπενίνιο, έναν Κουβανό σύντροφο, ένα ραδιόφωνο τσέπης, για να ακούει μουσική και να ξεχνιέται για λίγο από τον τραυματισμό του. Αυτό ήταν το μοναδικό μας μέσο επικοινωνίας. Το πρωί της μέρας μετά την επίθεση είπα κατά τη διάρκεια της σκοπιάς στο Μπενίνιο: “Δώσε μου το ράδιο, για να ακούσω ειδήσεις”. Στις οκτώ το πρωί άκουσα πως ο Τσε είχε τραυματιστεί στη μάχη, περιγράφονταν όλα τα πράγματα που είχε στο σακίδιο, επίσης τα ρούχα του και το προστατευτικό ποδιών, γιατί ήδη εδώ και κάποιο καιρό δεν είχε πια μπότες. Στη μία ανέφεραν πως είχε τραυματιστεί βαριά στη μάχη, και περιέγραψαν και πάλι τα υπάρχοντά του. Εκεί ήδη είχαν αρχίσει να προετοιμάζουν τη Βολιβία και τον κόσμο για τη δολοφονία. Στις οκτώ το βράδυ είπαν τότε, πως ο Τσε είχε πεθάνει στη μάχη, και περιέγραψαν τα ίδια αντικείμενα. Όμως τον είχαν δέσει χειροπόδαρα για να τον σκοτώσουν.
Είστε ένας από τους τρεις Κουβανούς, που επέζησαν του αγώνα στη Βολιβία. Πώς τα καταφέρατε να ξεφύγετε, αφότου ο Τσε δολοφονήθηκε και η ομάδα είχε εν πολλοίς διαλυθεί;
Αυτή είναι μια μεγάλη και δύσκολη ιστορία. Για να φύγουμε από τη Βολιβία, έπρεπε να περπατήσουμε 2.900 χιλιόμετρα, συναντήσαμε 60 ή 70 φορές βολιβαριανό στρατό, είχαμε δυο τραυματίες μαζί μας και λίγο ή καθόλου φαγητό. Στις Άνδεις έπρεπε να σταματάμε κάθε 50 ή 60 μέτρα, γιατί μας τελείωνε το οξυγόνο. Τελικά φτάσαμε στη Χιλή, εκεί ο λαός ήταν στο δρόμο. Το υπουργείο Άμυνας έβγαλε οδηγία να μην περάσουμε από κανένα χωριό, για να αποφύγουμε τις συγκεντρώσεις του κόσμου. Μας έφεραν σε μια στρατιωτική βάση, εκεί περάσαμε όλη τη μέρα. Το βράδυ μας μετέφεραν με το αεροπλάνο στην Αντοφαγάστα. Εκεί ήταν ο επικεφαλής της Κρατικής Ασφάλειας και ο εκπρόσωπός του, και μας ανέκριναν. Τελικά μας μετέφεραν στο Σαντιάγο, εκεί συναντήσαμε τον Σαλβαδόρ Αγιέντε. Όντας τότε ακόμα γερουσιαστής, μας βοήθησε πολύ, γιατί παρεμπόδισε την απέλασή μας προς Βολιβία, βάζοντας φρουρά μπροστά στην πόρτα μας, καθώς φοβόταν το ενδεχόμενο απαγωγής μας.
Στη Βολιβία πολέμησε και η Ταμάρα Μπούνκε, η οποία είναι γνωστή σε πολλούς αναγνώστες της εφημερίδας αυτής ως διεθνίστρια από τη ΓΛΔ; Τη γνωρίζατε;
Μα πώς όχι, φυσικά. Για μένα η Ταμάρα, με το ψευδώνυμο Τάνια ήταν ηρωίδα. Ήταν πολύ καλή στη σκοποβολή. Στη Βολιβία ήταν υπεύθυνη της παράνομης οργάνωσης στην πόλη, υπεύθυνη για όλη τη ροή πληροφοριών. Γιατί τελικά πολέμησε μαζί μας στη ζούγκλα; Οι σύντροφοι Ρεζί Ντεμπρέ και Σίρο Μπούστος είχαν φτάσει το Μάρτη του 1967 από την Κούβα και είχαν στις αποσκευές τους ένα μήνυμα από το Φιντέλ. Σε αυτή την κατάσταση η Τάνια αποφάσισε, να πάει μαζί τους, για να τους συνοδεύσει προς τους άλλους. Η Τάνια ήταν στρατιώτης -μια πολύ θηλυκή γυναίκα, αλλά ένας στρατιώτης με το θάρρος ενός άντρα με την καλύτερη σημασία της λέξης, και τη σεβόμασταν. Πέθανε στις 31 Αυγούστου 1967 κατά τη διάσχιση του Ρίο Γκράντε, αφότου την πρόδωσε ο χωρικός Ονοράτο Ρόχας. Κατά την ενέδρα τραυματίστηκε και αφέθηκε να παρασυρθεί από το ποτάμι, αλλά οι στρατιώτες την είδαν και της αμόλησαν τα σκυλιά.
Τι σημαίνει το διεθνιστικό παράδειγμα του Τσε για το σήμερα;
Ο Τσε ζει και θα ζει στις καρδιές κάθε προοδευτικού ανθρώπου στη γη, όλων των επαναστατών. Οι άνθρωποι πεθαίνουν, όταν οι λαοί τους ξεχάσουν. Ο Τσε είναι κάποιος, τον οποίο θυμάται όλη η γη. Ήμουν στην Αυστραλία, κι εκεί τον θυμούνταν. Ήμουν και στο πανεπιστήμιο των Μαορί, των ιθαγενών, κι αυτοί ήξεραν ποιος ήταν.
Υπάρχουν όμως τουλάχιστον δυο μορφές μνήμης -από τη μια να φοράμε το πορτραίτο του σε μπλουζάκια και καπέλα, από την άλλη να διατηρούμε τις ιδέες του.
Μπορεί κανείς να φοράει την εικόνα του σε πουλόβερ, χωρίς να τον φέρει στην καρδιά του, χωρίς να νιώθει το διεθνισμό του. Όποιος όμως τον νιώθει, να σπουδάσει τεχνολογία κι επιστήμες και να βοηθήσει τους λαούς. Δεν βοηθάμε τους ανθρώπους μόνο με το να μιλάμε, ο λόγος μπορεί να είναι όσο ωραίος θέλει, αλλά τα λόγια χάνονται στον άερα. Αν είμαστε σε θέση να νιώσουμε οι ίδιοι τον πόνο που υπομένουν οι λαοί της Λατινικής Αμερικής και όλου του κόσμου, τότε είμαστε διεθνιστές.
Από τι εξαρτάται σήμερα η επιβίωση της κουβανικής επανάστασης;
Η κουβανική επανάσταση επιβίωσε και θα επιβιώσει κι άλλο, γιατί έχει στο πλευρό της όλο τον κόσμο, εκτός από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Πόσες χώρες ψηφίζουν στην Γενική Συνελευση του ΟΗΕ κατά του εμπάργκο της Κούβας! Η κουβανική επανάσταση υπάρχει χάρη σε εσάς. Παλέψτε για μας, για αυτό το μικρό νησί της Καραϊβικής, όπως το κάνετε ήδη! Παλέψτε και για τη Βενεζουέλα, όπως έγινε χάρη στο θαυμάσιο αυτό άνθρωπο, τον Ούγκο Τσάβες, και που τώρα καθοδηγείται από τον Νικολάς Μαδούρο. Το αξίζει.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Junge Welt”, 2.12.2017, συνέντευξη: Lena Kreymann
Μετάφραση – Επιμέλεια: Δύσκολες Νύχτες