Συνέντευξη Μπόμπιρα: Έχουμε ανάγκη γνήσια τραγούδια, που να τα λένε σταράτα και να χτυπάνε ψαχνό!
Η “κοιλάδα του γκρίζου” γράφτηκε για όποιον θέλει να ακούει μουσική καθώς πηγαίνει στη δουλειά και να νιώθει πως δεν είναι μόνος, πως δεν τα περνάει όλα αυτά τα στραβά μόνος του. Αυτό που θέλω να ακούω και εγώ δηλαδή όταν πηγαίνω στη δουλειά ή όταν περπατάω στον δρόμο.
Πολλές φορές αναρωτιόμαστε αν είναι εφικτό να συμβαδίζει η τέχνη με τη βιοπάλη. Για τον “Μπόμπιρα” ωστόσο -κατά κόσμο Δημήτρη- το ερώτημα μπαίνει μάλλον αντίστροφα. Πώς μπορεί να αντέξει κανείς τη σκληρή βιοπάλη και τη βάρδια στο εργοστάσιο, χωρίς να έχει την τέχνη ως στήριγμα; Να πηγαίνει στη δουλειά, ακούγοντας μουσική και να ξέρει πως “δεν είναι μόνος”…!
Ο δίσκος “Η κοιλάδα του Γκρίζου” που κυκλοφόρησε αυτές τις μέρες, ολόφρεσκος -σε ιδέες και νοήματα πάνω απ’ όλα και όχι απλά νωπός- και μεστός, ήταν η αφορμή για μια συζήτηση που πιάνει πολλά, από το ειδικό στο γενικό. Για τα κομμάτια του δίσκου ως ανάγκη έκφρασης, μέχρι το ελληνικό χιπ-χοπ, την πολιτική, υποψιασμένη σκηνή, την απόσταση που μας χωρίζει από την Βαλτιμόρη, και προπαντός για το άλμα σε έναν άλλο κόσμο, που θα μας επιτρέψει να βγούμε από την κοιλάδα των δακρύων, όπως έλεγαν οι κλασικοί, και να ταξιδέψουμε στο μέλλον που είναι παραχωμένο στην κοιλάδα του γκρίζου…
-Αν και γίνεται φανερό σε όποιον ακούσει τον δίσκο, γιατί “Κοιλάδα του Γκρίζου”;
Κοίτα, το Κοιλάδα του Γκρίζου μπορεί να ακούγεται λίγο ποιητικό, να θυμίζει και λίγο “Μύθοι του Βάλτου” ξέρω ‘γω. Όμως κυριολεκτώ, δεν παραπέμπω σε κάτι φανταστικό. Σε όλες τις Βιομηχανικές Ζώνες (καλά και στην πόλη εννοείται) κυριαρχεί το γκρίζο, απλά εκεί που δούλευα εγώ είναι όντως μια κοιλάδα, μια πολύ μεγάλη έκταση που βλέπεις χωράφια, κάποια χέρσα – κάποια καλλιεργήσιμα, και τσουπ παραδίπλα ένα εργοστάσιο και οι εγκαταστάσεις του. Οπότε ήθελα να δώσω την εικόνα, και το εξώφυλλο του Δήμου το καταφέρνει πολύ καλά αυτό!
-Μήπως το γκρίζο είναι ένα ντροπαλό μαύρο και προδίδει την απαισιοδοξία μας;
Στην “χρωματική παλέτα”, όταν στήναμε τον δίσκο με τον Ανέμη, θέλαμε το γκρι να διαπερνά όλα τα κομμάτια. Αλλά δεν είχαμε το απαισιοδόξο στο κεφάλι μας. Το αντίθετο μάλιστα! Ο δίσκος είναι χτισμένος με τέτοιο τρόπο που να μην κρύβει μεν πόσο άσχημα είναι τα πράματα, το γεγονός πως γίνεται ένα συνεχές έγκλημα που αποκρύβεται με μαεστρία, όμως παρόλα αυτά δείχνει πως ο εργαζόμενος είναι αυτός που καθορίζει την μοίρα του. Αυτός κινεί το εργοστάσιο, την παραγωγή και χωρίς αυτόν θα ήταν απλά ένας νεκρός χώρος. Το γκρι με λίγα λόγια, δίνει το χρώμα που επικρατεί, χωρίς όμως να μαυρίζει την ψυχή μας.
-Μπορούμε να αλλάξουμε το χρώμα της κοιλάδας, όπου είναι παραχωμένο το αύριο;
“Και χρώμα ρίξαμε στην γκρίζα μας ζωή” λέω σε ένα από τα τραγούδια, όταν οι εργαζόμενοι γίνονται ένα και αποφασίζουν να παλέψουν αυτό που ζουν. Ναι, το ζοφερό αλλάζει με τους εργαζόμενους συσπειρωμένους στο σωματείο τους, να διεκδικούν να δουλεύουν με αξιοπρέπεια και όπως μεταφράζεται αυτό σε κάθε εποχή (μέτρα ασφαλείας, συλλογική σύμβαση, 8ωρο 5θημερο 40ωρο, μισθοί αξιοπρέπειας και όχι πείνας κτλ) βάζοντας όμως στο επίκεντρο πως όσο κάνουν κουμάντο “οι κοτοπουλάδες” και τα αφεντικά με το σκαρπίνι, η ζωή του εργαζόμενου θα είναι ζοφερή, εκτός και αν βγουν από το κάδρο αυτοί που στην τελική δεν προσφέρουν τίποτα στην κοινωνία, το αντίθετο μάλιστα, την κρατάνε πίσω ενώ υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις να κάνει άλματα το βιοτικό επίπεδο του ανθρώπου. Η λέξη παράσιτα τους ταιριάζει γάντι.
-Δεν πρέπει να βγει και ένα τραγούδι για τους “ναι αλλά με τις απεργίες δε βγαίνει τίποτα”;
Δεν ξέρω αν υπάρχει πρέπει στο τι τραγούδια πρέπει να βγούνε. Εγώ πιστεύω ότι έχουμε ανάγκη να ακούσουμε τραγούδια γνήσια, βγαλμένα από την καθημερινότητα, από την βιοπάλη, που να τα λένε σταράτα, να χτυπάνε στο ψαχνό. Τραγούδια που να μιλάνε για όλες τις πτυχές της ανθρώπινης ζωής, όπως τον έρωτα και την καψούρα, την φιλία, την αγάπη, την στενοχώρια, την ερωτική απογοήτευση, την προδοσία, τις δυσκολίες της ζωής αλλά και τις χαρές της. Για τον καθημερινό αγώνα. Για τους ήρωες της διπλανής πόρτας. Για τα όνειρα, μικρά και μεγάλα, και τις θυσίες που κάνει ένας άνθρωπος για να τα κατακτήσει. Τραγούδια που να εμπνέουν, να δίνουν κουράγιο, να σε κάνουν να γελάς και να κλαις, να εξοργίζεσαι και να αγανακτείς. Τραγούδια με βάθος που κάθε φορά που θα τα ακούς να παίρνεις και κάτι, είτε αυτό λέγεται συναίσθημα είτε προβληματισμός. Τέτοια τραγούδια θέλουμε νομίζω. Τώρα για το πολύ συγκεκριμένο θέμα που αναφέρεις, γράφονται και τέτοια τραγούδια. Δεν νομίζω ότι λείπουν. Τουλάχιστον στο χιπ χοπ.
-Σε ποιους απευθύνεται ο δίσκος σου; Στα παιδιά της τάξης σου; Τα παιδιά-“μπόμπιρες” της γενιάς σου; Σε όσους ψάχνουν τροφή για σκέψη;
Κοίτα να δεις: Έχει πέσει πολλή σκέψη πάνω σε αυτό το ζήτημα, και γι’ αυτόν τον λόγο πολύ σβήσιμο-γράψιμο στο χαρτί, γιατί: Τα τραγούδια του δίσκου έχουν γραφτεί με βάσει κάποιους ανθρώπους, κάποια βιώματα μαζί τους. Οπότε πρώτα και κύρια απευθύνεται σε αυτούς. Όμως δεν ήθελα να το περιορίσω. Προσπάθησα να γράψω με σκοπό να ταυτιστούν οι “δικοί μου” μεν, αλλά να τα ακούσει και κάποιος που δεν έχει τέτοιες παραστάσεις και να τον αγγίξει, να τον διαπεράσει. Κάποιος που όχι μόνο δεν ξέρει τι γίνεται γενικά σε ένα εργοστάσιο, αλλά και κάποιος που δεν ακούει καν χιπ χοπ! Γράφτηκε για όποιον θέλει να ακούει μουσική καθώς πηγαίνει στη δουλειά και να νιώθει πως δεν είναι μόνος, πως δεν τα περνάει όλα αυτά τα στραβά μόνος του. Αυτό που θέλω να ακούω και εγώ δηλαδή όταν πηγαίνω στη δουλειά ή όταν περπατάω στον δρόμο. Απευθύνεται δηλαδή στους πάντες, μικρούς και μεγάλους, και το αν τελικά θα πετύχει τον σκοπό του αυτό το εγχείρημα είναι και από τα στοιχήματα του δίσκου.
-Πώς ήταν η συνεργασία με το Σφάλμα;
Με τον Ανέμη συνεργαζόμαστε από τον περσινό Οκτώβρη. Έχουμε πολλά κοινά ακούσματα και πάνω-κάτω κοινή αισθητική στη μουσική, οπότε μπορούμε να συνεννοηθούμε. Επίσης είναι ένας καλλιτέχνης που σέβομαι και εκτιμώ πολύ και όλες του οι δουλειές του μου αρέσουν. Κουβεντιάσαμε το θέμα του δίσκου και του άρεσε πολύ, το αγκάλιασε βασικά πιο πολύ από ό,τι φανταζόμουν. Και το γεγονός πως εδώ ο Ανέμης θα ασχολούνταν καθαρά με το μουσικό κομμάτι, απελευθέρωσε και εμένα στο να αφοσιωθώ καθαρά στη γραφή και στο ραπ γνωρίζοντας ότι μουσικά αυτό που θα βγει όχι μόνο θα ταιριάζει στα γούστα μου αλλά θα “κουμπώσει” και με το θέμα του δίσκου, και έτσι και έγινε! Είναι πολύ μεγάλη τιμή και χαρά που αυτό το εγχείρημα έγινε με παραγωγό το Σφάλμα!
-Βλέπεις στον ορίζοντα το ενδεχόμενο να παρουσιάσετε κάπου-κάπως ζωντανά τον δίσκο; Ή θα το ακυρώσει η πανδημία;
Έχω ένα πολύ συγκεκριμένο πράμα στο κεφάλι μου για το πώς θέλω να παρουσιάσω την Κοιλάδα και οι συνθήκες σήμερα δεν το εξυπηρετούν, να σου πω την αλήθεια. Θέλω πάρα πολύ να μοιραστώ και ζωντανά τα τραγούδια, μπορώ όμως να κάνω λίγη υπομονή μέχρι κάποια πράματα να μπουν σε μια σειρά.
-Πιστεύεις ότι βλέπουμε τον “Μπόμπιρα” να ωριμάζει-ενηλικιώνεται σαν δημιουργός με αυτόν τον δίσκο;
Ο δίσκος αυτός έχει ωριμάσει και τον Μπόμπιρα αλλά και τον Δημήτρη, Μουσικά έχω μάθει άπειρα πράγματα (και έχω άλλα τόσα να μάθω) και το εγχείρημα ενός δίσκου σε αναγκάζει με ωραίο τρόπο να απαιτείς πιο πολλά από σένα, να γίνεσαι καλύτερος σε όλα τα επίπεδα, όπως αυτό της γραφής, της τεχνικής, της άρθρωσης, της ανάσας, στον τρόπο ηχογράφησης κτλ. Καλύτερος στη μουσική που θα διαλέξεις. Μαθαίνεις βασικά να μην κάνεις εκπτώσεις. Ωρίμασα και σαν Δημήτρης γιατί όσο γράφεις, τόσο καλύτερα μαθαίνεις τον εαυτό σου. Και ξέρεις, το χαρτί είναι αμείλικτο. Στα δείχνει όλα και έρχεσαι αντιμέτωπος με όλα. Είναι μια επίπονη διαδικασία, είτε γράφεις εσώψυχα είτε ανατρέχεις στο παρελθόν για να φέρεις μπροστά παλιές εικόνες που τις είχες κρύψει πολύ καλά. Αλλά μέσα από τον πόνο έρχεται και η γνώση κι αυτό δεν το αλλάζω με τίποτα.
-Πώς ξεκίνησες να γράφεις κομμάτια; Με ποια αφορμή, ποια ερεθίσματα, ποια ακούσματα;
Ξεκίνησα να γράφω συστηματικά πριν περίπου δύο χρόνια. Αλλά με θυμάμαι να γράφω κάτι από πάντα. Στίχους πάνω στο θρανίο, στα βιβλία και στα τετράδια μου μέχρι ερωτικά γράμματα σε κάτι παλιές μου καψούρες! Τώρα το ερέθισμα ήταν η ανάγκη μου να πω όσα είδα και έζησα στα εργοστάσια. Με αυτό ξεκίνησα. Δηλαδή είχα στο νου μου την Κοιλάδα πάνω από τρία χρόνια. Και το πρώτο ντέμο που έφτιαξα, το “Γκρίζα Ζωή”, που σας το είχα στείλει και το ‘χατε αναρτήσει και εσείς καλή ώρα, έλεγε μια μικρή ιστορία από το εργοστάσιο. Και ξεκίνησα να γράφω γιατί άρχισα να νιώθω πως τα σύγχρονα ραπ τραγούδια δεν με εξέφραζαν, δεν με άγγιζαν όσο τα παλιά, σε συνδυασμό με μια μεγαλύτερη ανάγκη να εκφράζομαι πιο πολύ από ό,τι πριν. Γιατί δεν είναι μόνο τα κομμάτια που γίνονται τραγούδια. Υπάρχουν πάρα πολλά γραπτά που γράφονται και μένουν στο συρτάρι όχι γιατί είναι απαραίτητα κακά (κι αυτό παίζει) αλλά γιατί υπηρετούν έναν άλλο σκοπό και το να τα μοιραστείς μάλλον τον χαλάνε…
-Πώς βγαίνει ένα κομμάτι; Πώς έρχεται η έμπνευση;
Συνήθως ένα κομμάτι προκύπτει όταν υπάρχει κάτι πολύ έντονο. Συναίσθημα, στιγμή ή εικόνα. Παράδειγμα, το “Κράτα!”, το πρώτο κομμάτι που κάναμε με το Σφάλμα, γράφτηκε σε μια μέρα, όταν είδα να πνίγουν στα χημικά τους μαθητές στις περσινές τους κινητοποιήσεις στο υπουργείο Παιδείας, σε συνδυασμό με το ξύλο των ΜΑΤ στους συμβασιούχους υγειονομικούς την επόμενη μέρα, νομίζω σε κινητοποίησή τους. Μου τα’ σκάσε, είχα θυμώσει φουλ και γράφτηκε. Κάπως έτσι γράφτηκε και το “Μετά το Γέρμα” και το “δύο Μισά” και αναφέρω αυτά τα δύο, γιατί είναι ακριβώς αντίθετοι ψυχικοί κόσμοι. Τόσο όμως η χαρά όσο και ο πόνος είναι από τα βασικά συναισθήματα νομίζω που σε οδηγούν να γράψεις. Τουλάχιστον εμένα…. Τώρα υπάρχουν κομμάτια που χρειάζονται 3 και 4 μέρες όπως η “Βαλτιμόρη” για παράδειγμα. Άλλο στυλ γραφής, άλλο θέμα, άλλος τρόπος.
-Προηγούνται οι στίχοι ή η μουσική ως βάση;
Γράφω με και χωρίς μουσική. Ανάλογα. Αλλά τις πιο πολλές φορές έχω μια ιδέα, που είναι κάποιοι στίχοι και ψάχνω την μουσική που θεωρώ ότι ταιριάζει καλύτερα με αυτούς και αφού βλέπω ότι “παντρεύονται” το ολοκληρώνω στιχουργικά και ερμηνευτικά. Βοηθάει πολύ να γράφεις κάτι κάθε μέρα. Είναι πολύ καλή εξάσκηση. Κάπου εκεί στα γραψίματα σε βρίσκει και η έμπνευση νομίζω. Αν δεν κάνω λάθος ο Πικάσο είχε πει “η έμπνευση υπάρχει αλλά πρέπει να σε βρει να δουλεύεις”.
-Θα σκεφτόσουν ποτέ κάτι άλλο, πέρα από το χιπ-χοπ, ως τρόπο έκφρασης στη μουσική;
Εννοείται πως σκέφτομαι κι άλλα είδη μουσικής, πέραν του ραπ. Ακούω τα πάντα και γουστάρω κι άλλα πράματα όπως την Metal (γουστάρω φουλ Death Metal), Stoner, ηλεκτρονική μουσική, μέχρι το λαϊκό (βλέπε Μητροπάνο) και την κλασσική μουσική. Οκέι, ψιλομπάχαλο, αλλά κατάλαβες. Απλά στη φάση που είμαι τώρα, το ραπ με εκφράζει πιο πολύ. Εδώ ο στίχος κάνει κουμάντο και νιώθω πάντα σαν να παίζω στο γήπεδό μου. Πιο πολύ δουλεύω να συνδυάσω τα ακούσματα από άλλες μουσικές με το ραπ και όχι κάτι άλλο. Θα ‘θελα κάποια στιγμή βέβαια να κάνω και το αντίστροφο…
-Τι πιστεύεις για την ελληνική χιπ-χοπ σκηνή;
Ένα πράμα: Γουστάρω άπειρα και ξενερώνω φουλ. Γιατί έχεις απ’ την μια ορισμένους καταξιωμένους καλλιτέχνες, που μεγάλωσα μαζί τους και ακόμα βγάζουν υψηλού επιπέδου δουλειές. Κάτι που είναι πολύ καλό γιατί δείχνουν ένα δρόμο, το πώς να το κάνεις με σεβασμό προς την κουλτούρα. Έχουν προκύψει στη νέα γένια πολύ αξιόλογοι καλλιτέχνες που παίζουν στα ακουστικά μου μαζί με τους “παλιούς” (Zoro&Buzz, Novel, Λόγος Τιμής κάποια ονόματα που μου ‘ρχονται τώρα) που μ’ αρέσει πολύ ο ήχος τους και αυτά που λένε.
-Ποιο είναι το μεγαλύτερό της πρόβλημα; Νιώθεις ότι κάποιοι πιθηκίζουν, λες και ζούνε στη Βαλτιμόρη -όπως λες και στο ομώνυμο κομμάτι;
Το πρόβλημα είναι στην θεματολογία. Εγώ εκεί ξενερώνω. Ακούς το ίδιο πράμα. Και να πω ότι όλοι ασχολιούνται με κάτι ουσιώδες, κατάλαβες, κάτι που κουβεντιάζει και αγγίζει την κοινωνία μας… Η φάση τώρα είναι αλητεία, όπλα, ναρκωτικά, προβολή του πλούτου ως το μοναδικό πράμα στον κόσμο (και πώς;;;), φουλ σεξισμός στην χειρότερη -και στην καλύτερη η παρέα μου είναι καλύτερη απ’ τη δικιά σου, η γειτονιά μου καλύτερη απ’ τη δικιά σου κτλ. Μια πολύ επικίνδυνη μόστρα που διαμορφώνει συνειδήσεις, που απενοχοποιεί τα ναρκωτικά τα όπλα. Το κάνουν κάτι καθημερινό. Δεν ξέρω αν πιθηκίζουν. Ξέρω ότι αν το ζούσαν δεν θα το ‘δειχναν. Ξέρω ότι βολεύει 9/10 κομμάτια ραπ που κυκλοφορούν καθημερινά (και κυκλοφορούν καθημερινά άπειρα κομμάτια) να μιλάνε για τέτοια θέματα.
Και υπάρχει μια υποκρισία. Μια ανοχή. Ειδικά στο ζήτημα της προβολής των ναρκωτικών και των όπλων, του σεξισμού, το ότι κάποιοι που στα λόγια τα καταδικάζουν -στην πράξη το κάνουν γαργάρα, λέει πολλά για την σκηνή. Δεν πέφτω από τα σύννεφα, κατάλαβες, αλλά χτυπάει ρε φίλε στο μάτι.
Τι να σου πω, δεν υπάρχει καν το είμαι καλύτερος MC από σένα, και θα στο αποδείξω με την δουλειά μου, που δεν είναι το αγαπημένο μου θέμα στο ραπ, αλλά ρε φίλε, το γουστάρω φουλ αν κάποιος πει δεν θέλω να πω κάτι βαθύ. Το σέβομαι και το προτιμάω από τις παραπάνω θεματικές ασυζητητί. Έχει κάνει πολλά βήματα πίσω αυτό που λέμε κουλτούρα και ό,τι αυτό συνεπάγεται, και έχει βγει μπροστά ένα πράμα “κάνω ραπ για να γίνω γνωστός, να βγάλω μεροκάματο”. Βλέπω σήμερα πιο πολλούς ράπερς παρά Mcs.
-Βρίσκει τον δικό του χώρο το πολιτικό, υποψιασμένο χιπ-χοπ ή χάνεται στην κοιλάδα της χαζομάρας;
Υπάρχουν πολλοί αξιόλογοι καλλιτέχνες που πραγματικά έχουν να πουν κάτι και τους τρώει ο αλγόριθμος. Ειδικά όταν έχουν να πουν κάτι πιο ριζοσπαστικό, μαζί με τον αλγόριθμο τους πνίγει και η λογοκρισία. Οπότε μάλλον πνίγονται στην κοιλάδα της βιομηχανίας, χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι είναι όλοι καταδικασμένοι και μόνο αυτοί που ‘χουν τα μέσα θα βγαίνουν πάνω-πάνω. Δεν έχω χάσει την πίστη μου στον άνθρωπο, πόσο μάλλον στους νέους ανθρώπους και στο κριτήριό τους. Αλλά δεν έχω και αυταπάτες…
-Θεωρείς το χιπ-χοπ mainstream, που το ακούει όλη η νεολαία και κάνει εκατομμύρια views; Ή “περιθωριακό” είδος, που -κατά κανόνα- δε βρίσκει χώρο στα ερτζιανά;
Το ραπ χτυπάει δις προβολών παγκόσμια είναι γεγονός. Έχει γίνει mainstream με την έννοια ότι αυτή η μουσική είναι πλέον 50 ετών και ήταν καιρός (μην σου πω άργησε) να γίνει αποδεκτή σαν μουσική, και πλέον και εμπορικά είναι στην κορυφή, αν δεν κάνω λάθος. Νομίζω αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την αποδοχή του κόσμου, το ότι είναι ένας πιο συνηθισμένος ήχος στα αυτιά σε σχέση με πριν 20 χρόνια, αλλά και με οικονομικούς όρους που θέλουμε ώρες για να το αναλύσουμε. Το ραπ λοιπόν κατά κάποιο τρόπο έχει γίνει mainstram, το χιπ-χοπ όμως δεν έχει γίνει. Και δεν πρόκειται νομίζω.